Επανέρχεται με τις εναλλακτικές επιλογές, σχετικά με τη χρηματοδότηση με 140 δις ευρώ προς την Ουκρανία η πρόεδρος της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν όπου στην ουσία διαμηνύει ότι εάν δεν αξιοποιηθούν τα «παγωμένα» ρωσικά κεφάλαια τότε το βάρος θα πέσει στα κράτη μέλη, ενώ δεν αποκλείει πιθανές παρενέργειες σε περίπτωση αξιοποίησής τους.
Σε επιστολή της, την οποία έχει δει η HuffPost, παίρνει ως πιθανό σενάριο ο πόλεμος να λήξει στα τέλη του 2026 και υπογραμμίζει μεταξύ άλλων ότι η χρηματοδότηση πρέπει να είναι διαθέσιμη γρήγορα, με τις πρώτες εκταμιεύσεις να πραγματοποιούνται έως τις αρχές του δεύτερου τριμήνου του 2026.
«Οι επιλογές που παρουσιάζονται στο παρόν σημείωμα είναι δύσκολες τόσο στη σχεδίασή τους όσο και στις επιπτώσεις τους. Είναι σαφές ότι δεν υπάρχουν εύκολες λύσεις» υπογραμμίζει η φον ντερ Λάιεν.
Η Επιστολή
Η φον ντερ Λάιεν με επιστολή της,προς τους 27 ηγέτες, πριν από τη Σύνοδο Κορυφής του Δεκεμβρίου απευθύνει επείγουσα έκκληση για την επίτευξη συμφωνίας έτσι ώστε να μην επαναληφθεί η αποτυχία της προηγούμενης συνόδου όπου οι 27 δεν κατάφεραν να καταλήξουν καθώς το βασικό εμπόδιο παραμένει η αντίσταση του Βελγίου, αλλά και η διστακτικότητα και άλλων κρατών-μελών, που φοβούνται ότι δεν υπάρχουν αρκετές νομικές εγγυήσεις για να «ξεπαγώσουν» τα ρωσικά κεφάλαια που κρατούνται στο Euroclear στις Βρυξέλλες.
Σύμφωνα με την επιστολή η πρόεδρος της Κομισιόν, μετά τη άκαρπη συνάντηση που είχε την Παρασκευή με τον πρωθυπουργό του Βελγίου για το συγκεκριμένο ζήτημα, επαναλαμβάνει αυτό που είχε δηλώσει και στο Ευρωκοινοβούλιο λίγες ημέρες νωρίτερα ότι δηλαδή δεν μπορεί να υπάρξει αδράνεια και ως εκ τούτου προτείνει τρεις εναλλακτικές λύσεις οι οποίες όπως εκτιμάται ότι είναι δύσκολες πολιτικά και οικονομικά και αναπόφευκτα οδηγούν στην επιλογή των ρωσικών κεφαλαίων.
Κατευθυντήριες αρχές και χρηματοδοτικό κενό
«Η έκταση του χρηματοδοτικού κενού της Ουκρανίας είναι σημαντική. Σύμφωνα με προκαταρκτικές εκτιμήσεις του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και με την υπόθεση ότι ο πόλεμος θα έχει λήξει μέχρι τα τέλη του 2026, καθώς και λαμβάνοντας ήδη υπόψη όλη τη στήριξη που έχει δεσμευθεί από την ΕΕ, τα κράτη-μέλη και τους διεθνείς εταίρους, η Ουκρανία θα εξακολουθήσει να αντιμετωπίζει ένα τεράστιο έλλειμμα που δεν μπορεί να καλυφθεί χωρίς την εισροή νέας χρηματοδότησης» αναφέρει και και παρουσιάζει τις βασικές επιλογές που έχει εντοπίσει η Επιτροπή για την παροχή πρόσθετης και έγκαιρης χρηματοδοτικής στήριξης προς την Ουκρανία.
Όπως λέει μπορούν να εξεταστούν συνδυασμοί ή διαδοχικές παραλλαγές, υπό την προϋπόθεση ότι διασφαλίζουν πως η βοήθεια θα παραδίδεται όταν και όπως την χρειάζεται περισσότερο η Ουκρανία.
Εκτιμώμενο χρηματοδοτικό κενό σε δισ. ευρώ για 2026–2027 (με την υπόθεση ότι ο πόλεμος τελειώνει το 2026)
– 2026
Μακροοικονομικές–χρηματοδοτικές ανάγκες: 20,1 δισ ευρώ
Στρατιωτικές ανάγκες: 51,6
Σύνολο: 71,7
– 2027
Μακροοικονομικές–χρηματοδοτικές ανάγκες: 32,2 δισ ευρώ
Στρατιωτικές ανάγκες: 31,8 δισ ευρώ Σύνολο: 64
Σύνολο 2026–2027
Μακροοικονομικές–χρηματοδοτικές ανάγκες: 52,3 δισ ευρώ
Στρατιωτικές ανάγκες: 83,4 δισ ευρώ
Γενικό σύνολο: 135,7 δισ. ευρώ
Τα ακόλουθα βασικά κριτήρια πρέπει να ληφθούν υπόψη:
• Η χρηματοδότηση πρέπει να είναι διαθέσιμη γρήγορα, με τις πρώτες εκταμιεύσεις να πραγματοποιούνται έως τις αρχές του δεύτερου τριμήνου του 2026.
• Οποιοδήποτε νέο χρηματοδοτικό πακέτο πρέπει να διαφυλάσσει τη βιωσιμότητα του χρέους της Ουκρανίας. Θα πρέπει να διασφαλίζει ότι δεν δημιουργεί πρόσθετο δημοσιονομικό βάρος για τη χώρα.
• Η χρηματοδότηση πρέπει να είναι αρκετά ευέλικτη ώστε να ανταποκρίνεται στις σημαντικές αβεβαιότητες ως προς τις ακριβείς χρηματοδοτικές ανάγκες της Ουκρανίας τα επόμενα χρόνια.
• Πρέπει να υπάρχει δίκαιος επιμερισμός του βάρους με τους διεθνείς εταίρους..
Οι τρεις επιλογές
Πρώτον, διμερείς εθνικές συνεισφορές ύψους 90 δισ. ευρώ, σε μορφή μη επιστρεπτέων επιχορηγήσεων προς την Ουκρανία. Το ποσό αυτό θα κατανέμεται στα κράτη-μέλη με βάση το Ακαθάριστο Εθνικό Εισόδημα (ΑΕΕ), δηλαδή το συνολικό εισόδημα που παράγουν οι κάτοικοι μιας χώρας, εντός και εκτός συνόρων. Πρόκειται ουσιαστικά για έναν μηχανισμό «δίκαιου επιμερισμού» ανάλογα με το οικονομικό μέγεθος κάθε χώρας. Ωστόσο, επειδή οι επιχορηγήσεις αυτές δεν είναι επιστρεπτέες, μετατρέπονται σε καθαρή δημοσιονομική δαπάνη και επιβαρύνουν άμεσα τους εθνικούς προϋπολογισμούς.
Η δεύτερη επιλογή αφορά έναν κοινό ευρωπαϊκό δανεισμό, όπου η ΕΕ θα δανειστεί από τις αγορές και τα κράτη-μέλη θα παράσχουν εγγυήσεις, επίσης κατανεμημένες με βάση το ΑΕΕ , για να καλύψουν τον κίνδυνο μη αποπληρωμής. Σε αυτή την περίπτωση, η επιβάρυνση δεν εμφανίζεται άμεσα ως δαπάνη, αλλά ως ανάληψη κινδύνου και κάλυψη των τόκων που θα προκύψουν για όσο διαρκεί το δάνειο. Η λύση αυτή θεωρείται πολιτικά και τεχνικά δύσκολη, καθώς προϋποθέτει τροποποίηση του κοινοτικού προϋπολογισμού, ομοφωνία μεταξύ των 27 και υπέρβαση της αντίστασης χωρών όπως η Ουγγαρία, που μέχρι σήμερα μπλοκάρουν κάθε σχετική απόφαση.
Τρίτη επιλογή το «δάνειο» των 140 δις ευρώ που θα χρηματοδοτηθεί από τους τόκους των ρωσικών κεφαλαίων το μεγαλύτερο μέρος των οποίων βρίσκεται στο Euroclear στις Βρυξέλλες. Σύμφωνα με το σχέδιο της φον ντερ Λάιεν, το οποίο υποστηρίζει και ο συμπατριώτης της ο Γερμανός Καγκελάριος Μερτζ, το δάνειο θα αποπληρωθεί από την Ουκρανία όταν η Ρωσία συμφωνήσει σε πολεμικές αποζημιώσεις μετά το τέλος του πολέμου.
Σύμφωνα με την επιστολή, για να συγκεντρωθούν τα απαραίτητα κεφάλαια, η ΕΕ θα συνάψει ειδικές συμβάσεις μηδενικού επιτοκίου με τα κεντρικά αποθετήρια τίτλων που κατέχουν τα δεσμευμένα ρωσικά κεφάλαια. Η πρωτοβουλία μπορεί να επεκταθεί και σε άλλα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που κρατούν ρωσικά κρατικά περιουσιακά στοιχεία, ανεβάζοντας το διαθέσιμο ποσό έως και τα 210 δισ. ευρώ.
Επειδή τα ποσά αυτά παραμένουν νομικά ιδιοκτησία της Ρωσίας, τα κράτη-μέλη θα πρέπει να παράσχουν δεσμευτικές και αμετάκλητες εγγυήσεις, ώστε η ΕΕ να μπορεί να αποπληρώνει τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα σε περίπτωση νομικών ή οικονομικών αξιώσεων. Οι εγγυήσεις αυτές καλύπτουν και κινδύνους από μελλοντικές διεθνείς διαιτησίες που σχετίζονται με τη δέσμευση των ρωσικών περιουσιακών στοιχείων.
Παρά τα νομικά «αναχώματα» που προβλέπει η Κομισιόν, το σχέδιο ενέχει τον κίνδυνο να θεωρηθεί διεθνώς ως έμμεση κατάσχεση, με πιθανές παρενέργειες στις αγορές. Για τον λόγο αυτό, απαιτείται συντονισμένη διπλωματική προσπάθεια της ΕΕ, αλλά και συμμετοχή διεθνών εταίρων, ώστε να περιοριστεί ο αντίκτυπος.
Η επιτυχία του εγχειρήματος προϋποθέτει τη συνεχή ανανέωση της δέσμευσης των ρωσικών περιουσιακών στοιχείων, η οποία σήμερα απαιτεί ομοφωνία των κρατών-μελών κάθε έξι μήνες. Εάν το καθεστώς δέσμευσης δεν ανανεωθεί, η Ρωσία θα μπορεί να ανακτήσει τα κεφάλαιά της, οπότε οι ευρωπαϊκές εγγυήσεις θα πρέπει να ενεργοποιηθούν.
Η Κομισιόν προτάσσει ότι παρά την πολυπλοκότητά της, η επιλογή αυτή προσφέρει στην Ουκρανία το μεγαλύτερο χρηματοδοτικό εύρος χωρίς άμεσο κόστος για τους εθνικούς προϋπολογισμούς και θεωρείται η μόνη λύση που μπορεί να καλύψει τις στρατιωτικές ανάγκες εκτός του προϋπολογισμού.
Συνδυασμός
Η φον ντερ Λάιεν στην επιστολή της σημειώνει ότι οι τρεις επιλογές δεν είναι αμοιβαία αποκλειόμενες και ότι μπορούν να συνδυαστούν ή να εφαρμοστούν διαδοχικά.
«Λαμβάνοντας υπόψη την επείγουσα φύση της κατάστασης, την ποικιλία στην πολυπλοκότητα των επιλογών και την ανάγκη οι πρώτες εκταμιεύσεις να ξεκινήσουν έως το δεύτερο τρίμηνο του 2026, κάθε επιλεγμένο σχήμα θα μπορούσε να σχεδιαστεί ως μεταβατικό και χρονικά περιορισμένο, προσαρμοσμένο στην ταχύτητα υλοποίησής του, τον δημοσιονομικό αντίκτυπο και την αποτελεσματικότητά του…Για παράδειγμα, οι επιλογές 1 και 2 θα μπορούσαν να λειτουργήσουν ως ενδιάμεσες λύσεις μέχρι την έγκριση του νέου Πολυετούς Δημοσιονομικού Πλαισίου (MFF), δημιουργώντας χώρο για εγγυήσεις που θα στηρίζουν δάνεια περιορισμένης αναγωγής χρηματοδοτούμενα από την Ένωση. Εναλλακτικά, θα μπορούσαν να ισχύσουν μέχρι να ολοκληρωθούν οι απαραίτητες νομοθετικές αλλαγές ή η δημιουργία νέων εργαλείων…» αναφέρει η φον ντερ Λάιεν.
Επιπλέον, η Κομισιόν στην επιστολή της παραδέχεται ότι η αξιοποίηση των δεσμευμένων ρωσικών περιουσιακών στοιχείων στο Βέλγιο ενέχει νομικούς και χρηματοοικονομικούς κινδύνους, καθώς μπορεί να εκληφθεί ως μορφή κατάσχεσης. Σε αυτό το πλαίσιο ζητείται από τα κράτη-μέλη να παράσχουν εγγυήσεις και συντονισμένες ενέργειες έτσι ώστε να περιοριστούν και πιθανές αρνητικές αντιδράσεις των αγορών.
Υπάρχουν κίνδυνοι
«Οι διάφορες επιλογές έχουν διαφορετικές επιπτώσεις για τα κράτη-μέλη και, επομένως, απαιτείται συλλογική δέσμευση και ισχυρή αλληλεγγύη για να προσδιοριστεί ο σωστός δρόμος προς τα εμπρός.
Είναι πλέον κρίσιμο να επιτευχθεί γρήγορα μια σαφής δέσμευση σχετικά με το πώς θα εξασφαλιστεί ότι η αναγκαία χρηματοδότηση για την Ουκρανία θα συμφωνηθεί στην επόμενη συνεδρίαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου τον Δεκέμβριο. Η προώθηση αυτού του ζητήματος θα μας επιτρέψει να διατηρήσουμε την πίεση προς τη Ρωσία, να της στερήσουμε την ελπίδα της νίκης και να θέσουμε τα θεμέλια για την αναστολή των εχθροπραξιών και για την έναρξη των πολυαναμενόμενων ειρηνευτικών διαπραγματεύσεων» καταλήγει η επιστολή της φον ντερ Λάιεν.
Προβληματισμοί
Όπως είναι αναμενόμενο ο Βέλγος πρωθυπουργός Μπαρτ ντε Βέβερ, του οποίου η κυβέρνηση δεν είναι βέβαιο ότι θα επιβιώσει μέχρι τα Χριστούγεννα, αφού ο ίδιος έχει ενημερώσει ότι εάν δεν επιτευχθεί συμφωνία στην έγκριση του προϋπολογισμού μέχρι τότε θα παραιτηθεί, ζητά μέγιστη νομική προστασία και πλήρη καταμερισμό κινδύνου μεταξύ των κρατών μελών, φοβούμενος πιθανές ρωσικές αγωγές και οικονομικές επιπτώσεις. Αλλωστε η Μόσχα τν έχει προειδοποιήσει.
Η όποια απόφαση στην επερχόμενη σύνοδο θα είναι καθοριστική ακόμη για το εάν το ευρωπαϊκό μέτωπο όσον αφορά τη στήριξη της Ουκρανίας σε μια τόσο κρίσιμη συγκυρία θα παραμείνει αρραγές.
Όσον αφορά στην Ελλάδα η θέση της δεν είναι ξεκάθαρη και σίγουρα επικρατεί προβληματισμός καθώς σε ένα δυσμενές σενάριο η εθνική επιβάρυνση θα μπορούσε να φτάσει τα 2,44 δισ. ευρώ περίπου 1% του ΑΕΠ.
Μάλιστα την περασμένη εβδομάδα στις Βρυξέλλες όταν ο κ. Πιερρακκάκης ρωτήθηκε για τις τρεις επιλογές της Φον ντερ Λάιεν σχετικά με τη χρηματοδότηση της Ουκρανίας, απάντησε:
«Η Ελλάδα στηρίζει σταθερά την Ουκρανία. Μια λύση δεν μπορεί να είναι αποσπασματική. Πρέπει να είναι συνολική και να λαμβάνει υπόψη και τις αντιδράσεις που θα υπάρξουν. Ορισμένα πράγματα που σήμερα αντιμετωπίζονται σε εθνικό επίπεδο ίσως πρέπει να περάσουν στο ευρωπαϊκό».
Επρόκειτο για μια απάντηση, όπως έγραφε τότε η HuffPost, με πολλές ερμηνείες όπως για παράδειγμα ότι η Ελλάδα δεν δεσμεύεται στο δάνειο που βασίζεται στα παγωμένα ρωσικά κεφάλαια ή ότι δεν αποδέχεται εθνικές εγγυήσεις που μπορεί να κοστίσουν δισεκατομμύρια. Φάνηκε όμως ότι προκρίνει λύση με ευρωπαϊκό επιμερισμό του κινδύνου και όχι μεμονωμένες εθνικές υποχρεώσεις.