Η ιστορία της Σαμάνθα Στάιτς από τις Ηνωμένες Πολιτείες αποτελεί μια δεκατριετή πορεία τρόμου, εμμονικής παρακολούθησης και τελικά απαγωγής, η οποία παρουσιάζεται και στη σειρά ντοκιμαντέρ «Stalking Samantha: 13 Years of Terror». Όλα ξεκίνησαν στις αρχές της δεκαετίας του 2010, όταν η Σαμάνθα γνώρισε τον Κρίστοφερ Τόμας στο Grand Valley State University, μέσα από μια χριστιανική ομάδα. Εκείνος, μεγαλύτερος κατά οκτώ χρόνια και ιδιαίτερα αμήχανος, της έκανε θετική εντύπωση και εκείνη του φέρθηκε με καλοσύνη, χωρίς να φαντάζεται ότι αυτή η καλοπροαίρετη στάση θα αποτελούσε την απαρχή μιας επικίνδυνης εμμονής.

Παρά το γεγονός ότι απέρριπτε σταθερά το ενδιαφέρον του, ο Τόμας άρχισε να της στέλνει συνεχώς μηνύματα στα social media, να εμφανίζεται απρόσκλητος σε μέρη όπου βρισκόταν και να αναπτύσσει σταδιακά μια παθολογική προσκόλληση προς το πρόσωπό της.

Advertisement
Advertisement

Η κατάσταση κλιμακώθηκε όταν εμφανίστηκε στο σημείο όπου περίμενε το λεωφορείο και στη δουλειά της κρατώντας λουλούδια, λίγο μετά τον θάνατο του παππού της. Η Σαμάνθα αναγκάστηκε να του μιλήσει έντονα δημόσια, ζητώντας του να σταματήσει. Παρ’ όλα αυτά, εκείνος συνέχισε. Ακολούθησε ακόμη και τη μετακόμισή της σε άλλη πολιτεία για πρακτική άσκηση, γεγονός που την οδήγησε να ζητήσει επταετή περιοριστική εντολή, η οποία εγκρίθηκε και της προσέφερε προσωρινή αίσθηση ασφάλειας. Ωστόσο, τον ξαναείδε απροσδόκητα σε συνέδριο 20.000 ατόμων, γεγονός που την έκανε να συνειδητοποιήσει ότι ο κίνδυνος δεν είχε χαθεί.

Μετά από επτά χρόνια σχετικής ηρεμίας, ο εφιάλτης επέστρεψε όταν τον εντόπισε ξανά σε έναν αγώνα ποδοσφαίρου. Σύντομα, ο Τόμας γράφτηκε στο ίδιο γυμναστήριο και την ίδια ποδοσφαιρική λίγκα. Παρότι η Σαμάνθα υπέβαλε εκ νέου αίτημα για περιοριστική εντολή, αυτό απορρίφθηκε, καθώς δεν υπήρχε επαρκής βάση για νέα δίωξη. Λίγους μήνες αργότερα, στις 7 Οκτωβρίου 2022, ο Τόμας εισέβαλε στο σπίτι της ενώ κοιμόταν. Με τα χέρια του γύρω από τον λαιμό της για να την κάνει να σωπάσει, τη φίμωσε, την έδεσε και την μετέφερε σε έναν ηχομονωμένο χώρο τον οποίο είχε κατασκευάσει ο ίδιος σε απομονωμένη αποθήκη: έναν χώρο με σακιά άμμου μέχρι το ταβάνι, ένα κρεβάτι και χειροπέδες στον τοίχο.

Εκεί της αποκάλυψε ότι την παρακολουθούσε με GPS επί περισσότερο από έναν χρόνο και ότι επιθυμούσε να την παντρευτεί. Η Σαμάνθα προσπάθησε να τον καθησυχάσει και να δημιουργήσει μια ψευδαίσθηση ασφάλειας. Ο Τόμας απαίτησε σεξ ως προϋπόθεση για να την απελευθερώσει, και εκείνη, όπως δηλώνει, πήρε μια φρικτή αλλά αναγκαία απόφαση για να σώσει τη ζωή της. Ύστερα από σχεδόν 15 ώρες ομηρίας, την άφησε να φύγει.

Η Σαμάνθα κατήγγειλε αμέσως την επίθεση στο νοσοκομείο και μέσα σε 36 ώρες ο Τόμας συνελήφθη. Η αστυνομία βρήκε GPS trackers, εργαλεία και όπλα, επιβεβαιώνοντας την έκταση της παρακολούθησης. Τον Μάρτιο του 2024 καταδικάστηκε σε ποινή 40 έως 60 ετών για απαγωγή, βασανιστήρια και stalking.

Σήμερα η Σαμάνθα προσπαθεί να επουλώσει τις ψυχικές πληγές. Εξακολουθεί να τρομάζει εύκολα, αποφεύγει να φορά ακουστικά εκτός σπιτιού και παραμένει καχύποπτη. Παρ’ όλα αυτά, η ιστορία της αποτελεί πλέον δημόσια μαρτυρία και εργαλείο ενημέρωσης για την επικινδυνότητα του stalking και τα μακροχρόνια τραύματα που αφήνει.

Με πληροφορίες από People