Ο Σκρουτζ Μακ Ντακ γεννήθηκε στα κόμικς αρχές Δεκεμβρίου, λίγο πριν τα Χριστούγεννα του 1947, ως μια παρωδία του Εμπενίζερ Σκρουτζ: απίστευτα πλούσιος, απίστευτα τσιγκούνης και κυνικός. Σήμερα, σχεδόν 80 χρόνια μετά, η φιγούρα του «πιο πλούσιου πάπιου του κόσμου» επιστρέφει κάθε φορά που ανοίγει η κουβέντα για φόρους, πλεονάσματα και προϋπολογισμούς. Με τον φετινό κρατικό προϋπολογισμό να προβλέπει δαπάνες 130 δισ. ευρώ –  περίπου το μισό ελληνικό ΑΕΠ – πολλοί νιώθουν ότι το κράτος γεμίζει το δικό του money bin, ενώ για τους μικρομεσαίους κρατά… κλειδωμένο το καπάκι.

Ένας Σκωτσέζος πάπιος γεννιέται

Ο Σκρουτζ Μακ Ντακ εμφανίζεται για πρώτη φορά στην ιστορία «Christmas on Bear Mountain» του Καρλ Μπαρκς το 1947, στο περιοδικό Four Color Comics. Η επίσημη ημερομηνία έκδοσης στις ΗΠΑ είναι 1η Δεκεμβρίου, αλλά ο χαρακτήρας συνδέθηκε τόσο έντονα με την εορταστική περίοδο, ώστε στις περισσότερες μνήμες «γράφει» ως χριστουγεννιάτικος ήρωας – ή αντιήρωας. Ο Μπαρκς τον βάφτισε «Scrooge» από τον Εμπενίζερ Σκρουτζ του Ντίκενς, και του φόρεσε όλα τα στερεότυπα του σκληρού, αυτοδημιούργητου, μονίμως καχύποπτου καπιταλιστή. Στα πρώτα κόμικς τον βλέπουμε να ζει μόνος, να βρίζει τα Χριστούγεννα και να δηλώνει ότι «μισεί τους πάντες και τον μισούν όλοι».

Advertisement
Advertisement

Γρήγορα όμως οι δημιουργοί μαλακώνουν τις γωνίες. Ο Σκρουτζ παραμένει τσιγκούνης, αλλά γίνεται και «adventure capitalist»: ταξιδεύει, ρισκάρει, κυνηγά θησαυρούς, σώζει – συνήθως κατά λάθος – τον κόσμο.

Πόσα λεφτά έχει επιτέλους ο Σκρουτζ;

Εδώ η φαντασία των δημιουργών (και των οικονομολόγων-φανς) έχει δώσει ρεσιτάλ. Σε ιστορίες των κόμικς, η περιουσία του περιγράφεται με παρανοϊκές μονάδες, τύπου «ένα multiplujillion, εννιά obsquatumatillion, εξακόσια είκοσι τρία δολάρια και εξήντα δύο σεντς».Άλλες ιστορίες μιλούν για «τρία κυβικά acres» χρυσών νομισμάτων στο θησαυροφυλάκιο.

YouTubers και δημοσιογράφοι έχουν προσπαθήσει να το κάνουν… σοβαρά, υπολογίζοντας τον όγκο του θησαυροφυλακίου και την τιμή του χρυσού. Οι εκτιμήσεις για το περιεχόμενο του περίφημου money bin κυμαίνονται από περίπου 50 δισ. δολάρια μέχρι πάνω από 300 τρισ. δολάρια.

Ακόμη κι αν κρατήσουμε μια «συντηρητική» εκτίμηση δεκάδων τρισεκατομμυρίων, ο Σκρουτζ παίζει σε μια εντελώς άλλη κατηγορία από κάθε πραγματικό κράτος. Ο ελληνικός προϋπολογισμός για το 2026, με:

  • 130 δισ. ευρώ δαπάνες γενικής κυβέρνησης (περίπου 50% του ΑΕΠ)
  • Ονομαστικό ΑΕΠ 260 δισ. ευρώ
  • και πρωτογενές πλεόνασμα 2,8% του ΑΕΠ,

μοιάζει με μικρό κουμπαρά μπροστά στον φανταστικό ουρανοξύστη νομισμάτων του πάπιου.

Πόσο τσιγκούνης ήταν στ’ αλήθεια;

Η εικόνα είναι γνωστή. Φράκο, μπαστουνάκι, τσιγκουνιά μέχρις εσχάτων, και φυσικά η εμβληματική σκηνή που κολυμπά στα κέρματα σαν να είναι πισίνα. Στο χαρτί, ο Σκρουτζ παζαρεύει μέχρι τελευταίας δεκάρας, τρελαίνεται στην ιδέα να πληρώσει μισθούς λίγο παραπάνω, παθαίνει σχεδόν κρίση πανικού όταν χάνει έστω και ένα νόμισμα.

Advertisement

Όμως οι ιστορίες του Μπαρκς και αργότερα του Ντον Ρόσα τον δείχνουν και αλλιώς: Ως αυτοδημιούργητο μετανάστη στη Χρυσή Εποχή του Κλοντάικ, ως άνθρωπο που έχει δουλέψει (έστω… καρτουνίστικα) για κάθε cent και ως φιγούρα που, όταν έρχεται η ώρα της οικογένειας, συχνά βάζει το χέρι στην τσέπη – έστω γκρινιάζοντας.

Ο Σκρουτζ δεν είναι απλώς τσιγκούνης. Είναι εμμονικός με την αποταμίευση και τη συσσώρευση, επειδή φοβάται να ξαναγυρίσει στην παιδική φτώχεια. Είναι κάτι ανάμεσα σε μικροαστικό τραύμα και υπερβολικό φιλελευθερισμό σε μορφή πάπιου.

Ο πρώτος του έρωτας: η Goldie, «Το Αστέρι του Βορρά»

Ναι, ο πιο σκληρός πάπιος του κόσμου ερωτεύτηκε. Και όχι, δεν ήταν το πρώτο του δολάριο! Ήταν σχεδόν μία ισότιμος αντίπαλος. Η Glittering Goldie O’Gilt, ή απλώς Goldie, που εμφανίζεται στα κόμικς ως η παλιά του φλόγα από τις μέρες του Gold Rush στην Αλάσκα / Κλοντάικ. Είναι ιδιοκτήτρια σαλονιού, δυναμική, πονηρή, και σε πολλές εκδοχές… μάλλον πιο σκληρή από τον ίδιο.

Advertisement

Οι ιστορίες τους είναι μίξη γουέστερν και μελοδράματος: Στην κλασική αφήγηση, ο Σκρουτζ τη «στρατολογεί» σχεδόν διά της βίας στα κτήματά του για να πληρώσει χρέη, εκείνη προσπαθεί να τον κλέψει, αλλά ανάμεσα στις απόπειρες ληστείας και τις χιονοθύελλες, υπάρχει ένας καθαρός, αγύριστος έρωτας που και οι δύο αρνούνται να παραδεχτούν.

Για τους φανς, η Goldie είναι «ο μοναδικός μεγάλος έρωτας» του Σκρουτζ. Η μόνη που τον είδε πριν γίνει ο μύθος, όταν ακόμη πάλευε στη λάσπη, και όχι βουτηγμένο στην πισίνα με τα νομίσματα.

Ο ελληνικός κουμπαράς: τι λέει ο προϋπολογισμός του 2026

Πάμε τώρα από το Ντακμπουργκ στην Αθήνα. Ο κρατικός προϋπολογισμός του 2026, που κατατέθηκε στη Βουλή τον Νοέμβριο, είναι το δικό μας, πολύ πραγματικό «money bin». Τα βασικά μεγέθη:

Advertisement
  • Συνολικές δαπάνες Γενικής Κυβέρνησης: περίπου 130 δισ. ευρώ, δηλαδή το 50% του ΑΕΠ.
  • Τακτικά έσοδα στενού Δημοσίου: γύρω στα 80 δισ. ευρώ, με τα καθαρά έσοδα να φτάνουν σχεδόν τα 80 δισ. μετά τις επιστροφές φόρων.
  • Έσοδα από φόρους: περίπου 73,6 δισ. ευρώ, αυξημένα κατά 3,5% σε σχέση με το 2025.
  • Δαπάνες κρατικού προϋπολογισμού: 86,8 δισ. ευρώ, αυξημένες κατά 5,3 δισ. ή 6,5%.
  • Πρωτογενές πλεόνασμα 2026: στοχεύει στο 2,8% του ΑΕΠ, σύμφωνα με την κυβέρνηση και τα ευρωπαϊκά κείμενα.

Η κυβέρνηση παρουσιάζει τον προϋπολογισμό ως «τον πιο επεκτατικό και ταυτόχρονα πιο κοινωνικό της τελευταίας δεκαετίας», με δαπάνες για κοινωνικές παροχές, δημόσιες επενδύσεις και φορολογικές ελαφρύνσεις για οικογένειες, νέους και μεσαία τάξη.

Σκρουτζ vs ελληνικό κράτος: ποιος γεμίζει τον κουμπαρά του;

Εδώ μπαίνει η πολιτική διάσταση και ο παραλληλισμός που ακούγεται ολοένα συχνότερα στις κουβέντες της μεσαίας τάξης: «Το κράτος έχει γίνει Σκρουτζ. Γεμίζει τα πλεονάσματα, αλλά στα νοικοκυριά δίνει ψίχουλα».

Τα επιχειρήματα της κυβέρνησης: Χρειάζονται πλεονάσματα για να μειωθεί το χρέος και να προστατευτεί η χώρα σε μια εποχή αβεβαιότητας. Οι αυξημένες δαπάνες πάνε σε επενδύσεις (π.χ. 16,7 δισ. πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων), πολιτικές για τη στέγη, επιδόματα, στήριξη συνταξιούχων κ.ά.

Advertisement

Τα επιχειρήματα των επικριτών: Το βάρος των εσόδων πέφτει ξανά στους έμμεσους φόρους και στη φορολογία εισοδήματος, που πιέζουν τη μεσαία τάξη και τους μικρομεσαίους. Παρά τα «ρεκόρ» εσόδων, οι αυξήσεις σε μισθούς και κοινωνικές παροχές θεωρούνται ανεπαρκείς σε σχέση με το κόστος ζωής. Ο προϋπολογισμός χαρακτηρίζεται από ορισμένους ως «εργαλείο κλιμάκωσης της φοροληστείας», ειδικά από συνδικαλιστικούς χώρους και κόμματα της αντιπολίτευσης.

Advertisement

Με απλά λόγια: Το κράτος, σε αντίθεση με τον Σκρουτζ, δεν μπορεί να κάτσει πάνω στα λεφτά του. Πρέπει να τα ξαναμοιράσει σε μισθούς, συντάξεις, υγεία, παιδεία, άμυνα, επενδύσεις, τόκους χρέους. Όμως η αίσθηση πολλών πολιτών είναι ότι το μοίρασμα παραμένει άνισο: μεγάλο μέρος των εσόδων ανεβαίνει στον «όροφο» των πλεονασμάτων και των αριθμών, λίγα κατεβαίνουν στα ταμεία των μικρών επιχειρήσεων και των πιο αδύναμων.

Και κάπου εδώ η εικόνα του Σκρουτζ που μετράει μανιωδώς νομίσματα, ενώ διστάζει να δώσει bonus στα ανίψια του, γίνεται ένα χρήσιμο – και επικίνδυνα εύκολο – πολιτικό meme.

Τσιγκούνης ή απλώς προσεκτικός; Το δίλημμα και για τον Σκρουτζ και για το Δημόσιο

Στο τέλος των περισσότερων ιστοριών, ο Σκρουτζ κάνει σχεδόν πάντα ένα βήμα πίσω: Χάνει κάτι, καταλαβαίνει ότι η οικογένεια αξίζει περισσότερο, αλλά την επόμενη μέρα ξαναβουτά στο θησαυροφυλάκιο.

Advertisement

Το ελληνικό κράτος δεν έχει το ίδιο σενάριο, έχει όμως παρόμοιο δίλημμα: Πόσο «λίπος» πρέπει να αφήνει στον κουμπαρά των πλεονασμάτων; Και πόσο ρίσκο μπορεί να πάρει για να ενισχύσει πιο γενναία μισθούς, δημόσιες υπηρεσίες και κοινωνικό κράτος;

Για τους πολίτες που νιώθουν ότι πληρώνουν πολλά και παίρνουν λίγα, ο παραλληλισμός με τον Σκρουτζ είναι σχεδόν αυθόρμητος. Για τους τεχνοκράτες, η απάντηση είναι πιο ψυχρή: χωρίς σταθερά δημόσια οικονομικά, δεν υπάρχει καν θησαυροφυλάκιο να συζητάμε.

Ίσως η πιο ενδιαφέρουσα ερώτηση, ενόψει της ψήφισης του προϋπολογισμού, να μην είναι αν το κράτος είναι «τσιγκούνης σαν τον Σκρουτζ», αλλά σε ποιο σημείο της ιστορίας βρισκόμαστε;

Στο πρώτο τεύχος, με τον γκρινιάρη πάπιο απομονωμένο στο μέγαρό του ή σε εκείνες τις ιστορίες όπου ανοίγει λίγο το πορτοφόλι και μαζί του ανοίγει κάπως και η ζωή των γύρω του;