Περισσότερα από 150 βίντεο, με εκατομμύρια προβολές, είχε αναρτήσει σε ομάδα μέσου κοινωνικής δικτύωσης η 29χρονη, από το Νεπάλ, η οποία φέρεται ότι είχε βασικό ρόλο στο κύκλωμα εργασιακής και οικονομικής εκμετάλλευσης αλλοδαπών εργατών γης.
Με αυτά τα βίντεο παραπλανούσε τους συμπατριώτες της για τις συνθήκες εργασίας, διαβίωσης και τις οικονομικές απολαβές τους και τους έπειθε να έρθουν για δουλειά στην Ελλάδα.

Όταν οι ενδιαφερόμενοι έρχονταν σε επικοινωνία μαζί της, η 29χρονη αποσπούσε τη συναίνεσή τους να ταξιδέψουν στη χώρα μας, έναντι αμοιβής που θα εξοφλούνταν σταδιακά μέσω της εργασίας τους, δημιουργώντας έτσι δεσμό οικονομικής εξάρτησης και χρέους.
Ακολούθως, τα θύματα εισέρχονταν στην ελληνική επικράτεια αεροπορικώς ή μέσω των χερσαίων συνόρων με τη Βόρεια Μακεδονία και στη συνέχεια, με τη συνδρομή μελών της εγκληματικής οργάνωσης, μεταφέρονταν σε περιοχές στην επαρχία.
Προηγουμένως, μεταφέρονταν σε διαμερίσματα ή άλλους χώρους προσωρινής διαμονής υπό συνεχή επιτήρηση, όπου συχνά διάφορα άτομα τους αφαιρούσαν τα ταξιδιωτικά έγγραφα ως μέσο πίεσης.
Μάλιστα, κατά τη μεταφορά τους ορισμένοι αλλοδαποί εξαναγκάζονταν σε καταβολή χρημάτων ή είχαν υποστεί σωματική βία και απειλές, ενώ σε άλλες περιπτώσεις απάγονταν και κατακρατούνταν παράνομα με σκοπό την καταβολή χρηματικών ποσών στους δράστες, ως αντάλλαγμα για την απελευθέρωσή τους.
Στις περιοχές που απασχολούνταν οι αλλοδαποί, όπως η Αργολίδα, η Ηλεία, η Αρκαδία, η Λακωνία, η Μεσσηνία, η Λάρισα και η Βοιωτία, διέμεναν σε πρόχειρα καταλύματα ή αποθήκες και απασχολούνταν σε εξαντλητικές αγροτικές εργασίες υπό την εποπτεία επιστατών, οι οποίοι λειτουργούσαν ως ενδιάμεσοι και διαχειρίζονταν τη διαμονή, την εργασία και την επιτήρηση των εργατών. Οι συνθήκες εργασίας ήταν εξαιρετικά σκληρές, χωρίς ωράρια ή ανάπαυση, ενώ οι διακινούμενοι λάμβαναν ελάχιστα ή καθόλου χρήματα με το πρόσχημα τη αποπληρωμής του «χρέους». Όσοι αντιδρούσαν αντιμετώπιζαν απειλές, εκφοβισμό ή σωματική βία.

Στο πλαίσιο της επιχείρησης των στελεχών της Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος, πραγματοποιήθηκαν έρευνες σε οικίες, καταλύματα και καταστήματα όπου, μεταξύ άλλων, βρέθηκαν και κατασχέθηκαν:
· -18- διαβατήρια Νεπάλ, λοιπά ταξιδιωτικά έγγραφα (διαβατήρια, ταυτότητες κλπ) αρχών Πακιστάν και Μπαγκλαντές,
· πλήθος παραστατικών αποστολής χρημάτων μέσω εταιριών μεταφοράς χρημάτων,
· πλήθος ιδιόχειρων σημειώσεων με αναγραφόμενα χρηματικά ποσά, ημερομηνίες και ονόματα,
· έγγραφα με πληροφορίες για κρατήσεις πτήσεων αλλοδαπών ατόμων,
· -18- κινητά τηλέφωνα και -3- ηλεκτρονικούς υπολογιστές,
· ποσότητα κατεργασμένης κάνναβης,
· το χρηματικό ποσό των -14.375- ευρώ και -4- αυτοκίνητα.

Στο πλαίσιο της αστυνομικής επιχείρησης, συνελήφθησαν δέκα μέλη της οργάνωσης, υπήκοοι Πακιστάν, μεταξύ των οποίων και ένα από τα αρχηγικά μέλη, ενώ στη δικογραφία περιλαμβάνονται άλλα δέκα άτομα, από τα οποία, επτά μέλη της εγκληματικής οργάνωσης, τα στοιχεία των οποίων έχουν ταυτοποιηθεί. Μεταξύ αυτών και ένας έγκλειστος σε Προαναχωρησιακό Κέντρο Κράτησης.
Σε βάρος τους σχηματίστηκε δικογραφία –κατά περίπτωση– για εγκληματική οργάνωση, εμπορία ανθρώπων – εργασιακή εκμετάλλευση, καθώς και για παράβαση του Κώδικα Μετανάστευσης και της νομοθεσίας για τα ναρκωτικά.
Συνολικά, από την έρευνα, διακριβώθηκαν 25 περιπτώσεις εμπορίας αλλοδαπών ανδρών, υπηκόων Νεπάλ, οι οποίοι διαβιούσαν σε ανθυγιεινές και εξευτελιστικές για την ανθρώπινη αξιοπρέπεια συνθήκες.

Στα θύματα παρασχέθηκε αρωγή και προστασία, σε συνεργασία με τη Γενική Γραμματεία Ευάλωτων Πολιτών και Θεσμικής Προστασίας του Υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου και τη ΜΚΟ Α-21.
Επιπλέον, κατά τη διάρκεια της επιχείρησης προσήχθησαν στα κατά τόπους Αστυνομικά Τμήματα 194 άτομα, από τα οποία 100 συνελήφθησαν διότι στερούνταν νομιμοποιητικών εγγράφων παραμονής τους στη Χώρα.







