Νέα στοιχείαι φαίνεται πως έρχονται στο φως για τον θάνατο της συζύγου του πρώην υπουργού του ΠΑΣΟΚ, Γιάννη Παπαδόπουλου, Ελένης 87 ετών η οποία βρέθηκε απανθρακωμένη στο οροφοδιαμέρισμά της στην οδό Λυκαβηττού τον Ιανουάριο του 2022. Πλέον με εισαγγελική παραγγελία η δικογραφία πηγαίνει στο Ανθρωποκτονιών.
Αρχικά η εκτίμηση ήταν για τυχαία φωτιά από τσιγάρο, όμως τα ίχνη που παρέμειναν στον χώρο και, κυρίως, οι εργαστηριακές μετρήσεις, φαίνεται να ανατρέπουν ριζικά την εικόνα, όπως ανέδειξε στην εκπομπή της Παρασκευής, η εκπομπή Φως στο Τούνελ με την Αγγελική Νικολούλη: «Η φωτιά μόνο τυχαία δεν ήταν…».
Σύμφωνα με την έρευνα που παρουσιάστηκε τηλεοπτικά, τα τοξικολογικά και ιατροδικαστικά αποτελέσματα κατέδειξαν πως η άτυχη γυναίκα δεν εισέπνευσε καπνό τη στιγμή της πυρκαγιάς. Ο ιατροδικαστής Γρηγόρης Λέων εξήγησε ότι «το ποσοστό αιθάλης (δηλαδή μονοξειδίου του άνθρακα, CO) στο αίμα που έδειξε η εξέταση καρβοξυαιμοσφαιρίνης ήταν πολύ κοντά στις φυσιολογικές τιμές, μόλις 5%. Επίπεδα του 20% προκαλούν συμπτώματα δηλητηρίασης και 50-60% το θάνατο. Η γυναίκα δεν βρισκόταν στη ζωή για να εισπνεύσει καπνό».
Παράλληλα, στοιχεία από την αυτοψία και το πόρισμα της Πυροσβεστικής, τα οποία προέκυψαν και παρουσιάστηκαν στην εκπομπή, «παραπέμπουν με σαφήνεια σε εμπρησμό με χρήση εύφλεκτου υγρού». Όπως αναφέρθηκε χαρακτηριστικά, «κάποιος ή κάποιοι φαίνεται πως περιέλουσαν με αυτό την άτυχη γυναίκα, εμπότισαν τον καναπέ στον οποίο βρισκόταν και έβαλαν φωτιά…».
Ενώ αρχικά η υπόθεση αντιμετωπίστηκε ως θανατηφόρο ατύχημα, η Εισαγγελία Αθηνών προχώρησε σε αυτεπάγγελτη παρέμβαση. «Η Εισαγγελία Αθηνών με παραγγελία της ζητά διερεύνηση της υπόθεσης για ενδεχόμενη εγκληματική ενέργεια. Έχει διαβιβάσει μάλιστα τη δικογραφία στο Τμήμα Ανθρωποκτονιών, που πλέον χειρίζεται την υπόθεση». Η κίνηση αυτή ακολουθεί την ανάδειξη νέων δεδομένων από τη δημοσιογραφική έρευνα, αλλά και τις τεχνικές διαπιστώσεις ειδικών.
Στο πλατό της εκπομπής, ο αντιστράτηγος ε.α. του Πυροσβεστικού Σώματος και ειδικός πραγματογνώμονας Νικόλαος Διαμαντής επεσήμανε ότι πρόκειται «πιθανότατα για συγκάλυψη εμπρησμού». Όπως είπε, «με βάση το φωτογραφικό υλικό και τα στοιχεία που παρουσίασε η εκπομπή, στο δωμάτιο που απανθρακώθηκε η γυναίκα αναπτύχθηκε έντονη φωτιά με πολύ υψηλές θερμοκρασίες με τρόπο που μόνο με την βοήθεια επιταχυντή (εύφλεκτου υγρού) θα μπορούσε να επιτευχθεί», αναλύοντας γιατί «αυτού του είδους η πυρκαγιά θα ήταν αδύνατο να προκληθεί από τσιγάρο».
Σημαντικές μαρτυρίες προήλθαν από το οικείο περιβάλλον και τη γειτονιά. Γείτονες μίλησαν για συχνές εντάσεις στο διαμέρισμα, αλλά και για το γεγονός ότι την ημέρα του συμβάντος «ήταν εδώ μόνο ο κάτοικος του τετάρτου ορόφου» και «πήρε την πυροσβεστική αλλά ποτέ δεν πήγαν για κατάθεση». Άλλοι είπαν πως «δεν άκουσαν ποτέ συναγερμό ή φωνές» και ότι «ήταν σαν να μην υπήρχε κανείς εκεί μέσα…». Μαρτυρίες κάνουν λόγο για «φασαρίες και ένταση στο σπίτι», ενώ επανειλημμένα αναφέρθηκε πως «την είχε κλειδωμένη και δεν μπορούσε να βγει έξω», με γείτονες να βοηθούν ακόμη και στην παραλαβή φαγητού: «μου άνοιγε το τζάμι της πόρτας για να το δώσω».
Ενδιαφέρον παρουσιάζει και η οικονομική διάσταση: το διαμέρισμα, το οποίο λίγο πριν τον θάνατο της 87χρονης είχε τεθεί προς πώληση έναντι 750.000 ευρώ, «σήμερα φιγουράρει σε μεσιτική ιστοσελίδα με τιμή σχεδόν 2 εκατομμύρια», όπως ειπώθηκε στην εκπομπή, με ενοίκους να σχολιάζουν: «Το σπίτι είναι αξίας, όμως ζητούσε για να το πουλήσει κάτι παράξενα ποσά, γύρω στα δύο εκατομμύρια — για ένα καμένο διαμέρισμα».
Κομβικές είναι οι καταθέσεις συγγενών και προσώπων που σχετίζονταν με την καθημερινότητα της Ελένης Παπαδοπούλου. Ο γιος της, μιλώντας on camera με φωνή φορτισμένη, περιέγραψε τη στιγμή που έφθασε στο διαμέρισμα: «Όταν έφτασα, δεν φαινόταν τίποτα. Μόνο λίγος καπνός που έβγαινε από το κτίριο. Ένας αστυνομικός κοιτούσε απ’ έξω. Μόλις άνοιξα την εξώπορτα, η φωτιά φούντωσε. Κάηκα στο χέρι μου… Ευτυχώς δεν μπήκα μέσα, αλλιώς θα καιγόμουν κι εγώ».
Σύμφωνα με όσα του μετέφεραν οι πυροσβέστες, «η φωτιά σιγόκαιγε για ώρες» και «η μητέρα μου ήταν ήδη αποτεφρωμένη. Ήταν καθισμένη στον καναπέ της, εκεί που έβλεπε πάντα τηλεόραση». Ερωτηθείς γιατί δεν πρόλαβε να διαφύγει, απάντησε: «Μπορούσε να περπατήσει με το πι. Ίσως αποκοιμήθηκε από τον καπνό ή έπαθε κάτι παθολογικό». Για τυχόν οσμή εύφλεκτου υγρού ήταν κατηγορηματικός: «Όχι, τίποτα. Ξέρω από αυτά, είμαι βιολόγος. Αν είχε πέσει κάτι, θα το καταλάβαινα αμέσως… Αλλά και να μου ξέφευγε κάτι, οι ειδικοί της Πυροσβεστικής θα το είχαν εντοπίσει».
Ο ίδιος ανέφερε ότι την ημέρα εκείνη θα συνόδευε στο σπίτι «μια καινούργια οικιακή βοηθό, Γεωργιανής καταγωγής»: «Δεν θυμάμαι τώρα το όνομά της… Μόλις όμως άνοιξα την πόρτα και ξέσπασε η φωτιά, πρέπει να εξαφανίστηκε. Μάλλον τρόμαξε. Από τότε δεν την έχω ξαναδεί». Η εκπομπή εντόπισε τη γυναίκα, η οποία επιβεβαίωσε τηλεφωνικά: «Είχα ραντεβού να πάω πρώτη μέρα. Δεν πρόλαβα καν να τη γνωρίσω. Όσα είχα να πω τα είπα στην Αστυνομία. Δεν ξέρω τίποτα άλλο». Η κόρη της πρόσθεσε: «Η μητέρα μου είχε σοκαριστεί… Από τότε την έχουν καλέσει πολλές φορές να καταθέσει».
Σε κάθε περίπτωση, οι απαντήσεις θα κριθούν από την αξιολόγηση των εργαστηριακών ευρημάτων, των πραγματογνωμοσυνών και των μαρτυριών που ήδη συγκεντρώνονται εκ νέου.