Μεταξύ των παραγόντων που προσδιορίζουν το επίπεδο υγείας των πολιτών συμπεριλαμβάνεται η επίδραση του περιβάλλοντος με την ατμοσφαιρική ρύπανση να διαδραματίζει καταλυτικό ρόλο στην επιβάρυνση της ανθρώπινης υγείας. Ο άνθρωπος αποτελεί αναπόσπαστο στοιχείο του περιβάλλοντος και μέρος της φύσης, συνιστώντας την πλέον εξελιγμένη (αλλά και ευαίσθητη) μονάδα του βιοσυστήματος, ενώ υφίσταται οργανική σχέση ανάμεσα σε αυτόν και τη φύση. Ζώντας στο φυσικό πλαίσιο, ο άνθρωπος απολαμβάνει βιολογική και ψυχική ισορροπία, ενώ το αντίθετο παρατηρείται κατά την αποκοπή του από αυτό και την ένταξή του στο αποκαλούμενο «βιομηχανικό περιβάλλον».
Όπως καταγράφεται και στη δημοσιευθείσα μελέτη του συντάκτη [Mentis, Ι. (2024). Impact of health determinants on Greek health level, as capture of health production function. Archives of Hellenic Medicine/Arheia Ellenikes Iatrikes, 41(5), https://www.mednet.gr/archives/2024-5/pdf/699.pdf ], η ανθρώπινη υγεία και ευεξία αποδεικνύονται ευαίσθητες σε μεταβολές συγκεντρώσεων αερίων και ατμοσφαιρικών ρύπων. Ένας μέσος ενήλικας με βάρος σώματος 70kg εισπνέει 20m3 ατμοσφαιρικού αέρα καθημερινώς και συνεπώς η ποιότητα του εισπνεομένου αέρα καθορίζει σε μεγάλο βαθμό την υγεία και την ποιότητα ζωής, ενώ η εκτεταμένη επίδραση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης παρατηρείται εμφατικώς σε ευπαθείς ομάδες ασθενών, εκτιμώμενη παγκοσμίως ως γενεσιουργός αιτία καρδιαγγειακών και αναπνευστικών νόσων όπως και πλήθους καταγεγραμμένων θανάτων (πχ. λόγω καρκίνου του πνεύμονα) που αποδίδονται στην έκθεση σε ατμοσφαιρικούς ρύπους.
Ως ατμοσφαιρική ρύπανση καλείται η παρουσία στην ατμόσφαιρα ρύπων, δηλαδή ουσιών, σε ποσότητα, συγκέντρωση ή διάρκεια τέτοια ώστε δυνητικά να επιδρούν στην ανθρώπινη υγεία καθώς και στη λειτουργία των ζωντανών οργανισμών και των οικοσυστημάτων. Οι κύριες πηγές ατμοσφαιρικής ρύπανσης και εκπομπής αερίων ρύπων περιλαμβάνουν τις απορρέουσες από ανθρωπογενείς δραστηριότητες όπως βιομηχανική παραγωγή, θέρμανση, κυκλοφορία οχημάτων, πλοίων και αεροσκαφών που παράγουν τους πρωτογενείς ρύπους (περιλαμβάνοντες το διοξείδιο θείου, το μονοξείδιο άνθρακα, το μονοξείδιο αζώτου, υδρογονάνθρακες, τα αιωρούμενα σωματίδια) οι οποίοι συμπληρώνονται από την παρουσία του τροποσφαιρικού όζοντος που συνιστά επιβλαβή για την υγεία (οξειδωτικό και ερεθιστικό) ρύπο του κατώτερου ατμοσφαιρικού στρώματος (τροπόσφαιρα) και συστατικό του φωτοχημικού νέφους.
Οι συνθήκες που ευνοούν τη δημιουργία του τελευταίου περιλαμβάνουν την υψηλή θερμοκρασία, την έντονη ηλιοφάνεια και την κυκλοφοριακή συμφόρηση. Το φωτοχημικό νέφος σχηματίζεται κυρίως επί ή πέριξ των αστικών κέντρων από την επίδραση των πρωτογενών ρύπων (οξείδια αζώτου, υδρογονάνθρακες) που απελευθερώνονται από τις εξατμίσεις αυτοκινήτων και από βιομηχανικές δραστηριότητες και αλληλεπιδρώντας με την ηλιακή ακτινοβολία, δημιουργούν δευτερογενείς (επικίνδυνους για την υγεία) ρύπους, όπως το όζον και οι ελεύθερες ρίζες που συναποτελούν το φωτοχημικό νέφος.
Αναλυτικά, οι πηγές των ατμοσφαιρικών ρύπων διαιρούνται στα οικιακά λύματα, τα βιομηχανικά απόβλητα, τα οργανικά μη υδατοδιαλυτά απόβλητα (λιπαντικά, διαλύτες, ελαιοχρώματα, προϊόντα πετρελαίου) και τα απόβλητα γεωργο-κτηνοτροφικής δραστηριότητας (λιπάσματα, φυτοφάρμακα). Ειδική αναφορά πρέπει να γίνει στα αιωρούμενα σωματίδια (PM-Particulate Matter), μείγμα μικροσκοπικών στερεών/υγρών σωματιδίων που ανιχνεύονται στην ατμόσφαιρα (διακρινόμενα σε στερεής και υγρής φάσης, πχ. καπνός, σκόνη, βαρέα μέταλλα, διοξίνες, εντομοκτόνα, πολυκυκλικοί αρωματικοί υδρογονάνθρακες) και τα οποία ταξινομούνται βάσει της διαμέτρου τους, ήτοι σε όσα έχουν διάμετρο 2,5-10 μm PM (Particulate Matter) και σε εκείνα που η διάμετρός τους υπερβαίνει τα 10 PM.
Οι ρύποι που σχετίζονται αιτιολογικά με την εκτίναξη της θνησιμότητας και της νοσηρότητας είναι οι ενώσεις του άνθρακα και του αζώτου (μονοξείδιο και διοξείδιο), το διοξείδιο του θείου, το τροποσφαιρικό όζον και η αιθάλη και αναλόγως του είδους, του βαθμού και της διάρκειας της έκθεσης στη ρύπανση, ποικίλει η επίδραση στην υγεία, περιλαμβάνοντας ακόμα και αναπηρίες, αποβολές εμβρύων και επίδραση στην αναπαραγωγική ικανότητα.
Οι πολυποίκιλες οξείες και χρόνιες επιδράσεις των ατμοσφαιρικών ρύπων στην υγεία κυμαίνονται σε αυξανόμενο βαθμό από απλές υποκλινικές διαταραχές στη φυσιολογία του οργανισμού, εκδήλωση συμπτωματολογίας, χρήση φαρμακευτικών σκευασμάτων, περιορισμένη ενεργητικότητα, μειωμένη απόδοση, αύξηση ιατρικών επισκέψεων, επισκέψεις σε τμήματα επειγόντων περιστατικών, εισαγωγές σε νοσοκομεία, νοσηλείες, περιστατικά μη αναστρέψιμων επιδράσεων και πρόωρους θανάτους.
Οι διαρροικές ασθένειες, αλλεργίες, νευρολογικές παθήσεις (επιπολασμός εγκεφαλικών εκφυλιστικών ασθενειών όπως νόσος Parkinson και Alzheimer, έκπτωση πνευματικών λειτουργιών, νοητική εξασθένηση, μειωμένη ικανότητα συγκέντρωσης και κριτικής ικανότητας, διάσπαση προσοχής, αυξημένη εμφάνιση συνδρόμου ελλειμματικής προσοχής/υπερκινητικότητας, αύξηση ποσοστών καταθλίψεων σε περιβαλλοντικά επιβαρυμένες περιοχές, ζαλάδες, πονοκέφαλοι, νωθρότητα), ελονοσία, λοιμώξεις αναπνευστικού, καρκίνοι, ηπατικές βλάβες, λευχαιμία, καρδιαγγειακές ασθένειες, αύξηση γεννήσεων βρεφών με συγγενείς καρδιακές ανωμαλίες, έξαρση άσθματος και χρόνιας αποφρακτικής πνευμονοπάθειας-ΧΑΠ (που περιλαμβάνει τη χρόνια βρογχίτιδα και το εμφύσημα), νεοπλασίες, πνευμονικά οιδήματα και δηλητηριάσεις αποτελούν νόσους ευθέως συσχετιζόμενες με την ατμοσφαιρική ρύπανση.
Σύμφωνα με αντληθέντα στοιχεία από το ευρωπαϊκό πρόγραμμα APHEA (Υπηρεσία Διαπίστευσης Εκπαίδευσης Δημόσιας Υγείας-Agency for Public Health Education Accreditation-Air Pollution and Health-a European Approach), η κατά 50μg/m3 αύξηση στους ατμοσφαιρικούς ρύπους προκαλεί τροποποίηση των δεικτών υγείας, όπως ολική θνησιμότητα, θνησιμότητα από αναπνευστικά από καρδιαγγειακά, στατιστικά σημαντικά αυξημένες εισαγωγές στα νοσοκομεία αναπνευστικών περιστατικών (ηλικίες 15-40 ετών), εισαγωγές στα νοσοκομεία αναπνευστικών περιστατικών (ηλικίες 65 ετών και άνω), κρίσεων άσθματος και παροξύνσεων ΧΑΠ και τεκμηριώνεται η συσχέτιση της αυξομείωσης της ατμοσφαιρικής θερμοκρασίας (με συνεπαγόμενη διακύμανση της ποσότητας των ατμοσφαιρικών ρύπων) με την έξαρση οξέων στεφανιαίων επεισοδίων, κλινική κατάσταση που αποβαίνει επιδεινούμενη σε σύζευξη με τις παρατηρούμενες κλιματικές αλλαγές. Επιπροσθέτως, επισημαίνεται και η ανά την υφήλιο (κυρίως στα αστικά κέντρα) συγκριτική αύξηση της παιδικής θνησιμότητας σε ηλικίες κάτω των πέντε ετών λόγω της έκθεσης στην ατμοσφαιρική ρύπανση σε σχέση με εκείνη του γενικού πληθυσμού.
Ενισχυτικώς στα ανωτέρω, μελέτες της Βρετανικής Επιτροπής για τις ιατρικές επιπτώσεις των ατμοσφαιρικών ρύπων (COMEAP-Committee on the Medical Effects of Air Pollutants) έχουν αποδείξει ότι το όζον δύναται να ευθύνεται για πρόωρους θανάτους και έκτακτες ετήσιες εισαγωγές σε νοσοκομεία, ενώ δημοσιευθείσες μελέτες στις ΗΠΑ έχουν καταγράψει αύξηση της ολικής θνησιμότητας, της θνησιμότητας από αναπνευστικά και καρδιαγγειακά νοσήματα, αύξηση εισαγωγών σε νοσοκομεία με κρίση άσθματος και αναπνευστικά προβλήματα και αύξηση χρήσης βρογχοδιασταλτικών από ασθματικούς ασθενείς.
Παράλληλα, βάσει στοιχείων της EUROSTAT, έχει αποτυπωθεί η συσχέτιση των κατά κεφαλήν εκπομπών αερίων, εκφραζόμενη σε τόνους διοξειδίου του άνθρακα (CO2), με την εξέλιξη του προσδοκίμου ζωής. Επισημαίνεται ότι οι ανθρωπογενείς ισοδύναμες εκπομπές CO2 χρησιμοποιούνται ως δείκτης (CO2 equivalents) αποτύπωσης των συνολικών εκπεμπομένων ρυπογόνων αερίων που επηρεάζουν το φαινόμενο του θερμοκηπίου, με τις συνεπακόλουθες αρνητικές επιπτώσεις στην υγεία.
Συμπληρωματικά, μακροχρόνιες μελέτες κατέδειξαν τη σύνδεση γονιδίων και περιβάλλοντος (συμπεριλαμβανομένων της ποιότητας του αέρα, του τρόπου ζωής και κοινωνικοοικονομικών παραγόντων) σχετικά με αλλεργίες (το άσθμα, η ρινίτιδα και το έκζεμα είναι σύνθετες νόσοι που σχετίζονται με πολλούς γενετικούς και περιβαλλοντικούς παράγοντες).
Δοθέντων των ανωτέρω, ως βασικό εργαλείο μείωσης των περιβαλλοντικών «πιέσεων» επί της υγείας και παρακολούθησης-λήψης μέτρων αντιμετώπισης της ατμοσφαιρικής μόλυνσης, προτείνεται αρχικώς, η χρήση αξιόπιστων στατιστικών μοντέλων διερεύνησης, ανίχνευσης και πρόβλεψης της εποχικότητας των σημείων που εστιάζεται η μόλυνση και των παραμέτρων που επιδρούν στις ετήσιες μεταβολές των ρύπων.
Η αξιοποίηση των μοντέλων αυτών θα πρέπει να συνδεθεί με την εφαρμογή στοχευμένων μέτρων όπως χρήση στερεών καυσίμων με χαμηλή περιεκτικότητα σε θείο, αποθείωση υγρών καυσίμων, περιορισμός βιομηχανικών εκπομπών ρύπων και παραγομένων εκ των οχημάτων καυσαερίων από καλύτερη λειτουργία των κινητήρων, χρήση καταλύτη, καθαρισμός αερολυμάτων με συστήματα αποκονίωσης, χρήση καυσίμων χαμηλής εκπομπής, κατά τα πρότυπα της αντιρρυπαντικής τεχνολογίας και οέλεγχος-μείωση εκπομπών ρύπανσης με αποδοτικότερη χρησιμοποίηση της ενέργειας, μέσω χρήσης εναλλακτικών μορφών ενέργειας και κυρίως ανανεωσίμων πηγών όπως η γεωθερμία, η ηλιακή και η αιολική ενέργεια.
Περαιτέρω, στο προσφάτως διεξαχθέν συνέδριο (13-14/10/2025) στην Αθήνα, υπό την αιγίδα του Economist Group, τιτλοφορούμενο ως «The Ninth Sustainability Summit for SE Europe & the Mediterranean», με θεματολογία «Seeking a new balance amidst a derailed green transition», αναδείχθηκε η σημασία της διαχείρισης ορυκτών καυσίμων και μείωσης αποβλήτων και εκπομπών ρύπων προς αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, επ’ωφελεία της ανθρώπινης υγείας και της βιοποικιλότητας.
Τέλος, προκειμένου να αμβλυνθεί η επίδραση των περιβαλλοντικών πιέσεων στην υγεία των πολιτών αλλά και να αντιστραφούν τα αποθαρρυντικά επιστημονικά δεδομένα, επιβάλλεται η ενεργοποίηση της πολιτικής βούλησης για χάραξη εθνικής περιβαλλοντικής στρατηγικής και θέσπιση εθνικών περιβαλλοντικών νομοθετικών μέτρων, η ενημέρωση του κοινού, η ωρίμανση της περιβαλλοντικής συνείδησης, η μαζική ενεργοποίηση των πολιτών, η εφαρμογή και ο εκσυγχρονισμός του περιβαλλοντικού δικαίου σε σύζευξη με την υλοποίηση της αειφόρου αναπτύξεως, μέσω του τριπτύχου οικονομίας, κοινωνίας και περιβάλλοντος, η καλλιέργεια του αισθήματος ευθύνης και η αλλαγή του τρόπου ζωής και συμπεριφοράς pro bono publico, με αποτροπή πρόκλησης περιβαλλοντικών επιπτώσεων αλλά και η επιβολή αυστηρών κυρώσεων, μέσω νομικών εργαλείων, σε περιπτώσεις μη εναρμόνισης με τα σχετικώς θεσπισθέντα.
Μέντης Ισίδωρος, Φαρμακοποιός (ΕΚΠΑ), Κάτοχος Μεταπτυχιακού Τίτλου Σπουδών στη Διοίκηση Οικονομικών Μονάδων με εξειδίκευση στα Οικονομικά της Υγείας (ΕΚΠΑ), Υποψήφιος Διδάκτωρ Ιατρικής Σχολής Αθηνών και στέλεχος της Διεύθυνσης Φαρμάκου Κεντρικής Υπηρεσίας ΕΟΠΥΥ (isidorosm@gmail.com)