Η αμερόληπτη και εμβριθής εξέταση της ιστορίας παράγει διαφωτιστικά αποτελέσματα όπως η τεκμηρίωση του ρόλου των ναρκωτικών ουσιών στη Γερμανία κατά τη διάρκεια των ετών μεταξύ 1933 και 1945, μια ήκιστα μελετημένη πτυχή του ναζιστικού καθεστώτος.

O Fritz Hauschild, χημικός της εταιρείας Temmler Pharma που έδρευε στο Βερολίνο, ωθούμενος από τη φημολογούμενη χρήση της αμφεταμίνης BENZEDRINE από αθλητές των ΗΠΑ στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1936 για ενίσχυση της απόδοσής τους, ξεκίνησε έρευνες παραγωγής γερμανικής αμφεταμίνης. Το 1937 κατοχυρώθηκε με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας η πρώτη γερμανική μεθαμφεταμίνη και το 1938 κυκλοφόρησε υπό μορφή δισκίων με την επωνυμία PERVITIN. Το σκεύασμα προκαλούσε ευφορία, διατηρούσε τους χρήστες άγρυπνους επί 50 συνεχείς ώρες, απέτρεπε τη λήψη βάρους (σε ημερήσια δόση 2-3 δισκίων) και άνευ υποχρεωτικής συνταγογράφησής του, διατίθετο σε ευρεία κλίμακα, από φαρμακεία έως εργοστάσια σοκολατοποιίας, συμπεριλαμβανόμενο και σε προϊόντα ζαχαροπλαστικής, πχ. σοκολάτες Hildebrand (με συστάσεις προς τις γυναίκες για ημερήσια κατανάλωση 2-3 σοκολατών, ώστε να ολοκληρώνουν ευθύμως τις οικιακές εργασίες). Παρά την πασιφανή αντίφαση της ναζιστικής προπαγάνδας ότι η χρήση τοξικών ουσιών συνιστά χαρακτηριστικό «κατώτερων» φυλών, κατόπιν καταγραφής ιατρικών αναφορών (1939) ότι το PERVITIN αύξανε την ενέργεια των χρηστών καθώς και πειραματισμών του σκευάσματος για θεραπεία ψυχοσωματικών συνδρόμων και της κατάθλιψης, το ναζιστικό καθεστώς ενέκρινε τη χρήση του ως διεγερτικό προς αύξηση της εργασιακής αποδοτικότητας.

Advertisement
Advertisement

Η μεθαμφεταμίνη είχε παραχθεί το 1919 στην Ιαπωνία ως πιο δραστική και ευχερώς παρασκευαζόμενη συγκριτικά με την αμφεταμίνη που ανακαλύφθηκε στη Γερμανία το 1887 από τον χημικό Lazar Edeleanu. H επιτυχής εισαγωγή αμφεταμίνης στις ΗΠΑ (1933) παρακίνησε τις φαρμακευτικές βιομηχανίες της Γερμανίας να παράξουν δικές τους ουσίες υπό μορφή γενοσήμων. Την εποχή της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης, η γερμανική φαρμακευτική βιομηχανία ήκμαζε, ενώ η Γερμανία ήταν εξαγωγέας οπιούχων. Με την άνοδο των ναζί στην εξουσία, οι ναρκωτικές ουσίες χαρακτηρίσθηκαν έκνομες, όμως για τινές εξ αυτών που εξυπηρετούσαν τους σκοπούς του καθεστώτος, η σχετική νομοθεσία κατέστη, εν πολλοίς, brutum fulmen.

Η μεθαμφεταμίνη, ισχυρό διεγερτικό του Κεντρικού Νευρικού Συστήματος (ΚΝΣ), προκαλεί ευφορία, αυξάνοντας την εγρήγορση και τα επίπεδα ντοπαμίνης, νορεπινεφρίνης και σεροτονίνης. Σε υψηλές συγκεντρώσεις δρα ως αναστολέας της μονοαμινοξειδάσης, ενζύμου που απομακρύνει τους νευροδιαβιβαστές, διατηρώντας τη συγκέντρωσή τους στον οργανισμό. Υπό την επωνυμία DESOXYN είναι εγκεκριμένη από τον FDA (Food and Drug Administration) στις ΗΠΑ προς αντιμετώπιση της διαταραχής ελλειμματικής προσοχής/υπερκινητικότητας (ΔΕΠΥ) και εξωγενούς παχυσαρκίας (οφειλόμενη σε παράγοντες, όπως κακή διατροφή και έλλειψη άσκησης). Η δράση του σκευάσματος περιλαμβάνει αυξημένη καρδιακή συχνότητα και θερμοκρασία σώματος,  πνευματική εγρήγορση, αγγειοσυστολή, υπεργλυκαιμία, μείωση κόπωσης-όρεξης, ενώ οι βραχυ-μακροπρόθεσμες επιπτώσεις συνίστανται σε σύγχυση, επιθετικότητα, επιληψία, αποπροσανατολισμό, οξυθυμία, καταστάσεις πανικού, κόπωση που ακολουθεί τη διέγερση του ΚΝΣ, καρδιαγγειακές αρρυθμίες, ναυτία, ηπατικές βλάβες, προβλήματα σε νεφρά και πνεύμονες, υποσιτισμό, απώλεια βάρους, διάρροια, κοιλιακές κράμπες, σπασμούς, κρίσεις, εγκεφαλικά επεισόδια, κώμα και θάνατο.

Το PERVITIN, ενδεδειγμένο για τις απαιτήσεις του ναζιστικού καθεστώτος, απέκτησε στρατιωτική (και κατ’επέκταση πολιτική) σημασία ως εκ των ων ουκ άνευ εφόδιο των Γερμανών στρατιωτών, ενώ κοκτέιλ μεθαμφεταμίνης χορηγείτο ενδοφλεβίως στον Αδόλφο Χίτλερ από τον προσωπικό ιατρό του, Theodor Morell, πριν από τις ομιλίες του πρώτου. Επίσης, κάθε πρόβλημα υγείας του ηγέτη του ναζιστικού καθεστώτος αντιμετωπιζόταν με ενδοφλέβια χορήγηση γλυκόζης και διεγερτικών, με συνεκδοχική ανάγκη αύξησης δοσολογίας για επίτευξη του ίδιου θεραπευτικού αποτελέσματος, έως τον θάνατό του (30/4/1945).

Πρόσθετα, καταγράφεται ότι ο Morell είχε αναλάβει την ιατρική υποστήριξη πολλών διασημοτήτων της μεσοπολεμικής εποχής και μεταξύ αυτών, ο Μουσολίνι, ο αρχηγός των SS, Heinrich Himmler, ο Albert Speer, ο Joachim von Ribbentrop, επιστήμονες, διπλωμάτες, διακεκριμένοι αθλητές και καλλιτέχνες. Περαιτέρω, το 1939, ο Otto Friedrich Ranke, Γερμανός στρατιωτικός φυσιολόγος, διενήργησε το πρώτο στρατιωτικό πείραμα με τοξικές ουσίες και κατόπιν των πορισμάτων, το PERVITIN συμπεριλήφθηκε στον γερμανικό στρατιωτικό υγειονομικό εξοπλισμό. Δίχως να επισημαίνονται οι παρενέργειες, διατέθηκαν δυσθεώρητοι οικονομικοί πόροι για παραγωγή (με υψηλούς ρυθμούς από την εταιρεία Temmler) και διαφήμιση του PERVITIN και το 1941 εκτινάχθηκε η χρήση του από τους Γερμανούς πολίτες.

Η πρώτη μαζική χρήση του καταγράφηκε στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο (Β’ ΠΠ) προκειμένου να διατηρούνται οι στρατιώτες σε εγρήγορση. Η Wehrmacht ήταν ο πρώτος στρατός που έδρασε υπό την επήρεια χημικού ναρκωτικού (εκτιμάται ότι από το 1939 έως το 1945, 200.000.000 δισκία χορηγήθηκαν σε Γερμανούς στρατιώτες) το οποίο διατηρούσε σε εντατικούς ρυθμούς τη λειτουργία του οργανισμού των στρατιωτών. Έτσι, κατέστη εφικτή η υλοποίηση του αποκληθέντος «κεραυνοβόλου πολέμου» (Blitzkrieg), ενώ το 1940, η γερμανική αεροπορία (Luftwaffe), στην έναρξη της Μάχης της Αγγλίας, προέβη μαζί με τη Wehrmacht σε αρχική παραγγελία 35 εκατομμυρίων δόσεων PERVITIN, η χρήση του οποίου, εκτός από επικυρωμένη (με διατάγματα) ως όπλο στη φαρέτρα του ναζιστικού καθεστώτος με ονομασίες όπως «Stuka Tablets», «Hermann Göering Pills», «Tank Chocolates», επεκτάθηκε και ως τονωτικό στους πολίτες, συντελώντας στη βαθμιαία αποδόμηση του ναζιστικού καθεστώτος. Η ευρεία διάδοσή του στη γερμανική κοινωνία κατανοείται υπό το πρίσμα της ετοιμότητας του πληθυσμού για την αποδοχή του, δεδομένου ότι απαιτούντο υψηλές εργασιακές επιδόσεις, ευχερέστερα επιτεύξιμες με τη χρήση PERVITIN.

Η επίδραση χημικών ουσιών σε πολεμικές επιχειρήσεις είναι διαχρονική όμως ο γερμανικός στρατός ήταν ο μόνος που χρησιμοποίησε τεχνητό διεγερτικό, το οποίο δοκιμάστηκε αρχικώς το 1939 στην εισβολή στην Πολωνία, ενώ χρήστης ήταν και ο Erwin Rommel‎‎ (ομοίως και ο Hermann Göring είχε προτίμηση σε οπιούχα σκευάσματα). Το 1940, κατά την εισβολή στη Γαλλία, γερμανικά τεθωρακισμένα τμήματα διέσχισαν τις Αρδέννες, κινούμενα τάχιστα ώστε να διέλθουν μέσα από το Βέλγιο εντός τριών ημερών και τριών νυκτών και κυκλώνοντας τις συμμαχικές δυνάμεις στη Δουνκέρκη. Η γερμανική διοίκηση είχε εξασφαλίσει 35 εκατομμύρια δόσεις PERVITIN και η ναζιστική ηγεσία ενετάλη στους στρατιωτικούς ιατρούς να χορηγούν στους στρατιώτες της Wehrmacht και της Luftwaffe 1 δισκίο την ημέρα, 2 τη νύχτα και 1-2 δισκία ανά 2 είτε 3 ώρες σε περίπτωση ανάγκης, ώστε να διατηρούνται οι στρατιώτες σε εγρήγορση, οι οποίοι καταναλώνοντας και σοκολάτες που περιείχαν PERVITIN είτε λαμβάνοντάς το και σε ενέσιμη μορφή, παρέμεναν άγρυπνοι για το συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, γεγονός απρόσμενο για τους συμμάχους που ανέμεναν ότι η κούραση και η πείνα θα καθυστερούσε τον γερμανικό στρατό.

Advertisement

Χαρακτηριστική ήταν η προσπάθεια του Winston Churchill να καθησυχάσει τον Édouard Daladier, διατεινόμενος ότι η δωδεκάωρη γερμανική προέλαση απαιτούσε ανάπαυση των γερμανικών στρατευμάτων, όμως το PERVITIN κατέστησε αυτή την αναγκαιότητα περιττή. Δίχως να υποβαθμίζεται το αδιαμφισβήτητο αξιόμαχο του γερμανικού στρατού, η εισβολή στη Γαλλία ενδέχεται να ήταν ανεπιτυχής δίχως τη μαζική χρήση PERVITIN, δεδομένου ότι, υπό φυσιολογικές συνθήκες, οι προελαύνοντες γερμανοί στρατιώτες θα έπρεπε να αναπαυθούν μετά την κατακλυσμιαία επέλασή τους, παρέχοντας χρόνο στα συμμαχικά στρατεύματα ώστε να ανασυνταχθούν.

Μετά την εισβολή στη Γαλλία, ναρκωτικές ουσίες χρησιμοποιήθηκαν εκτεταμένως στον ναζιστικό στρατό ως μέσο βελτίωσης των στρατιωτικών επιδόσεων. Ενδεικτικώς, καταγράφεται περιστατικό χορήγησης 2 δισκίων PERVITIN ανά στρατιώτη σε τμήμα 500 εξουθενωμένων (και περικυκλωμένων από Ρώσους) Γερμανών στρατιωτών που μάχονταν το 1943 στο ανατολικό μέτωπο. Μετά την παρέλευση μίας ώρας από τη λήψη του σκευάσματος, ο στρατός απέκτησε τέτοια ενέργεια ώστε, εφορμώντας εναντίον των αιφνιδιασμένων Ρώσων, διήλθε από τις εχθρικές γραμμές και ενώθηκε με στρατεύματα της υποχωρούσης Βέρμαχτ. Στο ίδιο μέτωπο και το ίδιο έτος, όταν οι εναπομείνασες δυνάμεις της 6ης Στρατιάς διοικούμενης υπό τον στρατηγό Paulus (κατά προσέγγιση 90.000 από τους 1.000.000 στρατιώτες που επιτέθηκαν στο Stalingrad) παραδόθηκαν στους Ρώσους, αναφέρεται η περίπτωση τραυματισμένου Γερμανού στρατιώτη υπό αιχμαλωσία, ο οποίος διήνυσε εκατοντάδες χιλιόμετρα υπό θερμοκρασία -38 βαθμών με χρήση PERVITIN.

Παρά τις βραχυπρόθεσμες θετικές επιπτώσεις της χρήσης PERVITIN στα πεδία των συγκρούσεων, η ψυχική υγεία των εθισμένων πλέον στρατιωτών καταρρακωνόταν, πολλοί εξ αυτών καθίσταντο επιθετικοί ακόμη και εναντίον των ιεραρχικά ανωτέρων τους και αντιμετώπισαν ψυχοσωματικά προβλήματα μετά τον πόλεμο. Ακόμη, στο τέλος του Β’ΠΠ, ο Gerhard Orzechowski, χημικός του γερμανικού ναυτικού, επιχείρησε να παράξει τσίχλα κοκαΐνης που είχε δοκιμαστεί σε κρατούμενους στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Sachsenhausen για χορήγησή της σε στρατιώτες που θα παρέμεναν για ημέρες άγρυπνοι, στελεχώνοντας τα υπό ναζιστική σύλληψη (προς σχεδιασμό κατασκευής) ατομικά υποβρύχια, προκειμένου να επιτευχθεί βομβιστική επίθεση στον Τάμεση. Παράλληλα, ο Χίτλερ είχε μετατραπεί σε εξαρτημένο άτομο από τις ουσίες που του χορηγούσε ο Morell, με τον οποίο η αρχική γνωριμία έλαβε χώρα όταν ο ιατρός χορήγησε στον Χίτλερ ένα σκεύασμα που τον απάλλαξε από τους εντερικούς πόνους του. Όμως, όταν το 1941 ο Χίτλερ νόσησε σοβαρά, απαιτήθηκαν ισχυρότερα φάρμακα, με το οπιούχο EUKODAL (οξυκωδόνη), συνδυαζόμενο με ισχυρές δόσεις κοκαΐνης, να παράγει το ευκταίο αποτέλεσμα, ενώ όταν τα εργοστάσια παραγωγής EUKODAL και PERVITIN επλήγησαν από βομβαρδισμούς, η διάθεση των εν λόγω σκευασμάτων περιορίστηκε και το 1945 σταμάτησε.

Advertisement

Οι Γερμανοί καταγράφηκαν ως οι πρώτοι που έκαναν χρήση ναρκωτικών στον Β’ ΠΠ, τα συμμαχικά στρατεύματα ακολούθησαν (ο στρατός του Montgomery‎‎ εναντίον του Rommel‎‎ στη Βόρεια Αφρική  χρησιμοποίησε αμφεταμίνες) και αργότερα, οι αποβιβασθέντες στη Νορμανδία Αμερικανοί εξοικειώθηκαν και αυτοί με τα ναρκωτικά. Στη σημερινή εποχή που η χρήση μεθαμφεταμίνης θεωρείται έκνομη από την πλειονότητα των κρατικών νομοθεσιών, η ελεύθερη χορήγησή της κρίνεται ανεπίτρεπτη. Ωστόσο, οι σύγχρονες δυτικές κοινωνίες παρουσιάζουν πλήθος παραδειγμάτων από καταχρήσεις συναφών σκευασμάτων, με ενδεικτικό τον εθισμό στην εκτεταμένως συνταγογραφούμενη οξυκωδόνη στις ΗΠΑ, την ίδια δραστική ουσία με εκείνη που περιείχε το EUKODAL, το οποίο ελάμβανε ο Χίτλερ.

Μέντης Ισίδωρος, Φαρμακοποιός (ΕΚΠΑ), Κάτοχος Μεταπτυχιακού Τίτλου Σπουδών στη Διοίκηση Οικονομικών Μονάδων με εξειδίκευση στα Οικονομικά της Υγείας (ΕΚΠΑ), Υποψήφιος Διδάκτωρ Ιατρικής Σχολής Αθηνών και στέλεχος της Διεύθυνσης Φαρμάκου Κεντρικής Υπηρεσίας ΕΟΠΥΥ ([email protected])

Advertisement