Λίγο πριν από την έναρξη της διάσκεψης του ΟΗΕ για το Κλίμα (COP30) (10-21 Νοεμβρίου) και της συνόδου κορυφής των ηγετών σήμερα για το ίδιο θέμα στο Μπελέμ της Βραζιλίας, οι υπουργοί Περιβάλλοντος της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατέληξαν, έπειτα από μαραθώνιες διαπραγματεύσεις, σε συμβιβασμό για τους στόχους μείωσης εκπομπών για το 2035 και το 2040, μια συμφωνία που διατηρεί τη φιλοδοξία στα χαρτιά, αλλά συνοδεύεται από σημαντικές παραχωρήσεις.
Στα χαρτιά, η ΕΕ διατηρεί τον φιλόδοξο στόχο μείωσης κατά 90% των εκπομπών έως το 2040 σε σχέση με τα επίπεδα του 1990. Ωστόσο, τα κράτη μέλη θα μπορούν να καλύπτουν μέρος των δεσμεύσεών τους μέσω διεθνών πιστώσεων άνθρακα έως και 10%, ρύθμιση που αποφασίστηκε για να ικανοποιηθεί η Ιταλία και άλλα επιφυλακτικά κράτη. Οι Ευρωπαίοι υποστήριξαν επίσης την αναβολή για έναν χρόνο, από το 2027 στο 2028, της επέκτασης του ευρωπαϊκού συστήματος εμπορίας εκπομπών (ETS) στις οδικές μεταφορές και στη θέρμανση των κτιρίων.
Η ανακοίνωση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου χαρακτηρίζει τον νέο στόχο του 2040 ως «δεσμευτικό ενδιάμεσο βήμα» προς την κλιματική ουδετερότητα το 2050. Το Συμβούλιο διατήρησε το ποσοστό μείωσης 90% που είχε προτείνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, αλλά πρόσθεσε περιοχές ευελιξίας για να ληφθούν υπόψη οι ανησυχίες περί ανταγωνιστικότητας και κοινωνικού κόστους, καθώς και οι διαφορετικές εθνικές συνθήκες.
Σύμφωνα με την περιβαλλοντική οργάνωση WWF, η συμφωνία που επιτεύχθηκε μεταξύ των υπουργών Περιβάλλοντος της ΕΕ κρύβει περισσότερες αδυναμίες απ’ όσες δείχνει αρχικά. Παρότι στα χαρτιά ο στόχος προβλέπει μείωση κατά 90% των εκπομπών έως το 2040 σε σχέση με το 1990, στην πράξη, η εξάρτηση από διεθνείς πιστώσεις άνθρακα έως και 5% και η ενσωμάτωση ενός “έκτακτου φρένου” για τα φυσικά αποθέματα άνθρακα (carbon sinks) ενδέχεται να μειώσουν το πραγματικό ποσοστό των εγχώριων μειώσεων κάτω από 85%.
Η συμφωνία περιλαμβάνει επίσης την Εθνικά Καθορισμένη Συνεισφορά (NDC) της ΕΕ για το 2035, λίγο πριν από την έναρξη της COP30 στο Μπελέμ. Το εύρος που υιοθετήθηκε 66,25% έως 72,5% παραμένει το ίδιο με εκείνο που είχε παρουσιαστεί τον Σεπτέμβριο ως «δήλωση προθέσεων». Για το WWF, η επιλογή αυτού του εύρους δείχνει έλλειψη προόδου και φιλοδοξίας, καθώς, όπως σημειώνει, «όταν υιοθετείται ένα εύρος, στην πράξη ακολουθείται συνήθως το κατώτερο όριο».
WWF: «Ένας στόχος 90% που στην πράξη είναι κάτω από 85%»
Περιβαλλοντικές οργανώσεις εκφράζουν έντονη ανησυχία ότι ο νέος στόχος αδυνατίζει στην πράξη τη φιλοδοξία της ΕΕ. Το WWF Ευρώπης προειδοποιεί ότι η εξάρτηση από διεθνείς αντισταθμίσεις (offsets) και η πρόβλεψη για «έκτακτο φρένο» στις φυσικές απορροφήσεις άνθρακα κινδυνεύουν να περιορίσουν την πραγματική εγχώρια μείωση εκπομπών κάτω από 85%.
Η οργάνωση υπενθυμίζει ότι η Ευρωπαϊκή Επιστημονική Συμβουλευτική Επιτροπή για την Κλιματική Αλλαγή (ESABCC) έχει προειδοποιήσει πως οι αντισταθμίσεις πρέπει να είναι συμπληρωματικές και όχι μέρος του στόχου, επισημαίνοντας ότι μόνο το 16% των υφιστάμενων έργων offset έχει αποδειχθεί ότι οδηγεί σε πραγματική μείωση εκπομπών.
Αν τα έργα αυτά ήταν πράγματι υψηλής ποιότητας, σημειώνει το WWF, θα ήταν πολύ πιο ακριβά, γεγονός που θα περιόριζε τα κονδύλια που χρειάζονται για να μετασχηματιστεί η ευρωπαϊκή βιομηχανία και οικονομία.
Η οργάνωση επικρίνει επίσης το Συμβούλιο επειδή εισάγει μια ρήτρα αναθεώρησης ανά πενταετία που μπορεί να οδηγήσει σε χαλάρωση των στόχων, εάν οι φυσικές απορροφήσεις δεν αποδώσουν όπως αναμένεται.
«Αυτό δίνει στα κράτη μέλη μια “δωρεάν κάρτα εξόδου”», σημειώνει το WWF, «επιτρέποντάς τους να υποβαθμίσουν τις δεσμεύσεις τους χωρίς συνέπειες».
Ιδιαίτερη ανησυχία προκαλεί και η απόφαση να ενταχθούν οι «μόνιμες απορροφήσεις άνθρακα» στο ευρωπαϊκό σύστημα εμπορίας εκπομπών (ETS). Κατά το WWF, αυτό όχι μόνο θα αποδυναμώσει τα κίνητρα των μεγάλων ρυπαντών να μειώσουν τις εκπομπές τους, αλλά θα μπορούσε και να ρίξει την τιμή του άνθρακα, μειώνοντας τα έσοδα των κρατών μελών.
«Τα κράτη μέλη ισχυρίζονται ότι συμφώνησαν σε στόχο 90%, αλλά αυτό είναι απλώς ένα τέχνασμα. Μόλις αφαιρέσει κανείς τις αντισταθμίσεις και το φρένο για τις απορροφήσεις, το πραγματικό ποσοστό πέφτει πολύ χαμηλότερα. Η ΕΕ οφείλει να ηγείται με το παράδειγμά της, όχι μέσω παραθύρων διαφυγής», δήλωσε ο Μίκαελ Σικαούντ-Κλιέ, υπεύθυνος πολιτικής του WWF Ευρώπης.
Η οργάνωση ζητά ενισχύση τςη νομοθεσίας, κλείνοντας τα υφιστάμενα παραθυράκια, αποκλείοντας τις διεθνείς πιστώσεις και εξασφαλίζοντας πραγματικές μειώσεις εντός της ΕΕ.
Η Ευρώπη στο Μπελέμ με μήνυμα ενότητας
Η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν θα βρεθεί σήμερα στο Μπελέμ της Βραζιλιας, όπου ξεκινά σήμερα η σύνοδος κορυφής των ηγετών στο πλαίσιο της COP30.
Εκεί θα είναι και αρκετοί Ευρωπαίοι ηγέτες, μεταξύ των οποίων ο πρόεδρος της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν, ο καγκελάριος της Γερμανίας Φρίντριχ Μερτς, ο πρωθυπουργός του Ηνωμένου Βασιλείου Κιρ Στάρμερ και ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Αντόνιο Κόστα.
Οι ευρωπαίοι ηγέτες θα έχουν σειρά διμερών επαφών και θα συμμετάσχουν σε θεματικές συνεδρίες που καλύπτουν ζητήματα όπως τα δάση, τους ωκεανούς, τη βιομηχανική απαλλαγή από τις εκπομπές και την ενεργειακή μετάβαση.
«Στην COP30 αυτή την εβδομάδα, θα υπογραμμίσουμε την ισχυρή προσήλωσή μας στη συμφωνία του Παρισιού. Η παγκόσμια καθαρή μετάβαση βρίσκεται σε εξέλιξη και είναι μη αναστρέψιμη. Προτεραιότητά μας είναι να διασφαλίσουμε ότι η μετάβαση αυτή θα είναι δίκαιη, χωρίς αποκλεισμούς και ισότιμη. Στο Μπελέμ, θα ακούσουμε τους παγκόσμιους εταίρους μας και θα συζητήσουμε τα βασικά ζητήματα. Για να διατηρήσουμε τον κοινό μας στόχο στον ορίζοντα, πρέπει να αναγνωρίσουμε τις διαφορετικές εθνικές πραγματικότητες και να συνεργαστούμε για την επίτευξή του» δήλωσε η Ούρσαλα φον ντερ Λάιεν.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υπογραμμίζει ότι η φετινή COP αποτελεί κομβική στιγμή για την ενίσχυση της παγκόσμιας δράσης και την εφαρμογή των στόχων της Συμφωνίας του Παρισιού.
Η ΕΕ προσέρχεται με ενιαία θέση, μείωση εκπομπών 66,25%–72,5% έως το 2035 και 90% έως το 2040, πορεία που οδηγεί στην κλιματική ουδετερότητα έως το 2050.
Στο Μπελέμ, η ΕΕ θα επιδιώξει μια συλλογική παγκόσμια απάντηση στα κενά φιλοδοξίας των εθνικών σχεδίων για το κλίμα, προωθώντας τον τριπλασιασμό της ισχύος των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και τον διπλασιασμό του ρυθμού βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης έως το 2030.
Παράλληλα, θα υποστηρίξει την πρωτοβουλία «Μπακού–Μπελέμ», που στοχεύει στην αύξηση της διεθνούς χρηματοδότησης για το κλίμα σε 1,3 τρισεκατομμύρια δολάρια ετησίως έως το 2035, με προτεραιότητα στις αναπτυσσόμενες και ευάλωτες χώρες.
Η Κομισιόν υπενθυμίζει ότι η ΕΕ παραμένει ο μεγαλύτερος δημόσιος χρηματοδότης για το κλίμα παγκοσμίως, με 31,7 δισ. ευρώ από δημόσιες πηγές και επιπλέον 11 δισ. ευρώ σε ιδιωτικές επενδύσεις το 2024.
Σύμφωνα με την Επιτροπή, η Ευρώπη έχει ήδη μειώσει τις εκπομπές της κατά 37% σε σχέση με το 1990, ενώ η οικονομία της έχει αυξηθεί σχεδόν κατά 70% απόδειξη ότι «η ανάπτυξη και η δράση για το κλίμα μπορούν να προχωρούν μαζί».
Ωστόσο παρά τα μηνύματα ενότητας και τις συμφωνίες της τελευταίας στιγμής παραμένει το ερώτημα κατά πόσο η Ευρώπη μπορεί να υποστηρίξει τον ρόλο της ως παγκόσμιου ηγέτη στην κλιματική πολιτική, τη στιγμή που οι εσωτερικές ισορροπίες απαιτούν συνεχείς συμβιβασμούς.