Έμμεση απάντηση στις επικρίσεις του πρώην επικεφαλής της ΕΚΤ και πρώην πρωθυπουργού της Ιταλίας, Μάριο Ντράγκι, για τη νέα εμπορική συμφωνία μεταξύ ΕΕ και ΗΠΑ έδωσε η πρόεδρος της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, με άρθρο της που δημοσιεύθηκε την Κυριακή σε ευρωπαϊκές εφημερίδες, ανάμεσά τους η Il Sole 24 Ore και η Frankfurter Allgemeine Zeitung.
Η φον ντερ Λάιεν χαρακτήρισε τη συμφωνία για τους δασμούς «συνειδητή απόφαση» που απέτρεψε την κλιμάκωση σε έναν εμπορικό πόλεμο. «Φανταστείτε αν οι δύο μεγαλύτερες οικονομίες του δημοκρατικού κόσμου δεν είχαν καταλήξει σε συμφωνία και είχαν ξεκινήσει έναν εμπορικό πόλεμο. Αυτό θα το γιόρταζαν μόνο στη Μόσχα και το Πεκίνο», τόνισε.
Αντίθετα, ο Ντράγκι είχε δηλώσει προ ημερών σε ομιλία του στο Ρίμινι πως η ΕΕ δεν μπορεί πλέον να πιστεύει ότι το μέγεθος της οικονομίας της εξασφαλίζει διεθνή ισχύ. «Αναγκαστήκαμε να αποδεχθούμε τους δασμούς που επέβαλε ο μεγαλύτερος εμπορικός μας εταίρος και σύμμαχος, οι Ηνωμένες Πολιτείες», σημείωσε, προσθέτοντας ότι η Ουάσιγκτον πίεσε την ΕΕ και για αύξηση των στρατιωτικών δαπανών, με τρόπο που «δεν αντανακλά τα ευρωπαϊκά συμφέροντα». Για τον ίδιο, το 2025 θα μείνει στην ιστορία ως το έτος που «διαλύθηκε η ψευδαίσθηση» ότι η ευρωπαϊκή αγορά των 450 εκατομμυρίων καταναλωτών αρκεί για να προσδώσει γεωπολιτική επιρροή.
Η πρόεδρος της Επιτροπής υπενθύμισε ότι το νέο πλαίσιο περιορίζει τους αμερικανικούς δασμούς στο 15% για προϊόντα όπως τα αυτοκίνητα, τα φάρμακα, οι ημιαγωγοί και η ξυλεία, τονίζοντας ότι πρόκειται για μια συμφωνία «καλή, αν όχι τέλεια». Όπως είπε, οι δασμοί είναι «φόροι που επιβαρύνουν καταναλωτές και επιχειρήσεις, αυξάνοντας το κόστος και μειώνοντας την ανταγωνιστικότητα».
Παράλληλα, αναφέρθηκε στις πρόσφατες εμπορικές συμφωνίες με το Ηνωμένο Βασίλειο, τη Mercosur και την Ινδονησία, αλλά και στις διαπραγματεύσεις με την Ινδία, υπογραμμίζοντας ότι η ΕΕ στοχεύει στη διαφοροποίηση των αγορών και στην ενίσχυση της ενιαίας αγοράς.
Ωστόσο, αναλυτές και πολιτικοί θεωρούν πως πρόκειται για ακόμη μία παραχώρηση προς την Ουάσιγκτον. Προηγήθηκε η συμφωνία στη Σύνοδο του ΝΑΤΟ στη Χάγη όπου οι ηγέτες της ΕΕ επιδόθηκαν σε έναν αγώνα κολακείας του Αμερικανού προέδου για να καταλήξουν σε συμφωνία για αύξηση των αμυντικών δαπανών στο 5% ως το 2032, ενώ τώρα ήρθε και η συμφωνία για τους δασμούς. Πολλοί εκτιμούν ότι η ΕΕ δείχνει να ακολουθεί τον βηματισμό του Αμερικανού προέδρου και στο ουκρανικό ζήτημα.
Η Ευρώπη απέφυγε προς το παρόν μια επικίνδυνη εμπορική σύγκρουση, αλλά το τίμημα είναι η αίσθηση ότι η στρατηγική της περιορίζεται σε πραγματιστικούς συμβιβασμούς. Η εξέλιξη αυτή δημιουργεί ερωτήματα για το κατά πόσο η ΕΕ μπορεί να διαμορφώσει αυτόνομη πορεία και να διατηρήσει ρόλο ισχυρού παίκτη στη διεθνή σκηνή, πέρα από τις πιέσεις της Ουάσιγκτον.