Η πρωτεύουσα του Σουδάν, το Χαρτούμ, μια πόλη που κάποτε ήταν γεμάτη ζωή, τώρα είναι βυθισμένη στο «σκοτάδι», με τα συντρίμμια από τις κατεστραμμένες πολυκατοικίες να είναι η κυρίαρχη εικόνα που μπορεί να συναντήσει κάποιος.
Η χώρα βρίσκεται αντιμέτωπη τα τελευταία χρόνια με απίστευτες συγκρούσεις ανάμεσα στον στρατό του Σουδάν και τις παραστρατιωτικές Δυνάμεις Ταχείας Υποστήριξης, κάτι που έχει οδηγήσει σε μία ανυπολόγιστη ανθρωπιστική κρίση.
«Πηγαίνοντας εκεί, τα επίπεδα της καταστροφής ήταν τέτοια που δεν είχα ξαναδει στο παρελθόν. Κτίρια, σπίτια, νοσοκομεία, όλα αυτά ήταν εντελώς κατεστραμμένα. Νομίζω δεν πρέπει να είδα ούτε ένα σπίτι που δεν έχει επηρεαστεί από τις μάχες», περιέγραψε η Nawal Al Maghafi, διεθνής ανταποκρίτρια του BBC, που μετέβη στην πρωτεύουσα του Σουδάν.

Στο νοσοκομείο Μπασάερ, ένα από τα τελευταία που εξακολουθούν να λειτουργούν στην πρωτεύουσα του Σουδάν, η Τουμά κάθεται σιωπηλή, με βλέμμα στραμμένο στο κενό. Δεν έχει φάει εδώ και μέρες. Στην αγκαλιά της, ακίνητη και σοβαρά υποσιτισμένη, βρίσκεται η τρίχρονη κόρη της, Μασατζέντ.
Η Τουμά μοιάζει να μην ακούει τα κλάματα των άλλων παιδιών γύρω της. «Μακάρι να έκλαιγε» λέει, κοιτάζοντας το παιδί της. «Δεν έχει κλάψει εδώ και μέρες». Το νοσοκομείο είναι γεμάτο παιδιά υπερβολικά αδύναμα, για να «πολεμήσουν» τη μόλυνση. Οι μητέρες τους στέκονται δίπλα τους ανήμπορες. Τα κλάματα δεν σταματούν και κάθε ήχος πληγώνει.

Η οικογένεια της Τουμά αναγκάστηκε να φύγει, όταν οι συγκρούσεις ανάμεσα στον στρατό του Σουδάν και το RSF έφτασαν στο χωριό τους, 200 χιλιόμετρα νοτιοδυτικά του Χαρτούμ. «Μας πήραν τα πάντα -τα χρήματα, τα ζώα μας- κατευθείαν από τα χέρια μας» είπε στο BBC. «Φύγαμε μόνο με τη ζωή μας».
Χωρίς φαγητό και χρήματα, τα παιδιά της άρχισαν να εξασθενούν. «Παλιά το σπίτι μας ήταν γεμάτο αγαθά -είχαμε γάλα, χουρμάδες, ζώα. Τώρα δεν έχουμε τίποτα» αφηγείται.
Μητέρες διαλέγουν ποιο από τα παιδιά τους θα σώσουν
Το Σουδάν ζει μία από τις χειρότερες ανθρωπιστικές κρίσεις στον κόσμο. Ο ΟΗΕ υπολογίζει ότι 3.000.000 παιδιά κάτω των 5 ετών πάσχουν από οξύ υποσιτισμό, ενώ τα νοσοκομεία που απομένουν, δεν μπορούν να αντεπεξέλθουν.
Το Μπασάερ παρέχει δωρεάν φροντίδα, αλλά τα σωτήρια φάρμακα πρέπει να τα πληρώσουν οι οικογένειες. Η Μασατζέντ είναι δίδυμη, η μητέρα της την έφερε στον κόσμο μαζί με την αδελφή της, Μαναχίλ. Όμως τα χρήματα έφτασαν μόνο για ένα αντιβιοτικό. Η Τουμά έπρεπε να διαλέξει -και διάλεξε τη Μαναχίλ. «Μακάρι να γίνονταν καλά και οι δύο» λέει με ραγισμένη φωνή. «Μακάρι να τις έβλεπα ξανά να παίζουν μαζί. Θέλω μόνο να γίνουν και οι δύο καλά».
Κρατάει την ετοιμοθάνατη κόρη της και ψιθυρίζει: «Είμαι μόνη. Δεν έχω τίποτα. Έχω μόνο τον Θεό». Οι γιατροί γνωρίζουν ότι τα ποσοστά επιβίωσης είναι ελάχιστα. «Κανένα από αυτά τα παιδιά δεν θα τα καταφέρει» λέει ένας εξ αυτών.
Τι συνέβη στο Σουδάν
Στο Χαρτούμ, τα σημάδια της καταστροφής είναι παντού. Άρματα μάχης σκουριάζουν στους δρόμους, πολυκατοικίες έχουν καταρρεύσει και τα απομεινάρια της σύγκρουσης είναι σκορπισμένα παντού. Η βία ξεκίνησε, όταν δυνάμεις πιστές σε δύο στρατηγούς -τον αρχηγό του στρατού Αμπντέλ Φατάχ αλ-Μπουρχάν και τον επικεφαλής των RSF, Μοχάμεντ Χαμντάν Νταγκαλό, γνωστό ως Χεμέντι- συγκρούστηκαν για την εξουσία.
Για δύο χρόνια, μέχρι τον περασμένο Μάρτιο, που ο στρατός ανέκτησε τον έλεγχο, το Χαρτούμ ζούσε υπό πολιορκία. Η πόλη, κάποτε κέντρο πολιτισμού και εμπορίου στις όχθες του Νείλου, μετατράπηκε σε πεδίο μάχης. Άρματα μπήκαν στις γειτονιές, μαχητικά πετούσαν πάνω από τα σπίτια και οι κάτοικοι εγκλωβίστηκαν ανάμεσα σε διασταυρούμενα πυρά και βομβαρδισμούς.
Ο μικρός Ζάχερ, η Ρεάλ Μαδρίτης και το ατύχημα μετά από βομβαρδισμό
Μέσα σε αυτό το σκηνικό ερήμωσης, ακούγεται μια παιδική φωνή. Ο 12χρονος Ζάχερ κινείται με το αναπηρικό του καροτσάκι μέσα στα χαλάσματα, ανάμεσα σε καμένα αυτοκίνητα και θραύσματα. Τραγουδά χαμηλόφωνα: «Πηγαίνω σπίτι… μα δεν βλέπω πια το σπίτι μου. Πού είναι το σπίτι μου;». Η φωνή του είναι εύθραυστη, αλλά γεμάτη πείσμα. Ένας θρήνος για ό,τι χάθηκε και μια «αχνή» ελπίδα ότι κάποτε ίσως επιστρέψει.
Η μητέρα του, Χαμπίμπα, θυμάται τη ζωή τους υπό τον έλεγχο των RSF. «Δεν ανάβαμε τα φώτα τη νύχτα -ήταν σαν να ήμασταν κλέφτες. Δεν ανάβαμε φωτιές, δεν κινούμασταν καθόλου» λέει καθισμένη δίπλα του, σε ένα πρόχειρο καταφύγιο γεμάτο μονά κρεβάτια. Μια μέρα, ενώ πουλούσαν φακές στον δρόμο για να επιβιώσουν, ένα drone χτύπησε κοντά τους. «Τον είδα να αιμορραγεί παντού» εξιστορεί η μητέρα του. «Προσευχόμουν: “Θεέ μου, πάρε τη ζωή μου, όχι τα πόδια του”».
Οι γιατροί δεν κατάφεραν να τα σώσουν. Τα ακρωτηρίασαν και τα δύο κάτω από τα γόνατα. «Ξυπνούσε και με ρωτούσε “Γιατί τους άφησες να μου τα κόψουν;”» θυμάται με δάκρυα. Δεν έχει τη δύναμη να απαντήσει. Ο Ζάχερ ονειρεύεται να αποκτήσει προσθετικά πόδια. «Θέλω μόνο να ξαναπαίξω ποδόσφαιρο με τους φίλους μου. Αυτό θέλω» λέει και προσθέτει ότι η αγαπήμένη του ομάδα είναι η Ρεάλ Μαδρίτης και ο Βινίσιους ο αγαπημένος του ποδοσφαιριστής.
«Θέλω να γίνω στρατιωτικός»
Η ανταποκρίτρια του BBC επισκέφθηκε ένα μικρό σχολείο στο Σουδάν. Τα περισσότερα παιδιά στην χώρα δεν έχουν πρόσβαση στην εκπαίδευση και έτσι όσα καταφέρνουν να συνεχίσουν το σχολείο θεωρούνται τυχερά.
Η δημοσιογράφος ρώτησε τα μικρά παιδιά αν έχουν κάποια όνειρα για το μέλλον. Οι απαντήσεις των παιδιών αποτυπώνουν την καταστροφή που δεν έχει φύγει ακόμα από την ψυχή τους.
Μία μαθήτρια σηκώθηκε όρθια και είπε ότι θέλει να γίνει στρατιωτικός για να μπορεί να προστατεύει τους ανθρώπους της. Τα υπόλοιπα παιδιά στην τάξη την χειροκρότησαν δίχως δεύτερη σκέψη. Μερικοί μαθητές ακόμα απάντησαν ότι θέλουν να γίνουν γιατροί, για να μπορούν να φροντίζουν ανθρώπους οι οποίοι τραυματίστηκαν μέσα στην φρίκη του πολέμου.
Πηγή: BBC