Η έπαρση είναι εμπόδιο της προκοπής

Η έπαρση είναι εμπόδιο της προκοπής
Eurokinissi

Στις παρυφές των Αθηνών οι συζητήσεις περί λύσης του σκοπιανού ήταν σχεδόν καθημερινό φαινόμενο από το 2016. Όταν το 2017 φάνηκε καθαρά ότι οι σύμμαχοι μας σε κάθε περίπτωση θα προτάξουν την πολιτική από την οικονομία και θα προστατεύσουν την Ελλάδα (όπως εκείνοι ορίζουν τη λέξη «προστασία») ήταν οφθαλμοφανές ότι θα πηγαίναμε στο 2018 με δύο βασικές εξελίξεις: την - με όποιο τρόπο - ολοκλήρωση των προγραμμάτων των μνημονίων και την -όποια- λύση του σκοπιανού.

Σήμερα έχουμε τη γνωστή σε όλους συμφωνία για το σκοπιανό ζήτημα. Πανεπιστημιακός, εξειδικευμένος σε σλαβικά θέματα, τη χαρακτήρισε επωφελή. Είπε ότι καταφέρνει να πραγματώσει απαιτήσεις της ελληνικής πλευράς από τη δεκαετία του 1990, απαιτήσεις που είχαμε ξεχάσει. Μίλησε για εξασφάλιση σε όλα τα επίπεδα. Μόνο εάν συμμετείχε στις διαπραγματεύσεις θα μπορούσα να δικαιολογήσω την άποψή του. Αλλιώς δεν μπορώ να κατανοήσω που βρήκε τον θρίαμβο. Αλήθεια, τι καλό πράγμα οι γνώσεις των βιβλίων, τι αρνητικό η άγνοια της πολιτικής.

Στην πολιτική ή σίγουρα στο ελληνικό πολιτικό σύστημα η τραυματική εμπειρία του 2015 ήταν καταλυτική για όλους. Και πολλά άλλαξαν, σε πείσμα πολλών που αρνούνται να το κατανοήσουν, εκτός από ένα: η πίστη στην λογική της αποδεκτής παραδοξότητας. Εν ολίγοις: ακόμα και σήμερα στην ελληνική πολιτική όλα δικαιολογούνται!

Έτσι σε κανέναν δεν έκανε εντύπωση η στάση του κ. Πάνου Καμμένου να παραμείνει Υπουργός Άμυνας, να στηρίξει την Κυβέρνηση και την ίδια ώρα να αναφέρει ότι δεν θα δεχθεί το όνομα Βόρεια Μακεδονία. Ωστόσο η λογική του κ. Καμμένου είναι ότι χυδαιότερο και αποκρουστικότερο μπορεί να συναντήσει κανείς στη νεότερη πολιτική ιστορία και δίνει το χειρότερο δυνατό παράδειγμα στην ελληνική κοινωνία.

Η συμφωνία, όμως, που υπογράφει η Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ είναι μια συμφωνία ανάλογη της κατάστασης στην ελληνική οικονομία. Στη θεωρία των Κυβερνώντων θρίαμβος, στην πραγματική ζωή πηγή προβλημάτων κι αδιεξόδων.

Κι όπως στα οικονομικά οι προθέσεις της Κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ ξεκίνησαν αλλιώς και κατέληξαν αλλιώς, έτσι και σε αυτό το σκοπιανό ζήτημα η αρχή ήταν διαφορετική με αυτή της κατάληξης. Έγκριτος κι έμπειρος συνομιλητής μου, με πρόσβαση σε φιλοκυβερνητικές πηγές, μου είχε αναφέρει αρχές του 2017: «ο Αλέξης Τσίπρας όχι μόνο θα μας βγάλει από τα μνημόνια αλλά θα λύσει και το σκοπιανό με όνομα που κανείς δεν μπορεί να φανταστεί». Στην ερώτηση μου ποιο ήταν αυτό μου είχε αναφέρει: «Δημοκρατία των Κεντρικών Βαλκανίων. Στα πρότυπα της Δημοκρατίας της Κεντρικής Αφρικής. Υπάρχει προηγούμενο τέτοιας ονομασίας κι αυτό έχει εξασφαλίσει ο Αλέξης».

Είχα σκεφτεί τότε ότι μια τέτοια λύση θα ήταν όντως θρίαμβος για τον σημερινό Πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα. Και πιθανότατα θα ξεπερνούσε την τωρινή έκρηξη που γίνεται με αφορμή τη σημερινή συμφωνία για τη γλώσσα και την ταυτότητα. Στην κυριολεξία, όμως, θα άλλαζε το πολιτικό σκηνικό υπέρ του Αλέξη Τσίπρα. Διότι απλούστατα θα έδειχνε μια δύναμη. Μια πραγματική δύναμη. Ένα δυνατό κράτος που φθάνει σε μια λύση με βάση την ισχύ του και τους συμμάχους του. Την ίδια στιγμή, όμως, δεν κρύβω ότι θεώρησα αδύνατο να πετύχει τέτοιο θρίαμβο η Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ. Όταν μέχρι σήμερα όποιος προγραμματισμός γίνεται χαρακτηρίζεται από αφόρητο ερασιτεχνισμό δεν μπορούσα (και δεν μπορώ) να φανταστώ γιατί να εξαιρούταν η ηγεσία του Υπουργείου Εξωτερικών.

Η λύση του σκοπιανού είναι μια λύση – απόρροια πίεσης ξένων δυνάμεων. Δεν το λέω με καμία υπόνοια συνωμοσιολογίας. Η Ιστορία έχει χιλιάδες περιπτώσεις αποφάσεων αδύναμων κρατών έναντι πιέσεων από ισχυρά κράτη. Η επιθυμία των ξένων ήταν κι είναι το σκοπιανό πρόβλημα να λυθεί. Και το πρόβλημα λύνεται. Η λύση - όπως κάθε λύση σε προβλήματα ζωής - έχει υποστηρικτές και μη υποστηρικτές. Οι έπαινοι των ξένων δεν έχουν να κάνουν με το γεγονός των άρθρων που την περιγράφουν. Έχουν να κάνουν αποκλειστικά με το γεγονός ότι επήλθε συμφωνία.

Η συμφωνία, επίσης, είναι μια ακόμα απόδειξη ότι ο κ. Τσίπρας, υλοποιεί αποφάσεις που στην παρούσα φάση βολεύουν πρωτίστως όλους όσους συμμετέχουν στα ευρωπαϊκά και διεθνή κέντρα λήψης αποφάσεων. Αποφάσεις που του επιβάλλονται. Τι κερδίζει ο ίδιος; Προσωπικά δεν πιστεύω ότι ο ίδιος έχει απόλυτη συναίσθηση. Βλέποντας την τελευταία συνέντευξη του στην κρατική τηλεόραση, πέρα από το γεγονός ότι κατά τη γνώμη μου ήταν συνέντευξη – αποκάλυψη της ψυχοσύνθεσης του, μου ήρθε αγόγγυστα η σκέψη ότι κάπως έτσι θα αισθανόταν ο Δίας στο θρόνο του στον Όλυμπο. Ο Πρωθυπουργός αισθάνεται ότι έχει απίστευτη δύναμη. Θεωρεί ότι αφού ακολουθεί τις επιταγές των συμμάχων μας, δεν έχει τίποτα να φοβηθεί. Κι έχει συναίσθηση της αναντιστοιχίας των λόγων και των πράξεων του, αναντιστοιχία που θεωρεί ότι δεν τιμωρείται. Κατανοώ, επίσης, πως είναι δυνατόν να χαθεί η αίσθηση του μέτρου. Αυτή η απώλεια, όμως, του κ. Τσίπρα είναι καταδικαστική. Διότι καταδικάζει μέχρι σήμερα την Ελλάδα στο Σύνδρομο του Σαλιγκαριού κοινωνικοοικονομικά και στην αντίληψη αδύναμης χώρας εθνικά.

Τι μένει πλέον; Μόνο μια ρεαλιστική αντιμετώπιση των πραγμάτων. Η Ελλάδα είναι μια χώρα που έχει κάνει άλματα προόδου από τη δεκαετία του 1960 κι έμελλε να αντιμετωπίσει μια διεθνή κρίση απροετοίμαστη και με λάθος τρόπο με αποτέλεσμα να έχει περάσει μια οκταετία τεράστιας εσωτερικής κρίσης. Μπορεί, όμως, να τα καταφέρει. Μπορεί να γυρίσει σελίδα και να γράψει ένα νέο κεφάλαιο στην μακρά ιστορία της. Μεσοπρόθεσμα, ωστόσο, στην πράξη το έργο της επόμενης Κυβέρνησης θα είναι εξαιρετικά δύσκολο.

Δημοφιλή