Το 2024, 4,2 εκατομμύρια άνθρωποι σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση ήταν άνεργοι για ένα έτος ή περισσότερο. Το ποσοστό μακροχρόνιας ανεργίας , δηλαδή το ποσοστό του εργατικού δυναμικού (ηλικίας 15 έως 74 ετών) που παραμένει άνεργο για 12 μήνες ή περισσότερο, ανήλθε σε 1,9%. Με άλλα λόγια, περίπου ένας στους τρεις ανέργους στην ΕΕ ήταν άνεργος μακροχρόνια.
Στην Ελλάδα, η μακροχρόνια ανεργία, παρότι βελτιωμένη, παραμένει πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ, με τις υψηλότερες τιμές να παρατηρούνται στις βόρειες περιφέρειες της χώρας και την Ήπειρο, ενώ οι χαμηλότερες καταγράφονται στις νότιες, ιδίως στην Κρήτη και την Πελοπόννησο.
Αναλυτικά, τα ποσοστά μακροχρόνιας ανεργίας το 2024 διαμορφώθηκαν ως εξής:
Κεντρική Μακεδονία: 7,7%
Δυτική Μακεδονία: 7,2%
Ανατολική Μακεδονία και Θράκη: 7,1%
Ήπειρος: 7,0%
Στερεά Ελλάδα: 5,5%
Αττική: 5,2%
Δυτική Ελλάδα: 5,2%
Θεσσαλία: 4,4%
Πελοπόννησος: 3,6%
Κρήτη: 3,1%
Όπως φαίνεται και από τον διαδραστικό χάρτη (δείτε εδώ) παρά τη σταδιακή βελτίωση των δεικτών τα τελευταία χρόνια, η μακροχρόνια ανεργία στη χώρα εξακολουθεί να βρίσκεται σε ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα, ειδικά στις βόρειες περιφέρειες, αντανακλώντας δομικές αδυναμίες της αγοράς εργασίας.
Από τις 195 περιφέρειες επιπέδου 2 της ΕΕ (όπως ορίζονται από το ευρωπαϊκό στατιστικό σύστημα NUTS 2), για τις οποίες υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία, 82 περιφέρειες κατέγραψαν ποσοστά μακροχρόνιας ανεργίας πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ, 106 χαμηλότερα, ενώ 7 είχαν το ίδιο ποσοστό.
Όπως και με το συνολικό ποσοστό ανεργίας, τα υψηλότερα ποσοστά μακροχρόνιας ανεργίας καταγράφηκαν στις νότιες χώρες της ΕΕ και σε ορισμένες υπερπόντιες περιοχές της Γαλλίας:
Οι αυτόνομες ισπανικές πόλεις Ciudad de Melilla (Μελίγια, 16,3%) και Ciudad de Ceuta (Θέουτα, 15,8%) παρουσίασαν με διαφορά τα υψηλότερα ποσοστά.
Η γαλλική υπερπόντια περιοχή Γουαδελούπη, 11,4%, ήταν η μόνη άλλη περιοχή της ΕΕ με διψήφιο ποσοστό. Μία ακόμη γαλλική υπερπόντια περιοχή, η La Réunion (Ρεϋνιόν, 8,2%), εμφάνισε επίσης σχετικά υψηλό ποσοστό.
Τρεις περιοχές της νότιας Ιταλίας κατέγραψαν ποσοστά τουλάχιστον 8,0%: Καμπανία, 9,9%, Καλαβρία, 8,3% και Σικελία, 8,0%.
Αντίθετα, σε 52 περιφέρειες της ΕΕ το ποσοστό μακροχρόνιας ανεργίας ήταν κάτω από 1,0% (οι δύο πιο ανοιχτές αποχρώσεις στον χάρτη).
Οι περιφέρειες αυτές εντοπίζονταν κυρίως στη βόρεια Βελγίου, στην Τσεχία, στη Δανία (όλες οι 5 περιφέρειες), στη βορειοδυτική Ουγγαρία, στις Κάτω Χώρες (όλες οι 10 περιφέρειες για τις οποίες υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία), καθώς και στην Αυστρία και την Πολωνία· η Μάλτα κατέγραψε επίσης ποσοστό κάτω του 1,0%.
Το χαμηλότερο ποσοστό στην ΕΕ (0,4%) παρατηρήθηκε σε τέσσερις περιφέρειες: στις γειτονικές τσεχικές Praha (Πράγα) και Střední Čechy (Κεντρική Βοημία), καθώς και στις ολλανδικές Ουτρέχτη και Noord-Brabant (Βόρεια Βραβάντη).
Η εικόνα αυτή υπογραμμίζει τις σημαντικές περιφερειακές ανισότητες που εξακολουθούν να υφίστανται στην ευρωπαϊκή αγορά εργασίας, καθώς και τη διαρθρωτική φύση της μακροχρόνιας ανεργίας σε αρκετά κράτη-μέλη του Νότου, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας.