Αυτό το εικοσιτετράωρο του Νοεμβρίου η κυβέρνηση πιστώνει στους λογαριασμούς περίπου 1,2 εκατομμυρίων χαμηλοσυνταξιούχων μια εφάπαξ ενίσχυση γύρω στα 250 ευρώ. Πολιτικά προβεβλημένη/πολυδιαφημισμένη ως «στήριξη». Αυτό είχε αναγγείλει ο πρωθυπουργός στη Θεσσαλονίκη το Σεπτέμβριο, το ξαναείπε τις τελευταίες μέρες και επειδή, ίσως, πολλοί δεν το κατάλαβαν, έσπευσε για την δική της αυτοδιαφήμιση να μας το ξαναπεί η Δόμνα Μιχαηλίδου. Υπουργός Κοινωνικής Συνοχής και Οικογένειας είναι, για όσους δεν το θυμούνται Την ίδια στιγμή, σχεδόν 2,5 εκατομμύρια άνθρωποι ζουν από μια σύνταξη που, στις περισσότερες περιπτώσεις, δεν φτάνει ούτε τα 1.000 ευρώ τον μήνα.
250 ευρώ τον χρόνο: η αριθμητική του τίποτα
Ας πάρουμε το ποσό που έχει συζητηθεί δημόσια, τα 250 ευρώ. Στον ετήσιο προϋπολογισμό ενός χαμηλοσυνταξιούχου, αυτό σημαίνει:
- 20,8 ευρώ τον μήνα (250 / 12)
- περίπου 4,8 ευρώ την εβδομάδα (250 / 52)
- περίπου 0,68 ευρώ την ημέρα (250 / 365)
Τι σημαίνει 0,68 ευρώ την ημέρα, σε μια χώρα με τιμές σούπερ μάρκετ και λογαριασμούς ενέργειας του 2025; Δεν πληρώνει ούτε μία διαδρομή με ταξί, ούτε ένα καφέ σε κεντρική καφετέρια. Δύσκολα καλύπτει ένα καρβέλι ψωμί, σίγουρα όχι ένα πλήρες γεύμα. Υπερβολικά τα παραδείγματα που αναφέρονται, αλλά σίγουρα δεν αγοράζεις ούτε ένα κουλούρι. Αγοράζεις ίσως τρία αυγά χωρίς να υπολογίσουμε το κόστος του βρασίματος ή του τηγανίσματος με λάδι.
Κι όμως, αυτό το ποσό παρουσιάζεται ως «ανάσα». Μοιάζει περισσότερο με κάποιον που διασχίζει επί μήνες μια έρημο και κάπου στη μέση του δίνουν ένα ποτήρι νερό, όχι για να σωθεί, αλλά για να μπορέσει απλώς να συνεχίσει να περπατάει. Όχι για να αλλάξει η ζωή του, αλλά για να μην διαμαρτυρηθεί πολύ δυνατά.
Πόσοι το παίρνουν – και πόσοι μένουν απ’ έξω
Σύμφωνα με τις κυβερνητικές ανακοινώσεις, η έκτακτη ενίσχυση των 250 ευρώ (κι όχι 270, όπως αρχικά είχε διαρρεύσει) θα καταβληθεί στις 28 Νοεμβρίου σε περίπου 1,2 εκατομμύρια χαμηλοσυνταξιούχους. Την ίδια στιγμή, οι συνολικοί συνταξιούχοι της χώρας, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του πληροφοριακού συστήματος «Ήλιος» του Υπουργείου Εργασίας, ανέρχονται σε περίπου 2,5 εκατομμύρια. Με απλά λόγια, λιγότεροι από τους μισούς συνταξιούχους θα δουν αυτή την ενίσχυση στον λογαριασμό τους. Και δεν μιλάμε για «υψηλοσυνταξιούχους» που αποκλείονται. Σύμφωνα με συνδικαλιστικές οργανώσεις και αναλύσεις, περισσότεροι από 700.000 χαμηλοσυνταξιούχοι μένουν εκτός λόγω «κόφτη» ηλικίας (όριο τα 65) και σύνθετων κριτηρίων.
Άρα, το μέτρο δεν είναι ούτε καθολικό, ούτε δομικό. Είναι ένα πολιτικά χρήσιμο κουπόνι σε μια συγκεκριμένη ομάδα, με αρκετούς εξίσου ευάλωτους να μένουν απέξω.
Πόσα πραγματικά είναι οι συντάξεις στην Ελλάδα
Τα ίδια τα επίσημα στοιχεία περιγράφουν μια κοινωνία ηλικιωμένων στο όριο της επιβίωσης:
- Ο αριθμός των συνταξιούχων κινείται γύρω στα 2,5 εκατ. άτομα.
- Πάνω από τους μισούς λαμβάνουν κύρια σύνταξη κάτω από 1.000 ευρώ.
- Περίπου το 57% λαμβάνει σύνταξη έως 1.000 ευρώ μεικτά, ενώ σχεδόν 1 στους 5 ζει με σύνταξη έως 500 ευρώ μεικτά.
Πρόσφατα στοιχεία δείχνουν ότι η μέση κύρια σύνταξη δεν ξεπερνά τα 776 ευρώ μεικτά τον μήνα, ποσό που στην καλύτερη περίπτωση, μετά τις κρατήσεις, μεταφράζεται σε κάτι λιγότερο από 700 ευρώ καθαρά.
Ως θεσμικό «πάτωμα», η λεγόμενη εθνική σύνταξη για κάποιον με πλήρη ασφαλιστικό βίο, από 1.1.2024, διαμορφώνεται λίγο πάνω από τα 426 ευρώ. Πολλές πραγματικές συντάξεις, ειδικά μειωμένες, χηρείας ή με λίγα ένσημα, κινούνται γύρω από αυτό το ποσό ή και χαμηλότερα.
Αν το δούμε ρεαλιστικά: σε μια μεγάλη μερίδα συνταξιούχων, η Πολιτεία λέει «ζήσε με 500–700 ευρώ τον μήνα» και μια φορά τον χρόνο, ρίχνει από πάνω και ένα εφάπαξ «δώρο» 250–270 ευρώ.
Ανταποδοτικότητα ή κοροϊδία;
Το ερώτημα που θέτουν εύλογα πολλοί συνταξιούχοι είναι απλό: «Αυτή η σύνταξη ανταποκρίνεται στα χρόνια που δούλεψα και στις κρατήσεις που πλήρωνα;»
Η απάντηση, αν δούμε τη μεγάλη εικόνα, είναι σκληρή:
- Μετά από μια δεκαετία μνημονιακών παρεμβάσεων, μειώσεων και επανυπολογισμών, το ελληνικό σύστημα συντάξεων είναι τυπικά ανταποδοτικό, αλλά στην πράξη έχει ρίξει τις παροχές και έχει φουσκώσει τις προσδοκίες.
- Οι σημερινοί συνταξιούχοι πλήρωναν εισφορές σε μια εποχή που τους έλεγαν ότι «τα ταμεία είναι εγγυημένα». Σήμερα βλέπουν το αποτέλεσμα: κύριες συντάξεις κάτω από το όριο της φτώχειας και επικουρικές που μοιάζουν περισσότερο με φιλοδώρημα παρά με στήριξη.
Όταν, λοιπόν, η κυβέρνηση επιλέγει να επικοινωνεί μια ετήσια ενίσχυση 250 ευρώ ως «μέτρο στήριξης», αυτό ακούγεται σχεδόν προσβλητικό σε κάποιον που έχει δώσει 30 και 40 χρόνια δουλειάς και εισφορών. Δεν είναι κοινωνική πολιτική· είναι πολιτική διαχείρισης δυσαρέσκειας.
Η πολιτική της εφάπαξ ελεημοσύνης
Ένα έκτακτο επίδομα, από μόνο του, δεν είναι κακό. Κάποιοι άνθρωποι θα πληρώσουν έναν λογαριασμό, θα γεμίσουν λίγο παραπάνω το ψυγείο, θα αγοράσουν φάρμακα που ίσως ανέβαλαν.
Αλλά αυτό δεν είναι λύση. Είναι «μπάλωμα» πάνω σε ένα σύστημα που:
- αφήνει την πλειοψηφία των συνταξιούχων κάτω ή οριακά πάνω από το όριο της φτώχειας
- συνεχίζει να λειτουργεί με αδιαφάνεια ως προς την πραγματική ανταποδοτικότητα εισφορών–παροχών
- χρησιμοποιεί τους ηλικιωμένους ως κοινό-στόχο για προεκλογικές ή επικοινωνιακές κινήσεις
Με 0,68 ευρώ την ημέρα επιπλέον, δεν χτίζεις αξιοπρέπεια. Χτίζεις απλώς μια αφήγηση. Μια αφήγηση όπου ο πρωθυπουργός εμφανίζεται «δίπλα στους πιο ευάλωτους», την ώρα που οι ίδιοι οι ευάλωτοι μετρούν κέρματα για να δουν αν θα πληρώσουν το ρεύμα ή τα φάρμακά τους.
Και κάπου εκεί, η πολιτική παύει να είναι κοινωνική και γίνεται καθαρά συμβολική: ένα ποτήρι νερό σε μια έρημο που η ίδια η Πολιτεία έχει αφήσει να απλωθεί.