Η εισαγγελέας του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών, Ειρήνη Πελεκάνου, πρότεινε την ενοχή των δύο πρώην προστατευόμενων μαρτύρων της υπόθεσης Novartis, οι οποίοι κατέθεταν με τις κωδικές ονομασίες «Αικατερίνη Κελέση» και «Μάξιμος Σαράφης», για το αδίκημα της ψευδούς κατάθεσης εις βάρος των περισσότερων πολιτικών προσώπων που είχαν εμπλακεί στην υπόθεση.

Αντίθετα, εισηγήθηκε την απαλλαγή τους για την κατηγορία της ψευδούς καταμήνυσης, υπογραμμίζοντας ότι δεν προέκυψε πρόθεση ή άμεση ενέργεια καταμήνυσης εκ μέρους τους. Όπως εξήγησε, η μόνη καταμήνυση που υπάρχει είναι αυτή που έγινε στις Ηνωμένες Πολιτείες από τον δικηγόρο Παύλο Σαράκη εκ μέρους των πελατών του, ενώ οι δύο κατηγορούμενοι απλώς κλήθηκαν να καταθέσουν στο πλαίσιο ήδη εκκρεμούς έρευνας. Η κατηγορία για ψευδή καταμήνυση, σύμφωνα με την εισαγγελέα, προστέθηκε αυτεπάγγελτα και χωρίς επαρκή βάση.

Advertisement
Advertisement

Σε ό,τι αφορά την ψευδή κατάθεση, η κ. Πελεκάνου ζήτησε την ενοχή της Μαρίας Μαραγγέλη για όσα ισχυρίστηκε σχετικά με τον Αντώνη Σαμαρά, τον Ανδρέα Λοβέρδο, τον Μάριο Σαλμά, τον Άδωνι Γεωργιάδη, τον Γιάννη Στουρνάρα, τη Λίνα Νικολοπούλου, τον Δημήτρη Αβραμόπουλο και τον Νίκο Μανιαδάκη. Για τον Φιλιστωρα Δεστεμπασίδη, πρότεινε την ενοχή του μόνο για μέρος των καταθέσεών του, που αφορούσαν τον Γεωργιάδη, τον Στουρνάρα, τη Νικολοπούλου και τον Αβραμόπουλο.

Η διαφορετική ποινική μεταχείριση των δύο, όπως εξήγησε, οφείλεται στο γεγονός ότι η Μαραγγέλη παρουσίαζε όσα κατέθετε ως αδιαμφισβήτητα πραγματικά περιστατικά, ενώ ο Δεστεμπασίδης στη μεγάλη πλειοψηφία των καταθέσεών του ισχυριζόταν ότι απλώς μετέφερε πληροφορίες τις οποίες αποδίδει στον τότε ισχυρό άνδρα της Novartis, Κωνσταντίνο Φρουζή. Όπως σημείωσε χαρακτηριστικά η εισαγγελέας, «όποιος κηρύσσεται ένοχος για ψευδή κατάθεση πρέπει συνειδητά να καταθέτει ψευδή περιστατικά, κρίσεις και απόψεις δεν περιλαμβάνονται».

Η εισαγγελική λειτουργός επισήμανε ότι οι κατηγορούμενοι φαίνεται να θεώρησαν πως, λόγω της ιδιότητας τους ως προστατευόμενων μαρτύρων, μπορούσαν να ισχυριστούν ό,τι ήθελαν χωρίς συνέπειες. Ωστόσο, επέλεξαν να διανθίσουν τις πληροφορίες που απέδιδαν στον Φρουζή με δικούς τους ισχυρισμούς, που έφτασαν σε σημείο να πλήξουν την ορθή απονομή της δικαιοσύνης. «Δεν δικάζουμε εδώ εγκλήματα διαφθοράς, αλλά εξετάζουμε αν οι καταθέσεις υπήρξαν ψευδείς και αν υπονομεύτηκε η διαδικασία», ανέφερε, αφήνοντας αιχμές και για τη στάση του Φρουζή, ο οποίος, παρότι αρνείται τους ισχυρισμούς, δεν έχει κινηθεί δικαστικά εναντίον τους.

Αναφερόμενη αναλυτικά στους πολιτικούς που εμπλέκονταν, η εισαγγελέας σημείωσε ότι για τον Σαμαρά οι ισχυρισμοί της Μαραγγέλη περί βαλίτσας με χρήματα και ειδικής μεταχείρισης στο Μέγαρο Μαξίμου δεν έχουν καμία βάση, καθώς οι σχετικοί τραπεζικοί έλεγχοι δεν έδειξαν παρανομία. Για τον Λοβέρδο, η μαρτυρία της κατηγορούμενης περί χρηματισμού παρουσιάστηκε ως βέβαιη και όχι ως πληροφορία, αλλά έπειτα από έλεγχο δεν εντοπίστηκε τίποτα επιλήψιμο. Στην περίπτωση του Σαλμά, η εισαγγελέας υπενθύμισε ότι οι αποφάσεις του στο υπουργείο δεν ευνόησαν καμία φαρμακευτική εταιρεία, άρα δεν θεμελιώνεται υπόνοια εξυπηρέτησης της Novartis.

Για τον Άδωνι Γεωργιάδη, η Μαραγγέλη υποστήριξε ότι παραδόθηκαν σε εκείνον δύο εκατομμύρια ευρώ σε βαλίτσες και μίλησε για τρεις παραλαβές χρημάτων μπροστά της, ισχυρισμοί που δεν ενισχύθηκαν από τα στοιχεία της έρευνας. Ο Δεστεμπασίδης, από την άλλη, ξεπέρασε –κατά την εισαγγελέα– τις «κόκκινες γραμμές», αφού δεν περιορίστηκε σε πληροφορίες του Φρουζή αλλά μίλησε για ξέπλυμα χρημάτων, παρουσιάζοντας ως δεδομένο ότι τα έσοδα από τις τηλεπωλήσεις του υπουργού ήταν εικονικά.

Αναφορικά με τον Γιάννη Στουρνάρα και τη σύζυγό του, Λίνα Νικολοπούλου, η Μαραγγέλη κατέθεσε ότι χρηματίστηκαν και ότι τα ποσά ξεπλύθηκαν μέσω της εταιρείας της συζύγου του. Ωστόσο, οι λογαριασμοί της οικογένειας ελέγχθηκαν 11 φορές χωρίς να εντοπιστεί οτιδήποτε ύποπτο. Ο Δεστεμπασίδης, μολονότι απέδωσε και αυτός πληροφορίες στον Φρουζή, θεωρήθηκε ότι όφειλε να γνωρίζει πώς διοργανώνονται τα συνέδρια, καθώς δραστηριοποιούνταν στον συγκεκριμένο χώρο, και δεν μπορούσε να ισχυριστεί ότι παραπλανήθηκε.

Advertisement

Για τον Δημήτρη Αβραμόπουλο, η Μαραγγέλη υποστήριξε ότι εισέπραξε 200.000 ευρώ, χωρίς ωστόσο αυτό να επιβεβαιώνεται από τους ελέγχους. Ο Δεστεμπασίδης αναφέρθηκε ψευδώς στις αρμοδιότητές του για θέματα πανδημίας, αποδίδοντάς του εξουσίες που δεν είχε, με αποτέλεσμα, όπως είπε η εισαγγελέας, να στοιχειοθετείται το αδίκημα της ψευδούς κατάθεσης. Τέλος, για τον Νίκο Μανιαδάκη η Μαραγγέλη κρίθηκε επίσης ότι κατέθεσε ψευδώς.

Η κ. Πελεκάνου κατέληξε ότι σε κάποιες περιπτώσεις, όπως για τη συνεργάτιδα του Γεωργιάδη, Βασιλική Κατραβά, αλλά και για τον Σαμαρά και τον Βενιζέλο, οι ισχυρισμοί του Δεστεμπασίδη δεν στοιχειοθετούν ψευδή κατάθεση και συνεπώς πρέπει να απαλλαγεί. Η διαδικασία συνεχίζεται με τις αγορεύσεις των συνηγόρων υπεράσπισης και η απόφαση του δικαστηρίου αναμένεται τον Σεπτέμβριο.

Πηγή: Dikastiko

Advertisement