Μία νέα μελέτη η οποία δημοσιεύθηκε την Δευτέρα 25 Αυγούστου, αναδεικνύει πως η ζέστη και οι παρατεταμένοι καύσωνες μπορούν να επιταχύνουν τον ρυθμό γήρανσης.
Οι επιστήμονες ανέλυσαν δεδομένα 15 ετών από σχεδόν 25.000 ενήλικες στην Ταϊβάν και διαπίστωσαν ότι η έκθεση σε καύσωνες για δύο χρόνια θα μπορούσε να επιταχύνει τη λεγόμενη «βιολογική γήρανση» ενός ατόμου κατά 8 έως 12 επιπλέον ημέρες.
«Μπορεί να μην ακούγεται πολύ, αλλά αυτό το νούμερο συσσωρεύεται με τον χρόνο», δηλώνει η Τσουί Γκουό, επίκουρη καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο του Χονγκ Κονγκ, η οποία ηγήθηκε της μελέτης που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Nature Climate Change. «Αυτός ο μικρός αριθμός στην πραγματικότητα έχει σημασία. Η μελέτη εξέτασε μόνο μια διετή έκθεση, όμως γνωρίζουμε ότι οι καύσωνες είναι ένα πρόβλημα το οποίο ισχύει εδώ και πολλά χρόνια», προσθέτει.
Πώς η ζέστη μπορεί να επηρεάσει συγκεκριμένες ομάδες ανθρώπων
Η έρευνα αυτή έρχεται σε μια εποχή που η κλιματική αλλαγή, την οποία έχει προκαλέσει ο άνθρωπος, κάνει τους καύσωνες πιο έντονους και πιο παρατεταμένους.
Το 2024, το θερμότερο έτος που έχει καταγραφεί ποτέ, η κλιματική αλλαγή ευθυνόταν για 41 επιπλέον ημέρες ακραίας ζέστης παγκοσμίως, σύμφωνα με ανάλυση του οργανισμού World Weather Attribution.
Πράλληλα, αποδεικνύεται ότι ορισμένες ομάδες ανθρώπων είναι πιο ευάλωτες στη γήρανση η οποία προκαλείται από την ζέστη. Αν είμαστε κάποιας μεγαλύτερης ηλικίας και έχουμε βιώσει πολλούς καύσωνες, είναι πιθανότερο να γερνάμε πιο γρήγορα σε σχέση με έναν νεότερο άνθρωπο που είχε την ίδια έκθεση. Άλλοι παράγοντες, όπως το να ζει κανείς χωρίς κλιματισμό ή να εργάζεται σε εξωτερικούς χώρους, μπορούν επίσης να επιδεινώσουν σημαντικά τον ρυθμό γήρανσης.
Βέβαια, κάτι τέτοιο δεν σημαίνει πως «χάνονται» κυριολεκτικά ημέρες ζωής, καθώς πρόκειται για μια μετρήσιμη μεταβολή σε δείκτες βιολογικής γήρανσης και όχι στο ημερολόγιο.
Από την άλλη, η μελέτη όρισε ως καύσωνα τόσο μια περίοδο τουλάχιστον δύο συνεχόμενων ημερών με ασυνήθιστα υψηλές θερμοκρασίες, όσο και κάθε χρονική στιγμή που οι αρχές εξέδιδαν προειδοποιήσεις καύσωνα.
Οι ερευνητές ποσοτικοποίησαν τις επιδράσεις της ζέστης συγκρίνοντας τη βιολογική ηλικία των ανθρώπων με τη χρονολογική τους ηλικία. Η βιολογική ηλικία είναι ένα μέτρο που δείχνει πόσο υγιείς είναι τα όργανα και τα κύτταρα ενός ατόμου, σε σύγκριση με ενός απολύτως υγιούς ανθρώπου.
Η μελέτη χρησιμοποίησε 12 τέτοιες μετρήσεις υγείας, γνωστές ως βιοδείκτες, για να υπολογίσει πώς η ζέστη επηρεάζει τον ρυθμό γήρανσης των συμμετεχόντων. Τα αποτελέσματα έλαβαν υπόψη και ατομικούς παράγοντες που μπορούν να επηρεάσουν τους δείκτες γήρανσης, όπως η άσκηση, το κάπνισμα και τα προϋπάρχοντα νοσήματα.
«Οι περισσότερες χώρες αντιμετωπίζουν γηράσκοντα πληθυσμό», τονίζει η δρ. Γκουό. «Επειδή η βιολογική γήρανση συνδέεται στενά με τον θάνατο και πολλές ασθένειες, η επιτάχυνσή της μπορεί να αποτελεί ένδειξη σοβαρών προβλημάτων υγείας».
Παράλληλα, η ακραία ζέστη μπορεί να έχει και άλλους, πιο έμμεσους κινδύνους για την υγεία. Οι υψηλές θερμοκρασίες επιδεινώνουν την ποιότητα του αέρα και δημιουργούν συνθήκες για άλλες καταστροφές, όπως πυρκαγιές, ξηρασία και καταιγίδες.
Οι άνθρωποι απλώς δεν έχουν συνείδηση του ότι η ζέστη σκοτώνει ή ότι, όπως σε αυτή την περίπτωση, έχει επιβλαβείς και μακροχρόνιες συνέπειες για την υγεία. Κάτι τέτοιο παραμένει μια διαρκής πρόκληση.
Με πληροφορίες από The New York Times