Η πρώτη φορά που η Βανέσα Ελίας άκουσε τον όρο “διαταραχή έλλειψης παιχνιδιού” (play deficit disorder), ένιωσε ότι κάτι ξεκαθάρισε μέσα της.

Είχε ήδη παρατηρήσει πώς τα φορτωμένα προγράμματα των παιδιών της τα εξουθένωναν και πώς τα παιδιά στην γειτονιά της, στο Κονέκτικατ, φαίνονταν να έχουν ελάχιστο χρόνο για ελεύθερο παιχνίδι. Τώρα, όμως, υπήρχε μια ονομασία γι’ αυτό το φαινόμενο.

Advertisement
Advertisement

«Ήταν τρομερά καθησυχαστικό», μας αναφέρει η Ελίας. “Αυτό είναι κάτι υπαρκτό, και είναι ένα πρόβλημα που πρέπει να αντιμετωπίσουμε“.

Για να είμαστε σαφείς, η “διαταραχή έλλειψης παιχνιδιού” δεν αποτελεί ιατρική διάγνωση που δίνεται από παιδιάτρους. Είναι ένας όρος που χρησιμοποιούν οι ειδικοί για να περιγράψουν τη μείωση του ελεύθερου, μη δομημένου παιχνιδιού και τις επιπτώσεις που προκαλεί αυτή η στέρηση όπως, μείωσης της ευτυχίας και ψυχική ευεξία στα παιδιά και στους εφήβους.

Ο Πίτερ Γκρέι , καθηγητής ψυχολογίας στο Κολέγιο της Βοστώνης και ένας από τους πιο γνωστούς ερευνητές για τη συμπεριφορά και το παιχνίδι των παιδιών, μας εξηγεί ότι το φαινόμενο της στέρησης παιχνιδιού υπάρχει ήδη από τη δεκαετία του 1950. “Με την πάροδο του χρόνου, στερούμε σταδιακά από τα παιδιά τη δυνατότητα να παίζουν, ειδικά σε εξωτερικούς χώρους και μαζί με άλλα παιδιά“, μας αναφέρει ο Γκρέι.

Όπως εξηγεί, αυτό οφείλεται σε πολλούς κοινωνικούς παράγοντες των τελευταίων δεκαετιών όπως :

σε αυστηρότερα σχολικά προγράμματα,

στις πολλές οργανωμένες αθλητικές και εξωσχολικές δραστηριότητες,

Advertisement

στον αυξημένο φόβο των γονιών για την ασφάλεια των παιδιών,

στις νέες μορφές «υπερπροστατευτικής» ανατροφής,

αλλά και στην άυξηση χρήσης οθόνης και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης.

Δεν πρόκειται απλώς για απώλεια διασκέδασης υπάρχουν πραγματικές συνέπειες στη μείωση του παιχνιδιού. Ο Γκρέι το ορίζει ως “μια δραστηριότητα που τα παιδιά ξεκινούν και καθοδηγούν από μόνα τους, την οποία κάνουν απλώς επειδή θέλουν και όχι για ανταμοιβές, βαθμούς ή έπαινο”.

Advertisement

Με άλλα λόγια, παιχνίδι είναι το να εξερευνούμε την αυλή ή τη γειτονιά χωρίς επίβλεψη γονιού, όχι το να πηγαίνουμε σε οργανωμένα μαθήματα ή αθλήματα όπου ακολουθούμε οδηγίες ενηλίκων με σκοπό να κερδίσουμε κάτι.

Το ελεύθερο παιχνίδι, τονίζει ο Γκρέι, είναι ο τρόπος με τον οποίο τα παιδιά μαθαίνουν να εμπιστεύονται τον εαυτό τους, να λύνουν προβλήματα και να αναπτύσσουν αυτό που οι ψυχολόγοι ονομάζουν «εσωτερικό τόπο ελέγχου» (internal locus of control) δηλαδή την πεποίθηση ότι είναι οι ίδιοι υπεύθυνοι για τη ζωή τους.

“Όταν στερούμε από τα παιδιά τις ευκαιρίες να κάνουν πράγματα μόνα τους και αυτό περιλαμβάνει και το παιχνίδι τους στερούμε την ευκαιρία να μεγαλώσουν πραγματικά“, μας εξηγεί ο Γκρέι.

Advertisement

Οι γονείς αρχίζουν να παρατηρούν τις συνέπειες αυτής της αλλαγής προς μια πιο “δομημένη” παιδική ηλικία.

Πολλοί γονείς αντιλαμβάνονται πλέον τις επιπτώσεις αυτής της μετάβασης προς μια πιο οργανωμένη, ελεγχόμενη παιδική καθημερινότητα.

Ένας πατέρας από το Ουαϊόμινγκ αναφέρει ότι έχει γίνει σχεδόν αδύνατο να κανονίσει ραντεβού για παιχνίδι για τα παιδιά του, καθώς όλες οι οικογένειες των φίλων τους είναι απασχολημένες τα Σαββατοκύριακα με αγωνιστικά ταξίδια, αθλήματα και άλλες οργανωμένες δραστηριότητες, αφήνοντας καθόλου χρόνο για απλές, αυθόρμητες συναντήσεις.

Advertisement

Η Βανέσα Ελίας αναφέρει πως κατέγραψε για μια συγκεκριμένη εβδομάδα, 37 μετακινήσεις και μεταφορές πρός και άπο δραστηριότητες όπως, αθλήματα και το σχολείο των παιδιών της.

Advertisement

Οι γονείς, όπως επισημαίνει, εκφράζουν ολοένα και πιο έντονα την ανησυχία ότι η πίεση των οργανωμένων αθλημάτων και δραστηριοτήτων “καταστρέφει” την παιδική ηλικία.

Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια υπάρχει και μια αντίθετη τάση, μια προσπάθεια επαναφοράς του ελεύθερου παιχνιδιού. Κάποια σχολεία έχουν αρχίσει να εφαρμόζουν μεγαλύτερα διαλείμματα, ώστε τα παιδιά να έχουν περισσότερο χρόνο για αυθόρμητο παιχνίδι.

Στην Ουίτσιτα του Κάνσας, μερικά νηπιαγωγεία έχουν αρχίσει να εντάσσουν στο πρόγραμμα τους “σκόπιμες ώρες παιχνιδιού”, όπου το παιχνίδι χρησιμοποιείται ως εργαλείο μάθησης και κοινωνικής ανάπτυξης.

Advertisement

Υπάρχουν πρωτοβουλίες και σε επίπεδο γειτονιάς: η ίδια η Ελίας ίδρυσε μια ειδική “ομάδα εργασίας για το παιχνίδι” στην πόλη της, καθώς και την οργάνωση Block Party USA ένα κίνημα που ενθαρρύνει τους γείτονες να συγκεντρώνονται και να βγάζουν τα παιδιά τους έξω για ελεύθερο παιχνίδι στη γειτονιά.

Ο καθηγητής Πίτερ Γκρέι επισημαίνει, επίσης, ότι η αύξηση της κατ’ οίκον εκπαίδευσης (homeschooling) αποτελεί ένα ακόμη σημάδι πως ορισμένοι γονείς παίρνουν στα χέρια τους τη μάχη ενάντια στη λεγόμενη «διαταραχή έλλειψης παιχνιδιού».

Το παιχνίδι ως εργαλείο στην κρίση ψυχικής υγείας των νέων

Η Αμερικανική Ακαδημία Παιδιατρικής (AAP) τονίζει επίσης τη σημασία του παιχνιδιού, φτάνοντας στο σημείο να ενθαρρύνει τους παιδιάτρους να το “συνταγογραφούν” κατά τη διάρκεια των τακτικών επισκέψεων.

Η δρ. Άρβα Νάσιρ , παιδίατρος και καθηγήτρια στο Ιατρικό Κέντρο του Πανεπιστημίου της Νεμπράσκα, μας αναφέρει:
Δεν είναι μόνο η μείωση του παιχνιδιού μια σαφώς παρατηρήσιμη τάση στην κλινική πρακτική, αλλά και οι επιπτώσεις της στην ψυχική, συναισθηματική και σωματική υγεία των παιδιών είναι εμφανείς τόσο σε ατομικό όσο και σε κοινωνικό επίπεδο”.

Με απλά λόγια, το παιχνίδι προσφέρει στα παιδιά χαρά, κάτι που, όπως επισημαίνει η Νάσιρ, αποτελεί “ένα φυσικό και ισχυρό αντίδοτο στην κατάθλιψη και τα αρνητικά συναισθήματα“.

Η ψυχική υγεία των νέων σε πτώση

Τα ποσοστά άγχους και κατάθλιψης στα παιδιά έχουν αυξηθεί δραματικά τα τελευταία χρόνια, κάτι που επιδεινώθηκε από την πανδημία του COVID-19.

Η κατάσταση αυτή οδήγησε τον τότε Γενικό Χειρουργό των ΗΠΑ, δρ. Βιβέκ Χ. Μέρτι , να εκδώσει δημόσια προειδοποίηση για μια κρίση ψυχικής υγείας στα παιδιά.

Αν και η λέξη “παιχνίδι” συνήθως μας κάνει να σκεφτόμαστε μικρότερα παιδιά και όχι εφήβους, ο καθηγητής Πίτερ Γκρέι εξηγεί ότι οι επιπτώσεις της έλλειψης παιχνιδιού στην παιδική ηλικία συχνά εκδηλώνονται στην εφηβεία, όταν οι νέοι βρίσκονται στο υψηλότερο ρίσκο εμφάνισης ψυχικών δυσκολιών.

Η σημασία του παιχνιδιού για την ανθεκτικότητα

Όπως μας λέει ο Γκρέι, όταν τα παιδιά γίνονται έφηβοι χωρίς ποτέ να έχουν την ευκαιρία να νιώσουν έλεγχο στη ζωή τους, αυτό τα κάνει “ψυχολογικά εύθραυστα“.

“Δεν έχουν μάθει να είναι ανθεκτικά. Δεν έχουν μάθει ότι μπορούν να αντιμετωπίσουν εκφοβιστές, ότι μπορούν να αποτύχουν χωρίς να καταρρεύσουν, ότι μπορούν να πέσουν και να ξανασηκωθούν, να χαθούν και να ξαναβρούν τον δρόμο τους”, εξηγεί.

Και οι έφηβοι χρειάζονται παιχνίδι μόνο που για αυτούς αυτό σημαίνει να περνούν χρόνο με τους συνομηλίκους τους, χωρίς επίβλεψη ενηλίκων. Ωστόσο, οι πιεσμένοι ρυθμοί, οι εξωσχολικές δραστηριότητες και η έλλειψη χώρων το κάνουν αυτό όλο και πιο δύσκολο.

Ο Γκρέι σημειώνει ότι η κοινωνία έχει γίνει πιο εχθρική απέναντι στους εφήβους: “Υπάρχουν ελάχιστοι δημόσιοι χώροι όπου είναι ευπρόσδεκτοι”, λέει.

Παρά τα εμπόδια, πολλοί γονείς θεωρούν ότι πρέπει να τα ξεπεράσουν μαζί με το δικό τους άγχος και να δώσουν προτεραιότητα στο ελεύθερο παιχνίδι, σε κάθε ηλικία.

Όπως τονίζει η Βανέσα Ελίας: “Τα παιδιά μας δεν είναι καλά. Πρέπει να τους δώσουμε ευκαιρίες να βρουν χαρά και αυτονομία και το ελεύθερο παιχνίδι είναι ο δρόμος για αυτό”.

Με πληροφορίες από yahoo.com