Η άδεια για την εκταφή του γιού του Πάνου Ρούτσι που έχασε τη ζωή του στην εγκληματική φονική σύγκρουση των Τεμπών, δόθηκε τελικά από την Εισαγγελία της Λάρισας. Και το ερώτημα, βέβαια, είναι απόλυτα φυσιολογικό. Έπρεπε η κατάσταση να φτάσει εκεί που έφτασε; Με μια έντονη κατακραυγή από πολλές μεριές προς Δικαιοσύνη και Κυβέρνηση; Με την κυβέρνηση να λέει ότι «δεν είναι δικό μου θέμα αλλά της Δικαιοσύνης» και η Δικαιοσύνη με ανακοινώσεις, τις αρχικές ανακοινώσεις, γιατί μετά το γύρισε σιγά-σιγά, να διατυπώνει αρνητική θέση, σηκώνοντας τοίχο προστασίας στους Λειτουργούς της με διάφορα νομικά επιχειρήματα; Εμπλέκοντας και τον υπουργό Δικαιοσύνης οποίος έσπευσε άρον άρον να υπερασπιστεί την Δικαιοσύνη, αφήνοντας κι εκείνος κάποια στιγμή ανοιχτό κάποιο παράθυρο για αλλαγή της αρχικής απόφασης; Αυτό και μόνο το τελευταίο δείχνει ανοιχτούς διαύλους επικοινωνίας μεταξύ Κυβέρνησης και Δικαιοσύνης. Άρα να καταρρίψει το επιχείρημα της Κυβέρνησης ότι δεν είναι εκείνη αρμόδια, αλλά η Δικαιοσύνη αποφασίζει.
Τώρα έρχεται και η σειρά για τις αποφάσεις που θα ληφθούν ως προς τις άλλες αιτήσεις που έχουν υποβληθεί. Για αντίστοιχες εκταφές παιδιών η συγγενικών προσώπων των αιτούντων. Ανάμεσα τους και η Μαρία Καρυστιανού.
Δεν θα βάλω επάνω στο τραπέζι του δημόσιου διαλόγου την δικαίωση συγγενών, την δικαίωση σωρείας δημοσιευμάτων/ρεπορτάζ/συνεντεύξεων από Μέσα Ενημέρωσης, την δικαίωση πολιτικών προσώπων που υπερασπίστηκαν την θέση του πονεμένου πατέρα Πάνου Ρούτσι, ανάμεσα στα οποία πρόσωπα ήταν και ο πρώην Πρωθυπουργός και Πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας Αντώνης Σαμαράς. Δεν θα υπενθυμίσω και σχετικά δικά μου άρθρα ή παρεμβάσεις κρούοντας τον κώδωνα του κινδύνου ότι χειρισμοί και ανακοινώσεις εκ μέρους της Δικαιοσύνης, της δημιουργούν ζητήματα τα οποία δεν είναι καθόλου άσχετα με τις συνεχείς καταγραφές που γίνονται σε δημοσκοπήσεις. Καταγραφές που αποτυπώνουν την άποψη ή την εντύπωση ή τη θέση τεράστιας πλειοψηφίας των πολιτών ότι στην υπόθεση των Τεμπών υπάρχει ευρύτερη στρατηγική κουκουλώματος. Και αν αυτή η άποψη των πολιτών αφορά κυβερνητικούς χειρισμούς, τα σκάγια πηγαίνουν και στην Δικαιοσύνη. Και αν αφορά την Δικαιοσύνη, τα σκάγια πηγαίνουν και στην Κυβέρνηση. Αν και οι περισσότεροι πιστεύουν ότι πρέπει να πάνε ταυτόχρονα και στις δύο πλευρές.
Και την ώρα που έγραφα αυτές τις λίγες γραμμές, έρχεται η φωνή του πατέρα Πάνου Ρούτσι, ο όποιος δήλωσε ότι «δεν ζήτησα ταυτοποίηση του παιδιού μου, δηλαδή DNA, αλλά τοξικολογικές εξετάσεις για τα αίτια του θανάτου του».
Και εδώ μπαίνει για μία ακόμη φορά το θέμα, τι παιχνίδια παίζονται τελικά γύρω από την όλη υπόθεση. Γιατί υπάρχει η αίσθηση στον κόσμο ότι κάποιοι αποφεύγουν να δώσουν το δικαίωμα στον κάθε γονιό να ξέρει από τί πράγματι σκοτώθηκε ο γιος του. Σημερινή εξέλιξη (άδεια εκταφής) συνδεόμενη με την αντίδραση του πατέρα (ο οποίος λέει ότι «εγώ επίσημα άλλο πράγμα ζήτησα») που ανεβάζει και πάλι το θερμόμετρο της έντασης. Γιατί κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει το ισχυρό ενδεχόμενο να δόθηκε μια λύση εκταφής, για να έχουνε να λένε ότι «ικανοποιήθηκε το αίτημα», όταν αυτό δεν ήταν ο πυρήνας του αιτήματος. Δηλαδή μια απλή ταυτοποίηση.
Αν και πάλι, έστω και με αυτήν την βολική (;) απόφαση, η σημερινή κατάληξη στο μισό σκέλος του αιτήματος, καταδεικνύει ότι η υπόθεση τραυμάτισε σοβαρά και Δικαιοσύνη και Κυβέρνηση και όλο αυτό θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί, παρ’ όλο που η πληγή παραμένει ανοικτή. Με το ερώτημα, το φυσιολογικό ερώτημα, τί θα γίνονταν, αν το παιδί αυτό που σκοτώθηκε στο τρένο, ήταν παιδί είτε ανώτατου Δικαστού είτε ανώτατου Εισαγγελέα; Γιατί θα μπορούσε να είναι ένας φοιτητής γονιών από το χώρο της Δικαιοσύνης που ταξίδευε για το πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης.
Αλλά από ό,τι αντιλαμβάνομαι το μέγα αρχικό αίτημα του πατέρα δεν ικανοποιείται, άρα η ένταση συνεχίζεται. Και θέλω να ελπίζω ότι δεν θα υπάρξουν άλλες ανακοινώσεις, καινούργιες ανακοινώσεις είτε από το χώρο της Δικαιοσύνης είτε από το χώρο του υπουργείου Δικαιοσύνης. ότι «η Δικαιοσύνη αποφάνθηκε». Θα χειροτερέψει ακόμα περισσότερο την κατάσταση.