Δήμητρα Παπαδοπούλου: Ο διαχωρισμός Αριστερά-Δεξιά έχει τελειώσει χρόνια. Απλώς δεν το 'χει πει κανείς σε κανένα.

Δήμητρα Παπαδοπούλου: Ο διαχωρισμός Αριστερά-Δεξιά έχει τελειώσει χρόνια. Απλώς δεν το 'χει πει κανείς σε κανένα.

Έχοντας μεγαλώσει τηλεοπτικά με τους «Απαράδεκτους», το «Σ' αγαπώ - μ' αγαπάς» καθώς και άλλες (θεατρικές) δουλειές της, το να γνωρίσω τη «Δημητρούλα» (Παπαδοπούλου) ήταν ένα μικρό δημοσιογραφικό απωθημένο. Τη συνάντησα σε ένα καφέ, και το πρώτο πράγμα που συζητήσαμε πριν τη συνέντευξη ήταν η αναζήτηση εξωτικών προορισμών «για να φύγω κάπου για ένα δεκαήμερο, γιατί δεν έχω κάνει καθόλου διακοπές ούτε καλοκαίρι, και θέλω να ηρεμήσω». Της πρότεινα να δοκιμάσει Καμπότζη και Βιετνάμ που πριν λίγο καιρό είχε την τύχη να επισκεφθεί η αδερφή μου, και δε φάνηκε καθόλου αρνητική στην ιδέα. Απεναντίας, χαμογέλασε στη σκέψη και μόνο. Το τσάι με λουίζα (αν θυμάμαι καλά) και κάθε λογής μυρωδικά που παρήγγειλε την ταξίδεψε λίγο σε εκείνα τα μέρη, και κάπως έτσι χαλάρωσε και αρχίσαμε την κουβέντα μας, για τα πρώτα χρόνια της ζωής της, την επιλογή της να γίνει ηθοποιός, το φεμινισμό, (φυσικά) τους Απαράδεκτους, σε σύγκριση πάντα με το τελευταίο της έργο «Μάνα θα πάω στο Hollywood», την «Πρώτη Φορά Αριστερά» που πρέπει να αφήσει την... ποίηση, και την έμφυτη μυθοπλασία της που την κάνει αισιόδοξη για όσα αντιμετωπίζουμε.

-Από πού είσαι;

-Από Αλεξάνδρεια, Αίγυπτο.

-Γονείς, καταγωγή, μεγάλωσες εκεί;

-Έζησα μέχρι τα εφτά εκεί. Μετά έφυγα.

-Άρα έχεις εικόνες από εκεί...

-Πολλές. Ήταν άλλοι ρυθμοί, πολύ εξοικειωμένοι άνθρωποι με τη φτώχεια, πολύ ανοιχτόκαρδοι, επικίνδυνοι ώρες ώρες άμα φορτώνανε... ντάξει, Αίγυπτος, Ισλάμ. Φορτώνουν εύκολα αυτοί. Έχουν και το Κοράνι που έχουν μια δικιά τους φιλοσοφία. Αλλά γενικά μόνο όμορφα πράγματα θυμάμαι από την Αλεξάνδρεια. Τη νοσταλγώ, την αναπολώ, είμαι περήφανη που δεν ήξερα την αξία της, την ένιωθα, αλλά μεγαλώνοντας και βλέποντας (κάνει μια παύση εκεί)... κάποια στιγμή είδα ένα ντοκυμαντέρ σε ένα κανάλι, που έδειχνε κάποιους ανθρώπους να περπατάνε στην Κορνίς που είναι η παραλία, και έλεγε ότι μόνο αυτοί οι άνθρωποι που περπατάνε εκεί μπορούν να καταλάβουν τις διαστάσεις του χώρου και του χρόνου που συντελείται εκεί πέρα. Είναι ένας μαγικός τόπος.

-Τι το ιδιαίτερο έχουν οι Έλληνες της Αλεξάνδρειας;

-Κάτι πρέπει να έχουν. Είναι πιο ωραίοι τύποι ρε παιδί μου, πιο φιλοσοφημένοι, πιο cool, με χιούμορ, πιο global τύποι με τα σημερινά κριτήρια.

-Είναι θέμα μορφωτικού επιπέδου πιστεύεις, ή είναι κάτι άλλο;

Είναι θέμα γονιδιακό, του μετανάστη που έχει ένα τσαμπουκά άλλον, και στην Αίγυπτο ο Έλληνας ήτανε κι αφεντικό, απέκτησε μεγάλη αυτοεκτίμηση, δεν είναι αυτό που είναι εδώ ο Έλληνας που νιώθει ραγιάς. Εκεί ο Έλληνας ένιωθε Έλληνας με την ευρύτητα της λέξης, και με όση περηφάνια μπορεί να έχει αυτός ο όρος έξω από πολιτικές αποχρώσεις.

-Μετά τα εφτά σου;

-Την αφήνω, και αρχίζει μια περιπλάνηση δύσκολη. Κύπρος, Θεσσαλονίκη, και τελικός προορισμός Αθήνα.

-Λόγω επαγγέλματος των γονιών;

-Λόγω επαγγέλματος πατέρα (ήταν μηχανολόγος-ηλεκτρολόγος, καλός επιστήμονας για κείνη την εποχή, δυσεύρετος για τα πτυχία του κτλ.), και ψάχνανε οι γονείς μου να βρούνε το μέρος που θα τους πηγαίνει καλύτερα. Και τελικά διαπιστώσανε, κυρίως η μητέρα μου που ήταν πιο κοσμοπολίτισσα, ότι της πάει η Αθήνα... (Εκείνη τη στιγμή αφαιρείται για λίγο η Δήμητρα): Έχει βγει ένα φεγγάρι καινούριο τώρα, σούπερ. Άσχετο. Συνεχίζουμε. Η μάνα μου ήταν καθηγήτρια Αγγλικών, όχι του μορφωτικού επιπέδου του πατέρα μου, πιο γήινη...

-Είσαι μοναχοπαίδι;

-Ναι.

-Σου λείπει να έχεις αδέλφια;

-Όταν ήμουν μικρή ήθελα, όταν μεγάλωσα λίγο πάλι ήθελα. Όταν ήμουν σε πιο ενήλικη ζωή είπα «Δε θέλω». Πολλές φορές βλέπω αδέρφια που τα λυπάμαι λίγο, σκοτωμένα. Αν βλέπω όμως αδέρφια αγαπημένα, λέω «είναι δύναμη, ωραίο πράγμα».

-Πώς αποφάσισες να κάνεις αυτό που κάνεις σαν επάγγελμα;

-Δεν το επέλεξα, με επέλεξε. Ήταν τόσο πολύ, έβγαινε από μέσα μου.

-Σε τί είχες κλίση στο σχολείο δηλαδή;

-Στα θεωρητικά, μου άρεσε η ιστορία, έγραφα ωραίες εκθέσεις, μέχρι εκεί.

-Φαντασία;

-Φουλ, φουλ, φουλ. Ζούσα με τη φαντασία, σε βαθμό που μπορεί να ήταν και προβληματικό.

-Και αποφάσισες να πας σε κάποια σχολή;

-Αποφάσισε ο μπαμπάς μου να πάω στο πανεπιστήμιο, γιατί θεωρούσε ότι η μόρφωση είναι μεγάλο εφόδιο στη γυναίκα.

-Συμφωνείς;

Όχι, τελικά. Τελικά περνώντας τα χρόνια είναι χρήσιμη, αλλά όχι τόσο μεγάλη όπως διαπαιδαγωγήθηκα ότι είναι. Και πήγα στην Αγγλική φιλολογία, στο πτυχίο τα είδα όλα, και είπα «Ή ταν, ή επί τας», θα κάνω αυτό που θέλω εγώ, τα 'κανα όλα μπάχαλο και έφυγα, και πήγα δραματική σχολή. Θεοδοσιάδη. Πάρα πολύ τυχερή εκεί, με πολλή εύνοια. Κάναμε μια παράσταση, ήρθε η Άννα η Βαγενά -καλή της ώρα- με είδε, με ξεχώρισε, με τσίμπησε, και μετά πήραν το δρόμο τους. Ούτε τη δραματική δεν τέλειωσα. Μετά πήγαινε τρένο, μόνο του.

-Οι Απαράδεκτοι, που θεωρείται η μεγάλη επιτυχία σου, ήρθε πολύ αργότερα;

-Ήρθε πολύ νωρίς, πολύ γρήγορα. Είχα μια τριετία στο θέατρο.

-Και πώς ξεκίνησε η συγγραφή τους; Έγραφες;

-Οι Απαράδεκτοι ήρθαν σε μια εποχή που είχα αποφασίσει να παρατήσω το θέατρο, γιατί οι άνθρωποι μέσα στο θέατρο μου φαινόντουσαν κάπως... δεν πολυγούσταρα και είχα αποφασίσει να την κάνω, αλλά εκείνη την εποχή ήρθε ο Γιώργος ο Ράλλης, που μου είπε ότι πρέπει να γράψω, με έκανε να πιστέψω στον εαυτό μου, που εγώ δεν πίστευα -έγραφα επιθεώρηση μέχρι τότε με τον Φασουλή και τη Νικολακοπούλου. Αλλά με τρεις,τέσσερις επιθεωρήσεις δε νιώθεις ότι μπορείς να κάνεις και σειρά. Ήταν θέμα να με πιστέψουν και να το βγάλω προς τα έξω.

-Σε ενοχλεί που σε έχουν ταυτίσει με τους Απαράδεκτους;

-Όχι, είμαι περήφανη. Αυτό είμαι εγώ, είναι η ταυτότητά μου.

-Τι το ξεχωριστό είχαν οι Απαράδεκτοι;

-Τι να σου πω, ακόμα το ψάχνουμε. Ήταν πολλά μαζί. Για να γίνει κάτι τόσο φωτεινό, δε θέλει μία, δύο, πέντε, θέλει εκατόν πέντε συγκυρίες. Κουμπώσανε πολλά μαζί. Και από τα πιο σημαντικά, ήταν η απόλυτη αίσθηση υπευθυνότητας του καθένα, η απόλυτη δημοκρατία με την απόλυτη ισοπολιτεία, ένα δείγμα δουλειάς και αποτελεσματικότητας. Είναι αυτό ακριβώς που μας λείπει. Και είχε μια μοναδικότητα.

-Η μοναδικότητα αυτή παίζει ρόλο στην απάντησή σου στην κλισέ ερώτηση που σου κάνουν για το αν θα ξαναέκανες τους Απαράδεκτους;

-Σαφώς και παίζει. Βέβαια έχει τέτοια δυναμική σα ρίζα, που αν χρειαστεί σήμερα να ξαναγίνουν, εγώ τους βλέπω μπροστά μου. Απλά μασάω λίγο που λείπει ο Βλάσης. Και μασάω και ότι μήπως πρέπει να γίνουν άλλα πράγματα.

-Έχεις σκεφτεί δηλαδή τι θα έκαναν οι 4 πρωταγωνιστές σήμερα;

-Ναι, έχω σκεφτεί, αλλά δε θέλω να το μοιραστώ. Στην Ελλάδα που ζούμε ας μην πω καλύτερα.

-Τι θέση πιστεύεις θα έπαιρναν στο δημοψήφισμα του Ιουλίου;

-Θα είχαν διχαστεί.

-Με μια φίλη που το συζητούσαμε, που είναι τρομερή φαν της σειράς, μου έλεγε ότι ο Γιάννης και η Δήμητρα θα ήταν ΣΥΡΙΖΑ, ο Σπύρος κλασικά ΚΚΕ, και ο Βλάσης ίσως κανά Ποτάμι.

-Οκ, ναι, ναι. Ντάξει. Το χω σκεφτεί. Δε θέλω να σου πω. Δεν έχει πέσει πολύ μέσα η φίλη σου.

-Εσύ έχεις υπάρξει φεμινίστρια;

-Όχι, καμία σχέση μ' αυτά. Είναι διαχωρισμοί παιδικοί. Υπάρχουν εξαιρετικές γυναίκες και πανηλίθιες γυναίκες, υπέροχοι άντρες και πανύβλακες άντρες. Δεν πιστεύω στους διαχωρισμούς. Τώρα αν για αιώνες υπήρχε αντρική κυριαρχία και η γυναίκα ήταν «υπό», μαγκιά μας που το διεκδικήσαμε. Εγώ ποτέ δεν πίστευα στο φεμινισμό, ούτε την εποχή που ήταν μόδα, και ήμουν στα Εξάρχεια, και πίστευα ότι ο καθένας είναι αυτό που είναι. Υπήρχε τότε το ΑΚΟΕ, που είχαν μαζευτεί γκέι άντρες, γυναίκες, φεμινίστριες κτλ, και είχα πάει 5-6 φορές, και τους ρώτησα «γιατί έχετε ανάγκη να αποδείξετε ότι είναι φυσιολογικό αυτό που κάνετε; Είναι φυσιολογικό. Μόνο ότι μαζεύεστε και φωνάζετε είναι σα να λέτε ότι δεν είναι φυσικό». Το να είσαι γκέι είναι τόσο πολύ απόλυτο δικαίωμά σου που μου φαίνεται ανόητο να συσπειρώνεσαι και να κάνεις διαδήλωση. Για ποιο λόγο; Το ίδιο πιστεύω και για τη γυναίκα. Τι; Να διαδηλώνω που είμαι γυναίκα; Είμαι γυναίκα. Ναι. Αυτά μου φαίνονται λίγο μια αφορμή για να μαζευόμαστε, να φτιάχνουμε “events”.

-Το χιούμορ είναι ανδρική υπόθεση;

-Εσύ να μου πεις... Εγώ πάντως από τους άνδρες το 'μαθα. Από τον πατέρα μου, τους θείους μου, τους φίλους μου. Από αρσενικά μυαλά το τσίμπησα.

-Έχουν ένα προβάδισμα οι άνδρες εδώ δηλαδή;

-Στο χιούμορ; Ναι, μη λέμε ψέμματα. Η γυναίκα έχει ένα ναρκισσισμό που δεν την αφήνει να αυτοτσαλακωθεί. Είναι εκπαιδευμένη έτσι που πρέπει να είναι ερωτικό αντικείμενο. Οπότε και γιορτάζει τη μέρα της Γυναίκας, και βάζει πέντε γόβες και τρέχει. Παράνοια.

-Έχεις αντιμετωπίσει σεξισμό στη δουλειά σου;

-Ναι, πολύ. Την πέφτουνε οι άντρες, δεν κωλώνουν. Άντρες είναι, κάνουν τη δουλειά τους, αλλά κι εγώ τη δική μου. Είχα πολλές φορές παρενοχλήσεις, που δεν κάνανε όμως καμία ζημιά στο στόχο μου. Αντίθετα, ένας άντρας που σε γουστάρει, τον χειρίζεσαι και πιο εύκολα. Προς θεού, μη φανεί ότι δεν πιστεύω ότι δεν υπάρχουν γυναίκες που έχουν υποστεί σεξιστικές επιθέσεις κτλ, αλλά είναι και λίγο πλεονέκτημα που μπορείς να το στρέψεις, και είναι και λίγο υπερβολή, λίγο μημουαπτισμός της γυναίκας; Δεν ξέρω. Δε με πήγε ποτέ πίσω κάτι τέτοιο. Μου 'χει τύχει άνθρωπος με φοβερή δύναμη και κύρος να με στριμώξει στη γωνία και να του πω «Ώπα ώπα, μεγάλε, κούλαρε, χαλάρωσε». Εντάξει με σαμπόταρε σε κάποια άλλα πράγματα. Και; Μην τρελαθούμε. Μην τρελαθούμε. Άλλο οι γυναίκες που ζουν ας πούμε σε κράτη με κλειτοριδεκτομές. Μιλάω για το μοντέλο το δυτικό, το δικό μας στο οποίο νομίζω ο άντρας βογκάει πιο πολύ από την παρουσία μας (αλλά αυτό είναι μια άλλη κουβέντα).

-Έχει αλλάξει κάτι με το θέμα του σεξισμού στο χώρο εργασίας μέσα στα χρόνια;

-Πιστεύω ότι οι γυναίκες έχουν ανέβει πάρα πολύ, γιατί είναι πανέξυπνα όντα, είναι προικισμένα με το δώρο της μητρότητας, είναι εφευρετικότατες, πολύ πιο ευαίσθητες, με πάρα πολλά χαρίσματα, και πιστεύω οικειοθελώς παραχωρήσανε το σεξιστικό τους κομμάτι στον άντρα... Δεν ξέρω, τώρα μου φαίνονται μαλακίες αυτά, είναι ανόητα. Ποιος την πέφτει σε ποιον τώρα, όποιος γουστάρει πιο πολύ κι έχει μια δυναμική την πέφτει στον άλλο για να πας παρακάτω. Τι χαζομάρες είναι αυτές.

-Υπήρχε κάποια γυναικεία προσωπικότητα στο θέατρο ή το σινεμά που σε επηρέασε βαθιά;

-Όταν ήμουνα μικρούλα η Αλίκη Βουγιουκλάκη. Με τη χαρά της ζωής που έβγαζε.

-Σε άκουσα να λες ότι το πρόβλημα στην Ελλάδα είναι ότι δεν παράγουμε. Έχουμε τα εφόδια να το κάνουμε;

-Άμα συνεννοηθούμε ναι. Είναι θέμα 100% συνεννόησης. Δεν παίζει κάτι άλλο πιο σοβαρό από την ασυνεννοησία μας και το εμφυλιακό που κουβαλάμε. Εγώ το 'χα ψάξει αρκετά για το εμφυλιακό κύτταρο, και πήγα πολύ πίσω, στην πόλη-κράτος, όπου ο καθένας είχε την αυτονομία του, και κυβέρνηση, που ξεκινούσε από το ότι ο καθένας είχε το νερό του, το πηγάδι του, άρα είσαι αυτάρκης. Δεν είναι όπως σε άλλους πολιτισμούς όπου όλοι ήταν γύρω από το βασιλιά με αρδευτικό σύστημα, οπότε υπήρχε κεντρική εξουσία. Εδώ ο καθένας είχε το πηγαδάκι του, έκανε τη δουλίτσα του, κι ήτανε «μη μου τα ζαλίζεις κιόλας φιλαράκι, γιατί εγώ είμαι και αυτάρκης». Όλη αυτή η μορφολογία της Ελλάδας έχει διαμορφώσει την κατάσταση. Είναι πολύ βαθύ θέμα, μορφολογίας. Δηλαδή τα Κύθηρα σε σχέση με την Αμοργό ήταν δύο μέρη που μιλούσαν μεν ελληνικά, είχαν ίδια θρησκεία, όμως καθένας είχε την καραπαρτάρα του, κι αν έπρεπε να ενωθούν θα γινόντουσαν μπουρδέλο. Σε στυλ «και τι; Επειδή μιλάμε την ίδια γλώσσα;».

Θα ήταν πολύ ωραίο τα σχολεία μας να κάνουν ειδικό μάθημα για το εμφυλιακό μας προφίλ, και να μάθουν τα παιδιά τι κουβαλάμε, για να μπορέσει και να διορθωθεί. Εγώ θα το πρότεινα σε κάθε Υπουργό Παιδείας, να βάλει ξεχωριστό μάθημα στο σχολείο «ο Έλληνας και ο εμφύλιος». Να επενδύσουμε στην Παιδεία και σε βάθος ψαξίματος, που υστερούμε, τι είναι οι λαοί, πώς σέβεσαι τον εαυτό σου αλλά και τον άλλον. Πιστεύω δηλαδή ότι πρέπει να σεβαστούμε και το Κοράνι, γιατί σε αυτούς τους λαούς έχουμε δείξει μεγάλη αλαζονεία, και εμείς, ο δυτικός κόσμος, τους έχει κάνει ωρολογιακή βόμβα, το πώς τους εκμεταλλεύτηκε. Έπρεπε ο δυτικός κόσμος να δει ότι αυτοί οι λαοί είναι ωρολογιακή βόμβα. Δεν είναι όλα αυτά θέμα παιδείας;

-Ναι, αλλά και από την άλλη ο πολίτης που μένει στην Πλατεία Βικτωρίας θα σου πει...

-Καλά, ναι. Χέστηκα θα σου πει. Θα σου πει εγώ το σπίτι μου το πήρα 300.000 χιλιάδες, τώρα κάνει 50.000 και το βράδυ φοβάμαι να μπω στο σπίτι μου. Είναι τελείως άλλο κεφάλαιο αυτό. Είναι προσωπική ανθρώπινη προσέγγιση αυτή, φυσική. Το άλλο είναι μία προσέγγιση μακροσκοπική του φαινομένου.

-Εσύ έχεις ασχοληθεί με το μεταναστευτικό και τις προεκτάσεις του και μέσα από το θεατρικό σου, που παίζεται φέτος, το «Μάνα θα πάω στο Hollywood».

Πάρα πολύ. Έχω το ρόλο του μετανάστη που έρχεται στην Ελλάδα και αποφασίζει να μείνει, και φεύγει ο Έλληνας τελικά από την Ελλάδα. Έχω το ρόλο του Ελληνάρα. Έχει πάρα πολλά θέματα.

-Πώς σου προέκυψε σαν ανάγκη το να γράψεις το «Μάνα θα πάω στο Hollywood»;

Βλέποντας μια γενιά νέων παιδιών εκεί στα 30,35, 40 που ψάχνονται για μετανάστευση σε πάρα πολλές ειδικότητες, μηχανικοί, γιατροί, ηθοποιοί κτλ, και λέω θα το πιάσω μέσα από τη δική μου δουλειά, γνωρίζοντας ότι ο Έλληνας έχει μεγάλη αξία και μπορεί να κάνει πράγματα που να τα πουλήσει. Πιάνοντας αυτό το κομμάτι ξετύλιξα το νήμα μεταναστευτικό-εμφυλιακό-ομφάλιος λώρος με τη μάνα-τα μπουρδέλα της Φυλής, αυτά.

-Βλέποντας την παράσταση ένιωσα ότι έχει πολλά κοινά κωμικά στοιχεία με τους Απαράδεκτους.

-Πάρα πολλά. Έκανα πολλή δουλειά για να πάω λίγο πίσω. Τεχνικά πήγα και δούλεψα από κείνη την πλευρά των πραγμάτων, γιατί ήταν τόσο σοβαρά τα θέματα που έπρεπε να θίξω, που χρειάστηκε μια τεχνογνωσία παιδική, λίγο ελαφριά, για να μη βαρύνει το αποτέλεσμα. Δουλεύω πολύ σε αυτό το αντικείμενο, για αυτό έχω σταματήσει και να παίζω. Δε με νοιάζει το έργο μου να αναγνωριστεί από κριτικούς, να βραβευτεί, κτλ. Θέλω το έργο μου να ολοκληρώνει το στόχο που εγώ έχω στο νου μου, για μια ψυχική ανάγκη που υπάρχει τώρα. Και το κάνω με το δικό μου κώδικα.

-Θα σκεφτόσουν εσύ να φύγεις από τη χώρα;

-Το 'χω σκεφτεί αρκετές φορές. Θα 'θελα να έχω ένα πόδι έξω κι ένα μέσα, αλλά δε μπορώ να ζήσω μακρυά από την Ελλάδα. Δε μπορώ. Κι επειδή είμαι παιδί ξεριζώματος, ξέρω ότι ο τελικός προορισμός της ζωής μου είναι μόνο η Ελλάδα. Το ξέρει η ψυχή μου.

-Πες μου λίγο για τον ομφάλιο λώρο με τη μητέρα που είπες πριν... Συμβαίνει μόνο στους Έλληνες;

-Ξέρω γω; Είμαστε πιο συναισθηματικοί, και η μάνα με το παιδί είναι συναίσθημα, οπότε προτάσσει αυτό το πράγμα μετά, και πορεύεται με το συναίσθημα. Η λογική δεν μπαίνει εύκολα.

-Είναι κυρίως αρνητική αυτή η ιδιαίτερη σχέση που έχουμε με τη μητέρα μας ή μπορεί να κρύβει και κάτι θετικό;

-Ουδέν κακόν αμιγές καλού.

-Εσύ το αντιμετώπισες αυτό;

-Εγώ είχα μια περίεργη σχέση με τη μάνα μου, η οποία όμως εξελίχτηκε και τελείωσε πολύ όμορφα και φυσικά, και αποχαιρετιστήκαμε με πολλή αγάπη, και τέλος. Νομίζω αυτό πάντως αντιμετωπίζεται με αυτογνωσία. Να καθορίσουν τα όρια μάνας-παιδιού. Σ' απασχολεί έντονα και σένα, το βλέπω στο μάτι σου... (ακολουθούν δυνατά γέλια). Θέλει δουλίτσα, θέλει διάλογο.

-Έχεις κάποια συμβουλή από τη μητέρα σου που βρήκες χρήσιμη;

-Ναι, πολλά καλά. Ένα είναι ότι της πήγαινα έναν έλεγχο μαύρα χάλια, κι ενώ ο πατέρας μου φρίκαρε, η μάνα μου έλεγε, «άντε καλέ, δε βαριέσαι, και τι έγινε;». Έχω να θυμηθώ ότι μου λεγε μην κουράζεσαι πολύ παιδί μου. Κάποια στιγμή μου είχαν κάνει πρόταση για πρωινό στην τηλεόραση, και της λέω μαμά, είπα όχι. Και μου λέει, καλά έκανες, δεν είσαι εσύ να κουράζεσαι τόσο πρωί, να τρέχεις... Δεν είναι για μας αυτά. Και ένα πολύ καλό είναι όταν ήμουν 16, 17, και μου είχε πει ο φιλαράκος που τα 'χα πρωτοφτιάξει ότι θέλει να χωρίσουμε, εγώ έκλαιγα, της είπα τι είχε συμβεί και μου είπε «άντε καλέ, χιλιάδες θα βρεις, τι κάνεις έτσι...». Μεγάλη κουβέντα.

-Πιστεύεις στην ψυχανάλυση;

-Ναι, πιστεύω. Αλλά δεν πιστεύω ότι είναι πανάκεια. Είναι λίγο υπερεκτιμημένη. Σωστό πράγμα, οφείλουμε να το κάνουμε, όπως όταν πάμε σε ένα γιατρό όταν πονάει το πόδι μας, να πάμε και για την ψυχή μας, αλλά τόσο όσο. Σίγουρα κάνει καλό. Έχω κάνει, και με βοήθησε. Όταν έχεις ένα δίλημμα μεγάλο δηλαδή, είναι προτιμότερο να το συζητήσεις με έναν ειδικό παρά με έναν κολλητό που θα βάλει και το συναίσθημα και θα το δει από κοντά.

-Ποια ήταν η τελευταία ταινία/παράσταση που είδες;

-Είδα το Ντι Κάπριο.

-Σου άρεσε;

-Ντάξει, δεν τρελάθηκα. Τι ήταν αυτό τώρα; Μια αληθινή ιστορία που την άλλαξαν εντελώς, ήταν πολύ πιο ωραία, γιατί η ζωή γράφει πολύ πιο ωραία σενάρια από τους Αμερικάνους, και την κάνανε εξαιρετικά, με όλο το περιτύλιγμα, με ωραία παιξίματα, αλλά σαν γραφή... ναι, και; Ότι τι; Το κάνανε National Geographic.

-Περίγραψέ μου μια τυπική μέρα σου.

-Ξυπνάω το πρωί αργά. Όχι νωρίς. Πίνω ένα καφέ, διαβάζω όλες τις ειδήσεις που υπάρχουν, μπαίνω σε διάφορα site και διαβάζω.

-Στη Huffington μπαίνεις;

-Ναι, σε αυτό και στο άλλο (διστάζει για λίγο μέχρι να θυμηθεί ακριβώς το όνομα) το ...24... 7 (εννοώντας το News247), μετά κατάλαβα όταν μου είπες για το site που δουλεύεις ότι έμπαινα ήδη σε αυτά, φαντάσου. Μπαίνω κάθε μέρα για ειδήσεις. Μετά έρχονται τα ραντεβού της ημέρας. Σημειώσεις από φλασιές που μου έρχονται μέσα στη μέρα. Άλλες δουλειές που είναι βαρετές, και το βράδυ μπορεί να πάω στην παράσταση μας, που το θεωρώ δουλίτσα. Βλέπω την παράσταση πόσο «κατεβαίνει» στα αλήθεια, σε μένα, που με θεωρώ μέσο θεατή.

-Έχει τύχει να δεις σε παράστασή σου ότι δε βγήκε αυτό που ήθελες;

-Σε άλλη παράστασή μου, δεν έχω ανέβει να υποκλιθώ ούτε στην πρεμιέρα, γιατί δεν πέρναγε αυτό που ήθελα αρχικά. Έτσι αποφάσισα να σταματήσω να παίζω, για να μπορώ να την περιφρουρώ από κάτω.

-Άσχετα από το που ανήκεις πολιτικά, είσαι αισιόδοξη για την πολιτική κατάσταση;

-Θέλω να είμαι αισιόδοξη, επειδή ζω με τα παραμύθια που φτιάχνω, έχω φτιάξει ένα παραμύθι ότι θα πάμε παρακάτω. Άρα αισιόδοξη, επειδή όμως έχω τη μυθοπλασία έμφυτη, αλλιώς δεν ξέρω.

-Η Πρώτη Φορά Αριστερά στην εξουσία τι γεύση σου άφησε;

-Όπως τη φανταζόμουνα όταν έφευγα από την ΚΝΕ. Ότι είναι λίγο χάσιμο χρόνου αυτοί οι διαχωρισμοί Αριστερά-Δεξιά, χρειάζεται μεγάλη κοινωνική ευαισθησία, και παράλληλα μεγάλη οργάνωση τεχνοκρατική, είναι τελειωμένα πράγματα αυτά, τα Αριστερά-Δεξιά. Έχουν τελειώσει από χρόνια, απλώς δεν το χει πει κανείς σε κανένα. Θέλει μια προσέγγιση με μεγαλύτερη κοινωνική ευαισθησία, όχι τόση συσσώρευση πλούτου σε τόσο λίγα χέρια, με μία άλλη μορφή που δε μπορώ να σου πω, γιατί αν μπορούσα θα ήμουν ο καινούριος Ένγκελς και Μαρξ, πρέπει να το βρούνε άλλοι. Απλά βλέπουμε ότι θα πρέπει να ενσωματωθεί σε ένα σύστημα όλη αυτή η ευαισθησία της Αριστεράς, και να μη μένει σε... ποίηση. Γιατί έχει μείνει σε ποίηση, και στην εφαρμογή τίποτα.

-Αν είχες τη δυνατότητα να πραγματοποιήσεις μια ευχή σου;

-Τώρα; Δε θέλω να στην πω. Όχι γιατί δε λέγεται, δεν είναι ιδιωτικής μορφής, αλλά κάτι που θέλω πάρα πολύ αποφεύγω να το πω αν δεν είναι ακόμα ώριμο.

-Άρα το ταξίδι που μου έλεγες στην αρχή ότι θες να κάνεις δεν είναι μια ανάγκη κορυφαία αυτή τη στιγμή, προέχει κάτι άλλο.

-Κοίτα κορυφαία είναι κάθε στιγμή που ζούμε τώρα, μην τρελαθούμε. Είναι και λίγο μαλακία να ζούμε για το μεγάλο όνειρο. Τώρα, αυτό που κάνουμε είναι μια κορυφαία στιγμή. Τόσο απλά.

-Έχεις κάποιο σλόγκαν που ακολουθείς στη ζωή;

-Αν δε μπορείς να χάσεις κάτι, δε μπορείς και να το 'χεις.

-Ευχαριστώ.

-Κι εγώ.

Η παράσταση της Δήμητρας Παπαδοπούλου «Μάνα θα πάω στο Hollywood» με τους Θανάση Αλευρά, Κωνσταντίνα Μιχαήλ, Αντώνη Κρόμπα, Jerome Kaluta, Πέτρο Γεωργοπάλη, Στράτο Λύκο, Παναγιώτη Αλεξανδράκη και Ελένη Ροδά, παίζεται στο Θέατρο Ιλίσια.