Οι κατηγορίες περί «μαριονέτας του Πούτιν» λένε πολλά για τη θλιβερή κατάσταση των σχέσεων ΗΠΑ-Ρωσίας

Όλα αυτά ανασύρουν το ερώτημα: πώς οικοδομούν οι ΗΠΑ μια ουσιαστική στρατηγική προσέγγιση προς τη Ρωσία; Τις τελευταίες δεκαετίες, δοκιμάσαμε τον περιορισμό, την αντιπαράθεση, τη διπλωματία, την επαναφορά των σχέσεων και πολλές άλλες προσεγγίσεις - καμία από τις οποίες δεν ήταν ιδιαιτέρως επιτυχής. Οι ΗΠΑ θα πρέπει να δουν την αλήθεια που κρύβεται σε αυτό το παλιό ρωσικό ρητό. Τα καλά νέα είναι πως οι ΗΠΑ δεν είναι η άλλη αρκούδα, αλλά ο αετός. Η προσέγγισή μας θα πρέπει να ωφεληθεί των σχετικών γεωπολιτικών πλεονεκτημάτων μας για να δημιουργήσει μια συναλλακτική σχέση που μέσα στα χρόνια θα επιτρέψει στις ΗΠΑ και τη Ρωσία να μειώσουν την ευθεία σύγκρουση και να απαλύνουν τις διαφορές τους.
ANTHONY WALLACE via Getty Images

Θα πρέπει να βάλουμε σε προτεραιότητα τα θέματα Ρωσίας-ΗΠΑ, στα οποία μπορεί να υπάρξει συνεργασία - στην πραγματικότητα είναι πολύ λίγα.

Στο τρίτο προεδρικό ντιμπέιτ, οι υποψήφιοι αντάλλαξαν κατηγορίες για το ποιος είναι στα αλήθεια μαριονέτα του Ρώσου Προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν. Στην καυτή ατμόσφαιρα των αμερικανικών εκλογών που βρισκόμαστε, αυτό λέει πολλά για τη θλιβερή κατάσταση των Αμερικανικο-Ρωσικών σχέσεων το γεγονός ότι η πιο σημαντική συζήτηση στις αμερικανικές εκλογές αφορούσε μια πικρή διαφωνία για τη Ρωσία, χωρίς καθόλου στρατηγική συζήτηση για το πώς να διαχειριστούμε τη σχέση μας με μια χώρα που ελέγχει ένα ευρύ πυρηνικό οπλοστάσιο και έχει επεκτατικές φιλοδοξίες.

Μια κοινή ρώσικη παροιμία λέει πως «δύο αρκούδες δε ζουν στην ίδια φωλιά» και η γεμάτη έριδες παγκόσμια σχέση ΗΠΑ-Ρωσίας σήμερα φαίνεται να δείχνει κάτι τέτοιο. Έχουμε σημαντικότατες διαφωνίες με τη Ρωσία για τις υποτιθέμενες κυβερνοεπιθέσεις που φαίνεται να αποτελούν μια προσπάθεια εμπλοκής στις αμερικανικές εκλογές, για τη ρωσική υποστήριξη στο στυγνό δικτάτορα της Συρίας, Μπασάρ Άσσαντ και κυρίως, βαθιές αντιρρήσεις για τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και την προσάρτηση της Κριμαίας.

Ο Πούτιν συνεχίζει να τα πηγαίνει πολύ καλά με το πιο σημαντικό κοινό του, το λαό της Ρωσίας, με ένα μείγμα διεθνούς ψευτοπαλικαριάς και εσωτερικών μηνυμάτων που σηματοδοτεί την αρρενωπότητα, την κυριαρχία του και την εθνικιστική κίνηση για να ξαναφέρει στη Ρωσία τη σοβιετικού τύπου κυριαρχία της στις ανεξάρτητες δημοκρατίες που βρίσκονται στα σύνορά της («near abroad countries). Αυτό το σύνολο χωρών -πολλές από τις οποίες, όπως η Εσθονία, η Λετονία και η Λιθουανία, είναι μέλη του ΝΑΤΟ- που έχουν την ατυχία να βρίσκονται στα ρωσικά σύνορα, ανησυχούν βαθύτατα για τυχόν εκδικητικές πρωτοβουλίες της Ρωσίας.

Η ρωσική στρατηγική φαίνεται να επικεντρώνεται στο να διατηρηθεί η δημοτικότητα του Πούτιν στη χώρα. Στην οικοδόμηση ισχυρής στρατιωτικής ικανότητας στις ειδικές δυνάμεις, τα πυρηνικά όπλα και τα προηγμένης τεχνολογίας υποβρύχια. Στην πίεση των γειτονικών χωρών να συνυπογράψουν διάφορες αμυντικές συνθήκες στις οποίες θα έχει κυρίαρχο ρόλο η Ρωσία. Και στην απώθηση των σχεδίων των ΗΠΑ όπου μπορεί. Ενώ ο Πούτιν είναι ένας ικανός τακτικά ηγέτης, η στρατηγική του έχει αρκετά μειονεκτήματα που είναι πιθανό να κρατήσει τις ΗΠΑ και τη Ρωσία σε σύγκρουση για το εγγύς μέλλον.

Όλα αυτά ανασύρουν το ερώτημα: πώς οικοδομούν οι ΗΠΑ μια ουσιαστική στρατηγική προσέγγιση προς τη Ρωσία; Τις τελευταίες δεκαετίες, δοκιμάσαμε τον περιορισμό, την αντιπαράθεση, τη διπλωματία, την επαναφορά των σχέσεων και πολλές άλλες προσεγγίσεις - καμία από τις οποίες δεν ήταν ιδιαιτέρως επιτυχής.

Οι ΗΠΑ θα πρέπει να δουν την αλήθεια που κρύβεται σε αυτό το παλιό ρωσικό ρητό. Τα καλά νέα είναι πως οι ΗΠΑ δεν είναι η άλλη αρκούδα, αλλά ο αετός. Η προσέγγισή μας θα πρέπει να ωφεληθεί των σχετικών γεωπολιτικών πλεονεκτημάτων μας για να δημιουργήσει μια συναλλακτική σχέση που μέσα στα χρόνια θα επιτρέψει στις ΗΠΑ και τη Ρωσία να μειώσουν την ευθεία σύγκρουση και να απαλύνουν τις διαφορές τους.

Ο Πούτιν ενθαρρύνεται από τις φυγόκεντρες δυνάμεις που κομματιάζουν την ΕΕ, όπως το Brexit, τη συνεχή ελληνική οικονομική κρίση και την άνοδο των ακροδεξιών παρατάξεων.

Φυσιολογικά, θα υπάρξουν τόσο βαθιές διαφορές που θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε τη Ρωσία. Τα τρία προαναφερθέντα ζητήματα - κυβερνοεπιθέσεις, Συρία και Ουκρανία - εμπίπτουν σε αυτή την κατηγορία. Όταν υπάρχει ξεκάθαρη παραβίαση του διεθνούς δικαίου ή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων (κυρίως εκτός ρωσικών συνόρων), οι ΗΠΑ θα πρέπει να χρησιμοποιήσουν τους μηχανισμούς της διπλωματίας και να προσπαθήσουν να πείσουν τη Ρωσία να αλλάξει τη συμπεριφορά της.

Θα πρέπει όμως επίσης να αναζητήσουμε και πεδία συνεργασίας. Κάποια τέτοια υπάρχοντα ή πιθανά πεδία συνεργασίας είναι η από κοινού αντιμετώπιση των ναρκωτικών (η Ρωσία έχει τεράστιο πρόβλημα με τον εθισμό στα ναρκωτικά και τεράστιο συμφέρον στο να σταματήσει η ροή των ναρκωτικών από τα σύνορα, κυρίως η ηρωίνη από το Αφγανιστάν). Η από κοινού αντιμετώπιση της πειρατείας στην ακτή της Αφρικής και αλλού (στο κομμάτι αυτό έχει ήδη γίνει αρκετή καλή δουλειά). Η από κοινού αντιμετώπιση της τρομοκρατίας (κυρίως εναντίον του αποκαλούμενου Ισλαμικού Κράτους). Ο έλεγχος των όπλων (κυρίως σε στρατηγικά πυρηνικά οπλοστάσια). Η περιοχή της Αρκτικής (όπου και οι δύο χώρες έχουν κοινό συμφέρον στο να αποφευχθούν στρατιωτικές κινητοποιήσεις). Το περιβάλλον (και οι δύο χώρες έχουν υπογράψει τη συμφωνία COP21 για τον έλεγχο των εκπομπών και τη μείωση του φαινομένου του θερμοκηπίου). Μερικά από αυτά τα θέματα πιθανής συνεργασίας θα προχωρήσουν ή όχι αναλόγως της σχέσης και της θέλησης των δύο χωρών να συμφωνήσουν, όμως δυνατότητες υπάρχουν για όλα.

Επιπλέον, θα πρέπει να στηρίξουμε σθεναρά τις αποκαλούμενες πρωτοβουλίες «Track 2», που περιλαμβάνουν από ακαδημαϊκά προγράμματα ανταλλαγών (η Σχολή Νομικής και Διπλωματίας Fletcher στο Πανεπιστήμιο Tufts, όπου είμαι Πρύτανης, έχει δύο ισχυρές συνεργασίες με αδερφά ιδρύματα στη Μόσχα), μέχρι αθλητισμό και τέχνες. Ενώ κανένα από τα παραπάνω δε θα αλλάξει ριζικά το τοπίο, οι πρωτοβουλίες αυτές μπορούν συν τω χρόνω να οδηγήσουν στη δημιουργία ενός πλαισίου πολιτών και στις δύο χώρες με αμοιβαία και πιο πλήρη γνώση και κατανόηση για την άλλη χώρα.

Η πιο δύσκολη περιοχή για να δημιουργηθεί μια λογική στρατηγική προσέγγιση θα είναι η Ευρώπη, όπου τόσο τα μακρόχρονα μέλη του ΝΑΤΟ στη Δυτική Ευρώπη όσο και τα σχετικά νέα μέλη της συμμαχίας στην Ανατολή (Εσθονία, Λετονία, Λιθουανία, Πολωνία και άλλες χώρες) είναι ανήσυχες για τις ρωσικές προθέσεις. Ο Πούτιν θέλει απελπισμένα να αποδυναμώσει ή να σπάσει τον υπερ-Ατλαντικό σύνδεσμο ανάμεσα στις ΗΠΑ και τους Ευρωπαίους συνεργάτες των. Ενθαρρύνεται από τις φυγόκεντρες δυνάμεις που κομματιάζουν την ΕΕ, όπως το Brexit, τη συνεχή ελληνική οικονομική κρίση και την άνοδο των ακροδεξιών παρατάξεων.

Η καλύτερη προσέγγιση σε επίπεδο Ευρωπαϊκών χωρών που δεν ανήκουν στο ΝΑΤΟ και Ρωσίας είχε προταθεί από τον Χένρι Κίσινγκερ σε ένα επιδραστικό άρθρο του 2014 με τίτλο «Για να λυθεί η κρίση στην Ουκρανία, ξεκινήστε από το τέλος». Ενώ το άρθρο αφορά κατά κύριο λόγο την Ουκρανία, τονίζει μια πιο ισορροπημένη και έξυπνη προσέγγιση στη Ρωσία, με ένα συναλλακτικό πλεονέκτημα (για παράδειγμα: «η εξωτερική πολιτική είναι η τέχνη της δημιουργίας προτεραιοτήτων» και «οι ηγέτες όλων των πλευρών θα πρέπει να εστιάσουν στο να εξετάζουν το αποτέλεσμα και όχι να συναγωνίζονται στο να προσποιούνται»).

Τέλος, στο κομμάτι του κυβερνοχώρου, χρειαζόμαστε και πάλι μια πολύ ισχυρή πολιτική που θα έχει χαρακτήρα αλληλεπίδρασης, που θα θέλει να δημιουργήσει ένα καθεστώς αμοιβαίου περιορισμού όσον αφορά τις επιθέσεις που γίνονται σε μεγάλη κλίμακα, όπως οι πρόσφατες αναμείξεις στο αμερικανικό εκλογικό σύστημα. Κάτι τέτοιο απαιτεί τόσο το να δείξουμε στη Ρωσία τις δικές μας δυνατότητες (π.χ. αντίποινα αναλογικά), όσο και το να εμπλακούμε σε σαφείς διαπραγματεύσεις ορίζοντας τον κυβερνοχώρο σα μια ειδική ζώνη, λίγο πολύ σαν τα πυρηνικά όπλα.

Συνοπτικά, τα βασικά στοιχεία μιας στρατηγικής θα ήταν η σύγκρουση, όπου αυτό κρινόταν απαραίτητο, σε περίπτωση σοβαρής πρόκλησης. Η συνεργασία όπου αυτό είναι δυνατόν, κυρίως στις περιοχές κοινών συμφερόντων. Η λήψη μιας ισορροπημένης προσέγγισης στην Ευρώπη που θα δίνει κεντρικό ρόλο στο ΝΑΤΟ, όσον αφορά την εμπλοκή των ΗΠΑ σε επίπεδο ασφάλειας αλλά θα αναγνωρίζει και ένα επίπεδο ρωσικών συμφερόντων στις γειτονικές χώρες. Η δημιουργία τακτικών καθεστώτων που θα διασφαλίσουν ότι οι στρατιωτικές μας δυνάμεις δε θα εμπλακούν σε κάποια σύγκρουση κατά λάθος, που θα διασφαλίσουν ότι τα «καυτά μέτωπα» σε όλα τα επίπεδα είναι σε ετοιμότητα. Και η διατήρηση μιας συνεχούς συζήτησης στο Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών και διμερώς, παρά τις αυξανόμενες εντάσεις.

Δεν είναι προς κανενός το συμφέρον να «γλιστήσουμε» σε ένα νέο Ψυχρό Πόλεμο και ακόμα δεν έχουμε εμπλακεί σε έναν. Όμως χωρίς μια προσεκτικά σχεδιασμένη στρατηγική προσέγγιση -βασισμένη σε εθνικά συμφέροντα και στις δύο πλευρές και σε μια συναλλακτική νοοτροπία - προχωράμε προς τον κίνδυνο. Μια αρκούδα και ένας αετός μπορούν να συνυπάρξουν σε ένα σχετικά μικρό οικοσύστημα, όχι όμως αν στέκονται επανειλημμένα και συνειδητά εχθρικά το ένα απέναντι στο άλλο. Χρειαζόμαστε ένα λογικό στρατηγικό σχέδιο με συναλλακτικές αξίες για να διασφαλίσουμε ότι δε θα περάσουμε από μια διεθνή όχληση σε μια απροσχεδίαστη σύγκρουση κι από κει σε μια συνειδητή στρατιωτική δράση.

Το άρθρο δημοσιεύθηκε αρχικά στη The World Post και μεταφράστηκε στα ελληνικά.

Δημοφιλή