Γράφει ο Νίκος Πέτρου, Πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρίας Προστασίας της Φύσης (ΕΕΠΦ), Πρόεδρος του Foundation for Environmental Education (FEE)
Πριν ακριβώς δέκα χρόνια, στην 21η Διάσκεψη των Μερών της Σύμβασης Πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών για το Κλίμα και την Κλιματική Αλλαγή (COP21), επιστήμονες και πολιτικοί από 195 χώρες συγκεντρώθηκαν στο Παρίσι και ετοίμασαν ένα σχέδιο για να αποτρέψουν την κλιματική καταστροφή και να διασφαλίσουν ένα βιώσιμο μέλλον. Η Συμφωνία του Παρισιού, η «μεγαλύτερη επιτυχία της διεθνούς διπλωματίας», αυτό το «μεγάλο βήμα για την ανθρωπότητα», δεν ήταν ένα πλήρες σχέδιο, αλλά μία, σχεδόν παγκόσμια, δέσμευση, την οποία όλοι περίμεναν ότι θα ακολουθούσαν και άλλα βήματα, με βάση πάντα την επιστήμη, προς ταχύτερη και ουσιαστική κλιματική δράση.
Πολλοί ήλπισαν, και πίστεψαν, τότε ότι αυτή θα ήταν η αρχή μιας νέας εποχής και για το πολιτικό μέλλον του πλανήτη, με μεγαλύτερη διεθνή συνεργασία, αμοιβαίες δεσμεύσεις και αλληλεγγύη, και με δεύτερο γνώμονα τους 17 φιλόδοξους Στόχους Βιώσιμής Ανάπτυξης των Ηνωμένων Εθνών. Μάλιστα, ο τότε Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ, Μπαν Κι-μουν, συχνά έλεγε ότι ο αγώνας για βιώσιμη ανάπτυξη θα καθόριζε τον 21ο αιώνα, όπως ο αγώνας για τα ανθρώπινα δικαιώματα καθόρισε τον 20ο.
Σήμερα, ιδιαίτερα μετά τις γεωπολιτικές ανακατατάξεις των τελευταίων ετών, η κατάσταση είναι τελείως διαφορετική. Η πιο «εμφανής» ανατροπή είναι οι αλλαγές στη στάση των ΗΠΑ υπό τον Ντόναλντ Τραμπ, αδιάλλακτο αρνητή της κλιματικής αλλαγής.
Ο Πρόεδρος Τραμπ απέσυρε τη χώρα του από τη Συμφωνία του Παρισιού (το 2017 και ξανά το 2025), κατήργησε τη νομοθεσία του προκατόχου του περί μείωσης του πληθωρισμού (Inflation Reduction Act), η οποία, αν και στρεβλωτική για τη διεθνή οικονομία, αποσκοπούσε στη στήριξη μιας νέας, πράσινης οικονομίας, απαξιώνει με κάθε ευκαιρία την κλιματική επιστήμη και εντείνει τις εξορύξεις, συμπεριλαμβανομένου και του λιγνίτη. Αξίζει, επίσης, να σημειώσουμε ότι, ενώ το 2015 οι ΗΠΑ ήταν αμελητέος παίκτης στην αγορά του φυσικού αερίου και ακόμη απαγορευόταν η εξαγωγή του πετρελαίου τους, σήμερα είναι ο μεγαλύτερος εξαγωγέας πετρελαίου και υγροποιημένου αερίου στον κόσμο!
Οι αλλαγές δεν περιορίζονται στις ΗΠΑ. Η πρώτη κίνηση του Μαρκ Κάρνεϊ, Καναδού οικονομολόγου που είχε συμβάλλει στη Συμφωνία του Παρισιού, μόλις ανέλαβε την πρωθυπουργία της χώρας του, ήταν να καταργήσει τον φόρο άνθρακα. Η Πρόεδρος του Μεξικού, Κλαούντια Σέινμπαουμ Πάρδο, κλιματική επιστήμονας και ακαδημαϊκός, μιλά πλέον για «εθνική ενεργειακή κυριαρχία» και έχει αυξήσει την εξόρυξη πετρελαίου και αερίου, χαίρει δε ευρύτατης αποδοχής. Και στην Ευρώπη όμως πληθαίνουν οι φωνές, μεταξύ τους και της Ελλάδας, που ζητούν αποδυνάμωση της περιβαλλοντικής νομοθεσίας και επιβράδυνση της πράσινης μετάβασης, και απομακρύνονται από την κοινή γραμμή, όπως, για παράδειγμα, στην πρόσφατη ψηφοφορία του Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού (IMO) για το μηδενικό ισοζύγιο άνθρακα στη ναυτιλία.
Η οπισθοδρόμηση στις κλιματικές πολιτικές είναι παντού εμφανής και πλέον είναι πολλοί οι πολιτικοί που εμφανίζουν ως επιτακτική ανάγκη όχι την κλιματική δράση, αλλά τον «κλιματικό ρεαλισμό». Είναι χαρακτηριστικό ότι, ενώ στο διάστημα 2019-2021 υιοθετήθηκαν παγκοσμίως περισσότερες από 300 νέες πολιτικές μετριασμού και προσαρμογής, το 2023 αυτές ήταν λιγότερες από 200 και το 2024 ήταν μόλις 50.
Η έκθεση του Προγράμματος Περιβάλλοντος των Ηνωμένων Εθνών (UNEP) για τις παγκόσμιες εκπομπές το 2024 επεσήμανε ότι δεν παρατηρήθηκε πρόοδος σε σχέση με τους κλιματικούς στόχους, αντίθετα οι εκπομπές αυξήθηκαν κατά 1,2%. Σημείωνε επίσης ότι με τους υπάρχοντες κλιματικούς στόχους η μείωση των εκπομπών ως το 2030 θα είναι μόλις 5,9%, αντί για 43% που χρειάζεται για να διατηρήσουμε την αύξηση στον 1.5°C. Ταυτόχρονα, δεκάδες από τους αρχιτέκτονες της Συμφωνίας του Παρισιού απηύθυναν ανοιχτή επιστολή προς τη Σύμβαση Πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών για το Κλίμα και την Κλιματική Αλλαγή (UNFCCC), ζητώντας αναθεώρηση του «ξεπερασμένου» μηχανισμού των COP που δεν μπορεί να εγγυηθεί την «έγκαιρη και αποτελεσματική αντίδραση στην κλίμακα που απαιτείται για να διασφαλιστεί το κλιματικό μέλλον της ανθρωπότητας».
Σε αυτό το πλαίσιο, λοιπόν, ξεκίνησε, σε ένα συμβολικό μέρος, στο Μπελέμ της Βραζιλίας που είναι η κύρια είσοδος στον Αμαζόνιο, η COP30, την οποία η υπουργός Περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής της χώρας, Μαρίνα Σίλβα, είχε χαρακτηρίσει πέρσυ, στη διάσκεψη του Μπακού, ως τη «μητέρα όλων των COP».
Ο Πρόεδρος της Βραζιλίας, Λουίς Ινάσιο Λούλα ντα Σίλβα, έχει ήδη συγκαλέσει μια συνάντηση παγκόσμιων ηγετών πριν την επίσημη έναρξή της, από την οποία όμως απουσιάζουν οι «μεγάλοι» ηγέτες των ΗΠΑ, Κίνας, Ινδίας και Ρωσίας.
Ο Πρόεδρος ντα Σίλβα τόνισε ότι η εποχή των υποσχέσεων και των καλών προθέσεων έχει παρέλθει και ότι «… οι COP δεν μπορεί πλέον να είναι συναντήσεις διαπραγμάτευσης και παρουσίασης καλών ιδεών αλλά πρέπει να γίνουν στιγμές αποδοχής της πραγματικότητας και ουσιαστικής δράσης για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης … το 2025 πρέπει να γίνει η χρονιά που διοχετεύουμε όλη μας τη λύπη [για τις κλιματικές καταστροφές], όλη μας την αγανάκτηση, προς εποικοδομητική, συλλογική δράση!». Δεν παρέλειψε, επίσης, να καυτηριάσει τις «… εξτρεμιστικές φωνές που κατασκευάζουν ψευδονέα, καταδικάζοντας τις μελλοντικές γενιές να ζήσουν σε έναν πλανήτη ρημαγμένο από την κλιματική αλλαγή», δείχνοντας εμμέσως πλην σαφώς τον Αμερικανό Πρόεδρο.
Ας δούμε τα κύρια διακυβεύματα της φετινής συνόδου, για τα οποία χρειάζονται ουσιαστικές αποφάσεις ώστε να αρχίσει να κλείνει η ψαλίδα ανάμεσα στα λόγια και τα έργα.
Η αναθεώρηση των εθνικών κλιματικών στόχων (NDCs), σύμφωνα με τις προβλέψεις της Συμφωνίας του Παρισιού. Όταν έληξε η προθεσμία για την υποβολή των νέων στόχων, τον περασμένο Φεβρουάριο, μόλις 15 χώρες (8%) είχαν συμμορφωθεί. Στα μέσα Οκτωβρίου, ο αριθμός είχε ανέβει σε 86, όμως πολύ λίγοι από τους νέους στόχους είναι συμβατοί με το μονοπάτι του 1.5°C (μεταξύ τους αυτοί του Ηνωμένο Βασίλειο και της Βραζιλίας) και για πολλές χώρες έχουν οπισθοδρομήσει. Τα σχέδια των μεγάλων παικτών, της Ευρωπαϊκής Ένωσης, του Ηνωμένου Βασιλείου, της Κίνας, της Ινδίας, θα παίξουν καθοριστικό ρόλο γιατί πολλές από τις μικρότερες χώρες περιμένουν να δουν τι δεσμεύσεις θα αναλάβουν εκείνες πριν υποβάλουν τα δικά τους σχέδια.
Η χρηματοδότηση των αναπτυσσόμενων χώρων. Τα φιλόδοξα σχέδια είναι άχρηστα αν δεν υποστηρίζονται από τους απαραίτητους πόρους. Στο Μπακού συμφωνήθηκε ότι οι ανεπτυγμένες χώρες θα κινητοποιούσαν τουλάχιστον 300 δισ. δολάρια ετησίως, όταν οι πραγματικές ανάγκες εκτιμώνται σε περισσότερα από 1,3 (έως και 4) τρισ. δολάρια ετησίως. Πρόσφατα, η Προεδρία της COP30 δημοσίευσε τον «Οδικό χάρτη Μπακού-Μπελέμ» (Baku to Belém Roadmap), ένα πλαίσιο με πέντε κύριους άξονες που αποσκοπεί να προσεγγίσει όλους τους εμπλεκόμενους, από κυβερνήσεις και κρατικούς φορείς ως τον ιδιωτικό τομέα.
Στόχος του είναι η αύξηση της χρηματοδότησης ώστε να φτάσει το 1,3 τρισ. δολάρια που ζητούν οι φτωχότερες χώρες, «αυξάνοντας την προσφορά, κάνοντας τη ζήτηση πιο στοχευμένη και ενισχύοντας την πρόσβαση και τη διαφάνεια».
Το κείμενο δεν είναι ανοιχτό για διαπραγμάτευση, όμως, για μια ακόμη φορά, δεν περιέχει δεσμευτικούς όρους και βασίζεται στον «ουσιαστικό διάλογο με όλα τα εμπλεκόμενα μέρη». Εδώ πρέπει να θυμηθούμε ότι οι ΗΠΑ έχουν περικόψει δραματικά τα προγράμματα διεθνούς οικονομικής βοήθειας, και ότι άλλες χώρες, όπως η Γαλλία, η Γερμανία και το Ηνωμένο Βασίλειο έχουν επίσης ανακοινώσει περικοπές.
Η προσαρμογή. Oι τομείς εφαρμογής του Παγκόσμιου Στόχου για την Προσαρμογή (Global Goal on Adaptation) –νερό, υγεία, οικοσυστήματα, υποδομές, εξάλειψη φτώχειας και πολιτιστική κληρονομιά– είχαν συμφωνηθεί στην COP28, όμως ο καθορισμών δεικτών παρακολούθησης και αξιολόγησης είχε μετατεθεί για τη φετινή COP.
Το έλλειμα στη χρηματοδότηση της προσαρμογής υπολογίζεται σε 187-359 δισ. δολάρια ετησίως, κάτι που έχει μεγάλες επιπτώσεις στις πιο ευάλωτες χώρες και κοινότητες, ιδιαίτερα εν όψει των εντεινόμενων κλιματικών καταστροφών. Πολλές οργανώσεις και κυβερνήσεις πιέζουν να τεθεί νέος, συγκεκριμένος στόχος χρηματοδότησης, καθώς ο προηγούμενος (να διπλασιαστεί η χρηματοδότηση) που είχε συμφωνηθεί στη Γλασκώβη (COP26) εκπνέει φέτος.
Ταυτόχρονα, η Προεδρία της COP30 ενθαρρύνει τις χώρες να συντάξουν και να υποβάλλουν «Εθνικά Σχέδια Προσαρμογής».
Η προστασία της φύσης ως κλιματικής υποδομής. Βασικός άξονας θα είναι η αναστροφή της αποδάσωσης και η αποκατάσταση των οικοσυστημάτων. Η Βραζιλία θα ανακοινώσει έναν νέο, καινοτόμο μηχανισμό για την προστασία των τροπικών δασών, το Tropical Forest Recovery Facility, που θα λειτουργεί ως επενδυτικό σχήμα και όχι ως αποδέκτης συνεισφορών, επιβραβεύοντας όσους διατηρούν τα δάση τους. Μάλιστα ο Πρόεδρος Λούλα ντα Σίλβα δήλωσε ότι η χώρα του θα συνεισφέρει 1 δισ. δολάρια στο νέο σχήμα. Σε μια απροσδόκητη ανατροπή, η κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου ανακοίνωσε, την προηγούμενη Τετάρτη ότι αποσύρει την υπεσχημένη συμμετοχή της ύψους 125 δισ. δολαρίων, μια κίνηση που εξόργισε την Βραζιλιάνικη κυβέρνηση.
Η απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα. Παρά την άτολμη διατύπωση και τα πολλά «παραθυράκια» για την πετρελαϊκή βιομηχανία, το τελικό κείμενο της COP28 τόνιζε την ανάγκη «μετάβασης από τα ορυκτά καύσιμα» και έθετε στόχους όπως ο τριπλασιασμός του δυναμικού από ΑΠΕ παγκοσμίως και διπλασιασμός του ρυθμού βελτίωσης της ενεργειακής αποδοτικότητας ως το 2030× η επιτάχυνση των προσπαθειών κατάργηση της παραγωγής ενέργειας από αμείωτο άνθρακα× η μετάβαση από τα ορυκτά καύσιμα (σε άλλες μορφές ενέργειας) με δίκαιο, οργανωμένο και ισότιμο τρόπο για την επίτευξη μηδενικού ισοζυγίου έως το 2050 και η κατάργηση, το συντομότερο δυνατόν, των αναποτελεσματικών επιδοτήσεων της βιομηχανίας ορυκτών καυσίμων που δεν αντιμετωπίζουν την ενεργειακή φτώχεια και τη δίκαιη μετάβαση. Αν και οι ΑΠΕ καλύπτουν πλέον πάνω από το 50% των παγκόσμιων αναγκών ρεύματος, στους άλλους στόχους η πρόοδος είναι αργή και εμποδίζεται από την πετρελαϊκή βιομηχανία, αλλά και τις λυσσαλέες προσπάθειες του Προέδρου Τραμπ να δεσμεύσει όσο περισσότερες χώρες μπορεί στο αμερικανικό LNG, και να αποδυναμώσει τους κλιματικούς τους στόχους, εκβιάζοντας με εμπορικούς πολέμους και ταρίφες.
Η Προεδρία της COP30 έχει ήδη από τον Ιούνιο παρουσιάσει την Ατζέντα Κλιματικής Δράσης (Climate Action Agenda), επιβεβαιώνοντας τη δέσμευσή στη συμφωνία του 2023 μετά τονΠαγκόσμιο Απολογισμό(Global Stocktake) και δηλώνει ότι η διάσκεψη θα καταλήξει σε ένα σχέδιο «για συντεταγμένη και δίκαιη κατάργηση των ορυκτών καυσίμων». Κάλεσε επίσης τη διεθνή κοινότητα να συνεργαστεί σε ένα παγκόσμιο «mutirão»[1], μια «συνεργασία των λαών για την πρόοδο της ανθρωπότητας».
Η πρόοδος, όσο και αν τη χρειαζόμαστε, δεν είναι καθόλου βέβαιη και θα εξαρτηθεί από την ικανότητα της Βραζιλιάνικης Προεδρίας να αντισταθεί στις πιέσεις και να μετατρέψει τις αόριστες υποσχέσεις σε δεσμεύσεις και δράσεις.
Περιμένοντας τα αποτελέσματα, ας μείνουμε στα λόγια της Άνα Τόνι, Διευθύνουσας Συμβούλου της COP30, που είπε ότι « … η COP είναι μόνο μια στιγμή μέσα στη χρονιά. Αυτό που έχει πραγματικά σημασία είναι τι κάνουν οι κυβερνήσεις, οι επιχειρήσεις και οι πολίτες όλο το υπόλοιπο διάστημα».
[1] Ο όρος mutirão προέρχεται από τους αυτόχθονες πληθυσμούς της Βραζιλίας και χρησιμοποιείται για να περιγράψει πως τα μέλη μιας κοινότητας συνεργάζονται για ένα κοινό στόχο, ή για να στηρίξουν ο ένας τον άλλον.