Η βραχυχρόνια μίσθωση ακινήτων αποτελεί τα τελευταία χρόνια έναν από τους σημαντικότερους παράγοντες οικονομικής και κοινωνικής ανάταξης για χιλιάδες Έλληνες ιδιοκτήτες και επαγγελματίες. Η δυνατότητα αξιοποίησης ακινήτων που για δεκαετίες παρέμεναν ανεκμετάλλευτα, η δημιουργία θέσεων εργασίας στον τουριστικό κλάδο και η εισροή φορολογικών εσόδων στο κράτος υπογραμμίζουν τον ρόλο της ως εργαλείο κοινωνικής και οικονομικής πολιτικής. Παράλληλα, οι ιδιοκτήτες υποχρεούνται σε υψηλή φορολογική επιβάρυνση, που φτάνει έως και 45% επί του εισοδήματος, ενώ τα ξενοδοχειακά συγκροτήματα, μέσω λογιστικών μηχανισμών και αποσβέσεων, συχνά αποφύγουν αντίστοιχες επιβαρύνσεις.
Από τα στοιχεία της αγοράς προκύπτει ότι στην Ελλάδα λειτουργούν περίπου 200.000 ακίνητα σε καθεστώς βραχυχρόνιας μίσθωσης, εκ των οποίων μόλις 25.000 χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για τουριστικούς σκοπούς. Τα υπόλοιπα 175.000 ακίνητα επιστρέφουν στη μακροχρόνια μίσθωση ή στην ιδιοκατοίκηση εκτός της τουριστικής περιόδου, υπογραμμίζοντας ότι η δραστηριότητα δεν συγκρούεται με την αγορά ενοικίασης μακράς διάρκειας, αλλά την ενισχύει. Την ίδια στιγμή, στην Ελλάδα υπάρχουν περίπου 2.200.000 ακίνητα κενά, εκ των οποίων τα 500.000 είναι κατασχεμένα από τράπεζες, funds ή το Δημόσιο, γεγονός που υπογραμμίζει την αναντιστοιχία μεταξύ διαθέσιμης και αξιοποιημένης περιουσίας. Η υποχώρηση της ιδιοκατοίκησης από το 81,2% στο 61,2% μαρτυρά την αποδυνάμωση της ελληνικής κοινωνικής δομής και τη διαρκή αλλοίωση της σχέσης του πολίτη με την περιουσία του.
Η σημερινή στοχοποίηση της βραχυχρόνιας μίσθωσης μέσω οριζόντιων ποσοστώσεων και περιορισμών εγείρει σοβαρά νομικά ζητήματα. Σύμφωνα με το άρθρο 17 του Συντάγματος, η ιδιοκτησία τελεί υπό την προστασία του Κράτους και οι περιορισμοί στην εκμετάλλευσή της πρέπει να υπηρετούν το δημόσιο συμφέρον. Η επιβολή μέτρων που πλήττουν συγκεκριμένα καθεστώτα ιδιοκτησίας χωρίς ουσιαστικό δημόσιο σκοπό συνιστά παραβίαση της συνταγματικής αρχής της αναλογικότητας. Επιπλέον, η αρχή της ισότητας απαιτεί η πολιτεία να αντιμετωπίζει με ίσους όρους όλες τις μορφές ιδιοκτησίας, αποφεύγοντας διακρίσεις μεταξύ μικροϊδιοκτητών και μεγάλων ξενοδοχειακών επιχειρήσεων.
Εκτός από τα οικονομικά και νομικά ζητήματα, η βραχυχρόνια μίσθωση εγείρει και εθνικές και πολιτικές ανησυχίες. Στη Βόρεια Ελλάδα παρατηρείται αυξανόμενη δραστηριότητα ξένων υπηκόων – κυρίως Βουλγάρων, Τούρκων και Σκοπιανών – οι οποίοι αποκτούν ακίνητα μέσω αγοράς ή δανειοδοτήσεων από τράπεζες της χώρας τους, όπως η Ziraat Bank στην Τουρκία, και συχνά τα χρησιμοποιούν για βραχυχρόνιες μισθώσεις χωρίς φορολογική δήλωση. Η πρακτική αυτή στερεί εισοδήματα από το ελληνικό κράτος και δημιουργεί ζώνες ξένης οικονομικής επιρροής σε περιοχές στρατηγικής σημασίας, θίγοντας την εθνική κυριαρχία. Η ίδρυση βουλγαρικού σχολείου στην Καβάλα με συμμετοχή τοπικών αυτοδιοικητικών λειτουργών αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της αλλοίωσης, επιβεβαιώνοντας την ανάγκη για νομικά και πολιτικά μέτρα προστασίας της εθνικής κυριαρχίας και του κοινωνικού ιστού.
Η κατάσταση αυτή υπογραμμίζει την ανάγκη αναθεώρησης της πολιτικής στέγασης και αξιοποίησης ακινήτων με επίκεντρο την ελληνική κοινωνία και τον Έλληνα πολίτη. Προτείνεται:
- Υποχρεωτική διάθεση κατασχεμένων ακινήτων από τράπεζες, funds και Δημόσιο στην αγορά μακροχρόνιας μίσθωσης, ενισχύοντας τη διαθεσιμότητα κατοικιών και προστατεύοντας το δικαίωμα στην κατοικία.
- Αυστηροί έλεγχοι της ΑΑΔΕ για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και των παράνομων βραχυχρόνιων μισθώσεων, με έμφαση σε ξένους υπηκόους και μη δηλωμένα εισοδήματα.
- Νομοθετική προστασία του Έλληνα ιδιοκτήτη, διασφαλίζοντας ότι οι φορολογικές επιβαρύνσεις είναι δίκαιες, η αξιοποίηση της περιουσίας του δεν περιορίζεται αυθαίρετα και η ιδιοκτησία του δεν κινδυνεύει από οικονομικές πρακτικές ξένων συμφερόντων.
- Θωράκιση της εθνικής κυριαρχίας με περιορισμούς στην ανεξέλεγκτη αγορά ακινήτων από ξένους σε περιοχές στρατηγικής σημασίας, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 106 του Συντάγματος που προβλέπει τον έλεγχο της εθνικής οικονομίας και την προστασία του δημοσίου συμφέροντος.
Η βραχυχρόνια μίσθωση δεν συνιστά απειλή. Αντίθετα, αποτελεί εργαλείο επιβίωσης και ανάπτυξης για τον Έλληνα πολίτη. Ο πραγματικός κίνδυνος πηγάζει από τη μη αξιοποίηση των κατασχεμένων ακινήτων, την ανεξέλεγκτη αγορά γης και ακινήτων από ξένους, την παράνομη φοροδιαφυγή και την αδράνεια της πολιτείας. Η Ελλάδα καλείται να διαμορφώσει μια πολιτική που να προστατεύει την ιδιοκτησία, τη στέγη και την εθνική κυριαρχία, ενισχύοντας την κοινωνική συνοχή και εξασφαλίζοντας την αναδιανομή των οικονομικών ωφελημάτων προς όφελος του ελληνικού λαού.
Η διασφάλιση της ιδιοκτησίας και της στέγης δεν αποτελεί μόνο κοινωνικό και οικονομικό ζήτημα, αλλά νομικό και εθνικό καθήκον. Η βραχυχρόνια μίσθωση μπορεί να παραμείνει ένας μοχλός ανάπτυξης και κοινωνικής ευημερίας, εφόσον το κράτος επιδείξει ικανότητα νομοθετικής, φορολογικής και ελεγκτικής πολιτικής, με επίκεντρο την προστασία του πολίτη και της ελληνικής εθνικής ταυτότητας.
Συνοψίζοντας, η Ελλάδα βρίσκεται αντιμέτωπη με την πρόκληση της εθνικής, οικονομικής και νομικής ανασφάλειας που προκαλεί η ανεξέλεγκτη διάθεση ακινήτων σε ξένα συμφέροντα και η στρέβλωση των πολιτικών στέγασης. Η βραχυχρόνια μίσθωση, αν διαχειριστεί σωστά, μπορεί να αποτελέσει εργαλείο εθνικής κυριαρχίας, κοινωνικής συνοχής και οικονομικής ανάπτυξης, ενώ η αποτυχία της πολιτείας να εφαρμόσει δίκαιους κανόνες και να προστατεύσει τους Έλληνες ιδιοκτήτες υπονομεύει τη θεμελιώδη σχέση του πολίτη με το κράτος και την ελευθερία του..