Μία γυναίκα σε τοκετό που υποφέρει μόνη στο τέλος ενός μεγάλου, άδειου (δυστοπικού) διαδρόμου και μία πρώτη λέξη που θέτει εξαρχής τη συνθήκη: «Anger», που σημαίνει θυμός. Με αυτά τα πλάνα ανοίγει η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του Πάνου Κατσιμπέρη με τίτλο «Regan», που έκανε πρεμιέρα στο 66ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης –η δεύτερη προβολή είναι προγραμματισμένη την Παρασκευή 7 Νοεμβρίου, στις 16.00, στην Αίθουσα Τζων Κασσαβέτης.
Τι είναι το «Regan»; Συνοπτικά, το αγωνιώδες πορτρέτο μίας νεαρής ζωγράφου, το οποίο απεικονίζει τη διπλή ζωή της -τη διπλή ζωή κάθε καλλιτέχνη: Αυτή που συμβαίνει σε ένα απολύτως ρεαλιστικό παρόν με τους γονείς, τον σύντροφο, τον ευρύτερο κοινωνικό περίγυρο και όλες τις νόρμες που ορίζουν την καθημερινότητα και την άλλη, που χαρτογραφεί την εσωτερική, άγρια διαδρομή της.
Πώς βρίσκει ένας καλλιτέχνης τη φωνή του; Πώς γεννιέται ένα έργο τέχνης; Πόσο επώδυνη και σκοτεινή είναι αυτή η διαδικασία; Πόσο ανοιχτοί και ανεκτικοί είναι οι «άλλοι», ακόμη και τα πιο κοντινά πρόσωπα σε αυτή τη διαφορετική, αναπόφευκτη επί της ουσίας επιλογή, που υπάρχει σε ένα no man’s land πέρα από τον mainstream τρόπο ζωής;
Με πρωταγωνίστρια την Ειρήνη Λαφαζάνη, η οποία υποδύεται την -χωρίς όνομα- κεντρική και απόλυτη ηρωίδα της ιστορίας, ένα έξοχο σκηνοθετικό εύρημα ενσωματωμένο πλήρως στην αφήγηση, σκηνές που συγκινούν όπως το a cappella τραγούδι της «Πώς να σωπάσω μέσα μου την ομορφιά του κόσμου» και ένα φινάλε που εντυπωσιάζει αισθητικά και νοηματικά, το «Regan» δηλώνει «Η Τέχνη είμαι Εγώ».
Ο Πάνος Κατσιμπέρης, ο οποίος μετά τις μικρού μήκους ταινίες του «Skin» (2016) και «Wiski» (2018), κάνει το ντεμπούτο του με την πρώτη μεγάλου μήκους ταινία, μιλά από τη Θεσσαλονίκη στη HuffPost.
-Τι σημαίνει για έναν νέο σκηνοθέτη το βήμα μίας διεθνούς διοργάνωσης;
Είναι ένα πρώτο βήμα. Και το πρώτο βήμα είναι πάντα το πιο σημαντικό. Είναι η πρώτη επαφή με ένα κοινό που δε σε γνωρίζει.
-Πόσα αυτοβιογραφικά στοιχεία εμπεριέχει το «Regan»;
Δε νομίζω ότι υπάρχει καλλιτεχνική δημιουργία χωρίς αυτοαναφορικά ή αυτοβιογραφικά στοιχεία. Η συγκεκριμένη ταινία έχει πολλά από αυτά. Είναι μια μορφή ψυχανάλυσης, κακά τα ψέματα.
-Εν τέλει, πόσο δύσκολο είναι για έναν νέο Έλληνα δημιουργό να γυρίσει σήμερα μία ταινία; Πόσες κλειστές πόρτες βρίσκει; Από τη στιγμή που αρχίσατε να γράφετε το σενάριο μέχρι την ημέρα που παραδώσατε την κόπια για την προβολή, πόσος χρόνος κύλησε;
Είναι οριακά ακατόρθωτο. Δυσκολευόμαστε πολύ να μπούμε σε καθεστώς βιομηχανίας και παραμένουμε μια μικρή βιοτεχνία «πάθους». Δεν υπάρχει γνώση και ενθουσιασμός από το κράτος και οι ιδιωτικοί φορείς επιλέγουν να επενδύσουν σε άλλα φορμάτ. Πολλές ταινίες γίνονται με αίμα – και πολύ πείσμα ταυτόχρονα. Όσο ρομαντικό όμως κι αν ακούγεται αυτό, δε μπορεί να συνεχιστεί. Η πρωτοβουλία «Ορατότης Μηδέν» είναι μια κίνηση προς τη σωστή κατεύθυνση, αλλά χρειάζεται επαναπροσδιορισμός αντίληψης. Και από το κοινό επίσης. Το συγκεκριμένο πρότζεκτ δουλευόταν σχεδόν δέκα χρόνια…
-Ποιες ήταν οι μεγαλύτερες χαρές και οι μεγαλύτερες απογοητεύσεις σε αυτή τη διαδρομή;
Μόνο τις χαρές κρατάω. Οι άνθρωποι που δουλέψαμε μαζί, το τελικό αποτέλεσμα, τη χαρά της δημιουργίας.
-Να ρωτήσω πώς προέκυψε ο τίτλος ή θα προδώσουμε το στόρι;
Ας το αφήσουμε στο κοινό.
-Στην ταινία σας -που εκτός όλων των άλλων, ξεχωρίζει για τη Φωτογραφία και το Sound Design- εμφανίζεται και ένα εντυπωσιακό μωρό animatronic.
Ο Προκόπης Βλασερός και η Μαρία Στάικου. Οι σύγχρονοι μάγοι των practical effects. Με τόσο περιορισμένο μπάτζετ. Και εκεί, το πείσμα πάνω απ’ όλα!
-Ποιες είναι οι επιρροές σας; Ποιους σκηνοθέτες θεωρείτε σημείο αναφοράς;
Οι επιρροές είναι γενικότερες. Όχι ότι η ταινία δεν έχει πατήσει πάνω σε αγαπημένα προσωπικά μοτίβα. Ο Λιντς, ο Κρόνενμπεργκ, ο Ντράγιερ, κάπου στο βάθος ακόμα και ο… Τζον Γουότερς.
-Πόσο κόντρα ρόλοι είναι η σκηνοθεσία στην τηλεόραση -αναφέρομαι στις σειρές μυθοπλασίας στις οποίες έχετε εργαστεί πρόσφατα, το «Κάνε ότι κοιμάσαι» και τα «Παιχνίδια εκδίκησης»- και η σκηνοθεσία στο σινεμά;
Δεν έχουν διαφορές. Το μόνο που ίσως κάνει μια διαφορά είναι η πίεση του χρόνου, που καμιά φορά είναι εις βάρος του καλλιτεχνικού αποτελέσματος.
-Ποια είναι η τελευταία ταινία που είδατε και σας ενθουσίασε;
Από καινούριες, το «Μια Μάχη μετά την Άλλη». Αγαπημένος μου σκηνοθέτης ο Πολ Τόμας Άντερσον, δε λαθεύει ποτέ.
-Ο καλλιτέχνης, «μια ανεξάρτητη ψυχή, ελεύθερη, αλλά και πολιορκημένη», πώς πορεύεται σε ένα κόσμο όπου όλα είναι αριθμοί;
Προσπαθεί να τους ξεγελάσει.
Συντελεστές
Παίζουν οι ηθοποιοί: Ειρήνη Λαφαζάνη
Μελίνα Βαμπούλα, Ηλιάνα Γαϊτάνη, Βασίλης Γιακουμάρος, Χρήστος Διαμαντούδης, Βασίλης Ευταξόπουλος, Μπέσυ Μάλφα, Ανανίας Μητσιόπουλος, Μιχάλης Οικονόμου, Τίτος Πινάκας, Βασίλης Τσαλίκης, Αλέξανδρος Τωμαδάκης
Σενάριο – Σκηνοθεσία: Πάνος Κατσιμπέρης
Βοηθός Σκηνοθέτη: Λυδία Γιαννακοπούλου – Τσάμη
Script Supervisor: Έλενα Πάλλα
Παραγωγή: Πάνος Κατσιμπέρης, Δήμητρα Σταυρίδου
Διεύθυνση Φωτογραφίας: Έλτον Μπίφσα
Βοηθός Camera: Αντώνης Τσαβόλι
Focus Puller: Ελένη Μαγκλάρα
Ηλεκτρολόγοι: Κωνσταντίνος Καιροφύλαξ, Βαγγέλης Μπραουδάκης
Σκηνογραφία: Αναστασία Χαρμούση, Ήρα Κλαπαδάκη
Βοηθοί Σκηνογράφοι: Ευαγγελία Γρηγοριάφου, Αγγελική Βασιλειάδου
Μοντάζ: Έλενα Πάλλα
Ηχοληψία: Σωκράτης Μπασιάκουλης
Boom Operator: Αποστόλης Γιαντούλας
Re-Recording Mixer/ Dialogue Editor: Ηρακλής Βλαχάκης
Sound Design/ Foley: Εύα Δημητριάδη, Γιώργος Κλάψης, Δημήτρης Μπάτζιος, Ηρακλής Βλαχάκης
Πρωτότυπη Μουσική: Νικόλας Σταυρίδης
Ενδυματολόγοι: Δήμητρα Σταυρίδου, Ναντίνα Πάντου
Special Make-up Effects Designer: Προκόπης Βλασερός
Special Make-up Effects Artist: Μαρία Στάικου
Make-up Artist: Άννα Ρέπα
Hairstylist: Ιωάννα Χατζηκωνσταντή
Visual Effects: Midnight VFX
VFX Supervisor: Νικόλας Κανελλοπουλος
Compositors: Γιώργος Παύλου, Αποστόλης Κουτσελόπουλος, Ξενοφών Ζέππος
3D Animator: Διονύσης Δουλιάκας
Animation Coordinator & Lead Animator: Νίκος Σκούρτας
Second Key Frame Animator: Ηλίας Diver Tafaruci
Assistant Animator: Θεόδωρος Δημόπουλος
Colour Grading: Μαρία Τζωρτζάτου
Χορογράφος: Στάθης Τζουβάρας
Audio Post – Production Services: Musou Music Group