Προδημοσίευση από το νέο του βιβλίο «Το Λυκόφως του μηδενισμού, Η Ελλάδα μπροστά σε και νέα ιστορική εποχή» κυκλοφορεί από τις «Εναλλακτικές Εκδόσεις»
soblue.weina@gmail.com via Getty Images

Του Γιώργου Καραμπελιά

Ο ελληνισμός, στα 100 χρόνια που ακολούθησαν το 1922, έζησε τρεις αλλεπάλληλους καθοδικούς κύκλους, παρότι στο εσωτερικό τους μπορούν να επισημανθούν και στιγμές έξαρσης και ανόδου. Σε αντίθεση λοιπόν με ένα εύκολο και γραμμικό σχήμα του τύπου «θρίαμβοι και καταστροφές», που διαδέχονται οι μεν τις δε, αδιαφοροποίητα και σχεδόν τυχαία, οι τρεις αυτοί ιστορικοί κύκλοι, 1922-1949, 1949-1974 και 1974-2019, αναπαριστούν τρεις αδιαμφισβήτητα καθοδικούς κύκλους.

Ο πρώτος θα εγκαινιαστεί με τη Μικρασιατική Καταστροφή και θα ολοκληρωθεί με το τέλος του Εμφυλίου, με την Ελλάδα αιμάσσουσα, κατεστραμμένη, με συρρικνωμένο οικονομικό και γεωπολιτικό αποτύπωμα, καθώς θα μεταβληθεί και πάλι, μετά από δεκαετίες, σε ένα κράτος απόλυτα εξαρτημένο, ανάλογο με εκείνο του 19ου αιώνα.

Η επόμενη ιστορική φάση θα ξεκινήσει με τους καλύτερους οιωνούς, με τον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα της Κύπρου και την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας, για να τελειώσει με μία εθνική καταστροφή, την απώλεια μεγάλου μέρους της Κύπρου, την ουσιαστική ήττα του ελληνικού στρατού και την απαρχή της γενίκευσης των τουρκικών διεκδικήσεων απέναντι στον ελλαδικό χώρο.

Η τρίτη περίοδος, παρότι θα εγκαινιαστεί με δημοκρατικές κατακτήσεις και νικητήριους παιάνες, θα εισέλθει σταδιακά σε μια μακρά περίοδο παρακμής, η οποία, πίσω από το προσωπείο της καταναλωτικής ευωχίας και του παρασιτικού εκσυγχρονισμού, θα οδηγήσει στην αποβιομηχάνιση της χώρας, στη δημογραφική συρρίκνωση και, τέλος, στην ίδια την κατάρρευση του κυρίαρχου οικονομικοκοινωνικού μοντέλου. Το μεγαλύτερο μέρος της δημόσιας και της ιδιωτικής περιουσίας θα εκχωρηθεί στις ξένες τράπεζες και τις ξένες δυνάμεις ενώ, παράλληλα, η τουρκική επιθετικότητα θα ανέβει πολλά ντεσιμπέλ παραπάνω, απαιτώντας πλέον τη δορυφοροποίηση της Ελλάδας και της Κύπρου στον νεο-οθωμανισμό.

Το 1922 σηματοδοτεί το τέλος της ιστορικής τιτανομαχίας αιώνων μεταξύ ελληνισμού και τουρκισμού με ήττα του ελληνισμού. Αυτό το δίδυμο, χίλια σχεδόν χρόνια, από τη μάχη του Ματζικέρτ μέχρι σήμερα, σφραγίζει ανταγωνιστικά τον ιστορικό μας χώρο. Η εξέλιξη του συσχετισμού δύναμης ανάμεσα στην Τουρκία και την Ελλάδα είναι τελικώς το βασικό μέτρο που κρίνει την άνοδο του ενός και την πτώση του άλλου. Στα 1922, οι Έλληνες ήταν ακόμα, ως οικονομικό, πολιτιστικό, ακόμα και στρατιωτικό δυναμικό, ισχυρότεροι από τους Τούρκους. Άλλωστε, και στην απογραφή του 1928, η Ελλάδα κατέγραφε 7,5 εκατομμύρια πληθυσμό έναντι 13 της Τουρκίας, και μάλιστα με εξαιρετικά χαμηλή συνοχή. Όσο δε για τα οικονομικά μεγέθη, η Ελλάδα παρέμενε ισχυρότερη. Γι’ αυτό και, σε αυτή την περίοδο, θα υπάρξουν σχετικά ειρηνικές σχέσεις ανάμεσα στις δύο χώρες, καθώς η Τουρκία δεν είχε τη δυνατότητα μιας οποιασδήποτε ρεβάνς για το… 1821.

Όμως, στη δεύτερη περίοδο μετά το 1949, θα αρχίσει ήδη να εμφανίζεται μία ανισομέρεια, τόσο στο πληθυσμιακό όσο και στο γεωπολιτικό δυναμικό, με αποτέλεσμα τις συγκρούσεις στην Κύπρο και μία νέα ήττα της Ελλάδας.

Τέλος στην τρίτη, τη μακρά μεταπολιτευτική περίοδο, ο τουρκικός πληθυσμός σχεδόν θα τριπλασιαστεί, η Τουρκία θα γίνει μία ισχυρή οικονομική και στρατιωτική δύναμη, επικεφαλής του ισλαμικού κόσμου, ενώ η Ελλάδα θα ζήσει και τη δημογραφική παρακμή και την κατάρρευση του 2009. Μόνο και μόνο μέσα στα 10 χρόνια της μνημονιακής κατάρρευσης, η οικονομική –και όχι μόνο– διαφορά μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας διπλασιάστηκε.

Καθώς ο συσχετισμός δύναμης ανατράπηκε τόσο ριζικά, στη νέα περίοδο που ανοίγει, το 2019, η Τουρκία θα διεκδικεί πλέον, σύμφωνα με τα μεγέθη της, την ολοκληρωτική υποταγή μας. Γι’ αυτό και η περίοδος αυτή θα εγκαινιαστεί με μία ωμή και απροκάλυπτη επιθετικότητα από την πλευρά της Τουρκίας, η οποία θέλησε, πριν η Ελλάδα ανακάμψει στοιχειωδώς από τη δεκαετία της διάλυσης, να διασφαλίσει αυτή τη νέα γεωμετρία ηγεμόνα-υποτελούς στη σχέση με την Ελλάδα.

Έχουμε μπει λοιπόν σε ένα νέο ιστορικό κύκλο, που συνειδητοποιήθηκε ουσιαστικά μετά τις εκλογές του 2023 και στον οποίο, mutatis mutandis, θα κριθεί η δυνατότητα της συνέχειας του ελληνισμού, όχι μόνο ως των ελληνικών κρατών της Ελλάδας και της Κύπρου αλλά του ίδιου του ελληνικού έθνους. Διότι, αν συνεχιστεί η καθοδική πορεία, αναπόφευκτα θα συντριβεί δημογραφικά και οικονομικά κάτω από τον τουρκικό όγκο και τα διαρκώς αυξανόμενα μεταναστευτικά ρεύματα. Εδώ, στο σύνορο των κόσμων, ένα μεγάλο μέρος των Ελλήνων θα στραφεί προς το εξωτερικό, όπως ήδη συνέβη στα μνημονιακά χρόνια, με την παράλληλη εγκατάσταση νέων πληθυσμών, χωρίς σχέση με την ελληνική πολιτιστική παράδοση στον ελλαδικό και τον κυπριακό χώρο.

*****

Είναι άραγε μοιραίο αυτή η τέταρτη περίοδος, μετά την καταστροφή του ’22, να ολοκληρωθεί σε μία καθοδική σπείρα οριστικής εξόντωσης, ή ίσως υπάρχουν ακόμα οι δυνατότητες ανάταξης;

Κάτι που ίσως δεν έχουμε συνειδητοποιήσει επαρκώς μετά το 1922 είναι πως «η καθ’ ημάς Ανατολή» έχει μεταβληθεί, στο μεγαλύτερο μέρος της, σε τουρκική Ανατολή. Παράλληλα, η ρωσική «Ανατολή», κάποτε στενά συνδεδεμένη μαζί μας, όχι μόνο συμμαχεί με την Τουρκία, αλλά με την εισβολή στην Ουκρανία έχει επιλέξει μια ευρασιατική και αντιευρωπαϊκή στρατηγική. Συνεπώς, η καθ’ ημάς Ανατολή αποτελεί παρελθόν για την Ελλάδα, ενώ η ορθόδοξη Ανατολή, εκτός από τους λίγους ορθοδόξους της Μέσης Ανατολής, αποτελεί κατ’ εξοχήν ευρωπαϊκή ορθοδοξία, στην Ουκρανία, τη Ρουμανία, και τα Βαλκάνια.

Δεν βρισκόμαστε πλέον «μεταξύ Ανατολής και Δύσεως», όπως συνέβαινε ουσιαστικά μέχρι το 1922, αλλά συνιστούμε πλέον το σύνορο της Ευρώπης –μαζί με τους λαούς της Ανατολικής Ευρώπης–, απέναντι στην Ανατολή..

Είναι όμως δυνατόν να οικοδομήσουμε με τη Δύση μια σχέση αμοιβαιότητας και αλληλεγγύης; Μήπως κινδυνεύουμε να μας εγκαταλείψει στους Οθωμανούς, όπως είχε κάνει το 1453;

Σήμερα, η συγκυρία έχει μάλλον αντιστραφεί και η Ευρώπη, άλλοτε κέντρο του κόσμου, συνεχίζει μια καθοδική πορεία. Οι ευρωπαϊκές χώρες κινδυνεύουν, μέσα στα επόμενα 50 χρόνια, να αποτελέσουν μια «Ευραφρική» και μια «Ευρασία», ενώ η Ρωσία να μεταβληθεί σε παράρτημα της Κίνας και του ισλάμ.

Για να παραμείνουν οι Ευρωπαίοι ένας σημαντικός γεωπολιτικός παράγοντας, είναι υποχρεωμένοι να συμπήξουν ένα κοινό οικονομικό, πολιτισμικό, πληθυσμιακό και αμυντικό μέτωπο. Συναφώς δε, μια πιθανή επικράτηση του τουρκικού ισλάμ στην Ελλάδα και στα Βαλκάνια θα ακυρώσει την οποία ευρωπαϊκή ενοποίηση. Ίσως γι’ αυτό οι Γάλλοι βλέπουν τη συμμαχία με την Ελλάδα ως στρατηγικής σημασίας για την ίδια την ευρωπαϊκή οικοδόμηση.

Η σημαντική γεωπολιτική θέση της Ελλάδας και της Κύπρου προκαλούσε παραδοσιακά την ανάμειξη των μεγάλων δυνάμεων, με αρνητικές συχνά συνέπειες. Βρισκόμαστε όμως σε μία ιστορική στιγμή κατά την οποία η γεωπολιτική μας θέση μπορεί ίσως να μεταβληθεί σε πλεονέκτημα, με την προϋπόθεση ότι θα διαθέτουμε ένα κράτος ικανό να αντισταθεί πρωτογενώς στον τουρκικό επεκτατισμό· μόνο η αντίσταση μπορεί να κινητοποιήσει αλληλεγγύη και συμμάχους.

Οι Έλληνες στο παρελθόν διέσωσαν και διαμόρφωσαν τον ευρωπαϊκό πολιτισμό, στον Μαραθώνα, και στον Γρανικό· μετέβαλαν τον χριστιανισμό σε οικουμενικό· απέκρουσαν τα κύματα του αραβικού ισλάμ στα τείχη της Βασιλεύουσας (674-678, 717-718) και, με την πτώση τους, το 1453, θα θέσουν όρια στην τουρκική επέκταση. Τέλος, με την Επανάσταση του 1821, θα εγκαινιάσουν την αποσύνθεση της οθωμανικής Αυτοκρατορίας.

Σήμερα πάλι καλούνται να πραγματοποιήσουν έναν νέο άθλο: για να διασωθούν οι ίδιοι, είναι υποχρεωμένοι να αποτελέσουν και το προζύμι της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Η σημερινή Ελλάδα θα μπορούσε να λειτουργήσει ως Ακρίτας και πολιτισμικός πυκνωτής της Ευρώπης, ολοκληρώνοντας ταυτόχρονα την αυτεξουσιότητά της, και να σταθεί αν όχι ισότιμη με τη μεγάλη της ιστορική παράδοση, αλλά τουλάχιστον αντάξιά της.

«Το Λυκόφως του μηδενισμού, Η Ελλάδα μπροστά σε και νέα ιστορική εποχή» κυκλοφορεί από τις «Εναλλακτικές Εκδόσεις»

.
.
Εναλλακτικές Εκδόσεις

Δημοφιλή