Ο Γιάννης Αντετοκούνμπο παραχώρησε μια σπάνια συνέντευξη στον Γρηγόρη Αρναούτογλου στο The 2Night Show, η οποία προβλήθηκε λίγο μετά τα μεσάνυχτα της Δευτέρας με τον παρουσιαστή να κάνει λόγο για μια από τις μεγαλύτερες επιτυχίες του, καθώς ο «Greek Freak» σπάνια εμφανίζεται σε εκπομπές, ενώ τον διεκδικούν εδώ και καιρό τα μεγαλύτερα αμερικανικά late night shows.
Με απλότητα και ειλικρίνεια, ο κορυφαίος Έλληνας μπασκετμπολίστας αποκάλυψε στιγμές από την παιδική του ηλικία, τότε που μαζί με την οικογένειά του παρακολουθούσαν το «Πολύ την Κυριακή». «Θέλω να σας πω, κύριε Γρηγόρη, ότι είμαι μεγάλος fan. Έβλεπα το Πολύ τη Κυριακή με τη μητέρα μου και τα αδέρφια μου. Πηγαίναμε να πουλήσουμε πράγματα σε χωριά και ο πατέρας μου ήθελε να γυρίσουμε γρήγορα για να δούμε την εκπομπή», είπε συγκινημένος ο σταρ των Μιλγουόκι Μπακς.
Μίλησε για τα παιδικά του χρόνια στην Αθήνα και τα Σεπόλια, ως παιδί μεταναστών. Τη δύσκολη οικονομική πραγματικότητα που είχε να αντιμετωπίσει η οικογένειά του. Την πίστη του στον Θεό καθώς και για τη γνωριμία με τον άνθρωπο που τον συντροφεύει παντού, τη γυναίκα του Μαράια.
Από αγωνιστικής άποψης, ο «Greek Freak», αναφέρθηκε στην καριέρα του στο NBA, το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον αυτής, καθώς και για το τι μέλλει γεννέσθαι με τον ίδιο και τους Μιλγουόκι Μπακς. Ειδική μνεία έκανε στον μάνατζέρ του, τον άνθρωπο που τον συνοδεύει εδώ και πάνω από μια δεκαετία και είναι εκεί σε κάθε απόφασή του. Ενώ, αποκάλυψε, πως δεν τον απασχολεί να μείνει για πάντα στην Αμερική, θέλει να κλείσει την καριέρα του στην Ελλάδα!
Οι δηλώσεις του Γιάννη Αντετοκούνμπο στο «The 2night Show»
«Είμαι μεγάλος φαν κύριε Γρηγόρη. Με τη μητέρα και τα αδέρφια μου πουλάγαμε πράγματα σε χωριά. Ο πατέρας μου οδηγούσε αργά, για να πάμε σπίτι να σε δούμε με τη μητέρα και τα αδέρφια μου. Απλώς ήμουν καλός στο μπάσκετ, ήθελα να συγκεντρωθώ στο μπάσκετ. Έχω καταλάβει ότι αν μπορώ να έχω προτεραιότητες την οικογένειά μου θα κάνω αυτό. Η οικογένεια πρώτη. Πιστεύω στον Θεό, κάθε μέρα η μητέρα μου με παίρνει τηλέφωνο και προσεύχεται».
Για τις εκπομπές και τις συνεντεύξεις που δε δίνει: «Καταλαβαίνουν τι παιδί είμαι, προσπαθώ όταν έχω ελεύθερο χρόνο να τον περνάω με τα παιδιά μου, το καλοκαίρι παίζω με την Εθνική».
Για το ότι κυκλοφορεί χωρίς ασφάλεια: «Δεν έχω ασφάλεια μαζί μου. Αρχίζω τώρα και το σκέφτομαι, μου το λέει η γυναίκα μου. Πολλές φορές ζητάω να με σεβαστούν, κάποιοι το καταλαβαίνουν, κάποιοι ίσως παρεξηγούνται. Έχει τα κακά, έχει και τα ωραία αυτό. Από χθες μέχρι σήμερα έχει έρθει κόσμος και με αγκαλιάζει, αυτό δεν μπορείς να το αγοράσεις. Μία κυρία μου είπε είμαι τόσο ευγνώμων, μου είπε “μπορώ να σου δώσω μια αγκαλιά”. Δε θέλω να νιώθει η γυναίκα μου και τα παιδιά μου ότι δεν έχουν μια στιγμή ηρεμίας μαζί μου, αλλά αυτό είναι υπέροχο».
Για τα αρνητικά σχόλια και τον ρατσισμό που βίωσε: «Υπήρχαν στιγμές που ήμουν λίγο εκνευρισμένος με τη συμπεριφορά κάποιον, τους δίνω τόσα πολλά, μιλάω όσο μπορώ καλύτερα για τη χώρα και μου είπε ένας άνθρωπος “δεν μπορείς να συγκεντρωθείς στο 1% των ανθρώπων που έχουν πρόβλημα μαζί σου”. Και προσπαθώ να συγκεντρωθώ σε αυτό το κομμάτι, δεν αρέσω σε όλους, σίγουρα δε χαίρονται για την επιτυχία μου, αλλά υπάρχει τόσος πολύς κόσμος που χαίρεται και στέκομαι σε αυτό».
Για το αν τον σταματούν σε πόλεις όπως το Λος Άντζελες: «Είμαι αγαπητός στις ΗΠΑ, είμαι 2.10 θηρίο, δεν πιστεύω ότι θα ΄ρθει κάποιος στον δρόμο (σ.σ. γέλια). Όταν ήμουν στην Ελλάδα δεν έτρωγα σωστά. Στις ΗΠΑ υπάρχει τρομερή οργάνωση, η ομάδα σου παρέχει τα πάντα. Πιστεύω ότι τα ποσά είναι μεγαλύτερα και αυτό σε βοηθάει να έχεις καλύτερους φυσικοθεραπευτές, γυμναστές, προπονητές, διατροφή. Στους παίκτες δεν υπάρχει τόση μεγάλη διαφορά, πριν 5-10 χρόνια υπήρχε. Τώρα οι Ευρωπαίοι μπορεί να είναι οι καλύτεροι στον κόσμο, το μπάσκετ έχει αλλάξει».
Για τον μάνατζερ του που τον κράτησε: «Αλήθεια κράτησα τον manager μου, όπως είδατε στο Rise. Δεν ήθελε να βάλουμε το πραγματικό του όνομα στην ταινία. Ο Γιώργος με ήξερε, ήρθε σε ένα παιχνίδι και με είδε, είχα ταλέντο και ήμουν καλός συμπαίκτης, μου μίλησε. Την πρώτη μέρα με πήγε με τον αδερφό μου τον Κώστα και μας κέρασε κρέπες. Είχα ένα μικρό πρόβλημα υγείας εγώ και η μητέρα μου και μας βοήθησε, επειδή δεν έτρωγα καλά, κοιμόμουν στο γήπεδο. Με βοήθησε να αλλάξω τη δίαιτά μου, μας παίρναν με τη γυναίκα του ψώνια και τα φέρνανε σπίτι μου. Υπήρχε μια στιγμή στη ζωή μου, μου έβαλε λεφτά στο τραπέζι και δεν μπορώ να γυρίσω την πλάτη μου σε αυτόν τον άνθρωπο. Είμαι πιστός».
Για την αγάπη στους Μπακς: «Τους χρωστάω τα πάντα στους Μπακς, μου έχουν αλλάξει τη ζωή εμένα και στην οικογένειά μου, έχω χύσει ιδρώτα και αίμα. Κερδίσαμε πρωτάθλημα μετά από 50 χρόνια. Έφερα το κύπελλο στο Μιλγουόκι, πάντα βάζω στόχους. Πριν από 2-3 εβδομάδες ήταν το μετάλλιο, το έκανα. Στον αγώνα με την Τουρκία ήταν μια κακή μέρα, ήταν καλύτερη ομάδα από εμάς, αν παίζαμε καλύτερα δε θα χάναμε 25 πόντους. Το αξίζουν που βγήκαν 2οι, εμάς μας είχαν για 9-10ους, είναι σπουδαίο αυτό που κάναμε/ Θέλω ακόμα ένα δαχτυλίδι στο NBA. Δεν μπορώ να ξέρω τι θα γίνει στο μέλλον, αυτή τη στιγμή ζω στο τώρα. Με το Μιλγουόκι θέλω να κερδίσω πρωτάθλημα, ποτέ δεν ξέρεις στη ζωή. Θεό, οικογένεια, Εθνική, μπάσκετ, Μιλγουόκι. Έτσι τους βάζω».
Η γνωριμία με τη σύζυγό του: «Δεν την έχω πει ποτέ αυτή την ιστορία…»
Για τη γνωριμία με τη γυναίκα του: «Τη γνώρισα τη γυναίκα μου στο Λας Βέγκας, δούλευε στο NBA. Πέρασε από μπροστά μου και είπα τη φαντάζομαι ως γυναίκα μου, μου θύμισε τη μητέρα μου, είχε μια αύρα και θετική ενέργεια. Της μίλησα, είμαι ντροπαλός, έστειλα έναν φίλο μου και μου έριξε χυλόπιτα το 2015 και μετά το 2016 ξαναπροσπάθησα. Είμαι καλό παιδί, της είπα θα μείνουμε φίλοι. Μετά από έναν χρόνο μου έστειλε μήνυμα, μιλήσαμε. Τη συμπάθησε η μητέρα μου, ήρθε σε ένα ταξίδι. Τη συμπάθησε ο πατέρας μου, με ρωτούσε αν είναι φίλη ή μητέρα. Η Μαράια ήταν η πρώτη κοπέλα που έφερα και την παντρεύτηκα. Αν η μητέρα μου είχε πει ότι δε μου αρέσει, θα είχαν ανοίξει την πόρτα και θα έλεγα… σε παρακαλώ. Τώρα όχι, αποκλείεται, είναι η γυναίκα της ζωής μου, μου έχει δώσει τα παιδιά μου. Αν μας έχει καλά ο Θεός μπορεί να πάμε για πέμπτο. Δε μιλάει ελληνικά η γυναίκα μου. Ξεκίνησε το 2017 αλλά της φάνηκαν δύσκολα, είχε φύγει και η καθηγήτριά της και σταμάτησε. Τα παιδιά μου πάνε σε ελληνικό σχολείο».
«Δεν θέλω να μείνω στην Αμερική, θέλω να γυρίσω στην Ελλάδα»
Για το αν θα παίξει ξανά στην Ελλάδα: «Είμαι 30 χρονών, μέχρι τα 36-38 μπορώ να παίξω στο NBA. Θα ήθελα να κλείσω σε ελληνική ομάδα την καριέρα μου. Δε θέλω να ζήσω στην Αμερική, θα γυρίσω πίσω. Θα μπορούσα να κλείσω την καριέρα μου εδώ, είτε λέγεται Φιλαθλητικός, είτε Ολυμπιακός-Παναθηναϊκός, δε λέω τις ομάδες τώρα. Θα μπορούσα σίγουρα».
Για το αν θα γινόταν προπονητής: «Πρέπει να σ’αρέσει η προπονητική για να ακολουθήσεις αυτό μετά. Μπορεί να έχουν το χάρισμα να διαβάζουν το παιχνίδι, υπάρχουν παίκτες που είναι καλοί μπασκετμπολίστες αλλά δεν το διαβάζουν. Σπανούλης και Διαμαντίδης είναι από τους καλύτερους όλων των εποχών, ο δεύτερος μπορεί να είχε το χάρισμα αλλά αποφάσισε να μείνει με την οικογένειά του. Και εγώ αν λείπω 20 χρόνια, έχω χάσει γενέθλια, σημαντικές στιγμές, μπορεί να είμαι καλός προπονητής και να αποφασίσω ότι δε θέλω να το κάνω για αυτό. Ο κόουτς Βασίλης ήταν πάρα πολύ καλός στο μπάσκετ και διάλεξε να γίνει προπονητής, ο Παπαλουκάς θα μπορούσε να γίνει επίσης, του αρέσει να μιλάει πολύ».
Για τα αθλήματα που βλέπει: «Ποδόσφαιρο βλέπω λίγο, βλέπω ποδόσφαιρο, μπάσκετ, τένις. Δεν κάνω κανένα άλλο άθλημα, μόνο ό,τι αρέσει στα παιδιά μου. Όταν είναι στο ice hockey κάνω μαζί τους».
Για τη γυναίκα του, Μαράια: «Αν δεν ήταν η Μαράια δε θα ήμουν αυτός που ήμουν σήμερα. Με μεγάλωσε η μητέρα μου και ο πατέρας μου πάρα πολύ καλά, αλλά με τη δόξα και τα χρήματα και τη φήμη, είσαι μικρό παιδί, μπορεί να μπερδευτείς. Τη γνώρισα στην καλύτερη στιγμή της ζωής μου, δεν της αρέσουν τα φώτα της δημοσιότητας, της αρέσει να είμαστε μαζί ως οικογένεια και με κάνει να την ερωτεύομαι ακόμα παραπάνω».