Ερωτηματικά δημιούργησε και σε πολίτες και σε ΜΜΕ ο χρόνος επεξεργασίας του κατηγορητηρίου για την παραπομπή της υπόθεσης των Τεμπών στο ακροατήριο. Και αυτό είχε να κάνει με την ημερομηνία που ο αρμόδιος ανακριτής έκλεισε την υπόθεση παραδίδοντας δικογραφία 60.000 σελίδων στον αρμόδιο Εισαγγελέα Εφετών και του «σύντομου χρονικού διαστήματος» (αυτό είναι που δημιούργησε αποριές) που εκείνος με τη σειρά του την επεξεργάστηκε, παραπέμποντας στο ακροατήριο κατηγορούμενους για κακουργήματα.
Είναι αλήθεια ότι αυτή η ταχύτητα επεξεργασίας, όπως εμφανίστηκε, δημιούργησε ερωτηματικά, τα οποία θα μπορούσαν να θεωρηθούν εύλογα. Όταν μάλιστα η υπόθεση των Τεμπών έχει επιβαρύνει την κοινή γνώμη με την αίσθηση των κουκουλώματος, (πολλές οι δημοσκοπικές αποτυπώσεις), και σε χειρισμούς της προανακριτικής/ανακριτικής διαδικασίας, αλλά κατ´εξοχήν προς την πλευρά της πολιτικής (κυβέρνηση). Οι χειρισμοί της οποίας, πόσο μάλλον μέσα στο Κοινοβούλιο, έχουν προκαλέσει έντονες αποδοκιμασίες.
Με αφορμή αυτά τα ερωτηματικά που δημιουργήθηκαν, η Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδος έβγαλε αργά μέσα στη νύχτα, λίγο πριν τα περασμένα μεσάνυχτα, ανακοίνωση την οποία και δημοσιεύουμε αυτούσια. Την υπογράφουν ο Προέδρος Ευάγγελος Μπακέλας Αντιεισαγγελέας Αρείου Πάγου και η Γενική Γραμματέας Κυριακή Κλιάμπα Αντιεισαγγελέας Εφετών.
«Με αφορμή τη στοχοποίηση εισαγγελικού λειτουργού για την ταχύτητα με την οποία επεξεργάστηκε ογκώδη δικογραφία που αφορά την τραγωδία των Τεμπών, η Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδος επισημαίνει τα εξής:
»Η ταχύτητα ουσιαστικής περάτωσης της κύριας ανάκρισης με παραπομπή του κατηγορουμένου δι’ απευθείας κλήσης στο ακροατήριο για τα κακουργήματα, που εμπίπτουν στο ρυθμιστικό πλαίσιο της διάταξης του άρθρου 309 ΚΠΔ και συνακόλουθα της εκδίκασης των εν λόγω υποθέσεων είναι σύστοιχη τόσο της γενικής απαίτησης για ταχεία διεξαγωγή της δίκης και της άρσης της υφιστάμενης εκκρεμότητας, όσο και της πρόβλεψης του άρθρου 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ για εύλογο χρόνο εκδίκασης των υποθέσεων.
»Στην προκειμένη περίπτωση, η ταχύτητα επεξεργασίας της δικογραφίας, που για πρώτη φορά αντιμετωπίζεται αρνητικά, γεγονός που προκαλεί έκπληξη, αλλά και εγείρει υπόνοιες περί της πραγματικής στόχευσης, ήταν αποτέλεσμα πολύμηνης αξιολόγησης και εκτίμησης του συγκεντρωθέντος – κατά τη διάρκεια της κύριας ανάκρισης – αποδεικτικού υλικού, στο οποίο είχε πρόσβαση ο εισαγγελέας εφετών, ως έχων την εποπτεία της κύριας ανάκρισης, κατά το άρθρο 32 ΚΠΔ, η οποία του επιτρέπει να λαμβάνει γνώση αυτής και να παρακολουθεί την πορεία της.
»Η Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδος τονίζει ότι η στοχοποίηση των λειτουργών της Δικαιοσύνης δεν πρόκειται να επιφέρει τις επιδιωκόμενες παρενέργειες, δηλαδή τον εκφοβισμό τους και την αποθάρρυνσή τους κατά την νόμιμη άσκηση των καθηκόντων τους, αλλά και τον κλονισμό της εμπιστοσύνης των πολιτών προς την εισαγγελική αρχή και τη Δικαιοσύνη εν γένει, καθόσον οι Έλληνες δικαστές και εισαγγελείς ασκούν το λειτούργημά τους και θα συνεχίσουν να το πράττουν, απαλλαγμένοι από κάθε εξωτερική επιρροή ή πίεση, με βάση τον νόμο και τη συνείδησή τους, με υψηλό αίσθημα ευθύνης και αφοσίωσης στο καθήκον, με αυταπάρνηση και κυρίως με παρρησία, λειτουργώντας ως εγγυητές των ελευθεριών του πολίτη».
Διαβάζοντας με πολλή προσοχή την σχετική ανακοίνωση, θα ήθελα να επισημάνω το θετικό πρόσημο στην ταχύτητα με την οποία η Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδος αντέδρασε στα δημόσια διατυπωθέντα ερωτηματικά για την ταχύτητα επεξεργασίας μιας ογκωδέστατης δικογραφίας εκ μέρους του αρμόδιου εισαγγελέα εφετών. Αλλά πιστεύω ότι θα μπορούσαν να αποφευχθούν οι αναφορές για «εκφοβισμό, αποθάρρυνση και κλονισμό εμπιστοσύνης προς την Εισαγγελική Αρχή και την Δικαιοσύνη». Έχω την άποψη ότι η σχετική ανακοίνωση καλό θα ήταν να αποτυπώσει μόνο τα προβλεπόμενα στα άρθρα 309 ΚΠΔ και 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ. Δηλαδή μία απλή και χρήσιμη ευθεία εξήγηση. Που θα μπορούσα να την διατυπώσω με τη φράση «μην πυροβολείτε τον πιανίστα». Γιατί κακά τα ψέματα, όπως επανειλημμένα έχω διατυπώσει, οι κάκιστοι και «περίεργοι» χειρισμοί της κυβερνητικής πλευράς στην όλη υπόθεση, ακόμα και με παραβιάση συγκεκριμένου άρθρου του Συντάγματος, είναι γεγονός ότι έχει επιβαρύνει από πλευράς συγγενών, αντιπολίτευσης, κοινής γνώμης και την Δικαιοσύνη. Τελικά, από πολλές πλευρές, τα σκάγια πιάνουν όλους. Δικαίως ή αδίκως. Και το «αδίκως» θα το απορρίψει από την δική της την πλευρά, η ίδια η Δικαιοσύνη, των Εισαγγελέων και των Δικαστών, δίνοντας τις δέουσες απαντήσεις στις όποιες σε βάρος της αιτιάσεις, όταν για όλη αυτή την την φονική εγκληματική σύγκρουση των Τεμπών με 57 θύματα, την οδηγήσει σε πλήρη διελεύκανση, όλα στο φως και απόδοση των προβλεπομένων ποινών σε ΟΛΟΥΣ που έχουν την ευθύνη, από την αρχή μέχρι το τέλος. Εκεί θα αποδείξει τα όσα αναγράφει υπερασπιζόμενη .τον εαυτό της στην χθεσινοβραδινή ανακοίνωση. Με τα όσα έπραξε από την αρχή της υπόθεσης μέχρι και το τέλος που θα απαγγελθεί η ετυμηγορία. Όσο για πολιτική και πολιτικούς, αυτοί θα κριθούν στην κάλπη.
Και τις σκέψεις αυτές τις αποτυπώνει ένας δημοσιογράφος που έχει κάθε λόγο να θέλει να σκέφτεται θετικά την Δικαιοσύνη σε .δύο υποθέσεις που με αφορούσαν προσωπικά: Για την Βουλή των εφήβων στην δεκαετία του 90 και σε άλλη πολύ κρίσιμη που αφορούσε στην τρομοκρατική οργάνωση 17Ν στην υπόθεση «Λουίζης Ριανκούρ». Κάποια στιγμή θα τις ανασύρω σε δημοσίευμα μου, γιατί πραγματικά αξίζει τον κόπο.