Πρωί στην Καλλιρρόης. Ο ήλιος χαμηλός, τα κορναρίσματα μπλέκονται με τη βουή της πόλης. Ένα λεωφορείο σταματά όχι στη λωρίδα της στάσης, όπως θα έπρεπε, αλλά πιο έξω, μέσα στη ροή της κυκλοφορίας, σχεδόν πάνω στη γραμμή που χωρίζει το χάος από την τάξη. Η μάνα με το παιδί κατεβαίνει βιαστικά, το μικρό παραπατά, κι ένα μηχανάκι που ξεπροβάλλει πίσω από τον όγκο του λεωφορείου φρενάρει απότομα. Ευτυχώς δεν έγινε τίποτα. Ή μάλλον έγινε αυτό που συμβαίνει πάντα: τίποτα. Κανείς δεν μιλάει. Όλοι συνεχίζουν σαν να είναι φυσιολογικό.

Λίγα τετράγωνα πιο πάνω, στην Κηφισίας, ένα άλλο λεωφορείο σταματά σχεδόν στη μέση της δεξιάς λωρίδας. Πίσω του, ουρά από αυτοκίνητα. Οι οδηγοί κορνάρουν, αλλά χωρίς θυμό, σαν να ξέρουν ότι δεν έχει νόημα. Κάποιοι δοκιμάζουν να προσπεράσουν από τα αριστερά και στρίβουν το τιμόνι τελευταία στιγμή. Κάποιος βιάστηκε να «χωθεί» αλλά η ροή κυκλοφορίας δεν αφήνει τέτοια κενά ώστε να το καταφέρει και έτσι δημιουργείται μια στιγμή χάους, μια ανάσα πριν τη σύγκρουση. Κάθε μέρα η ίδια σκηνή. Η λωρίδα της ανοχής μεγαλώνει λίγο ακόμη.

Τα λεωφορεία στην Αθήνα σπάνια σταματούν εκεί που πρέπει. Οι εσοχές-οι λωρίδες στάσης, μένουν άδειες. Το όχημα προτιμά να σταθεί πιο έξω, μέσα στη ροή. Και τότε ολόκληρος ο δρόμος σταματάει και, προσπαθεί να κινηθεί προς τα αριστερά. Οι επιβάτες κατεβαίνουν ανασφαλείς, πατώντας στην άσφαλτο ανάμεσα σε ρεύμα αυτοκινήτων. Μια απροσεξία, ένα φρενάρισμα, κι όλα μπορούν να αλλάξουν. Πίσω, δεκάδες οδηγοί εγκλωβισμένοι, κορνάρουν, προσπερνούν, ξανακολλούν. Η πόλη μένει ακίνητη και κανείς δεν νοιάζεται. 

Γιατί συμβαίνει αυτό; Οι λόγοι είναι πολλοί. Οι οδηγοί λεωφορείων φοβούνται πως αν μπουν στην λωρίδα στάσης (εσοχή), κανείς δεν θα τους αφήσει να ξαναμπούν στο ρεύμα. Οι στάσεις είναι συχνά στενές, γεμάτες κάδους ή λακκούβες. Κάποιες φορές υπάρχει και ένα σταθμευμένο αυτοκίνητο που κάνει τη λωρίδα άχρηστη. Έπειτα, κανείς δεν ελέγχει. Κανείς δεν επιβάλλει τίποτα. Οι αρχές το βλέπουν, το γνωρίζουν, το αφήνουν. Κι έτσι το λάθος γίνεται κανόνας. Το μεγαλύτερο όμως πρόβλημα δεν είναι τεχνικό, είναι νοοτροπίας. Ο καθένας φροντίζει να μη χάσει το δικό του λεπτό, ακόμη κι αν χαθούν ώρες για όλους τους άλλους.

Στις περισσότερες ευρωπαϊκές πόλεις, η ίδια εικόνα θα ήταν αδιανόητη. Εκεί, τα λεωφορεία μπαίνουν υποχρεωτικά στη λωρίδα στάσης και οι οδηγοί Ι.Χ. σταματούν για να τα αφήσουν να ξαναμπούν. Οι στάσεις είναι καθαρές, συντηρημένες, φωτισμένες. Η πειθαρχία δεν είναι φόβος, είναι σεβασμός. Εδώ, η παράβαση θεωρείται εξυπνάδα. Η πειθαρχία μοιάζει με αδυναμία.

Κι όμως, η λανθασμένη στάση των λεωφορείων δεν είναι απλώς ενοχλητική. Είναι επικίνδυνη. Οι επιβάτες κατεβαίνουν μέσα στην κυκλοφορία, παιδιά, ηλικιωμένοι, άνθρωποι βιαστικοί. Οι ουρές που σχηματίζονται πίσω τους προκαλούν εκνευρισμό και επιθετικότητα. Οι οδηγοί προσπαθούν να προσπεράσουν απότομα, αλλάζοντας λωρίδα με κίνδυνο πλαγιομετωπικής σύγκρουσης. Οι στάσεις, που θα έπρεπε να είναι χώροι ασφάλειας, γίνονται παγίδες. Μικρά ατυχήματα συμβαίνουν καθημερινά, απλώς δεν τα μαθαίνουμε. Η πόλη έχει μάθει να σωπαίνει.

Και η λύση; Δεν είναι δύσκολη. Είναι απλώς παραμελημένη. Οι στάσεις πρέπει να επανασχεδιαστούν, να καθαριστούν, να συντηρηθούν. Οι οδηγοί να εκπαιδευτούν και να ελέγχονται. Οι πολίτες να ενημερωθούν. Η πολιτεία να επιμείνει. Γιατί ο δρόμος δεν είναι πεδίο ελιγμών, είναι κοινός χώρος ζωής.

Η Αθήνα δεν υποφέρει από έλλειψη έργων, υποφέρει από έλλειψη συνείδησης. Η λωρίδα υπάρχει, το σχέδιο υπάρχει, το σωστό είναι γνωστό. Απλώς, κανείς δεν επιμένει να εφαρμοστεί. Και όσο η σιωπή παραμένει πιο δυνατή από τη λογική, οι λωρίδες θα είναι γεμάτες αυτοκίνητα και άδειες από ευθύνη.

Advertisement
Advertisement