Κατά την ομιλία του χθες (13/10) στο ισραηλινό κοινοβούλιο, ο Αμερικανός Πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ φάνηκε πεπεισμένος ότι η εκεχειρία στη Γάζα είναι η αρχή “μιας χρυσής εποχής για το Ισραήλ και τη Μέση Ανατολή” με “επιτακτική την ανάγκη αποκλεισμού των δυνάμεων του μίσους από την περιοχή”.
Στην πραγματικότητα όμως το διπλωματικό παιχνίδι τώρα ξεκινά.
Το Ισραήλ και η Χαμάς εξακολουθούν να διαφωνούν έντονα αναφορικά με πολλές πτυχές του σχεδίου 20 σημείων του Τραμπ, το οποίο αφήνει πολλά ζητήματα εκκρεμή. Καμία πλευρά δεν έχει συμφωνήσει με τα ψιλά γράμματα κάθε όρου. Αυτή η ασάφεια ήταν το κλειδί για να πειστούν και οι δύο πλευρές να υπογράψουν.
Ο βασικός διαπραγματευτής της Χαμάς, Χαλίλ αλ Χαγιά, δήλωσε την περασμένη εβδομάδα ότι η οργάνωση έχει λάβει εγγυήσεις από τις ΗΠΑ και τους διεθνείς διαμεσολαβητές ωστόσο δεν είναι ξεκάθαρο ποια μορφή έχουν αυτές οι εγγυήσεις ή τι αφορούν.

Στη συνάντηση που ακολούθησε χθες στην Αίγυπτο με τους παγκόσμιους ηγέτες να συζητούν για το μέλλον της Γάζας δεν παρευρέθηκαν εκπρόσωποι ούτε του Ισραήλ ούτε της Γάζας.
Ο αραβικός Τύπος έκανε λόγο για απουσίες που προκαλούν περισσότερο προβληματισμό από ό,τι η πραγματική αβεβαιότητα για τη δεύτερη φάση του σχεδίου, δηλαδή για τον αφοπλισμό της Χαμάς, την ανοικοδόμηση και τη διακυβέρνηση της Γάζας. Ενώ ο δυτικός Τύπος εκτιμά ότι κάθε επόμενο βήμα θα είναι δύσκολο και για τις δύο μεριές, κυρίως επειδή το σχέδιο Τραμπ αφήνει ασαφείς αρκετές από τις λεπτομέρειες.
Και παρόλο που ο Λευκός Οίκος δημοσίευσε κάτι που φαινόταν ως ένα έγγραφο υπογεγραμμένο από τις χώρες που δεν συμμετείχαν στη συνάντηση, τίποτα δεν ήταν δεσμευτικό για κανέναν από τους υπογράφοντες.
Εκτός από μικρές αναφορές, ο Ντόναλντ Τραμπ δεν αναφέρθηκε στο πώς θα ανοικοδομηθεί η Γάζα, ή για το μέλλον του παλαιστινιακού λαού ή για τις συνομιλίες ως προς τη δημιουργία Παλαιστινιακού κράτους ή άλλων λύσεων.

Γάζα: Η εικόνα του σήμερα
Κάνοντας τον απολογισμό της επόμενης μέρας, είναι συντριπτικές οι διαφορές ανάμεσα σε Παλαιστίνη και Ισραήλ ως προς τον αντίκτυπο που είχε ο πόλεμος των τελευταίων δύο ετών.
Δύο χρόνια μετά, η Γάζα είναι ένας σωρός από ερείπια. Το ΑΕΠ της έχει καταρρεύσει στο 80% σε σχέση με πέρυσι, οκτώ στους δέκα κατοίκους είναι άνεργοι, εννέα στα δέκα κτίρια έχουν πληγεί, εκ των οποίων τρία στα πέντε έχουν εξαλειφθεί.
Τα μισά νοσοκομεία δεν λειτουργούν, τα σχολεία είναι ερείπια και το οδικό δίκτυο ανύπαρκτο. Η Παγκόσμια Τράπεζα εκτιμά ότι είναι “μία από τις χειρότερες οικονομικές καταστροφές που έχουν καταγραφεί ποτέ” στην περιοχή.
Στο Ισραήλ, από την άλλη, μπορεί ο πόλεμος να έχει ξεπεράσει τα 50 δις δολάρια σε κόστος αλλά η χώρα αντέχει και πολύ σύντομα μπορεί να ανακάμψει.
Το χρέος ξεπερνά το 70% του ΑΕΠ, κάτι που δεν έχει ξανασημειωθεί στη χώρα, αλλά ο τομέας της τεχνολογίας αντέχει, το φυσικό αέριο συνεχίζει τις εξαγωγές και η κατανάλωση επανέρχεται στα φυσιολογικά επίπεδα.

Οι προκλήσεις που φέρνει το αύριο στη Γάζα
Είναι σίγουρο ότι η επόμενη μέρα δεν αφορά μόνο την αποκατάσταση των ζημιών. Αυτή, σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα, θα στοιχίσει περισσότερα από 50 δις δολάρια, εκ των οποίων τα 20 δις θα χρειαστούν άμεσα, στα επόμενα τρία χρόνια.
Πρόκειται για ένα ποσό τρεις φορές μεγαλύτερο από το ΑΕΠ της Γάζας και της Δυτικής Όχθης μαζί. Ακόμα και στην περίπτωση διαρκούς ειρήνης, το ΑΕΠ ανά κάτοικο δεν αναμένεται να επανέλθει στα πριν τον πόλεμο επίπεδα μέχρι το 2038.
Η Burcu Ozcelik, αναλύτρια με εξειδίκευση στη Μέση Ανατολή από το βρετανικό Royal United Services Institute (RUSI), ένα από τα κορυφαία think tanks παγκοσμίως, ανέφερε στο CNN ότι “ανοίγει ο δρόμος για τη δημιουργία παλιστινιακού κράτους αλλά αυτό δεν θα πρέπει να έχει καθόλου χώρο για τη Χαμάς.
Το μεγάλο ερώτημα είναι κατά πόσο η Χαμάς θα συμφωνήσει σε κάτι τέτοιο μέσα στις επόμενες εβδομάδες ή μήνες. Θα πρέπει να υπάρξει άμεσα διακυβέρνηση στη Γάζα. Θα πρέπει να διασφαλιστεί η ασφάλεια και η έννομη τάξη καθώς και να δημιουργηθεί βασική υπηρεσία διανομής ανθρωπιστικής βοήθειας.” Πρόσθεσε ότι “άλλοι τοπικοί φορείς αναμένεται να παίξουν σημαντικό ρόλο στη μετάβαση, κυρίως από την Αίγυπτο και την Τουρκία.
Προς το παρόν, όλες οι πλευρές θέλουν να δείχνουν ότι κάνουν ό,τι μπορούν για να πετύχει το σχέδιο του Τραμπ”.

Για να διαρκέσει η ειρήνη, αναλυτές και διπλωμάτες εκτιμούν ότι ο Τραμπ θα πρέπει να διατηρήσει την πίεση στον άνθρωπο, την υποστήριξη του οποίου θα χρειαστεί στις επόμενες φάσεις του σχεδίου του: στον Ισραηλινό πρωθυπουργό Μπενιαμίν Νετανιάχου.
Αναλυτές προειδοποιούν επίσης ότι τυχόν καθυστέρηση της Χαμάς να αφοπλιστεί, κάτι που προβλέπεται στη συμφωνία, θα μπορούσε να οδηγήσει τη δεξιά πτέρυγα του συνασπισμού να πιέσει τον Νετανιάχου να επαναλάβει τις στρατιωτικές επιχειρήσεις στη Γάζα, ουσιαστικά ακυρώνοντας τη συμφωνία του Τραμπ.
“Μας ανησυχεί το γεγονός ότι η Χαμάς εξακολουθεί ακόμη και σήμερα να δηλώνει ότι θα παραμείνει στην εξουσία στη Γάζα”, δήλωσε στο Reuters ο Σίμχα Ρόθμαν, βουλευτής του Θρησκευτικού Σιωνισμού που συμμετέχει στον κυβερνητικό συνασπισμό. “Δεν είμαστε ικανοποιημένοι με οποιαδήποτε συμφωνία δεν προβλέπει την πλήρη παράδοση της Χαμάς (…) Δεν θα δεχθούμε καμία μερική νίκη”, τόνισε.
Πόσο πιθανή είναι η δημιουργία παλαιστινιακού κράτους
Ακόμη ένα άλλο ζήτημα που θα μπορούσε να αποδειχθεί ακανθώδες: μια διάταξη στο ειρηνευτικό σχέδιο που αναφέρεται στην πιθανότητα δημιουργίας ενός παλαιστινιακού κράτους, την οποία οι αναλυτές εκτιμούν ότι οι περισσότεροι Ισραηλινοί θα δυσκολευτούν να αποδεχτούν μετά την επίθεση της Χαμάς στις 7 Οκτωβρίου 2023.
Ο Νταν Σαπίρο, πρώην πρεσβευτής των ΗΠΑ στο Ισραήλ, δήλωσε ότι, αν οι βουλευτές της κυβέρνησης και της αντιπολίτευσης πιέσουν έντονα κατά της δημιουργίας παλαιστινιακού κράτους, αυτό ενδέχεται να περιορίσει τη βούληση των αραβικών κρατών να πιέσουν τη Χαμάς να τηρήσει τις δεσμεύσεις της βάσει της συμφωνίας.
Η αναφορά στη δημιουργία παλαιστινιακού κράτους ήταν “πολύ σημαντική προκειμένου οι αραβικές χώρες να στηρίξουν” το αμερικανικό σχέδιο, σημείωσε ο Σαπίρο, εκτιμώντας ότι αν το Ισραήλ απορρίψει εντελώς το ενδεχόμενο, “ενδέχεται να περιοριστεί η βούληση των αραβικών χωρών να διαδραματίσουν τον ρόλο που πρέπει”.
(με πληροφορίες από Reuters, CNN, France24, RFI)