Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο: Θα ξυπνήσει η ωραία κοιμωμένη της πρωτεύουσας;

Το ίδιο το κτίριο απλά και ξεκάθαρα δεν είναι σήμερα αντάξιο της συλλογής του. Τι πρέπει να γίνει
Το Εθνικό Αρχαιολογικό μουσείο σήμερα. Υποτονικό και ανεπαρκές σε χώρο και υποδομές.
Το Εθνικό Αρχαιολογικό μουσείο σήμερα. Υποτονικό και ανεπαρκές σε χώρο και υποδομές.
Gwengoat via Getty Images

Η πρόσφατη εξαγγελία από τον πρωθυπουργό πέντε εμβληματικών έργων που προτίθεται να υλοποιήσει τα επόμενα χρόνια ήταν μια ευχάριστή έκπληξη. Αποτελούν μια γενικά πολύ καλή επιλογή προτεραιοτήτων καθώς όλα στοχεύουν σε έργα που μπορούν να επιδράσουν ως καταλύτες ισχυρής αναβάθμισης ευρύτερων περιοχών ή ακόμα και μητροπολιτικής εμβέλειας. Από αυτά τα πέντε έργα όμως θα ήθελα να ξεχωρίσω το πρώτο, το οποίο θα συμφωνούσα με απόλυτη βεβαιότητα ότι είναι το πιο σημαντικό και επείγον έργο που πρέπει να υλοποιηθεί στην πρωτεύουσα. Αναφέρομαι στην αναβάθμιση και επέκταση του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου, ενταγμένη σε ένα ευρύτερο master plan για την περιοχή. Σε αυτό το έργο θα επικεντρωθώ στο παρόν άρθρο, αναπτύσσοντας κάποιες σκέψεις με αφορμή και τις μέχρι σήμερα πολύ λίγες πληροφορίες σχετικά με τις συγκεκριμένες προθέσεις της κυβέρνησης για το Μουσείο.

Με τα όσα ολίγα έχουν μέχρι σήμερα δημοσιευτεί, φαίνεται ότι στις αρχικές σκέψεις της κυβέρνησής είναι η κάποιας μορφής «ενοποίηση» του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου με το διπλανό ιστορικό κτίριο του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου - στο οποίο λειτουργεί το Τμήμα Αρχιτεκτονικής όπου φοίτησα και εγώ – καθώς και η επέκταση του Μουσείου υπογείως. Θα διαφωνούσα και με τις δύο κατευθύνσεις όπως θα εξηγήσω παρακάτω αλλά προηγουμένως ας περιγράψουμε την σημερινή κατάσταση του κορυφαίου μουσείου της χώρας μας.

«Το 2017 το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο είχε ρεκόρ επισκεψιμότητας, ξεπερνώντας για πρώτη φορά τους μισό εκατομμύριο επισκέπτες (545.565 επισκέπτες)», διάβαζες σε αρκετά δημοσιεύματα σε πανηγυρικό τόνο πριν ένα χρόνο περίπου. Φιλότιμη προσπάθεια να δει κανείς το ποτήρι μισογεμάτο. Η αλήθεια είναι ότι το να έχει το σπουδαιότερο μουσείο της χώρας περίπου το ένα τρίτο των επισκεπτών του Μουσείου της Ακρόπολης (1.428.037 επισκέπτες), και μόλις 50.000 περίπου περισσότερους επισκέπτες από ένα έξοχο αλλά περιφερειακό μουσείο όπως του Ηρακλείου (404.660 επισκέπτες το δεκάμηνο Ιανουαρίου- Οκτωβρίου 2017 σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ) δεν θα έπρεπε να ικανοποιεί κανένα. Αντίθετα έχουμε κάθε λόγο να είμασε πανευτυχείς για την απρόσμενη, πολύπλευρη και καταλυτική επιτυχία του Μουσείου της Ακρόπολης και να αντλούμε μαθήματα για το πώς μπορούμε να αναπαράξουμε το success story του στο κοιμώμενο πολιτιστικό μαμούθ μας.

Eurokinissi

Η σκοπιμότητα της υλοποίησης του Μουσείου της Ακρόπολης ήταν, εν μέρει τουλάχιστον, να αφαιρέσουμε από το Βρετανικό μουσείο που κατέχει τη συλλογή των Ελγινείων μαρμάρων το επιχείρημα ότι στην Αθήνα δεν υπάρχει κατάλληλος χώρος για να φιλοξενήσει αυτόν τον μέγιστο θησαυρό της δυτικής κληρονομιάς και γι’ αυτό η παραμονή του στης εγγυημένη προστασία του Βρετανικού ήταν η αυτονόητη και υπεύθυνη επιλογή. Οι πιο αισιόδοξοι πίστευαν ότι η δημιουργία του θα ήταν τόσο ισχυρός μοχλός πίεσης που θα ανάγκαζε εν τέλει τη Βρετανία να συμφωνήσει σε κάποια λύση που θα επέτρεπε την επιστροφή τους στον τόπο που ανήκουν. Δυστυχώς μέχρι στιγμής τουλάχιστον δεν έχει υπάρξει κάποια ευμενής εξέλιξη στην κατεύθυνση αυτή. Απομένει να δούμε αν το Brexit δώσει κάποια ώθηση στην ελληνική διεκδίκηση. Όμως, τί παράξενη ανατροπή της ιστορίας! Το μουσείο που στη θριαμβευτική κρυστάλλινη αίθουσα των μαρμάρων του Παρθενώνα σήμερα παρουσιάζει επί το πλείστον ταπεινές γύψινες ρέπλικες, επισκέπτονται πρόθυμα 1,5 εκατομμύριο άνθρωποι, τριπλάσιοι απ’ όσους θα δουν το δικό μας Εθνικό αλλά και άλλα μουσεία έξοχων συλλογών όπως το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο της Νάπολης (452.431 επισκέπτες το 2016). Δεν είναι ότι το Μουσείο της Ακρόπολης στερείται κορυφαίων εκθεμάτων. Εκτός από τις Καρυάτιδες φιλοξενεί σπουδαία εκθέματα από τα μνημεία του Ιερού Βράχου, το Ερέχθειο, τα Προπύλαια, το Ναό της Αθηνάς Νίκης, την αρχαϊκή Ακρόπολη. Αλλά αναμφίβολα η επιτυχία του είναι πρωτίστως ένα case study υποδειγματικής παρουσίασης των αντικειμένων και αφήγησης μιας συναρπαστικής ιστορίας. Στο Μουσείο της Ακρόπολης το περιβάλλον (context) του εκθέματος είναι το ίδιο σημαντικό με το ίδιο το έκθεμα.

Αυτή είναι μια γνώριμη αλήθεια για οποιονδήποτε έχει κάποια γνώση της ιστορίας της τέχνης του 20ο αιώνα, και άρα και της παρουσίασης και επιμέλειας αυτής. Από τα τέλη της δεκαετίας του 1910 ολόκληρη η εννοιολογική τάση της μοντέρνας τέχνης εστίαζε στον τρόπο παρουσίασης και στον νοηματικό και φυσικό περίγυρο του αντικειμένου περισσότερο παρά στο αντικείμενο καθ’ εαυτό. Στο Μουσείο της Ακρόπολης οι επισκέπτες συρρέουν για να δουν ευτελή αντίγραφα των ελγινείων μαρμάρων και το εκπληκτικό είναι πως η εμπειρία του θεατή είναι απλώς συγκλονιστική, ξεκάθαρα ανώτερη από αυτή που αποκομίζει επισκεπτόμενος τα αυθεντικά στο Βρετανικό Μουσείο. «Το μόνο που έχει σημασία είναι το φως επί τόπου», έλεγε ο Michelangelo. Στην λουσμένη από το αττικό φως αίθουσα του Παρθενώνα, το δράμα των φωτοσκιάσεων και του διαλόγου με το ίδιο το μνημείο που αντικρίζει κανείς απέναντι είναι όλη η αυθεντικότητα του κόσμου για ένα έκθεμα.

Σε αντιπαραβολή, τί γίνεται στο δύσμοιρο κτίριο της οδού Πατησίων; Αυτό που γίνεται είναι ότι πιθανώς θα προσπεράσετε αυτό που κατά τη γνώμη του γράφοντος είναι το σημαντικότερο γλυπτό όλων των εποχών, όπως λίγη ίσως σημασία θα δώσετε και σε αρκετά άλλα κορυφαία ευρήματα της υψηλότερης καλλιτεχνικής περιόδου ολόκληρου του δυτικού πολιτισμού.

Ο Ποσειδώνας σε ρόλο κομπάρσου: Ένα αριστούργημα εκτεθειμένο σε έναν σκοτεινό και καταθλιπτικό χώρο.
Ο Ποσειδώνας σε ρόλο κομπάρσου: Ένα αριστούργημα εκτεθειμένο σε έναν σκοτεινό και καταθλιπτικό χώρο.

Τέτοια που αν ανήκαν σε κάποιο διάσημο μουσείο θα βρίσκονταν στο κέντρο φαντασμαγορικών αιθουσών ειδικά σχεδιασμένων για την έκθεση τους, μέσα σε πολυτελείς προθήκες και με δεκάδες επιγραφές να σε καθοδηγούν σε αυτά. Αλλά στο Εθνικό Αρχαιολογικό μουσείο αυτά απαξιώνονται συνωστισμένα ανάμεσα σε δεκάδες άλλα, σε αίθουσες κακοφωτισμένες και καταθλιπτικές. Και σε κάποιο φθαρμένο ταμπελάκι θα διαβάσεις «Ποσειδών του Αρτεμισίου» και λίγες ακόμη γραμμές με ξηρές πληροφορίες σαν από κατάλογο απογραφής προμηθειών.

Και τίποτα δεν θα σε κάνει να νιώσεις ότι βρίσκεσαι μπροστά σε ένα από τα εξοχότερα, ίσως το εξοχότερο, γλυπτό που μας έχει διασωθεί από τον αρχαίο κόσμο. Γιατί κανένα γλυπτό δεν αποτυπώνει καλύτερα, με φαινομενικά απόλυτη ελευθερία αλλά στην πραγματικότητα με απόλυτη ακρίβεια, την τελειότητα των αρμονικών αναλογιών, την ιδεολογία του κάλλους της κλασσικής εποχής. Ο Ποσειδών του Αρτεμισίου είναι γλυπτό ανώτερο σε καλλιτεχνική και αρχαιολογική αξία από την Αφροδίτη της Μήλου και πιθανώς από οποιονδήποτε θησαυρό της κλασσικής αρχαιότητας σε οποιοδήποτε διάσημο μουσείο – με την εξαίρεση των ελγινείων.

Η Μάσκα του Αγαμέμνονα χαμένη σε μία από τις απωθητικές προθήκες του μουσείου…
Η Μάσκα του Αγαμέμνονα χαμένη σε μία από τις απωθητικές προθήκες του μουσείου…

Και κοντά σε αυτό φυλάσσονται και άλλοι μοναδικοί θησαυροί: ο συγκλονιστικός και ελάχιστα προβεβλημένος Ιππέας του Αρτεμισίου, η Μάσκα του Αγαμέμνονα, ο Μηχανισμός των Αντικυθήρων, οι τοιχογραφίες του Ακρωτηρίου της Σαντορίνης, όλα ευρήματα τέτοιας βαρύτητας που οποιοδήποτε από αυτά από μόνο του θα μπορούσε να είναι πρωταγωνιστής σε ολόκληρο μουσείο.

…που θυμίζουν ερμάρια φακέλων δημόσιας υπηρεσίας
…που θυμίζουν ερμάρια φακέλων δημόσιας υπηρεσίας

Και αν και πρόσφατα γίνονται μικρές και διστακτικές προσπάθειες κάποια από αυτά να προβληθούν με πιο σύγχρονο και ελκυστικό τρόπο, όπως η ανανεωμένη αλλά όχι ιδιαιτέρως συναρπαστική παρουσίαση του Μηχανισμού των Αντικυθήρων, συνολικά η προβολή τους και η προσέλευση του κόσμου είναι εντελώς απογοητευτική.

Το ίδιο το κτίριο απλά και ξεκάθαρα δεν είναι σήμερα αντάξιο της συλλογής του. Όχι ότι ήταν ποτέ.

Το αναψυκτήριο στον εξωτερικό χώρο του μουσείου σε πλήρη εγκατάλειψη, όπως και όλος ο υπόλοιπος χώρος.
Το αναψυκτήριο στον εξωτερικό χώρο του μουσείου σε πλήρη εγκατάλειψη, όπως και όλος ο υπόλοιπος χώρος.

Είναι ένα ταπεινό συγκρότημα που οικοδομήθηκε στα τέλη του 19ου αιώνα με τα χωρίς έμπνευση σχέδια του Γερμανού ακαδημαϊστή αρχιτέκτονα Ludwig Lange, αυλικού του Όθωνα. Ο Ziller συνέβαλλε στον σχεδιασμό της κομψής αν και υποτονικής όψης και του προστώου του μουσείου. Ο προφανώς χαμηλός προϋπολογισμός του, όσος μπορούσε να διαθέσει η πολύ φτωχή ακόμη τότε χώρα, επέτρεπε ελάχιστο διάκοσμο και καλλιτεχνικές φιλοδοξίες. Αλλά και οι μετέπειτα επεκτάσεις του μουσείου τον 20ό αιώνα δεν ήταν περισσότερο φιλόδοξες. Το σημερινό συγκρότημα διαθέτει 8000 τ.μ. εκθεσιακών χώρων, πολύ λιγότερων από όσους απαιτούνται για τις ανάγκες του, που οργανώνονται γύρω από τέσσερα αμήχανα και πλήρως αναξιοποίητα αίθρια. Η περιήγηση στους χώρους του, αν αγνοήσουμε τα εκθέματα, δεν έχει τίποτα δελεαστικό και προκαλεί εντύπωση εγκατάλειψης και ιδρυματισμού. Για να μην μιλήσουμε για την γύρω από το μουσείο περιοχή. Ο διπλανός τριτοκοσμικός πεζόδρομος της Τοσίτσα είναι αγαπημένο στέκι τοξικομανών, οι πράσινες διαμορφώσεις μπροστά από το Μουσείο πλήρως παρατημένες μη προσφέροντας καμία υποστηρικτική χρήση στο Μουσείο και η πρόσβασή στο συγκρότημα είναι δυσάρεστη και δυσχερής: ο ξένος επισκέπτης θα πρέπει να έρθει με μοναδικό σκοπό την επίσκεψη στο μουσείο, μιας και δεν υπάρχει άλλο αξιοθέατο στην γύρω περιοχή, από τον υπόγειο σταθμό της γκρίζας Πλατείας Ομόνοιας, ενώ και τα τουριστικά λεωφορεία δεν θα έχουν καλύτερη μεταχείριση καθώς οι χώροι προσωρινής στάθμευσης του μουσείου είναι ανεπαρκέστατοι. Όλα αυτά εξηγούν πλήρως γιατί η επίσκεψη στο ΕΑΜ δεν περιλαμβάνεται στο πρόγραμμα ούτε των περισσότερων τουριστών, ούτε αυτών που οργανώνουν την διαμονή τους στην πόλη.

Γιατί η αποτυχία του ΕΑΜ να προσελκύσει τον όγκο επισκεπτών που δικαιούται έχει τόσο μεγάλη σημασία; Γιατί η πρωτεύουσα της χώρας στερείτε έναν εν δυνάμει καταλύτη που θα μπορούσε να συμπαρασύρει σε ραγδαία ανάπτυξη ένα από τα εκτενέστερα, ιστορικότερα και πλεονεκτικότερα κομμάτια του αστικού κέντρου της, που φθίνει εδώ και δεκαετίες ενάντια σε κάθε λογική. Το τμήμα της οδού Πατησίων από την Ομόνοια ως το Πεδίο του Άρεως είναι βασική σπονδυλική στήλη της Αθήνας, οργανικό τμήμα του δακτυλίου γύρω από τον λόφο του Λυκαβηττού, (Λεωφ. Αλεξάνδρας, Βασιλίσης Σοφίας, Πανεπιστημίου Πατησίων) που ενοποιεί και παρέχει συνοχή στις εμπορικές, διοικητικές και εμπορικές λειτουργίες της σύγχρονης πόλης. Από πολεοδομικής πλευράς ο δακτύλιος αυτος έχει κορυφαία σημασία: μπορεί να υποκαταστήσει τον δακτύλιο του ιστορικού τριγώνου της πόλης (άξονες Σταδίου – Πειραιώς – Ερμού), ο οποίος ποτέ δεν ήταν δυνατόν να υλοποιηθεί όπως υπήρχε η πρόθεση. Η αναβάθμιση του άξονα αυτού θα μεταμορφώσει την πρωτεύουσα, επαναφέροντας τον αστικό και οικονομικό παλμό σε όλες τις περιοχές που συνδέει και σήμερα υποφέρουν από σχεδόν πλήρη ερήμωση και παράδοση στην παρακμή και το έγκλημα: Γύρω από την Ομόνοια, την πλατεία Κάνιγγος, τα Εξάρχεια, το ανατολικότερο τμήμα Πατησίων – Γ’ Σεπτεμβριού. Θα βοηθήσει να ξαναζήσουν κάποτε αρχοντικές αστικές περιοχές όπως η Κυψέλη – αυτή η πιό υποτιμημένη περιοχή από όλες στην Αθήνα – και τα Πατήσια. Με περισσότερο άμεσο τρόπο, θα προσθέσει έναν κορυφαίο πολιτιστικό και τουριστικό προορισμό που θα οδηγήσει σε αύξηση των διανυκτερευσεων των επισκεπτών αυξάνοντας σημαντικά το ακαθαριστο προιόν της ελληνικής μητρόπολης.

Τα παραπάνω εξηγούν γιατί το έργο της επέκτασης και αναβάθμισης του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου είναι το πλέον σημαντικό έργο που έχει ανάγκη η Αθήνα. Αυτό που απαιτείται είναι μεγάλη επέκταση όχι μόνο χώρου αλλά και σκοπιμότητας και οράματος. Οι πρωτόλειες κυβερνητικές σκέψεις για κάποιου είδους ενοποίηση με το Πολυτεχνείο, εκτός αν αφορούν αποκλειστικά την διαμόρφωση του εξωτερικού περιβάλλοντος χώρου τους – μια ενοποίηση του landscaping που πράγματι είναι λογική – είναι άστοχες και απολύτως μη ρεαλιστικές: όπως είναι αναμενόμενο ουδέποτε το Πολυτεχνείο θα επέτρεπε την παραχώρηση του ιστορικότερου και συμβολικότερου για την σύγχρονη Ελλάδα κτιρίου του.To project πρέπει να είναι ενταγμένο σε ένα masteplan που θα περιλαμβάνει την ανάπλαση της οδού Πατησίων από την Ομόνοια ως το Πεδίο του Άρεως αλλά και την ίδια την Πλατεία και το πολύπαθο πάρκο, στο οποίο πριν το 2004 είχε ήδη γίνει μια ανάπλαση που απέτυχε με τον ίδιο πάταγο που απέτυχε και αυτή της Ομόνοιας μερικά χρόνια προηγουμένως.

Αλήθεια, γιατί αποτύχανε αυτές οι προσπάθειες; Γιατί τυπικά γίνονται με τρόπο ξεκομμένο και αποσπασματικό, προγραμματίζονται και διαχειρίζονται από πρόσωπα και φορείς άσχετους με τον μακρόπνοο πολεοδομικό σχεδιασμό, που δεν έχουν την ικανότητα να συλλάβουν, να αποκρυσταλλώσουν και να υλοποιήσουν ένα τέτοιο έργο. Πριν μερικά χρόνια ένας ιδιωτικός φορέας είχε την πρωτοβουλία να οργανώσει ένα φιλόδοξο διαγωνισμό για μία μεγάλη στοχευμένη παρέμβαση στο Αθηναϊκό κέντρο. Η πρωτοβουλία Re-think Athens, όπως αποκαλούνταν, βασιζόταν σε πολύ καλές προθέσεις και μια μοναδική και εξαιρετικά κακή ιδέα: την πεζοδρόμηση της οδού Πανεπιστημίου σε ολόκληρο το μήκος της. Μία από συγκοινωνιακής πλευράς εξωφρενική ιδέα που αν είχε υλοποιηθεί θα παρέλυε το κέντρο με απολύτως καταστροφικές συνέπειες και με συγκριτικά φτωχά οφέλη. Και όμως την πρόταση αυτή είχαν στηρίξει κορυφαίοι πολιτικοί παράγοντες της εποχής, δείγμα του τυχαίου και τσαπατσούλικου τρόπου με τον οποίο λαμβάνονται – και συχνά υλοποιούνται - επιτελικής βαρυτητας έργα στην χώρα μας.

Η συνταγή της σίγουρης επιτυχίας της ανάπλασης με βαρύκεντρο το ΕΑΜ θα μπορούσε να περιγραφεί με αδρές γραμμές ως εξής.

Eurokinissi

Η πλατεία Ομόνοιας αν και απαίσια στην επιφάνειά της είναι ένας μεγάλος κόμβος που λειτουργεί από συγκοινωνιακής πλευράς καλά. Τόσο ο υπόγειος σταθμός που είναι απολύτως επαρκής και ικανός να εξυπηρετήσει μεγάλο πληθυσμό, όσο και η υπέργεια οδική κυκλοφορία, που παρά τον μεγάλο όγκο οχημάτων που εξυπηρετεί σπανίως υπάρχει μεγάλη συμφόρηση. Η ανάπλαση πρέπει να εστιαστεί στις ελεύθερες –άδειες και τσιμεντένιες σήμερα – επιφάνειές της, τις οποίες πρέπει να γεμίσει με πράσινο, υδάτινα στοιχεία, σκίαση και διάφορα άλλα ελαφρά χρηστικά και καλλωπιστικά στοιχεία.

EUROKINISSI

Στην αντιβαρική πλευρά της ανάπλασης το Πεδίο του Άρεως χρειάζεται λίγες ευφάνταστες πρόσθετες χρήσεις άθλησης και αναψυχής, αλλά και στοιχειώδη υποστήριξη όπως νυκτερινό φωτισμό και εικοσιτετράωρη φύλαξη. Το πάρκο στο Ίδρυμα Νιάρχου είναι ένα προφανές παράδειγμα του πως οι κάτοικοι αλλά και επισκέπτες είναι πρόθυμοι να αγκαλιάσουν ένα τέτοιο πάρκο. Χωρίς να επεκταθώ παραπάνω θα τονίσω ότι η συμβολή του Πάρκου στην επιτυχία της ανάπλασης είναι ότι θα παρέχει την αναψυχή και τον μεγάλο ελευθερο χώρο που θα εκτονώνει την πολυκοσμία και τον εντατικό ρυθμό των άλλων δύο πόλων, της Ομόνοιας και του Μουσείου. Η σπονδυλική στήλη θα είναι η πλήρως αναβαθμισμένη και πεζοδρομημένη Πατησίων. Δεν μπορώ να είμαι βέβαιως ότι η πλήρης πεζοδρόμηση αυτού του τμήματος είναι εφικτή, αλλά είναι σίγουρο ότι η παράλληλη οδική αρτηρία της Γ’ Σεπτεμβρίου μπορεί να αναλάβει το μεγαλύτερο βάρος, αν όχι όλο, του οδικού φόρτου. Ο νέος αυτός μεγάλος πεζόδρομος θα είναι δελεαστικός από μόνος του, ενισχυοντας κατα πολύ τα εμπορικά καταστήματα που ασφαλώς θα αναβαθμιστούν ραγδαία, πόσο μάλλον όταν στο κέντρο βάρους του θα υπάρχει το κορυφαίο, το λαμπρότερο πολιτιστικό επίκεντρο της χώρας, το Νέο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο! Καθώς αυτό δεν έχει διαθεσιμη έκταση για να μεγαλωσει στον περιγυρό του, θα πρέπει να αξιοποιήσει τις αμήχανες «τρύπες» στην κάτοψή του και να μεγαλώσει με τόλμη σε ύψος. Σκεφτείτε έναν υπέροχο θόλο, μια καλή αναφορά θα ήταν ο κρυστάλλινος θόλος της Bundestag του αρχιτέκτονα Norman Foster που παρέχει μια ιδέα για τον πως θα μπορούσε να είναι μια επέκταση που λειτουργεί συμβολικα σαν φάρος για την πόλη. Σε κάθε περίπτωση το κτιριακό σύνολο θα πρέπει να είναι ένα παλίμψηστο, που η συμβίωση νέου και παλιού ενισχύουν τον νοημα και των δύο.

Παραθέτω δύο δικές μου εικόνες καλλιτεχνικής αναπαράστασης μιας τολμηρής ανακαίνισης του Μουσείου ελπίζοντας ότι θα εξάψουν το ενδιαφέρον των αναγνωστών και θα ενισχύσουν την επιχειρηματολογία του άρθρου.

Θάνος Αθανασόπουλος
Θάνος Αθανασόπουλος

Σε άμεση αντιπαραβολή με τα έργα που εξήγγειλε ο πρωθυπουργός, σε επόμενα άρθρα σκοπεύω να περιγράψω αυτά που κατά τη δική μου γνώμη είναι τα πιο σημαντικά έργα που πρέπει να γίνουν στην Αθήνα, και που θα έχουν την δύναμη να της δώσουν την ζωτικότητα, την φρεσκάδα και την λάμψη που δικαιούται μια πρωτευουσα που έχει την τύχη και το βάσανο της μεγαλύτερης κληρονομίας ολόκληρης της ιστορίας του ανθρώπινου πολιτισμού.

Ο Θάνος Αθανασόπουλος είναι αρχιτέκτων – πολεοδόμος. Έχει ειδίκευση στην αρχιτεκτονική τεχνολογικά προηγμένων κελυφών (ΜArch Harvard University Graduate School of Design). Έχει διακριθεί σε ελληνικούς και διεθνείς διαγωνισμούς και διδάσκει στο τμήμα Master in Architecture and Urbanism του University of Portsmouth – Μητροπολιτικού Κολλεγίου.

Δημοφιλή