Πριν μιλήσουμε για τον ρυθμό ανάπτυξης της μυικής δύναμης θα αναφερθούμε στον ορισμό της δύναμης αλλά και τις μορφές της. Πιο συγκεκριμένα, η μυική δύναμη είναι η ικανότητα του νευρομυικού συστήματος να υπερνικά ή να αντιστέκεται σε ένα συγκεκριμένο εξωτερικό φορτίο.

Οπως γράφει ο Περικλής Κάβουρας, γυμναστής με έδρα την Κομοτηνή: 

Advertisement
Advertisement

Οι μορφές της μυϊκής δύναμης είναι τρεις:

  1. Η Μέγιστη Δύναμη, που ορίζεται ως η ικανότητα του νευρομυικού συστήματος να σηκώσει το μέγιστο βάρος που μπορεί και με το οποίο να μπορεί να εκτελέσει μια επανάληψη σε μια συγκεκριμένη άσκηση.
  2. Η Μυική Ισχύ – Ταχυδύναμη – Ρυθμός Ανάπτυξη της Δύναμης, που αφορά την ικανότητα γρήγορης μετακίνησης ενός συγκεκριμένου φορτίου.
  3. Η Μυική Αντοχή, που αφορά την υπερνίκηση εξωτερικών αντιστάσεων ( > 30% της (1) μίας μέγιστης επανάληψης) για έναν υψηλό συνολικό αριθμό επαναλήψεων.

Από τι εξαρτάται η μυική δύναμη (τα σημαντικότερα)

Από την συχνότητα ενεργοποίησης των κινητικών μονάδων

Ως κινητικη μονάδα οριζεται ο κινητικός νευρώνας μαζι με το σύνολο των σκελετικών μυικών ινων που νευρώνονται από τις τελικές απολήξεις του νευράξονα του. Η συχνότητα ενεργοποίησης της κινητικής μονάδας αφορά το πόσες φορές ενεργοποιήθηκε η συγκεκριμένη κατά την εκτέλεση μιας άσκησης (Aagaard, 2002).

Από τον αριθμό των κινητικών μονάδων που ενεργοποιούνται

Κατά την εκτέλεση μιας άσκησης ανάλογα με το φορτίο και τις απαιτήσεις της άσκησης ενεργοποιούνται ένα συγκεκριμένο ποσοστό κινητικών μονάδων ώστε να μπορέσει να επιτευχθεί με επιτυχία η εκτέλεση της άσκησης (MilnerBrown, Stein&Yemin,1973; De Luca 1994).

Όσο μεγαλύτερος είναι ο αριθμός των κινητικών μονάδων που ενεργοποιούνται τόσο μεγαλύτερο θα είναι και το παραγόμενο ποσοστό δύναμης (Behm, 1995).

Advertisement

Από την εγκάρσια διατομή του μυός

Ένας μυς με μεγαλύτερη γαστέρα μυός προφανώς και αποτελείται από περισσότερες κινητικές μονάδες και συνήθως μπορεί να παράγει και μεγαλύτερα ποσοστά δύναμης αν και η παραγωγή δύναμης φαίνεται να επηρεάζεται και αρκετά από νευρικούς μηχανισμούς (Garfinkel and Cafarelli, 1992).

Από τον τύπο των μυικών ινών των κινητικών μονάδων που ενεργοποιούνται

Advertisement

Υπάρχουν διαφορετικοί τύποι μυικών ινών (Ίνες Βραδείας συστολής à Τύπου Ι, Οξειδωτικές και Ίνες Ταχείας Συστολής à Τύπου Ιια, Οξειδογλυκολυτικές και Τύπου ΙΙβ à Γλυκολητικές) με διαφορετική ποσοστιαία κατανομή που καθορίζεται από γενετικούς παράγοντες και από την καθημερινότητα και τα ερεθίσματα που δέχεται ο αθλητής – ασκούμενος από το ανάλογο άθλημα και απαρτίζουν έναν μυ.

Βέβαια αξίζει να σημειωθεί ότι ο τύπος των μυικών ινών δεν καθορίζει το ποσοστό της μέγιστης δύναμης. Ωστόσο οι ίνες ταχείας συστολής έχουν μεγαλύτερη διάμετρο και επιτυγχάνουν υψηλότερο ρυθμό ανάπτυξη της δύναμης (Firts and Widrick 1996).

Από το είδος της μυικής ενεργοποίησης

Advertisement

Τα είδη της μυικής ενεργοποίησης είναι η ισοτονική σύσπαση η οποία χαρακτηρίζεται από την παραγωγή δύναμης με μεταβολή του μήκος του μυός με σταθερή παραγωγή μηχανικού έργου κατά την εκτέλεση μιας άσκησης.

Η σύγκεντρη ή μειομετρική σύσπαση όπου η τάση του μυός είναι σταθερή αλλά το μήκος του μεταβάλεται (βραχύνεται), η έκκεντρη ή πλειομετρική σύσπαση όπου η τάση του μυός παραμένει σταθερή αλλά το μήκος του μεταβάλλεται (επιμηκύνεται) και η ισομετρική σύσπαση όπου αυξάνεται η τάση του μυός, αλλά ο μυς δεν μπορεί να ξεπεράσει την εξωτερική αντίσταση και δεν υπάρχει αλλαγή στο μήκος του μυός (Kellis & Baltzopoulos, 1998).

Από την ταχύτητα της κίνησης

Advertisement

Ασκήσεις με υψηλή ταχύτητα κίνησης αυξάνουν τον συνολικό αριθμό των κινητικών μονάδων που θα επιστρατευτούν και πιθανά θα οδηγήσουν και σε υψηλότερες τιμές παραγωγής δύναμης από το νευρομυικό σύστημα. (Εnoka, 1994).

Advertisement

Απο την γωνία της άρθρωσης και το μήκος του μυός

Τα ανατομικά χαρακτηριστικά φαίνεται να επηρεάζουν σημαντικά την ικανότητα παραγωγή δύναμης από το νευρομυικό σύστημα (Kawakami, 2004).

Από τι εξαρτάται η μυική δύναμη

Ως ρυθμός ανάπτυξης της δύναμης (ΡΑΔ) ορίζεται η ικανότητα του νευρομυικού συστήματος να εφαρμόσει όσο το δυνατόν γρηγορότερα ένα συγκεκριμένο ποσοστό δύναμης ή το μέγιστο ποσοστό δύναμης έναντι σε ένα εξωτερικό φορτίο.

Advertisement

Με πιο απλά λογιά, είναι η ικανότητα ενός αθλητή – ασκούμενου να παραγάγει ένα συγκεκριμένο ποσοστό δύναμης όσο γρηγορότερα μπορεί. Ο ρυθμός ανάπτυξης της δύναμης είναι μια παράμετρος που επηρεάζεται από νευρουμυικούς μηχανισμούς και ποικίλει ανάλογα το προπονητικό επίπεδο και το είδος του αθλητή.

Επιπλέον ο ρυθμός ανάπτυξης της δύναμης μπορεί και να εκφράζει την ταχύτητα σύσπασης του μυός. Ο απαιτούμενος χρόνος που χρειάζεται στους υγιείς ενήλικες ώστε να επιτύχουν και να σταθεροποιήσουν την μέγιστη τιμής δύναμης που μπορούν να εφαρμόσουν πρέπει να είναι μεταξύ 300 – 500ms (Grosser&Starischka, 2000).

Ο ρυθμός ανάπτυξης της δύναμης θεωρείται από τους πιο αξιόπιστους δείκτες στην εργομετρική αξιολόγηση των ασκούμενων, επειδή ο συνηθέστερος χρόνος που χρειάζεται για να παραχθεί δύναμη στα περισσότερα αθλήματα είναι λιγότερος από τα 200ms (Zatsiorsky,1995).

Επίσης, διακατέχει σημαντικό ρόλο σε γρήγορες και υψηλής παραγωγής δύναμης μυικές σύσπασεις.

Όσον αφορά προηγούμενες μελέτες, ο ρυθμός ανάπτυξης της δύναμης φαίνεται να ποικίλει ανάλογα τα ερεθίσματα που προκύπτουν από το άθλημα.

Πιο συγκεκριμένα, σε αθλήματα που χαρακτηρίζονται από ταχυδυναμικές κινήσεις όπως ο δρόμος μικρών αποστάσεων (100, 200 μέτρα κ.α.), ρίψεις, μαχητικά αθλήματα κ.α. έχουν πολλές γρήγορες τιμές εφαρμογής στον ΡΑΔ, επιτυγχάνουν γρήγορη παραγωγή δύναμης και ο χρόνος μυικής συστολής είναι μεταξύ 50 – 250ms (Aagaard et al., 2002).

Η βιβλιογραφία έχει παρατηρήσει ότι, η μέγιστη δύναμη σχετίζεται σημαντικά με την ισχύ αλλά όχι με τον ρυθμό ανάπτυξης της δύναμης (Stone et al., 2003).

Επιπλέον όταν μετρήθηκε ο μέγιστος ρυθμός εφαρμογής δύναμης μεταξύ αθλητών αντοχής, ταχυτήτων και άρσης βαρών με διαφορετικά ποσοστά μυικής μάζας παρατήρησαν ότι οι αθλητές ταχύτητας (100, 200 μέτρα) είχαν γρηγορότερο ρυθμό εφαρμογής δύναμης από τους αθλητές άρσης βαρών, οι οποίοι είχαν γρηγορότερο ρυθμό εφαρμογής δύναμης από τους αθλητές αντοχής (Häkkinen et al. 1989).

Επιπλέον η εκτέλεση προπόνησης ισχύος 16 εβδομάδων και άνω, φαίνεται να αυξάνει τον ρυθμό ανάπτυξης δύναμης ώστε να επιτυγχάνουν υψηλότερες τιμές παραγώμενης δύναμης σε όσο το δυνατόν μικρότερο χρονικό διάστημα σε ρίπτες αθλητές (Stone, 2003).

Συμπέρασμα

Συμπερασματικά, παρατηρείται ότι ο ρυθμός ανάπτυξης της δύναμης ποικίλει ανάλογα με το άθλημα και το επίπεδο του ασκούμενου.

Επιπροσθέτως, ανάλογα με τις απαιτήσεις του αθλήματος ο ρυθμός ανάπτυξης της δύναμης θα μπορεί να βελτιώθει αν ακολουθηθούν εξατομικευμένα προπονητικά πρωτόκολλα, σχεδιασμένα από τους ειδικούς της άσκησης.

ΠΗΓΗ (και βιβλιογραφία): fmh.gr