Γράφει ο Χρήστος Λυντέρης, Δικηγόρος, Διδάκτωρ νομικής του Πανεπιστημίου Αθηνών

*

Advertisement
Advertisement

Το 1974, όταν κατέρρευσε η χούντα και ήλθε η μεταπολίτευση, η κυβέρνηση εθνικής ενότητας του Κωνσταντίνου Καραμανλή αποφάσισε να αποταθεί στους πολίτες προκηρύσσοντας δημοψήφισμα για την μορφή του πολιτεύματος μεταξύ βασιλευομένης και αβασίλευτης δημοκρατίας. Τις υπόλοιπες όμως διατάξεις του νέου Συντάγματος τις άφησε στην αποκλειστική αρμοδιότητα της Βουλής.

Στο δημοψήφισμα του 1974 οι πολίτες τάχθηκαν με μεγάλη πλειοψηφία (69,18 %) κατά της μοναρχίας αποδεικνύοντας το δημοκρατικό τους φρόνημα. Η πλειοψηφία της Βουλής όμως, η οποία ανέλαβε ανεξέλεγκτα και χωρίς επικυρωτικό δημοψήφισμα να καταρτίσει το Σύνταγμα, δεν διακατεχόταν από μεγάλα δημοκρατικά οράματα. Όπως ανέφερε χαρακτηριστικά ο κορυφαίος συνταγματολόγος Αριστόβουλος Μάνεσης (Το Σύνταγμα του 1975/86, εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα , 1986, εισαγωγή, σελ.16),  επεδίωκε κυρίως να εγκαθιδρύσει «μία ισχυρή και συγκεντρωτική εξουσία, ικανή να παίρνει γρήγορα αποφάσεις παραμερίζοντας ενοχλητικές συζητήσεις και αντιδράσεις». 

Με τέτοιες στοχεύσεις, το Σύνταγμα του 1975 γέννησε ένα προσωποπαγές πολιτικό σύστημα εξουσίας από το οποίο απουσιάζουν πλήρως αξιόπιστοι θεσμοί ελέγχου, αυτό που οι Αμερικανοί αποκαλούν «checks and balances». Το Σύνταγμα επέτρεψε στον εκάστοτε πρωθυπουργό, εκτός από την κυβέρνησή του, να ελέγχει απολύτως το κόμμα του και την κυβερνητική πλειοψηφία στη Βουλή και να επιλέγει την ηγεσία της Δικαιοσύνης, ενώ σε κάθε περίπτωση αυτός και τα μέλη της κυβέρνησης καλύπτονται πίσω από ποινική ασυλία για τυχόν εγκλήματα που διαπράττουν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.

Οι  συνταγματικές αναθεωρήσεις του 1986 και του 2001 κατέστησαν το πολίτευμα ακόμη πιο πρωθυπουργοκεντρικό και ανεξέλεγκτο, η αναθεώρηση του 2008 ήταν αδιάφορη και η αναθεώρηση του 2019 επέφερε ελάχιστες βελτιώσεις , κάποιες εκ των οποίων δεν εφαρμόστηκαν ποτέ. Είχε ήδη δημιουργηθεί ένα τέρας που καταπατούσε εύκολα ακόμη και το ίδιο το Σύνταγμα.    

Στην εποχή της κυβέρνησης Μητσοτάκη, οι πρωτοφανείς μεθοδεύσεις συγκάλυψης εγκλημάτων που διαπράχθηκαν ιδίως στις υποκλοπές, στα Τέμπη και στον ΟΠΕΚΕΠΕ, ανέδειξαν πλήρως την προαναφερθείσα θεσμική γύμνια. Ακολούθως, μεγάλο μέρος της κοινωνίας που ξεσηκώθηκε και βγήκε στους δρόμους με αφορμή τα εγκλήματα των Τεμπών αντιλήφθηκε  το πρόβλημα και απαίτησε θεσμικές αλλαγές.

Αρχικώς, 1,3 εκατομμύρια πολίτες υπέγραψαν αίτημα κατάργησης των άρ.62 και 86 του Συντάγματος που διασφαλίζουν σκανδαλώδη ποινική ασυλία για βουλευτές και μέλη κυβερνήσεων.

Advertisement

Στην συνέχεια αποτέλεσε επίσης κοινή πεποίθηση ότι ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης δεν μπορεί να υπάρξει εάν η ηγεσία της διορίζεται από το υπουργικό συμβούλιο.

Επιπλέον, το κίνημα των Τεμπών, επιχειρώντας να δώσει θεσμική ισχύ στις ενέργειές του αντιλήφθηκε και ανέδειξε και την αξία του θεσμού της νομοθετικής πρωτοβουλίας πολιτών του άρ. 73 παρ. 6 του Συντάγματος που θεσπίστηκε με την συνταγματική αναθεώρηση του 2019, αλλά η κυβερνητική πλειοψηφία στη Βουλή επί 6 έτη προκλητικά τον κρατάει ανενεργό επειδή αποφεύγει να ψηφίσει τον προβλεπόμενο εκτελεστικό νόμο.

Στα αιτήματα κατάργησης των ασυλιών, κατοχύρωσης της ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης και ενεργοποίησης και επέκτασης του θεσμού της νομοθετικής πρωτοβουλίας πολιτών που έθεσε το κίνημα των Τεμπών, ήδη έχει προστεθεί και η ανάγκη επέκτασης του θεσμού των δημοψηφισμάτων και ιδίως της καθιέρωσης των υποχρεωτικών δημοψηφισμάτων και των δημοψηφισμάτων με πρωτοβουλία πολιτών, ώστε να λειτουργήσουν ως θεσμικά αντίβαρα διόρθωσης των αυθαιρεσιών των αντιπροσώπων. Σε πρόσφατη έρευνα που διενεργήθηκε με αφορμή το δημοψήφισμα του 2015, παρά το γεγονός ότι το εν λόγω δημοψήφισμα κατά γενική παραδοχή ευτέλισε το θεσμό, ποσοστό 84,2% των πολιτών δήλωσε ότι τάσσεται υπέρ των δημοψηφισμάτων και 7 στους 10 θεωρούν ότι πρέπει να γίνονται πιο συχνά διότι ενισχύουν τη δημοκρατία. 

Advertisement

Τα παραπάνω αιτήματα για ριζικές αλλαγές που θέτει μετ’ επιτάσεως πλέον η κοινωνία δεν μπορεί να αγνοούνται για πολύ ακόμη από το πολιτικό σύστημα. Η χώρα δεν μπορεί να συνεχίσει άλλο σε αυτόν τον κατήφορο ηθικής και πολιτικής σήψης που βιώνουμε όλοι.

Ήδη, εκτός του συλλόγου των θυμάτων των Τεμπών που ζήτησε αποκατάσταση της δημοκρατίας, ενεργοί πολίτες και κινήσεις και ομάδες πολιτών υπό την σκέπη των Φίλων της Δημοκρατίας (ftd.gr) τονίζουν ότι απαιτείται μία νέα μεταπολίτευση. Αυτή η νέα μεταπολίτευση όμως πρέπει να ξεκινήσει με ένα νέο δημοψήφισμα για να υπάρχει εγγύηση ότι οι αλλαγές θα είναι προς το συμφέρον των πολιτών και όχι των ολίγων. 

Όπως η μεταπολίτευση του 1974 ξεκίνησε θεσμικά με το δημοψήφισμα για την κατάργηση της μοναρχίας, έτσι η νέα μεταπολίτευση, οφείλει να ξεκινήσει με ένα άλλο δημοψήφισμα που θα περιλαμβάνει όλα τα προαναφερθέντα θεσμικά αιτήματα που θέτει πλέον η κοινωνία, έτσι ώστε οι πολίτες, αντί να αφήσουν στην Βουλή την πλήρη συντακτική αρμοδιότητα, αυτή τη φορά θα θέσουν οι ίδιοι τους άξονες της συνταγματικής αλλαγής.      

Advertisement