Η φιλοσοφική σκέψη ξεκινά πάντοτε από μια αμηχανία: την αδυναμία μας να ορίσουμε με απόλυτη βεβαιότητα τις θεμελιώδεις έννοιες με τις οποίες ζούμε. Η ελευθερία, η δικαιοσύνη, η αλήθεια, μοιάζουν διαρκώς να διαφεύγουν από μια τελική, καθολική διατύπωση. Παρά την αδυναμία μας, η σκέψη δεν παρεμποδίζεται· πάνω σε αυτήν θεμελιώνεται. Μπορεί να μη γνωρίζουμε πάντα τι είναι οι έννοιες, αλλά ξέρουμε με βεβαιότητα τι δεν είναι. Η αρνητική αυτή γνώση χαράσσει τα όρια μέσα στα οποία μπορεί να κινηθεί η θετική κατανόηση. Ο ορισμός δεν αποτελεί κατοχή της αλήθειας, αλλά έναν τρόπο να οριοθετήσουμε το πεδίο της γεγονός που μας επιτρέπει να στοχαστούμε με μεγαλύτερη καθαρότητα.

Αν αυτό ισχύει στη φιλοσοφία γενικά, ισχύει ακόμη περισσότερο στην πολιτική φιλοσοφία ειδικά. Στην πολιτική φιλοσοφία οι έννοιες υπηρετούν έναν διττό σκοπό: τροφοδοτούν τη σκέψη και στηρίζουν την καθημερινή μας συμβίωση. Ο τρόπος με τον οποίο κατανοούμε τη δικαιοσύνη καθορίζει τον τρόπο που οργανώνουμε τους θεσμούς. Ο τρόπος που κατανοούμε την ελευθερία επηρεάζει το εύρος και τα όρια της δημόσιας σφαίρας. Η πολιτική φιλοσοφία βρίσκεται έτσι σε μια διπλή κίνηση: από τη μία, συμμετέχει στον καθαρά θεωρητικό αγώνα για εννοιολογική ακρίβεια· από την άλλη, οφείλει να λαμβάνει υπόψη της το γεγονός ότι οι έννοιες αυτές έχουν ένα πραγματικό, πρακτικό βάρος.

Advertisement
Advertisement

Γι’ αυτό και στην πολιτική φιλοσοφία η σημασία των ερωτημάτων πολλές φορές υπερβαίνει τη σημασία των απαντήσεων. Το ερώτημα για το τι συνιστά δίκαιη κοινωνία ή για το τι σημαίνει αυθεντική πολιτική ελευθερία επιδιώκει την αποσαφήνιση του ζητήματος, αποφεύγοντας την ψευδαίσθηση μιας τελικής λύσης που θα ακύρωνε τον ίδιο τον χώρο της πολιτικής. Δεν ρωτάμε από το μηδέν· κάθε ερώτηση πηγάζει από μια ήδη σχηματισμένη, έστω αδιόρατη, απάντηση. Η συνειδητοποίηση αυτής της υπολανθάνουσας απάντησης είναι η αρχή της φιλοσοφικής εργασίας.

Σε αυτό το πλαίσιο, η διαφωνία είναι μέρος της ίδιας της διαδικασίας της σκέψης. Η δυσφορία που νιώθουμε απέναντι στην απάντηση ενός φιλοσόφου, για παράδειγμα στη μεροληψία του Πλάτωνα υπέρ του λογικού ή στον απαισιόδοξο ανθρωπολογικό ρεαλισμό του Χομπ δεν είναι πρακτικό εμπόδιο. Είναι σημείο εκκίνησης. Η σκέψη μας ξεδιπλώνεται στον βαθμό που νιώθουμε ότι οι υπάρχουσες απαντήσεις δεν επαρκούν. Η διαφωνία είναι δομικό στοιχείο της πολιτικής φιλοσοφίας ακριβώς επειδή η πολιτική δεν γνωρίζει τελεσίδικες λύσεις.

Η πολιτική φιλοσοφία, στην πιο ουσιαστική της λειτουργία, αντιστέκεται στη βία μέσα από την ίδια της τη δομή, όχι μέσω ηθικολογιών. Το γεγονός ότι εγκαθιστά τον στοχαστή μέσα σε ένα πλαίσιο διαλόγου, αντιρρήσεων και ανταλλαγών σημαίνει ότι υπενθυμίζει μια βαθύτερη πολιτική αλήθεια: Η πολιτική συγκροτείται ως τρόπος συνύπαρξης. Η πολλαπλότητα των ερμηνειών δεν αποτελεί απειλή, αλλά αφετηρία διαλόγου. Μόνο όταν τα επιχειρήματα αποσύρονται, η βία γίνεται μονόδρομος.

Η πολιτική φιλοσοφία δεν φιλοδοξεί μόνο να επιλύσει τις διαφορές μας. Φιλοδοξεί πρωταρχικά να τις καταστήσει νοητές. Να επιτρέψει στον δημόσιο λόγο ικανό να φέρει το βάρος της διαφωνίας χωρίς να συντρίβεται. Σε μια εποχή όπου ο δημόσιος λόγος κυριαρχείται είτε από εύκολες βεβαιότητες είτε από κυνική αδιαφορία, η πολιτική φιλοσοφία υπενθυμίζει κάτι απλό αλλά κρίσιμο: η συνύπαρξη δεν είναι δεδομένη,  είναι επίτευγμα. Και ότι το επίτευγμα αυτό προϋποθέτει μια σκέψη που δεν βιάζεται να αποφανθεί, αλλά αναζητά, με επιμονή και μετριοπάθεια, τα όρια και τις δυνατότητες των εννοιών που καθορίζουν τον κοινό μας κόσμο.

*

Το άρθρο γράφτηκε με την ευκαιρία του εορτασμού της Παγκόσμιας Ημέρας Φιλοσοφίας και τον επίσημο εορτασμό της από το Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών.