Προκειμένου να γίνει αφέντης, ο πολιτικός προσποιείται τον υπηρέτη
Σαρλ Ντε Γκωλ

Μια κυβέρνηση υπάρχει για να υπηρετεί τον λαό της˙ για να το πετύχει αυτό, η κυβέρνηση οφείλει να παρέχει υπηρεσίες που προωθούν το κοινό καλό. Ωστόσο, ενώ στη δημοκρατία φαίνεται να έχουμε την πολιτική που ζητάμε, το εκλογικό σώμα δείχνει να προτιμά το πολιτικό θέαμα αντί για μια ικανή ηγεσία: το ενδιαφέρον δηλαδή είναι σαν να στρέφεται περισσότερο προς στην τιμωρία των κομματικών αντιπάλων παρά στην απαίτηση για ικανή κυβέρνηση. Με άλλα λόγια, αυτό που μετρά είναι να κυριαρχεί μια παράταξη επί της άλλης: εξυπακούεται ότι αυτό αρέσει στους πολιτικούς , καθότι έχουν μάθει ότι το αδιέξοδο συμφέρει, όταν οι ψηφοφόροι τους συμπεριφέρονται με αυτόν τον τρόπο. Η πολιτική δεν αφορά πλέον την εκπροσώπηση και την πολιτική, αλλά την κατατρόπωση, ακόμη και την ταπείνωση της άλλης πλευράς.

Advertisement
Advertisement

Όταν όμως η πολιτική πόλωση είναι έντονη, το κοινό έδαφος μεταξύ των κομμάτων καταρρέει: αυτό φυσικά υπονομεύει τη συνεργασία. Αλλά το βαθύτερο πρόβλημα έχει να κάνει με την πόλωση των πεποιθήσεων. Σε αντίθεση με την πολιτική πόλωση, η οποία αφορά την απόσταση μεταξύ αντίπαλων ομάδων, η πόλωση των πεποιθήσεων συμβαίνει εντός μιας μόνο ομάδας. Στην πόλωση των πεποιθήσεων, οι ομοϊδεάτες άνθρωποι μεταμορφώνονται σε μια πιο ακραία εκδοχή του εαυτού τους: Οι φιλελεύθεροι γίνονται πιο φιλελεύθεροι, οι συντηρητικοί γίνονται πιο συντηρητικοί, οι περιβαλλοντολόγοι γίνονται πιο πράσινοι, και ούτω καθεξής. Είναι σημαντικό ότι αυτή η μετατόπιση καθοδηγείται από την επιθυμία να ταιριάξει κανείς με τους συνομηλίκους του, όχι από κάποια στοιχεία ή από τη λογική. Ως εκ τούτου, γινόμαστε πιο ένθερμοι αλλά όχι καλύτερα ενημερωμένοι. Επιπλέον, οι πιο ακραίοι εαυτοί μας είναι επίσης πιο φυλετικοί και κομφορμιστές. Καθώς μετατοπιζόμαστε, γινόμαστε πιο ανταγωνιστικοί απέναντι στους ξένους, γινόμαστε λιγότερο ανεκτικοί στις διαφορές. Ο συνδυασμός της έντασης του ανταγωνισμού προς όσους βρίσκονται στην «άλλη πλευρά» και της κλιμάκωσης της συνοχής μεταξύ όσων βρίσκονται στην «δική μας πλευρά» μετατρέπει όλες τις πτυχές της ζωής σε πολιτική.

Στις ΗΠΑ σήμερα, οι φιλελεύθεροι και οι συντηρητικοί είναι έντονα κοινωνικά διαχωρισμένοι: ζουν σε διαφορετικές γειτονιές, εργάζονται σε διαφορετικά επαγγέλματα, κάνουν διακοπές σε διαφορετικές τοποθεσίες, οδηγούν διαφορετικά οχήματα και ψωνίζουν σε διαφορετικά καταστήματα. Η καθημερινή δηλαδή συμπεριφορά έχει γίνει μια επέκταση της κομματικής ένταξης. Κατά ειρωνικό τρόπο, καθώς η καθημερινή ζωή γίνεται πολιτικά κορεσμένη, η ίδια η πολιτική γίνεται περισσότερο θέμα τρόπου ζωής και λιγότερο θέμα πολιτικής. Οι πολιτικοί επιδιώκουν να κερδίσουν εκλογές και η υποκίνηση αρνητικών συναισθημάτων όπως ο φόβος και η αγανάκτηση είναι ισχυρά εναύσματα πολιτικής συμπεριφοράς, συμπεριλαμβανομένης της ψήφου. Κατά συνέπεια, όταν οι πολίτες είναι πολωμένοι ως προς τις πεποιθήσεις, η εχθρότητα και η ένταση συνιστούν νικηφόρες εκλογικές στρατηγικές.

Το πρόβλημα παραμένει. Η δημοκρατική διακυβέρνηση είναι ουσιαστικά θέμα διαπραγμάτευσης. Ούτε η νίκη στις εκλογές ούτε το να είσαι μέλος του κόμματος της πλειοψηφίας σημαίνει ότι μπορείς απλώς να δίνεις εντολές. Οι συνταγματικές διαδικασίες με τις οποίες κυβερνούν οι εκπρόσωποί μας έχουν σχεδιαστεί για να επιβάλλουν τη συνεργασία, τη συνέργεια και τον συμβιβασμό. Εξαιτίας της πόλωσης, αυτά τα ευγενή ιδανικά του πολιτικού δούναι και λαβείν έχουν διαλυθεί. Η συνεργασία θεωρείται πλέον ως παράδοση στους πολιτικούς εχθρούς. Το κλειδί επομένως για να αποφύγουμε μια τέτοια παρακμή,  είναι να γίνουμε πολίτες που απαιτούν ικανή κυβέρνηση έναντι της κομματικής κυριαρχίας.