Τις τελευταίες εβδομάδες, στο κάδρο των παγκόσμιων κρίσεων που περιλαμβάνει την Ουκρανία και τη Γάζα, προστέθηκε και το Ιράν. Για πολλούς Ευρωπαίους πολίτες, η στρατιωτική δράση κατά του Ιράν πέρασε σχεδόν αδιάφορα: ούτε η τιμή του πετρελαίου εκτινάχθηκε, ούτε συγκίνησαν ιδιαίτερα οι εικόνες αμάχων, παρά την έντονη κάλυψη των ΜΜΕ. Όμως, αβίαστα και χωρίς πολλή ανάλυση, προκύπτουν σημαντικά συμπεράσματα.

Η κυβέρνηση Τραμπ, απελευθερωμένη από περιορισμούς, ενίσχυσε αποφασιστικά τη θέση των ΗΠΑ στην παγκόσμια σκακιέρα. Επιθέσεις σε πυρηνικές εγκαταστάσεις στο Ιράν δημιούργησαν ένα νέο προηγούμενο για την αποτροπή διάδοσης πυρηνικών, ενώ η συνεργασία με το Ισραήλ επιβεβαίωσε την τεχνική και επιχειρησιακή ικανότητα του αμερικανικού στρατού.

Advertisement
Advertisement

Παράλληλα, η Ευρώπη, σιωπηλά και άβουλα, παρακολουθεί τις εξελίξεις στο περιθώριο, με περιορισμένη επιρροή. Οι αραβικές κυβερνήσεις, σιωπηρά υποστηρικτικές προς τις ΗΠΑ, δείχνουν ότι η άσκηση εξωτερικής πολιτικής  επί θρησκευτικών κυρίως επιταγών έχει παραχωρήσει τη θέση της στην ωμή Realpolitik, τη γεωπολιτική των συμφερόντων. Επίσης, οι ΗΠΑ, φερόμενες απόλυτα ηγεμονικά και αδιαφορώντας για τυχόν αντιδράσεις, έδωσαν το στίγμα για τα όρια πυρηνικών προγραμμάτων, ειρηνικών και μη. Η Ρωσία και η Κίνα κράτησαν ρόλο παρατηρητή αφού δε θίχτηκαν τα συμφέροντά τους.  Τέλος, το Ιράν, φάνηκε ανήμπορο στη πράξη να αντιδράσει. Ίσως να μην είναι το ποντίκι που βρυχάται, αλλά διαφαίνεται ως ένα καθεστώς, που φοβίζει περισσότερο στα λόγια παρά στην πράξη.

Η στρατηγική του daddy is home όπως γλοιωδώς θα έλεγε ο ΓΓ του ΝΑΤΟ, φέρνει στο προσκήνιο τη σκληρή πραγματικότητα: στην παγκόσμια τάξη δεν υπάρχουν πια ”κόκκινες γραμμές”. Η κόκκινη γραμμή του απαραβίαστου των συνόρων κατελύθη χωρίς να περάσει τα σύνορα ένας πεζικάριος. Η βεβαιότητα του παρελθόντος έχει οριστικά ανατραπεί.

Με βάση τα παραπάνω, ο μέσος ψηφοφόρος στην Ευρώπη και Ελλάδα οφείλει, ανεξαρτήτως πολιτικών πεποιθήσεων, να εξάγει τα προφανή συμπεράσματα: οι ισχυρές ένοπλες δυνάμεις είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να σε υπολογίζουν οι αντίπαλοί σου. Οι Ευρωπαίοι, Κινέζοι, Ρώσοι ή Άραβες θα κοιτάξουν πρωτίστως τα συμφέροντά τους και όχι αρχές και ιδεοληψίες. Ο Τραμπ, όσο και αν προκαλεί, δεν είναι ένας τυχαίος ηγέτης, και συνεπώς η στρατηγική του απαιτεί μελέτη παρά δουλοπρέπεια και κολακεία. Η παγκόσμια τάξη μεταβάλλεται ραγδαία και ενίοτε χωρίς τυμπανοκρουσίες. Όμως, κάποιες μεταβολές είναι μάλλον προβλέψιμες.

Η ιστορία, αν την αγνοήσεις, σε καταδικάζει να την επαναλάβεις. Το 1919, ο Ελευθέριος Βενιζέλος κέρδισε την εύνοια του Clemenceau για την παραχώρηση της Θράκης, προσφέροντας στρατιωτική υποστήριξη στη γαλλική εκστρατεία στην Κριμαία. Η Δύση τότε – όπως και σήμερα – επιχείρησε να διαμορφώσει την τύχη της Ουκρανίας, στηριζόμενη σε αμφίβολους συμμάχους και παραβλέποντας τις κοινωνικές και πολιτικές πραγματικότητες.

Οι Γάλλοι θεώρησαν ότι οι Ουκρανοί αυτονομιστές θα ήταν ικανοί να πολεμήσουν ενάντια στον Κόκκινο Στρατό. Όμως οι εκτιμήσεις τους αποδείχθηκαν εσφαλμένες: οι Σοβιετικοί όχι μόνο αντεπιτέθηκαν, αλλά νίκησαν τους ”αντιδραστικούς”, όπως αποκαλούσαν τους συμμάχους, και θεμελίωσαν τη θέση τους στην περιοχή. Η εκστρατεία ήταν κακώς οργανωμένη με κύριο πρόβλημα τον εφοδιασμό. Οι ελληνικές δυνάμεις αποχώρησαν και εστάλθηκαν στη Μικρά Ασία. Το 1921, ο Λένιν υπέγραψε σύμφωνο φιλίας με τον Κεμάλ, μια σύγκλιση που θα είχε καταλυτικές συνέπειες για την Ελλάδα στον 20ο αιώνα.

Σήμερα, το 2025, η Ευρώπη βρίσκεται αντιμέτωπη με παρόμοια διλήμματα. Υποστηρίζει την Ουκρανία, όχι λόγω της ‘δικαίας και ηθικής’ επιταγής, αλλά από τον φόβο ότι μια ρωσική νίκη θα καταλύσει την ευρωπαϊκή ένωση στη πράξη. Όμως, όπως το 1919, οι στρατηγικοί υπολογισμοί δεν βασίζονται πάντα σε ακριβή ανάγνωση της πραγματικότητας. Οι Ρώσοι πολεμούν για να αποδείξουν ότι παραμένουν παγκόσμιοι παίκτες, οι Ουκρανοί για την επιβίωση τους, και οι Ευρωπαίοι για να μην τρωθεί η καθεστηκυία τάξη τους. Οι ΗΠΑ παραμένουν παρούσες μεν αλλά όχι άμεσα εμπλεκόμενες δε, υποκαθιστώντας τους Άγγλους στο παίγνιο του 1919, πού τήρησαν αποστάσεις. Το zero-sum game του 1919 είναι σχεδόν ίδιο με αυτό του 1925, αλλά το διακύβευμα, το κόστος του όποιου αποτελέσματος είναι υψηλότερο για όποιον χάσει.

Advertisement

Ενώ τα κράτη δρουν κατά τα συμφέροντά τους, η Ευρώπη μοιάζει ανίκανη να διαμορφώσει ανεξάρτητη στρατηγική, χωρίς πολιτική βούληση, χωρίς στρατηγικό βάθος, χωρίς αίσθηση ιστορικής συνέχειας. Αν το 1919 ο Τρότσκι αποκαλούσε τους Δυτικούς ”όρνια”, σήμερα το ευρωπαϊκό πολιτικό προσωπικό αποδέχεται με υποτέλεια τον ρόλο του αυλοκόλακα. Δεν είναι δύσκολο να φανταστούμε τον Κολοκοτρώνη να μιλάει για ”νενέκους και προσκυνημένους”.

Το τραγικότερο όλων είναι η ειρωνεία της ιστορικής επανάληψης: οι Ευρωπαίοι σήμερα ψηφίζουν ελεύθερα και επιλέγουν την αδράνεια μεταθέτοντας τη λύση του προβλήματος στο μέλλον, γιατί όποια άλλη επιλογή έχει άμεσο οικονομικό κόστος. Η λύση δεν είναι άλλη παρά η αλλαγή του οικονομικού και κοινωνικού μοντέλου, που βασίζεται στη τεχνολογική υπεροχή και συνεπώς σε δομές αξιοκρατίας. Όσο το καθυστερούν, το υπαρξιακό τους δίλημμα μεγαλώνει, καθώς χάνεται και η διάθεσή τους να δώσουν μάχες, που θα επιτρέψουν την επιβίωσή τους. Τα συμπεράσματα όμως από το Ιράν δεν αφήνουν περιθώρια ψευδαισθήσεων και όλα τα Κράτη στη γειτονιά επανασχεδιάζουν τις πολιτικές τους, τώρα που οι κόκκινες γραμμές έγιναν κόσκινο.

Ο μέσος πολίτης δεν έχει ανάγκη από ευχολόγια περί παγκόσμιας ειρήνης και αδελφοσύνης, τουλάχιστον όχι όσο απειλείται άμεσα το βιός του. Όποιος βλέπει τον κόσμο χωρίς ιδεοληπτικά φίλτρα, θα αναγνωρίσει πως η Ιστορία επαναλαμβάνεται. Κάθε φορά που αγνοεί την Ιστορία, τότε το τίμημα της αδράνειας, παράβλεψης και αδυναμίας είναι πάντα βαρύτερο από εκείνο της δράσης. Αν κάτι πρέπει να μας προβληματίσει σήμερα, δεν είναι οι μεγάλες ρητορείες που τάχα εγγυώνται την ασφάλεια αλλά μόνο η ισχύς και η ρεαλιστική στρατηγική.

Advertisement