Διεθνές Δίκαιο, ένα από τα τελευταία προπύργια της ανθρωπότητας

Η συμμόρφωση όλων των μερών με τους κανόνες του διεθνούς δικαίου μπορεί να προσφέρει μία ελάχιστη, αλλά αναγκαία, ανακούφιση στον ανθρώπινο πόνο
Veronaa via Getty Images

Σύμφωνα με πηγές, προερχόμενες από ισραηλινούς αξιωματούχους, το Υπουργείο Υγείας της Γάζας και διεθνείς οργανισμούς, 1.400 Ισραηλινοί πολίτες και πολίτες τρίτων χωρών σκοτώθηκαν κατά την επίθεση της Χαμάς, στις 7 Οκτωβρίου, 8.121 Παλαιστίνιοι έχουν σκοτωθεί κατά τις επιχειρήσεις της ισραηλινής αντεπίθεσης, 239 άνθρωποι κρατούνται όμηροι από τη Χαμάς, 1,4 εκατομμύριο Παλαιστίνιοι είναι εκτοπισμένοι, 250,000 Ισραηλινοί είναι επίσης εκτοπισμένοι. Οι αριθμοί είναι συντριπτικοί. Καμία εκεχειρία εν όψει.

Σε αυτό το νέο ζοφερό κεφάλαιο της συγκρουσιακής Μέσης Ανατολής και της διαμάχης μεταξύ Ισραήλ και Παλαιστίνης, το πεδίο του δημόσιου διαλόγου φαίνεται να μονοπωλείται από ερωτήσεις, σχετικές με το ποιος ευθύνεται για την έναρξη της διαμάχης και ποιος διαπράττει τις μεγαλύτερες ακρότητες. Το ζήτημα με ερωτήσεις τέτοιου είδους είναι ότι οι απαντήσεις τους, αφενός εξαρτώνται από την ιδιαιτέρως περίπλοκη ιστορική και πολιτική γενεαλογία της ισραηλινο-παλαιστινιακής διαμάχης και τις αντικρουόμενες θεωρίες και απόψεις για την ιστορική της έναρξη, τη φύση και την εξέλιξή της και αφετέρου λίγα έχουν να προσφέρουν αυτές σήμερα, όσον αφορά την επίτευξη της αναγκαίας εξομάλυνσης της κατάστασης. Σε κάθε περίπτωση, επισκιάζουν άλλες, εξίσου δύσκολες, αλλά τη δεδομένη στιγμή πιο χρήσιμες ερωτήσεις, όπως πώς θα μπορούσε η σύγκρουση να αποκλιμακωθεί και ποιοι παράγοντες θα μπορούσαν να συμβάλουν προς αυτή την κατεύθυνση.

Την ίδια στιγμή, η ακραία βία της τρομοκρατικής επίθεσης της Χαμάς και η πρωτοφανής, για διάστημα δεκαετιών, ένταση της ισραηλινής αντεπίθεσης, εγείρουν περίπλοκα ερωτήματα, σχετικά με τα ηθικά όρια, αν αυτά υπάρχουν, που διαμορφώνουν τις πράξεις κάθε εμπλεκόμενης πλευράς σε στρατηγικό επίπεδο.

Άραγε, η υπαρξιακή υποχρέωση αντίστασης στον ξένο κατακτητή προσφέρει μία ηθική λευκή κάρτα, απαλλάσσοντας την αντιστεκόμενη οντότητα από κάθε υποχρέωση περιορισμού των ενεργειών της, ανεξάρτητα από τη βλάβη που αυτές προκαλούν;

Μήπως, η υπαρξιακή υποχρέωση στην αυτοάμυνα ξεπερνά όλα τα ηθικά όρια, δίνοντας συγχωροχάρτι για τη χρήση οποιουδήποτε μέσου απέναντι σε μία τρομοκρατική απειλή;

Η διερεύνηση αυτών των ερωτημάτων, η προσπάθεια να εξακριβώσουμε αν υπάρχουν καθολικά εφαρμόσιμοι ηθικοί περιορισμοί ή, αντίθετα, αν η ακρότητα των περιστάσεων μπορεί να υπερβεί αυτούς τους ενδεχόμενους ηθικούς περιορισμούς, εγκρίνοντας κάθε μέσο δράσης, θα μας ανάγκαζε να περιηγηθούμε στο δαιδαλώδες έδαφος της ηθικής φιλοσοφίας και να εξετάσουμε τις πολύπλοκες δυναμικές των ηθικών ορίων σε περιστάσεις πρωτοφανούς βίας και καταστροφής.

Η ανάλυση, όμως, της σύγκρουσης υπό το πρίσμα της ηθικής και της υποτιθέμενης ηθικής ανωτερότητας ενός δίκαιου σκοπού έναντι του άλλου, θα μας εγκλώβιζε σε μια ατέρμονη συζήτηση, φορτισμένη από το πολιτικό, ιδεολογικό, κοινωνικό και φυλετικό υπόβαθρο κάθε συμμετέχοντα. Θα ήταν ένα ενδιαφέρον πνευματικό πόνημα, κατά πάσα πιθανότητα, ωστόσο, μηδενικής ρεαλιστικής αξίας.

Η προσπάθεια να διαπιστωθεί ο πρωταρχικός, ο «αφετηριακός» ένοχος, καθώς και η επιδίωξη να περιγραφεί αυτός ως ο ηθικά χειρότερος δρών, δεν προσφέρει καμία ανακούφιση στα θιγόμενα μέρη. Αντιθέτως, η ανάδειξη της ηθικής ανωτερότητας του ενός έναντι του άλλου, το δίκαιο του σκοπού του και η ηθικά ισχυρότερη υποχρέωσή του να το επιβάλει, ενέχει τον κίνδυνο της δικαιολόγησης κάθε δυνατού μέσου για την επιτυχία της δίκαιης επιδίωξής του. Οδηγεί, επομένως, στην αύξηση της έντασης και της κλίμακας της επικρατούσας βίας και συνεπώς στον πολλαπλασιασμό του αριθμού των θυμάτων και των παράπλευρων απωλειών.

Παράλληλα, το Διεθνές Δίκαιο παρέχει μία σαφή και κατηγορηματική απάντηση: ο σκοπός δεν νομιμοποιεί κάθε μέσο. Η επίτευξη ενός επιθυμητού ή ηθικά δικαιολογημένου σκοπού δεν απαλλάσσει ούτε νομιμοποιεί την εφαρμογή ηθικά αμφισβητούμενων ή παράνομων μεθόδων κατά τη διαδικασία επίτευξης αυτού. Η νομιμότητα των ενεργειών πρέπει να αξιολογείται ανεξάρτητα από τους στόχους που επιδιώκουν να επιτύχουν. Το διεθνές δίκαιο χρησιμεύει ως κανονιστικό πλαίσιο που διέπει τη συμπεριφορά κρατικών και μη-κρατικών διεθνών δρώντων στις μεταξύ τους αλληλεπιδράσεις. Στις περιπτώσεις ενόπλων συγκρούσεων, το διεθνές δίκαιο επιβάλει τις ίδιες υποχρεώσεις σε όλα τα εμπλεκόμενα μέρη και, το σημαντικότερο, τις διατηρεί για το άλλο ακόμα και αν το ένα μέρος τις παραβιάζει. Το διεθνές δίκαιο δεν ασχολείται με την ηθική σύγκριση των σκοπών των εμπλεκομένων και η επιδίωξή του να λογοδοτήσουν, τόσο το Ισραήλ όσο και η Χαμάς, για τον τρόπο διεξαγωγής του πολέμου, δεν αποτελεί ηθική εξίσωση των δύο.

Οι στρατηγικές επιλογές της Χαμάς και του Ισραήλ σκιαγραφούν ένα συγκεκριμένο τρόπο, με τον οποίο κάθε πλευρά διεξάγει την ένοπλη σύγκρουση. Από τη μία πλευρά, η συστηματική και ευρεία τρομοκρατική επίθεση από την Χαμάς, την 7η Οκτωβρίου 2023, σε άμαχο πληθυσμό είναι έγκλημα κατά της ανθρωπότητας. Η απαγωγή και ομηρία αμάχων είναι έγκλημα πολέμου. Το ίδιο ισχύει και για τις αποτρόπαιες πράξεις βασανισμών και βιασμών, καθώς και για τη ρίψη ρουκετών χωρίς διάκριση ως προς τη στόχευση. Ακόμα, θα μπορούσε βάσιμα να ισχυριστεί κανείς, αν δεχθεί ότι η Χαμάς έχει την πρόθεση της ολικής καταστροφής του Ισραήλ και ότι η επίθεση αυτή πραγματοποιήθηκε με πρόθεση να καταστραφούν, συνολικά ή εν μέρει, οι Ισραηλινοί, η πράξη αυτή συνιστά το διεθνές έγκλημα της γενοκτονίας.

Από την άλλη, η άσκηση του νόμιμου δικαιώματος του Ισραήλ σε αυτοάμυνα, οφείλει να οριοθετείται εντός των αρχών της αναλογικότητας, της αναγκαιότητας και της διάκρισης μεταξύ μαχητών και άμαχων πληθυσμών. Πρακτικές, όπως ο αποκλεισμός της Γάζας, η στέρηση βασικών για την επιβίωση αγαθών και υπηρεσιών, όπως το φαγητό, το νερό και ο ηλεκτρισμός, αποτελούν παραβιάσεις του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου και εγκλήματα πολέμου. Ο βομβαρδισμός της πυκνοκατοικημένης Γάζας των 2.4 εκατομμυρίων κατοίκων, δοκιμάζει τα όρια της διεθνούς νομιμότητας. Σύμφωνα με το Γραφείο της Ύπατης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, καθώς και νομικές οργανώσεις και ερευνητικά κέντρα, τα παραπάνω, σε συνδυασμό με τις προϋπάρχουσες συνθήκες στη Λωρίδα της Γάζας, εγείρουν έγκυρους ισχυρισμούς για γενοκτονία εις βάρος των Παλαιστινίων.

Παρά το γεγονός ότι τα παραπάνω είναι, δίχως αμφιβολία, εκατέρωθεν αμφισβητούμενα, η ζοφερή λίστα παραβιάσεων του διεθνούς δικαίου συνεχώς διευρύνεται. Ακόμη και το είδος της ένοπλης σύγκρουσης μεταξύ του Ισραήλ και της Παλαιστίνης αποτελεί πεδίο νομικής αντιπαράθεσης και η οριστική ταξινόμησή της (δηλαδή αν πρόκειται για διεθνή ένοπλη σύγκρουση, μη διεθνή ένοπλη σύγκρουση ή αν πρόκειται για διπλή ταξινόμηση, κατά την οποία λαμβάνουν χώρα ταυτόχρονα δύο διαφορετικές συγκρούσεις) είναι καθοριστικής σημασίας τόσο για το εύρος των πιθανών εγκλημάτων, τα οποία μπορούν να διωχθούν, όσο και για τον καθορισμό του αρμόδιου δικαστικού μηχανισμού.

Την ίδια στιγμή, αφενός οι παράνομες και απάνθρωπες τρομοκρατικές τακτικές της Χαμάς, όπως η χρήση αμάχων ως ανθρώπινων ασπίδων, οι αποστολές αυτοκτονίας, η μισαλλόδοξη, εξτρεμιστική και αντιδραστική φύση της, η μη αναγνώριση του κράτους του Ισραήλ και η άρνηση κάθε ειρήνης μαζί του, αφετέρου η ραγδαία επίσημη επικοινωνιακή κλιμάκωση των προωθούμενων από το Ισραήλ στρατιωτικών ενεργειών και σκοπών, με λεκτική ταύτιση της Χαμάς με όλους τους Παλαιστίνιους, χωρίς καμία αναφορά στη διάκριση μαχητών και αμάχων και η αποανθρωποποίηση των Παλαιστινίων, συνθέτουν ένα άκρως επικίνδυνο μίγμα προθέσεων, ειδικά αν αναλογιστεί κανείς τη διαφαινόμενη αμοιβαία αντίληψη περί συλλογικής ευθύνης, άρα και συλλογικής τιμωρίας. Ο τρόπος με τον οποίο οι προθέσεις θα μεταφερθούν στο πεδίο των εχθροπραξιών, πρέπει και θα εξεταστεί από τα αρμόδια διεθνή δικαστικά όργανα και όλοι οι πιθανοί δράστες εικαζόμενων παραβιάσεων του διεθνούς δικαίου πρέπει να (και θα;) λογοδοτήσουν.

Στον αντίποδα αυτών, ενδεχομένως, κάποιος θα μπορούσε να αναρωτηθεί με γνήσια απορία, τι χρησιμότητα μπορεί να έχει το δίκαιο και οι νομικοί κανόνες σε περιόδους ακραίων, υπαρξιακών συγκρούσεων για επιβίωση και ελευθερία. Κάποιοι άλλοι θα μπορούσαν κατηγορηματικά να ισχυριστούν ότι σε ζωτικής σημασίας συγκρούσεις, το διεθνές δίκαιο είναι παντελώς υποκριτικό, παντελώς άχρηστο. Πράγματι, είναι εξαιρετικά δύσκολο να εφαρμοσθούν και να διαφυλαχθούν με συνέπεια νομικές αρχές στο πεδίο της μάχης.

Ας θέσουμε στον εαυτό μας, όμως, μία διανοητική άσκηση. Ας φανταστούμε έναν κόσμο, τον δικό μας, σημερινό, κόσμο, ο οποίος παρά την πληθώρα διεθνών οργανισμών, περιφερειακών ενώσεων και διακυβερνητικών σχηματισμών, παραμένει άναρχος και ευάλωτος σε επάλληλες κρίσεις, χωρίς ένα ελάχιστο κανονιστικών αξιώσεων. Δεν είναι δύσκολο να αντιληφθούμε το μέγεθος της ασυγκράτητης ανομίας και της βίας, τα οποία θα χαρακτήριζαν τον κόσμο αυτό. Αυτό το ελάχιστο κανονιστικών αξιώσεων είναι το διεθνές δίκαιο, το οποίο παρέχει ένα ελάχιστο θεσμικό πλαίσιο για την ελαχιστοποίηση του ανθρώπινου πόνου και την προστασία των αμάχων σε περιόδους συγκρούσεων, επιδιώκοντας τον μετριασμό της φρίκης του πολέμου.

Στην παρούσα φάση, η σκοτεινή διασύνδεση τρομοκρατικών οργανώσεων σε όλον τον κόσμο με αυταρχικά κράτη, η καπήλευση του παλαιστινιακού αγώνα από μία φανατική ιδεολογία, αλλά και η απροκάλυπτη αδιαφορία αξιωματούχων, πολιτικών και στρατιωτικών, δημοκρατικών χωρών για τις επιταγές του διεθνούς δικαίου, σηματοδοτούν τη νέα, εξαιρετικά επικίνδυνη και οριακή νέα περίοδο της ισραηλινο-παλαιστινιακής σύγκρουσης και αποκαλύπτουν την εμβάθυνση της κρίσης του διεθνούς κράτους δικαίου.

Αποπειρώμενοι να τακτοποιήσουμε την περίπλοκη αυτή σύγκρουση εντός μίας απόλυτα μονοδιάστατης κατηγοριοποίησης θύτη/θύματος, στη βάση μίας διαισθητικής ηθικής και ιδεολογικής θεώρησης, μάλλον ακολουθούμε έναν αδιέξοδο δρόμο ψευδών διχοτομήσεων.

Στην πραγματικότητα, επιλέγουμε να αγνοήσουμε τα επιτακτικά ζητούμενα, δηλαδή την άμεση κατάπαυση πυρός και την εξεύρεση μίας ρεαλιστικής, αμοιβαίως επωφελούς, ανθεκτικής και βιώσιμης λύσης για τους δύο λαούς, ενώ ταυτόχρονα υπονομεύουμε τη δυνατότητα νομικών εργαλείων να είναι μέρος αυτής της διαδικασίας.

Αναμφίβολα, το διεθνές δίκαιο δεν έχει τη δυνατότητα να παράσχει από μόνο του μία τέτοια λύση. Φέροντας το άχθος των εγγενών αντιφάσεων και αδυναμιών του, έχει περιπέσει σε διαρκή απαξίωση εδώ και καιρό και η επίκλησή του δεν αρκεί για να δώσει ρεαλιστικές διεξόδους στις κλιμακούμενες συγκρούσεις. Ωστόσο, η αδιαφορία και η εγκατάλειψη του διεθνούς δικαίου, συνιστούν επικείμενο ουσιαστικό κίνδυνο διολίσθησης της κατάστασης στην ανεξέλεγκτη, απόλυτη, βαρβαρότητα. Η επίμονη και αδιαπραγμάτευτη προσήλωση στις αρχές του δικαίου είναι ουσιώδης για τη διατήρηση μιας χειραφετημένης και συνεργατικής παγκόσμιας κοινότητας.

Στην πραγματικότητα, μάλλον, τα μόνα διαθέσιμα εργαλεία για την λήξη αυτού του ερεβώδους κύκλου βίας, είναι η πλαισίωση, ιστορική και κοινωνικοπολιτική, η πολιτική διαπραγμάτευση, οι γενναίοι συμβιβασμοί, καθώς και μία νέα αντίληψη σεβασμού των διεθνών θεσμών και αρχών συλλογικής ειρήνης και συνύπαρξης.

Δημοφιλή