Και μετά την Συμφωνία οριοθέτησης ΑΟΖ Ελλάδας- Αιγύπτου, τί;

Ανάλογα με τις μελλοντικές ενέργειες και δράσεις της Ελλάδας και υπό την προϋπόθεση της οριστικής εγκατάλειψης ενός ηττοπαθούς απομονωτισμού, τα πλεονεκτήματά της συμφωνίας μπορούν να υπερισχύσουν και τα μειονεκτήματά της να αποδυναμωθούν.
.
.

Η Συμφωνία οριοθέτησης ΑΟΖ Ελλάδας- Αιγύπτου έγινε δεκτή ως γενικά θετική από την πλειοψηφία των αναλυτών, με κυριότερα θετικά της σημεία τα ακόλουθα:

  • Αντιπαρατίθεται στο Τουρκο-Λιβυκό Σύμφωνο, διαθέτοντας ισχυρότερη νομική βάση, το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας και την αναμενόμενη επικύρωσή της από τις δύο χώρες (κάτι που δεν ισχύει για το Τουρκο-Λιβυκό Σύμφωνο).

  • Αναγνωρίζει την επήρεια των κατοικημένων νησιών, έστω και όχι πάντα πλήρη (δηλαδή εφαρμόζοντας συντελεστή μικρότερο του 100%)

  • Αναφέρεται σε ΑΟΖ και όχι σε υφαλοκρηπίδα, αξιοποιώντας ουσιαστικές πτυχές του Συμφώνου για το Δίκαιο της Θάλασσας του 1982 (UNCLOS), που ισχύει από το 1994.

  • Έγινε την κατάλληλη στιγμή, αφού οι πάγιες προτροπές της Ε.Ε., των ΗΠΑ, ακόμα και της Ρωσίας προς την Ελλάδα και την Τουρκία «να τα βρουν», απέκτησαν διαφορετικό νόημα μετά την υπογραφή του Τουρκο-Λιβυκού Συμφώνου.

Αρκετοί πάντως αναλυτές υπογράμμιζαν και τα υπαρκτά μειονεκτήματά της:

  • Όντας τμηματική, αφήνει σε εκκρεμότητα την ρύθμιση της ΑΟΖ μετά περίπου τον 28ο μεσημβρινό (δηλαδή, το προ της υπογραφής του Τουρκο-Λιβυκού Συμφώνου όριο των τουρκικών διεκδικήσεων και παράνομων παραχωρήσεων στην κρατική Τουρκική Εταιρεία Πετρελαίων –ΤΡΑΟ).

  • Αποδεχόμενη την μειωμένη επήρεια κάποιων Ελληνικών νησιών, ενδεχομένως προσφέρει επιχειρήματα στην Τουρκία σχετικά με τις Ελληνικές απαιτήσεις (αυτό τουλάχιστον υποστηρίζει σε δηλώσεις του ο Τούρκος Υπουργός Εξωτερικών, που κατά την γνώμη μου δεν ισχύει, αφού η κάθε περίπτωση είναι διαφορετική).

  • Οι περιοχές που συμφώνησε η Ελληνική πλευρά να παραχωρηθούν στην Αίγυπτο κατά παρέκκλιση της αρχής της μέσης γραμμής περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, σημεία με αυξημένη πιθανότητα εύρεσης υδρογονανθράκων.

Γενικότερα, κλίνουμε προς την άποψη ότι τα θετικά στοιχεία της Συμφωνίας την συγκεκριμένη χρονική στιγμή είναι περισσότερα από τα αρνητικά και την χαρακτηρίζουμε ως επωφελή, υπό την βασική προϋπόθεση Ελλάδα και Κύπρος να προχωρήσουν σε βήματα που θα ενισχύσουν τα θετικά της σημεία και θα αποδυναμώσουν τα πιο πάνω αρνητικά.

Πιο συγκεκριμένα:

  1. Το πρώτο στοιχείο που επισημαίνουμε είναι η ανάγκη άμεσης έναρξης διαπραγματεύσεων με την Κύπρο για οριοθέτηση ΑΟΖ. Η μέγιστη δυνατή σύγκλιση των θέσεων Ελλάδας και Κύπρου είναι πάντα ζητούμενο, αφού ό,τι δεν κατάφερε επικοινωνιακά το ξενοκίνητο πραξικόπημα της χούντας κατά του Μακαρίου, κινδύνεψε να επιτευχθεί με τις παροτρύνσεις Ελλήνων πολιτικών για την υιοθέτηση του Σχεδίου Ανάν (2004) και των χειρότερων διαδόχων σχεδίων, με την εγκατάλειψη του δόγματος του ενιαίου αμυντικού χώρου Ελλάδας – Κύπρου (1999) και με τις προσπάθειες ορισμένων πολιτικών και πανεπιστημιακών για διαμόρφωση ενός «νέου» έθνους, των «Νεοκυπρίων», αποκομμένων από την ιστορική μνήμη και γνώση και με υποτίθεται μοναδικό τους μέλημα την (αμφίβολη) οικονομική ευμάρεια.

Σε κάθε περίπτωση, οι νέες απειλές της Τουρκίας ενισχύουν το υπάρχον κλίμα ομόνοιας και ενότητας μεταξύ Ελλάδας και Κύπρου.

  1. Το δεύτερο στοιχείο είναι η ανάγκη περαιτέρω ενίσχυσης των δεσμών με την Αίγυπτο. Σημειώνεται ότι βάσει του Άρθρου 1 της Συμφωνίας, η ενημέρωση και διαβούλευση με την Αίγυπτο είναι αναγκαία πριν οποιαδήποτε τελική απόφαση για την οριοθέτηση των ΑΟΖ Ελλάδας και Κύπρου.

Είναι κατά την γνώμη μου σαφές ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να στηρίζεται μόνο στην εχθρότητα μεταξύ του Αιγύπτιου Προέδρου Αλ Σίσι και του Τούρκου Προέδρου Ερντογάν, ο οποίος υποστηρίζει τους Αδελφούς Μουσουλμάνους ενάντια στον Αιγύπτιο Πρόεδρο, αλλά θα πρέπει να εξετάσει πώς θα συνεργαστεί με την Αίγυπτο και σε άλλα κρίσιμα γι’ αυτήν «μέτωπα», όπως ο διαμοιρασμός των υδάτινων πόρων του Νείλου με δίκαιο τρόπο, αλλά και η απειλή που σηματοδοτεί η ενδεχόμενη επικράτηση των Λιβυκών κυβερνητικών στρατευμάτων επί του Χαφτάρ, χάρη στην Τουρκική βοήθεια (που θυμίζουμε ότι δόθηκε ως αντάλλαγμα της υπογραφής του Τουρκο-Λιβυκού Συμφώνου).

Και αν στο θέμα του νέου φράγματος στην Αιθιοπία, η Ελλάδα (μέσω της Ε.Ε.) θα μπορούσε να έχει έναν ρόλο ειλικρινούς διαμεσολαβητή, η αποστολή μιας μικρής ομάδας Ελλήνων στρατιωτικών, ως παρατηρητών στην Λιβύη (που δεν παραβιάζει τον αποκλεισμό όπλων που έχει επιβάλει ο ΟΗΕ), θα είχε ίσως νόημα να εξεταστεί, πριν τα τετελεσμένα διαμορφώσουν μια νέα «ρεαλιστική προσέγγιση» των ισχυρών χωρών.

  1. Το τρίτο στοιχείο είναι η περαιτέρω αξιοποίηση των διεθνών οργάνων και επαφών. Η επιστολή προς τον ΟΗΕ που συνυπέγραψε η Ελλάδα με την Αίγυπτο, την Κύπρο, την Σαουδική Αραβία και το Μπαχρέιν, ζητώντας να μην γίνει δεκτό το (μη εγκεκριμένο από την Λιβυκή Βουλή) Σύμφωνο,ήταν μια ορθή κίνηση, ίσως όμως υπάρχει περιθώριο και για πρόσθετες πρωτοβουλίες, σε συνεργασία με άλλες χώρες, όπως ενδεικτικά:

    • Η προσφυγή στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ για ακύρωση του Τουρκο-Λιβυκού Συμφώνου, το οποίο, εκτός από το ότι αντίκειται στο Διεθνές Δίκαιο αλλά και την κοινή λογική, συνδέεται άρρηκτα με την παράλληλη υπογραφή της Συμφωνίας στρατιωτικής συνδρομής της Τουρκίας προς την Λιβύη, που παραβιάζει τις Αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας για εμπάργκο όπλων και μισθοφόρων προς την χώρα αυτή. Από μια πρώτη ανάγνωση του σκοπού του Συμβουλίου Ασφαλείας, μια τέτοια απόφαση που διασφαλίζει και προωθεί την ειρήνη και την ασφάλεια είναι μέσα στις αρμοδιότητές του (ενδεικτική είναι άλλωστε και η πρόσφατη πρόσκληση του κ. Δένδια από το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ), ενώ εκτιμάται ότι θα δώσει και το κατάλληλο μήνυμα στην Τουρκία από τον «διεθνή παράγοντα».

    • Η αξιοποίηση του Συμβουλίου της Ευρώπης (όπου, την περίοδο αυτή, η Ελλάδα προεδρεύει της Επιτροπής Υπουργών) για την επιβολή ειλημμένων Αποφάσεων του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων κατά της Τουρκίας (μεταξύ άλλων, για την αποζημίωση περιουσιών Ελληνοκυπρίων στα κατεχόμενα της Κύπρου).

    • Η προώθηση ουσιαστικών κυρώσεων της Ε.Ε. κατά της Τουρκίας, για το θέμα των γεωτρήσεων στην Κυπριακή ΑΟΖ. Κατά την γνώμη μου, δεν πρέπει να αποφασισθεί τίποτα λιγότερο από την επιβολή σοβαρών οικονομικών μέτρων, όπως είναι η πρακτική αποθάρρυνση οποιωνδήποτε νέων επενδύσεων στην χώρα αυτή από Ευρωπαϊκές Εταιρείες ή θυγατρικές τους (επίκαιρη είναι και η ακύρωση σχεδιαζόμενου μεγάλου εργοστασίου της Volkswagen στην Τουρκία).Αντίστοιχες κυρώσεις εκκρεμούν και από τις ΗΠΑ για το θέμα της αγοράς των πυραύλων S400.

    • Η ενδεχόμενη έναρξη διερευνητικών επαφών με τις Μεγάλες Δυνάμεις αλλά και όλους τους ενδιαφερομένους, σχετικά με το εύρος μιας ενδεχόμενης επέκτασης των Ελληνικών χωρικών υδάτων. Σημειώνεται ότι στα σχέδια της προηγούμενης κυβέρνησης ήταν αυτή η επέκταση να ξεκινήσει σύντομα από συγκεκριμένες περιοχές (που δεν αφορούν το Αιγαίο), όμως κατά την γνώμη μου, αν αυτό καθυστερήσει να ολοκληρωθεί, μπορεί να οδηγήσει σε δύο αυθαίρετες κατηγορίες ζωνών, με πιθανές παρενέργειες σε μελλοντικά εγχειρήματα.

    • Παράλληλα, η Κύπρος θα μπορούσε ίσως να φροντίσει να αξιοποιήσει η ίδια, κατά τρόπο συμπληρωματικό με την Ελλάδα, την αξιοζήλευτη γεωστρατηγική της θέση: το δεδικασμένο των Βρετανικών βάσεων στον Άγιο Μαυρίκιο, προσφέρει ευκαιρίες στην Κύπρο να διεκδικήσει άμεσα την συμμετοχή της στην διοίκηση και λειτουργία των βρετανικών βάσεων, ιδιαίτερα αν συνδυαστεί με την αίτηση ένταξης της Κύπρου στον Συνεταιρισμό για την Ειρήνη και σε άλλους Ευρωπαϊκούς Οργανισμούς, παρά την αρνησικυρία (βέτο) της Τουρκίας. Η χρονική στιγμή (μερικούς μήνες πριν την πιθανή εμπορική συμφωνία Ε.Ε. - Βρετανίας) φαίνεται κατάλληλη, αφού παρόμοια στιγμή είχε επιλεγεί και από την Ισπανία, στο θέμα των απαιτήσεών της για το Γιβραλτάρ.

      4. Τέλος το τέταρτο στοιχείο είναι η άμεση ενίσχυση των αμυντικών δυνατοτήτων Ελλάδας και Κύπρου, με παράλληλη αξιοποίηση του εγχώριου παραγωγικού τους δυναμικού. Όπως έχει ήδη ειπωθεί, κανείς δεν πρόκειται να πολεμήσει στην θέση μας, ενώ τα νέο-οθωμανικά σχέδια δεν στοχεύουν μόνο σε «ακατοίκητες βραχονησίδες», όπως κάποιοι προσπαθούσαν για καιρό να μας πείσουν, αλλά σε δικαιώματα και ελευθερίες της ζωής μας που όλοι θεωρούμε δεδομένα.

Παράλληλα, ακόμα και αν δεχτούμε ότι η Ελλάδα δεν έχει άλλο δρόμο από το να ακολουθήσει την υποδεικνυόμενη προς αυτήν πολύπλοκη διαδικασία (αρχικά των διερευνητικών και στην συνέχεια των ουσιαστικών συζητήσεων και συμφωνιών ή, εναλλακτικά, της κατάρτισης ενός κοινά αποδεκτού συνυποσχετικού προσφυγής στην Χάγη και την αναμονή έκδοσης μιας «δίκαιης» απόφασης), χάριν ενός «λαμπρού κοινού μέλλοντος των δύο λαών», υπάρχουν χαρακτηριστικά παραδείγματα χωρών που επέλεξαν να μην εφαρμόσουν τις (υποχρεωτικές) αποφάσεις Διαιτητικών Δικαστηρίων ή αμφισβητούν ισχύουσες Συμφωνίες, επικαλούμενες την ισχύ τους.

Συμπερασματικά, η Συμφωνία οριοθέτησης της ΑΟΖ Ελλάδας και Αιγύπτου εκφράζει τις σημερινές δυνατότητες και συσχετισμούς δυνάμεων της Ελλάδας με τις άλλες γειτονικές της χώρες. Ανάλογα με τις μελλοντικές ενέργειες και δράσεις της Ελλάδας και υπό την προϋπόθεση της οριστικής εγκατάλειψης ενός ηττοπαθούς απομονωτισμού, τα πλεονεκτήματά της μπορούν να υπερισχύσουν και τα μειονεκτήματά της να αποδυναμωθούν.

Δημοφιλή