Δεν θα μας τρελάνουν. Ούτε η Κομισιόν ούτε η κυβέρνηση των Αθηνών. Όπως μπορείτε να διαβάσετε στη HuffPost σε ρεπορτάζ από τις Βρυξέλλες, η Κομισιόν ανακοίνωσε τις Φθινοπωρινές προβλέψεις: Σε θετικούς ρυθμούς η Ελληνική Οικονομία – Ανάπτυξη 2,1% το 2025 και 2,2% το 2026 στο 1,7% το 2027.

Ταυτόχρονα στις ειδήσεις ακούμε την συνεχή απόπειρα/προσπάθεια της κυβέρνησης για πλήση εγκεφάλου, προβάλοντας την «δυναμική ανάπτυξη», «ισχυρή ελληνική οικονομία» και ΑΕΠ που αυξήθηκε κατά 2,1% το 2024, σύμφωνα με τα αναθεωρημένα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ και την τελευταία ανάλυση της Τράπεζας της Ελλάδος.

Advertisement
Advertisement

Πλην, όμως, φοράει σκοπίμως τεράστιες παροπίδες. Κάνει πώς δεν βλέπει ότι στο σούπερ μάρκετ το καλάθι κοστίζει κάθε μήνα λίγο παραπάνω, τα ενοίκια μένουν ψηλά και οι μικρομεσαίοι δηλώνουν ότι «δεν βγαίνουν». Πώς γίνεται, λοιπόν, η χώρα να «μεγαλώνει», ενώ τόσοι πολίτες νιώθουν ότι μικραίνουν;

Σύμφωνα με τη δεύτερη εκτίμηση των Ετήσιων Εθνικών Λογαριασμών, το ελληνικό ΑΕΠ σε όρους όγκου αυξήθηκε κατά 2,1% το 2024 σε σχέση με το 2023. Λίγο χαμηλότερα από την πρώτη εκτίμηση (2,3%), αλλά πάντως πάνω από τον μέσο όρο της ευρωζώνης. Πλην, .ομως, η εικόνα δεν είναι μόνο «μια χρονιά και έξω»:

  • Το 1ο τρίμηνο του 2025 το ΑΕΠ ήταν αυξημένο κατά περίπου 2,2% σε ετήσια βάση.
  • Το 2ο τρίμηνο η αύξηση ήταν 1,7% σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2024.

Παράλληλα, η Ελλάδα συχνά εμφανίζεται σε διεθνή ρεπορτάζ ως μέρος της «ανατέλλουσας» Νότιας Ευρώπης. Χώρες όπως η Ελλάδα, η Ισπανία και η Πορτογαλία αναπτύσσονται ταχύτερα από τον παραδοσιακό «πυρήνα» του Βορρά, αξιοποιώντας τουρισμό, επενδύσεις και ευρωπαϊκά κονδύλια. Με απλά λόγια: αν δεις μόνο τα μακροοικονομικά, η εικόνα μοιάζει θετική.

Το κόλπο grosso: Η ακρίβεια δεν είναι «μέσος όρος»

Την ίδια στιγμή, ο επίσημος πληθωρισμός φαίνεται να «μαζεύεται».

  • Ο εναρμονισμένος δείκτης τιμών (HICP) κινήθηκε γύρω στο 2–3% μέσα στο 2025, με την Τράπεζα της Ελλάδος να καταγράφει 3,1% τον Αύγουστο.
  • Ο ΔΤΚ (Δείκτης Τιμών Καταναλωτή) της ΕΛΣΤΑΤ για τον Απρίλιο 2025, έδειξε ετήσια αύξηση 2,0%, πολύ χαμηλότερα από τα επίπεδα της ενεργειακής κρίσης.

Όμως ο επίσημος πληθωρισμός είναι μέσος όρος. Και οι μέσοι όροι κρύβουν πού ακριβώς «πονάει» η καθημερινότητα:

  • Τα τρόφιμα και μη αλκοολούχα ποτά έχουν αυξηθεί πολύ περισσότερο από τον γενικό δείκτη τα τελευταία χρόνια.
  • Τα ενοίκια, ειδικά σε Αθήνα και μεγάλες πόλεις, παραμένουν σε ιστορικά υψηλά επίπεδα, επηρεασμένα από τις βραχυχρόνιες μισθώσεις και τη ζήτηση σε φοιτητικές / εργατικές κατοικίες.
  • Το ενεργειακό κόστος μπορεί να έχει αποκλιμακωθεί σε σχέση με την «κορυφή» της κρίσης, αλλά παραμένει σημαντική δαπάνη για νοικοκυριά και μικρές επιχειρήσεις.

Έτσι εξηγείται γιατί πολλές οικογένειες νιώθουν ότι «ο μισθός φτάνει για 20 μέρες». Ό επίσημος πληθωρισμός ίσως δείχνει 2–3%, αλλά στο καλάθι των βασικών αγορών τους η αύξηση σε 3–4 χρόνια είναι σωρευτικά πολύ μεγαλύτερη.

Advertisement

Μισθοί που τρέχουν… πιο αργά από τις τιμές

Η κυβέρνηση υποστηρίζει ότι οι μισθοί ανεβαίνουν. Πράγματι:

  • Ο κατώτατος μισθός έχει αυξηθεί περίπου 35% από τότε που ανέλαβε η σημερινή κυβέρνηση, φτάνοντας τα 880 ευρώ μικτά, με εξαγγελίες για περαιτέρω αύξηση προς τα 950 ευρώ.
  • Στον ιδιωτικό τομέα, ο μέσος μικτός μισθός υπολογίζεται γύρω στα 1.340 ευρώ το 2024, επίπεδο-ρεκόρ σε ονομαστικούς αριθμούς.

Ωστόσο, υπάρχουν τρεις κρίσιμες υποσημειώσεις:

  1. Αγοραστική δύναμη
    Σύμφωνα με διεθνή ρεπορτάζ και στοιχεία, ο μέσος μισθός στην Ελλάδα παραμένει περίπου 10% χαμηλότερος σε πραγματικούς όρους από τα επίπεδα του 2010 – δηλαδή πριν την κρίση χρέους – αν προσαρμοστεί για τις αυξήσεις τιμών.
  2. Διαφορά ονομαστικού – πραγματικού μισθού
    Ο μισθός στο χαρτί (μικτά) δεν είναι αυτό που καταλήγει στο πορτοφόλι. Εισφορές, φόροι και έμμεσοι φόροι (ΦΠΑ στα πάντα) μειώνουν το καθαρό διαθέσιμο εισόδημα, ιδιαίτερα για όσους κινούνται σε χαμηλά και μεσαία κλιμάκια.
  3. Ποιότητα απασχόλησης
    Μεγάλο μέρος των νέων θέσεων εργασίας είναι μερικής απασχόλησης, εποχικές ή χαμηλά πληρωμένες υπηρεσίες (τουρισμός, εστίαση, διανομή). Άρα, ακόμη κι αν η ανεργία μειώνεται, δεν σημαίνει ότι οι εργαζόμενοι αισθάνονται «μεσαία τάξη».

Το αποτέλεσμα; Επίσημα, η οικονομία «παράγει» παραπάνω εισόδημα. Ανεπίσημα – αλλά πολύ πραγματικά – η καθημερινή εμπειρία είναι μια διαρκής προσπάθεια να «κουρευτούν» έξοδα για να βγάλει ο μισθός τον μήνα.

Advertisement

Φτώχεια σε χώρα με ανάπτυξη

Ένα από τα πιο σκληρά στοιχεία είναι ότι η φτώχεια δεν υποχωρεί όσο γρήγορα λένε τα μακροοικονομικά.

  • Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία της Eurostat, περίπου 26,9% του πληθυσμού στην Ελλάδα – σχεδόν 2,7–2,8 εκατομμύρια άνθρωποι – βρίσκεται σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού, από τα υψηλότερα ποσοστά στην ΕΕ.
  • Ακόμη πιο αποκαλυπτικό: το 66,8% των Ελλήνων δηλώνουν «υποκειμενικά φτωχοί», δηλαδή αισθάνονται ότι έχουν πολύ λίγα χρήματα για να ζήσουν αξιοπρεπώς – με διαφορά το υψηλότερο ποσοστό σε όλη την Ευρώπη.

Με άλλα λόγια, η Ελλάδα μπορεί να εμφανίζει ρυθμό ανάπτυξης κοντά στο 2–2,5% τα τελευταία χρόνια, αλλά για ένα πολύ μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας αυτή η ανάπτυξη δεν μεταφράζεται σε αίσθηση ασφάλειας, σταθερότητας ή προοπτικής.

Γιατί κλείνουν μικρές επιχειρήσεις σε «αναπτυσσόμενη» οικονομία

Η φράση «έχουμε ανάπτυξη αλλά τα μαγαζιά κλείνουν» ακούγεται αντιφατική, αλλά στην πράξη εξηγείται: η ανάπτυξη δεν μοιράζεται ισότιμα, ούτε κλαδικά ούτε γεωγραφικά.

Advertisement

1. Η ανάπτυξη είναι άνιση

Η πρόσφατη ανάλυση της Τράπεζας της Ελλάδος δείχνει ότι σημαντικό μέρος της αύξησης του ΑΕΠ στηρίζεται σε επενδύσεις (ιδιωτικές και δημόσιες) και σε μεγάλους κλάδους όπως ο τουρισμός, οι κατασκευές και τα μεγάλα projects του Ταμείου Ανάκαμψης. Τα οφέλη αυτά φιλτράρονται προς τα κάτω μερικώς και αργά.

2. Μικρές επιχειρήσεις χωρίς πρόσβαση σε φθηνή χρηματοδότηση

Advertisement

Οι τράπεζες, μετά την κρίση, εξακολουθούν να δανείζουν με αυστηρά κριτήρια. Η πρόσβαση σε κεφάλαιο κίνησης είναι πολύ πιο εύκολη για μεγάλες εταιρείες ή όσους ήδη έχουν «καθαρά» βιβλία και ισχυρή κερδοφορία. Οι μικρομεσαίοι συχνά χρηματοδοτούνται από τις προσωπικές αποταμιεύσεις των ιδιοκτητών ή από ακριβά δάνεια/πιστωτικές κάρτες.

Advertisement

3. Υψηλό λειτουργικό κόστος

  • Ενέργεια (ρεύμα, καύσιμα)
  • Ενοίκιο επαγγελματικής στέγης
  • Ασφαλιστικές εισφορές και προκαταβολή φόρου
    σχηματίζουν ένα «πακέτο» σταθερών επιβαρύνσεων που λίγες μικρές επιχειρήσεις μπορούν πια να αντέξουν, ειδικά αν η κατανάλωση της γειτονιάς είναι πεσμένη.

4. Ανταγωνισμός από αλυσίδες και πλατφόρμες

Οι μεγάλες αλυσίδες λιανικής, οι πλατφόρμες delivery και τα e-shops συμπιέζουν τα περιθώρια κέρδους. Ο καταναλωτής βρίσκει συχνά χαμηλότερες τιμές ή μεγαλύτερη ευκολία, αλλά αυτό έχει κόστος για το μικρό, ανεξάρτητο κατάστημα.

Advertisement

Σε αυτό το περιβάλλον, είναι απολύτως δυνατό – και συμβαίνει – να αυξάνεται το συνολικό ΑΕΠ, γιατί μεγαλώνουν οι «μεγάλοι παίκτες» και οι επενδύσεις, ενώ ταυτόχρονα να κλείνουν πολλά μικρά μαγαζιά στις γειτονιές.

Η απόσταση στατιστικής και ζωής

Η βασική εξήγηση για το «πώς γίνεται να έχουμε ανάπτυξη όταν δυσκολευόμαστε ολοένα και περισσότερο» βρίσκεται σε τέσσερις λέξεις: τι μετράει και τι δεν μετράει το ΑΕΠ.

Το ΑΕΠ:

  • Μετράει την αξία των αγαθών και υπηρεσιών που παράγονται σε μια οικονομία.
  • Δεν μετράει πώς μοιράζεται αυτός ο πλούτος.
  • Δεν αποτυπώνει ποιος ζει με χρέη, ποιος απλώς «τα φέρνει βόλτα», ποιος δεν μπορεί να πληρώσει ενοίκιο ή ρεύμα.

Έτσι, μπορούν να ισχύουν ταυτόχρονα:

  1. Μια χώρα να αναπτύσσεται συνολικά – ειδικά όταν «τρέχουν» μεγάλες επενδύσεις, τουρισμός, υποδομές.
  2. Ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού να αισθάνεται φτωχό ή ευάλωτο, επειδή οι μισθοί αυξάνονται πιο αργά από το κόστος ζωής και το κοινωνικό κράτος δεν καλύπτει τα κενά.

Όταν δύο στα τρία άτομα δηλώνουν ότι νιώθουν υποκειμενικά φτωχά, σε μια χώρα που τυπικά αναπτύσσεται, αυτό σημαίνει ότι η συζήτηση για την οικονομία δεν μπορεί να περιοριστεί μόνο στους δείκτες.

Τι θα έμοιαζε με «ανάπτυξη που τη βλέπεις»

Η κουβέντα για το πώς «μοιράζεται» η ανάπτυξη δεν είναι θεωρητική. Για τον μέσο πολίτη, «ανάπτυξη» θα σήμαινε, πολύ πιο χειροπιαστά:

  • Ο μισθός να φτάνει για όλο τον μήνα χωρίς ακροβασίες.
  • Να μπορεί να πληρώσει ενοίκιο/δάνειο χωρίς να θυσιάζει βασικές ανάγκες.
  • Να έχει πρόσβαση σε αξιοπρεπή δημόσια υγεία, παιδεία, μεταφορές χωρίς να χρειάζεται να «αγοράζει» κάθε υπηρεσία ιδιωτικά.
  • Να βλέπει στην πόλη του όχι μόνο καινούρια ξενοδοχεία και Airbnbs, αλλά και μικρές επιχειρήσεις που ανοίγουν – και μένουν ανοιχτές.

Για να μεταφραστεί ο ρυθμός ανάπτυξης 2,1% σε κάτι που αισθάνεται ο καθένας και η καθεμιά, η συζήτηση μετακινείται από το «πόσο μεγαλώνει η πίτα» στο πώς μοιράζεται η πίτα: στους μισθούς, στις συλλογικές συμβάσεις, στη φορολογία, στο κόστος στέγης, στην ενίσχυση των μικρομεσαίων και στο πόσο λειτουργεί πραγματικά το δίχτυ κοινωνικής προστασίας.

Μέχρι να αλλάξουν αυτά, οι ανακοινώσεις για «ισχυρή ανάπτυξη» θα συνεχίσουν να ακούγονται από πολλούς σαν ξένη γλώσσα – ειδικά όταν ο μισθός έχει ήδη τελειώσει και ο μήνας έχει ακόμη δρόμο.