Αυξητική πορεία τηρούν οι οφειλές του Δημόσιου προς ιδιώτες προκαλώντας σοβαρότατο πρόβλημα ρευστότητας σε επιχειρήσεις προμήθειας υλικών και υπηρεσιών σε κρατικές υπηρεσίες ενώ παράλληλα σε υψηλό επίπεδο είναι τόσο οι εκκρεμείς εκδόσεις συντάξεων-κυρίως οι επικουρικές- αλλά και οι επιστροφές φόρων. 

Τον Μάρτιο προστέθηκαν περίπου 400εκατ, ευρώ στις ληξιπρόθεσμες οφειλές του Δημοσίου φθάνοντας τα 2,925 δισ. ευρώ ενώ εάν σε αυτές προστεθούν οι εκκρεμείς επιστροφές φόρων των 723 εκατ. ευρώ φτάνουμε στα 3,648 δισ. ευρώ.

Advertisement
Advertisement

Ο μεγαλύτερος οφειλέτης βάσει των στοιχείων του υπουργείου Οικονομικών είναι τα δημόσια νοσοκομεία τα χρέη των οποίων προς τους προμηθευτές αυξάνουν σταθερά.  Το τρίμηνο Ιανουαρίου- Μαρτίου αυξήθηκαν κατά 325 εκατ. ευρώ φθάνοντας τα 1,489 δισ. ευρώ στο τέλος Μαρτίου.

Υψηλές είναι και οι ληξιπρόθεσμες οφειλές των ασφαλιστικών ταμείων. Μειώθηκαν μεν μερικώς στα 582 εκατ. ευρώ από 604 εκατ. ευρώ, ωστόσο καταγράφονται σημαντικές εκκρεμότητες στην έκδοση επικουρικών συντάξεων.

Επίσης, κατά περίπου 90 εκατ. ευρώ αυξήθηκαν μέσα σε ένα μήνα φθάνοντας τα 373 εκατ. ευρώ τα χρέη των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης (ΟΤΑ).

 

Τα λοιπά νομικά πρόσωπα όφειλαν στο τέλος Μαρτίου 227 εκατ. ευρώ, από 195 εκατ. ευρώ τον Φεβρουάριο ενώ το συνολικό ύψος των χρεών των υπουργείων φθάνει τα 242 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων τα 120 εκατ. προέρχονται μόνο από το υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής.

Στο μέτωπο των φόρων, όπως αναφέρει η ΕΡΤ, οι εκκρεμείς επιστροφές, μειώθηκαν κατά 100 εκατ. ευρώ τον Μάρτιο. Διαμορφώθηκαν σε 723 εκατ. ευρώ από 824 εκατ. ευρώ τον Φεβρουάριο. Εξ αυτών, τα 316 εκατ. ευρώ αφορούν επιστροφές που εκκρεμούν για πάνω από 90 ημέρες. Το παράδοξο ωστόσο είναι ότι 234 εκατ. ευρώ από αυτά δεν μπορούν να επιστραφούν λόγω έλλειψης στοιχείων (ΙΒΑΝ κλπ.) ή ανταπόκρισης από τους δικαιούχους. Το υπόλοιπο ποσό (408 εκατ. ευρώ) είναι επιστροφές εντός 90 ημερών.

Σε κάθε περίπτωση υπάρχει πρόβλημα το οποίο αντικατοπτρίζεται στη ρευστότητα ελεύθερων επαγγελματιών και επιχειρήσεων και κατ’ επέκταση στην πραγματική οικονομία.