Το 1893 ο Χαρίλαος Τρικούπης ομολογεί στη Βουλή αυτό που όλοι φοβούνταν: «δυστυχώς επτωχεύσαμεν». Η Ελλάδα δεν μπορεί να πληρώσει τα δάνειά της. Ένα μικρό κράτος με μεγάλες φιλοδοξίες, λίγη παραγωγή και πολλά δανεικά για έργα και στρατιωτικές δαπάνες, προσγειώνεται βίαια. Ακολουθεί ο Διεθνής Οικονομικός Έλεγχος. Μια πρώτη ιστορική «τρόικα» πριν την ώρα της.

Λίγες δεκαετίες μετά, το σενάριο επαναλαμβάνεται. Η Μεγάλη Ύφεση του 1929 χτυπά και την Ελλάδα, οι αγορές στεγνώνουν, οι εξαγωγές βουλιάζουν. Το 1932 η χώρα κηρύσσει ξανά στάση πληρωμών. Στη συνέχεια, Κατοχή, Εμφύλιος, υπερπληθωρισμός· η οικονομία σχεδόν διαλύεται.

Advertisement
Advertisement

Κι όμως, από τις στάχτες γεννιέται το λεγόμενο «ελληνικό θαύμα» μιάς περιόδου που ξεκινά το 1950. Υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης, εκβιομηχάνιση, μεσαία τάξη που μεγαλώνει. Μόνο που το θαύμα στηρίζεται σε φθηνά εργατικά και ένα κράτος που οργανώνεται γύρω από το ρουσφέτι. Οι ανισότητες και οι στρεβλώσεις μένουν κάτω από το χαλί.

Μετά τη Μεταπολίτευση, η δημοκρατία συνοδεύεται από ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο: αυξήσεις, διορισμοί, επιδόματα, ένα κράτος-πατερούλης που δανείζεται για να τα πληρώσει όλα. Τη δεκαετία του ’90 προσπαθούμε να «σοβαρευτούμε» για να μπούμε στο ευρώ και τα καταφέρνουμε. Όμως το κοινό νόμισμα με ισοτιμία 1€ = 340,750 δρχ φέρνει ακρίβεια και γίνεται νέο «ναρκωτικό»: Κατανάλωση, υπερδαπανηροί Ολυμπιακοί, δάνεια, με την παραγωγή να μένει πίσω.

Το 2010 ο λογαριασμός σκάει με πάταγο. Αποκλεισμός από τις αγορές, τρία μνημόνια, ύφεση που εξαφανίζει το 1/4 του ΑΕΠ, εκτόξευση της ανεργίας, φυγή νέων στο εξωτερικό. Για χρόνια, η Ελλάδα γίνεται διεθνές παράδειγμα προς αποφυγή.

Σήμερα, η εικόνα είναι πολύ διαφορετική: Ανάπτυξη πάνω από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης, μείωση του χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ, επιστροφή σε επενδυτική βαθμίδα. Θεσμικά, η χώρα είναι πιο «δεμένη» μέσα στην Ευρωζώνη, τα δημοσιονομικά παρακολουθούνται στενά, οι στατιστικές υπηρεσίες λειτουργούν πιο σοβαρά. Θα έλεγε κανείς ότι, ναι, κάποιο μυαλό βάλαμε.

Αρκεί αυτό; Όχι απαραίτητα. Το παραγωγικό μοντέλο παραμένει εύθραυστο, εξαρτημένο από τουρισμό και κατανάλωση, με χαμηλή παραγωγικότητα, δημογραφική γήρανση και ένα κράτος που ακόμη παλεύει με το πελατειακό DNA του. Που δεν θέλει στη πράξη (γιατί από λόγια καλά πάμε) να πατάξει και τη διαφθορά Και το κυριότερο;

Οι αριθμοί, οι στατιστικές που αφορούν την μικροοικονομία και τα ταμεία του κράτους ευημερούν, αλλά με την πλειοψηφία των πολιτών να δυσανασχετούν για ακρίβεια στα ράφια, τα ενοίκια, την ενέργεια, να αγκομαχούν με μισθούς που αντέχουν μόνο για 20 μέρες και να «ταΐζονται» με επιδόματα – μπαλώματα.

Advertisement

Αν τελικά μάθαμε το μάθημα, δεν θα φανεί από τους τίτλους των οίκων αξιολόγησης, αλλά από κάτι πολύ πιο πεζό. Αν θα καταφέρουμε για πολλά χρόνια να παράγουμε περισσότερα απ’ όσα ξοδεύουμε, χωρίς να υποθηκεύουμε ξανά το μέλλον. Και κυρίως αν μπορέσει κάποια κυβέρνηση, γιατί η σημερινή μάλλον έχει χάσει το τρένο, η ευμάρεια των κρατικών ταμείων, να αντανακλάται και στα οικογενειακά.

Δύσκολη εξίσωση; Δύσκολο το ισοζύγιο; Όπως και να το πούμε, είναι αναγκαίο. Μετά το «δυστυχώς επτωχεύσαμεν» και τα μνημόνια, να γίνει επιτέλους η Ελλάδα μία σφριγηλή οικονομικά χώρα, αλλά και με ευτυχισμένους πολίτες που δε ζητούν τα πολλά, αλλά θέλουν να ζουν με αξιοπρέπεια.

Advertisement