chat icon
Link copied!

Όταν οι μνήμες ξυπνούν και τις φέρνουν οι μέρες του καλοκαιριού πιο κοντά, αρχίζει το ταξίδι μιας πληγής που παραμένει ανοιχτή. Ένα ταξίδι γεμάτο αναμνήσεις και γεγονότα που σημάδεψαν την ιστορία και τον πολιτισμό μας. Μια βαριά σκιά που κανείς δεν κατάφερε να σβήσει. Μια πληγή που συνεχίζει να αιμορραγεί από το 1974 μέχρι σήμερα. 

Η αρχή; 

Advertisement
Advertisement

Η Ελλάδα βυθισμένη στη Χούντα. Μια επταετία γεμάτη φόβο, ξύλο, στέρηση, κλειστά παράθυρα και ενίοτε απαγόρευση κυκλοφορίας από τις 8. Ραδιόφωνα στα πηγάδια και άνθρωποι στην απόγνωση. Τέσσερις άνθρωποι που είχαν όραμα τον βούρδουλα και την απαγόρευση, άφησαν πίσω μια ιστορία που αντί να τους υμνεί, τους καταδικάζει. Η Χούντα κυβέρνησε από το 1967 έως το 1974, με ανεπανόρθωτα λάθη. 

Κύπρος. ‘Ενας τόπος ευλογημένος, με φυσική ομορφιά και δύναμη, που δεν έχει να ζηλέψει τίποτα από άλλες χώρες. Κι όμως, πληγωμένος. Τα χώματά της ποτισμένα με το αίμα των άδικα χαμένων. Από μια σειρά κακών πολιτικών και στρατιωτικών χειρισμών, το πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου 1974 οργανώθηκε από τη Χούντα των Αθηνών με εκτελεστικό όργανο την Εθνική Φρουρά και την παραστρατιωτική οργάνωση ΕΟΚΑ Β’. Και όλα αυτά… «στο όνομα της επανένωσης». 

Το κακό ξέσπασε στις 20 Ιουλίου 1974, ημέρα Σάββατο, 5:20 π.μ. Κανείς δεν περίμενε τον όλεθρο. Οι σειρήνες ήχησαν. Ο ουρανός της Λευκωσίας γέμισε αλεξιπτωτιστές. Στον Πενταδάκτυλο έπεφταν στρατιώτες οπλισμένοι και αποφασισμένοι. Λίγο μετά, τουρκικά στρατεύματα αποβιβάστηκαν στην παραλία Πέντε Μίλι της Κερύνειας. Ο εισβολέας ήταν απολύτως έτοιμος — ακόμη και στην ονομασία της επιχείρησης: Αττίλας. Και δεν ήταν μόνο ένας — λίγες μέρες μετά ήρθε και Αττίλας 2. 

Με σύνθημα «Η Αϊσέ μπορεί να πάει διακοπές», ξεκίνησε η εισβολή που κρατά ακόμα. Η Αϊσέ δεν πήγε διακοπές. Έκανε εγκατάσταση. Πενήντα χρόνια τώρα. Μήπως ήρθε η ώρα να γυρίσει πίσω; 

Η Τουρκία επικαλέστηκε τη Συνθήκη Εγγυήσεως του 1960, μα δεν υπήρξε ειρήνη. Γιατί ειρηνευτική επέμβαση δεν σημαίνει να σκοτώνεις, να βιάζεις, να κλέβεις, να λεηλατείς εκκλησίες, να ληστεύεις ζωές. Δεν σημαίνει 200.000 πρόσφυγες στον τόπο τους. Δεν σημαίνει μάχες, μέρα-νύχτα. Δεν σημαίνει να κακοποιούνται γυναίκες, να βιάζονται παιδιά, να μένουν έγκυες και να υποβάλλονται σε εκτρώσεις με βάση ειδική νομοθεσία που ψηφίστηκε βιαστικά. Οι επεμβάσεις έγιναν στο Γενικό Νοσοκομείο Λευκωσίας, στις βρετανικές βάσεις της Δεκέλειας και του Ακρωτηρίου. Άλλες γυναίκες πήραν φάρμακα για να χάσουν τα παιδιά. Μέχρι και η Εκκλησία αναγκάστηκε να δώσει τη συγκατάθεσή της για να αλλάξει ο νόμος. 

 Μια μαρτυρία που με συγκλόνισε ήταν της Χαρίτας Μάντολες. Ήταν 27 ετών, μητέρα δύο παιδιών. Μπροστά στα μάτια της σκοτώθηκαν ο σύζυγός της, ο πατέρας της, δύο γαμπροί της, ο θείος της, ο νονός της, ο εξάδελφός της και έξι ακόμη συγγενείς. Αναδείχθηκε σε «μάνα των αγνοουμένων», με φωτογραφίες των δικών της σε κάθε διαδήλωση. Η φράση της συγκλονιστική: «Όλα στο μυαλό μας σαν χθες… είχα μωρό 2 χρονών, τώρα έχω εγγόνια 25 χρονών. Πενήντα χρόνια δεν πέρασαν ούτε μέρα.» Και συνεχίζει: «Περιμένω τη μέρα που θα απελευθερωθεί ο τόπος αυτός, για να μάθουν οι μάνες που φεύγουν από τη ζωή τι έγιναν τα παιδιά τους. Η λέξη “αγνοούμενος” ακόμη αντηχεί στ’ αυτιά και τις καρδιές όλων μας.» 

Advertisement

Και εμείς, στο σήμερα, συνεχίζουμε να μιλάμε για εισβολές και πολέμους — όχι με ήρωες και σφαίρες, αλλά με βόμβες και συμφέροντα. Ποιος έχει τα περισσότερα όπλα, ποιος κρατά τα λιγότερα. Η ειρήνη είναι πια ξεχασμένη λέξη. Και ο διάλογος; Ανύπαρκτος. Ζούμε ζωές που τις διαφεντεύουν άλλοι — στο όνομα του κέρδους. 

Η κατοχή της Κύπρου, από το 1974 μέχρι και σήμερα, παραμένει. 38.000 Τούρκοι στρατιώτες — ούτε ένας δεν έχει αποσυρθεί. Η Κύπρος μάς έδωσε ένα μάθημα. Κι εμείς, 50 χρόνια μετά, κάνουμε τα ίδια λάθη. Παθητική στάση. Σιωπή. Ελλάδα και Κύπρος — αδελφές χώρες, μαζί στην πληγή και στην ευθύνη. 

Η λέξη Ελευθερία αγνοείται ακόμα στις μέρες μας. Και η Κύπρος; Ζει και αναπνέει για τη στιγμή που θα πάρει σάρκα και οστά η απελευθέρωσή της. 

Advertisement

Υποκλίνομαι στη μνήμη όσων χάθηκαν. Όσων είναι ακόμα αγνοούμενοι. Όσων κακοποιήθηκαν, εκτοπίστηκαν, αλλά δεν ξέχασαν.