Ηλίας Κοντονικόλας: «Δύο αστυνομικοί ήταν παρόντες και είδαν τη δολοφονία του Π. Φύσσα, χωρίς να κάνουν τίποτα»

Ηλίας Κοντονικόλας: «Δύο αστυνομικοί ήταν παρόντες και είδαν τη δολοφονία του Π. Φύσσα, χωρίς να κάνουν τίποτα»
Eurokinissi

«Μετά ήρθε το αυτοκίνητο ανάποδα στον δρόμο... Ο οδηγός βγήκε ταχύτατα και με τέσσερα βήματα βρέθηκε κοντά στον Παύλο. Αυτοί οι τέσσερις που τον χτυπούσαν άνοιξαν τον κύκλο, δεν έφυγαν.. Συνέχισε τη δράση ο Ρουπακιάς. Έβλεπα πλάτη τον Παύλο. Έβλεπα τον Ρουπακιά να κάνει κινήσεις σαν να του δίνει γροθιά στο στήθος... Ο Παύλος έγειρε.. έσκυψε».

Ο φίλος του Παύλου Φύσσα και αυτόπτης μάρτυρας της δολοφονίας, Ηλίας Κοντονικόλας, ξεκίνησε να καταθέτει στη δίκη της Χρυσής Αυγής. Στην περιγραφή του «για εκείνα τα λίγα λεπτά» μέχρι το μαχαίρι του Ρουπακιά να καρφώσει τον μουσικό, ο μάρτυρας τόνισε πως είδε δύο αστυνομικούς κοντά στο σημείο που αυτός, ο Φύσσας και ακόμη ένας από την παρέα τους, δέχονταν επίθεση από την ομάδα των Χρυσαυγιτών. Σε ερωτήσεις της προέδρου, μάλιστα, για τις ενέργειες των αστυνομικών εκείνη την κρίσιμη στιγμή, ο κ. Κοντονικόλας απάντησε: «Δεν είδα να κάνουν κάτι».

Ο μάρτυρας βρέθηκε, μαζί με την παρέα του μουσικού, στο Κοράλλι και περιέγραψε όλα όσα έγιναν το βράδυ που ο Παύλος Φύσσας έπεσε νεκρός στο Κερατσίνι.

Σύμφωνα με την κατάθεσή του, στο Κοράλλι είδε τρεις Χρυσαυγίτες, μαυροντυμένους και κοντοκουρεμένους, να κοιτάζουν επίμονα την παρέα τους. Επίσης, ο μάρτυρας είπε πως δεν έγινε μεταξύ τους καμία συζήτηση, ούτε υπήρξε ένταση.

Ο κ. Κοντονικόλας κατέθεσε πως μετά το τέλος του αγώνα συνόδευσε έναν φίλο τους να πάρει ταξί και πως επιστρέφοντας στην καφετέρια βρήκε έξω από το μαγαζί τούς υπόλοιπους φίλους του «τρομοκρατημένους, αναστατωμένους, τρομαγμένους», γιατί «έχουν μαζευτεί Χρυσαυγίτες στην Παύλου Μελά».

Στην κατάθεσή του, περιέγραψε λεπτομερώς τα γεγονότα που έγιναν, από τη στιγμή που άρχισαν οι Χρυσαυγίτες να τους κυνηγούν, από το ύψος της καφετέριας έως το σημείο που έφτασε το αυτοκίνητο του Ρουπακιά. Όπως είπε, ο ίδιος δέχθηκε πισώπλατη επίθεση από τρία άτομα: «Με χτύπησαν με ένα κράνος στο κεφάλι... Έπεσα κάτω και χτύπησα το κεφάλι μου σε μία τζαμαρία. Ο Δημήτρης (σσ Μελαχροινόπουλος) ήρθε να με βοηθήσει και κάποιος τον χτύπησε με κλωτσιά στην πλάτη. Ήμουν πεσμενος κάτω και είδα τον Παύλο να τον χτυπάνε τρεις-τέσσερις και από απέναντι περίπου 20 άτομα να κραυγάζουν. Είχαν επικεντρώσει στον Παύλο, δεν ασχολιοταν κανένας τους με εμένα και τον Δημήτρη από όταν μας έριξαν κάτω. Τότε ήρθε το αυτοκίνητο...».

Σύμφωνα με την κατάθεση, κατά τη διάρκεια όλης της επίθεσης οι δύο αστυνομικοί που βρίσκονταν εκεί παρέμειναν άπραγοι, ενώ αμέσως μετά το θανατηφόρο χτύπημα του Ρουπακιά και μόλις «ο Παύλος σήκωσε τη μπλούζα και είπε "με μαχαίρωσε το μου...νο", όλοι οι Χρυσαυγίτες άρχισαν να τρέχουν προς τα πάνω... εξαφανίστηκαν».

Ο κ. Κοντονικόλας ανέφερε πως η αστυνομία ειδοποίησε το ασθενοφόρο και ότι ο ίδιος «με τον Δημήτρη πήγαμε στο νοσοκομείο όταν έβαλαν τον Παύλο στο ασθενοφόρο».

Απαντώντας σε ερώτηση της πολιτικής αγωγής, ο μάρτυρας υποστήριξε ότι από όσα είδε κρίνει πως ο Ρουπακιάς ήταν «αποφασισμενος να πάει εκεί και να κάνει την επίθεση. Περπάτησε με μεγάλα βήματα και πήγε πάνω στον Φύσσα. Δεν ακούμπησαν ο ένας τον άλλον».

Διστακτικός ο μάρτυρας αστυνομικός στην δίκη της ΧΑ. «Δεν θυμάμαι», επαναλάμβανε

Μετά την επισήμανση της προέδρου και της εισαγγελέα στη δίκη της Χρυσής Αυγής, κατά την προηγούμενη συνεδρίαση, στον μάρτυρα αστυνομικό ότι κινδυνεύει να διωχθεί για ψευδορκία, η κατάθεσή του σήμερα, Δευτέρα, χαρακτηρίστηκε από μια μόνο φράση: «δεν θυμάμαι». Ο Διαμαντής Βίντσης, αστυνομικός, οδηγός περιπολικού, που έσπευσε στο Κερατσίνι το βράδυ της δολοφονίας Φύσσα, συνέχισε την κατάθεσή του, απαντώντας στις περισσότερες ερωτήσεις με τη φράση: «δεν θυμάμαι».

Η στάση του μάρτυρα προκάλεσε πολλές φορές αυστηρά σχόλια για την «άσχημη κατάσταση της μνήμης του», αλλά και την ειρωνεία της προέδρου του δικαστηρίου Μαρίας Λεπενιώτη που του ανέφερε πως η συνεισφορά του στη δίκη δεν είναι τίποτε άλλο πλην του «δεν θυμάμαι».

Η κ. Λεπενιώτη μάλιστα, κάποια στιγμή που ο μάρτυρας δεχόταν ερωτήσεις και ακούγονταν ψίθυροι στο ακροατήριο είπε με σκωπτική διάθεση: «Κάντε ησυχία να ακούσουμε τι λέει ο μάρτυρας, να ενημερωθούμε».

Ο αστυνομικός επικαλέστηκε πολλές φορές εξεταζόμενος τις αρχικές του καταθέσεις, με αποτέλεσμα να δεχθεί την επίπληξη της προέδρου. «Αν ήταν έτσι, θα διαβάζαμε απλώς την κατάθεση σας» του είπε.

Ο αστυνομικός κάποια στιγμή, λόγω σχολίου που έγινε από την Πολιτική Αγωγή, ως προς την μνήμη του, αντέδρασε και δήλωσε πως «θέλει να φύγει, γιατί τον προσβάλλουν».

Στον αστυνομικό επιδείχτηκε χάρτης της περιοχής που συνέβησαν τα γεγονότα το βράδυ της δολοφονίας και δέχθηκε πολλές ερωτήσεις από την πλευρά της οικογένειας του μουσικού.

Ανδρέας Τζέλλης: Αφού το σήμα σας έλεγε ότι έπρεπε να πάτε Παναγή Τσαλδάρη 60, γιατί δεν πήγατε εκεί, στο 60;

Μάρτυς: Δεν θυμάμαι ακριβώς...

(...)

Τζέλλης: ο κόσμος πως ήταν (μετά το μαχαίρωμα);

Μάρτυς: ο κόσμος ήταν αλλόφρων, μας έλεγαν διαρκώς να καλέσουμε ασθενοφόρο.

Τζέλλης: Ρωτήσατε γιατί;

Μάρτυς: Όχι, δεν ρώτησα.

Τζελλης: Τι μάθατε ότι έγινε εκείνο το βράδυ τελικά;

Μάρτυς: Μια δολοφονία, ό,τι είπε η τηλεόραση. Ο κ. Ρουπακιάς και ο κ. Φύσσας...

Πρόεδρος: Έτσι είπε η τηλεόραση; Πώς ο κ. Ρουπακιάς κατάφερε χτυπήματα στον κ. Φύσσα;

Μάρτυς: Εν καιρώ, έτσι μάθαμε.

Απαντώντας σε ερώτηση της Πολιτικής Αγωγής γιατί φέρει όπλο, αφού ο ίδιος χαρακτήρισε τον ρόλο του ως "ταξιτζη", ο κ. Διαμαντης απάντησε: δεν είπα πως οδηγώ μόνο... Επιλαμβάνομαι και εγώ σε μερικά σήματα…

Ο μάρτυρας ανέφερε ότι είδε για πρώτη φορά τον Ρουπακιά στο πίσω κάθισμα, στο περιπολικό, και τον θυμόταν, προκαλώντας την αντίδραση της προέδρου που δήλωσε την κατάπληξή της: «Προχθές είπατε με μεγάλη άνεση ότι αναγνωρίσατε τον Ρουπακιά. 'Ηταν νύχτα, καθόταν πίσω, και εσείς που δεν θυμάστε και πολλά, συγκρατήσατε τα χαρακτηριστικά του;»

(Με πληροφορίες από ΑΠΕ - ΜΠΕ)

Δημοφιλή