Το "Spin" του Μνημονίου

Χαρακτηριστικά, ο Πρωθυπουργός πέτυχε να προσωποποιήσει την ελπίδα, παρά το γεγονός ότι απέτυχε παταγωδώς να την μετουσιώσει σε πολιτικό αποτέλεσμα. Κατόρθωσε να εμφανίζεται ως εγγύτερος στα λαϊκά στρώματα και τους εργαζόμενους, ενώ ο ίδιος είναι γνήσιο προϊόν του κομματικού σωλήνα και σχεδόν άεργος εκτός πολιτικής. Πέτυχε να καταστεί σχεδόν μοναδικός εκπρόσωπος του «νέου», το οποίο ευαγγελιζόταν ολόκληρη η εκστρατεία του ΣΥΡΙΖΑ, ενώ κυβερνά με τους τελευταίους τροχούς της αμάξης του προηγούμενου δικομματισμού.
|
Open Image Modal
Bloomberg via Getty Images

Υπό το φως της (πρώτης) ανάληψης της διακυβέρνησης της χώρας από τον κ. Τσίπρα, έγραψα στις 31 Ιανουαρίου 2015 στην Huffington Post Greece («Η Προστασία των Διεθνών Επενδύσεων από την Κυβέρνηση Τσίπρα») πως:

«Το ζήτημα που απασχολεί προσωπικά τον γράφοντα σε σχέση με τα έργα και ημέρες του κ. Τσίπρα, προς τον οποίο εύχομαι η εκλογική επιτυχία να συνοδευθεί από τον μεγαλεπήβολο στόχο αντιστροφής της λαίλαπας της λιτότητας, είναι η προστασία των διεθνών επενδύσεων στην Ελλάδα. Οι διεθνείς επενδύσεις δεν μπορούν να καταστούν ομηρος καμίας ιδεολογικής αγκύλωσης, όχι απλά διότι η Ελλάδα τις χρειάζεται απεγνωσμένα, αλλά διότι κάτι τέτοιο ενδέχεται να αποβεί μοιραίο για τον ίδιο τον ελληνικό λαό.»

Σε ό,τι αφορά το πρώτο σκέλος των ανωτέρω, ήτοι την αναχαίτιση της λιτότητας, τα αποτελέσματα είναι γνωστά σε όλους. Σε ό,τι όμως αφορά το δεύτερο σκέλος, θεωρούσα πως ουδείς μπορεί να σχηματίσει ολοκληρωμένη άποψη ενόψει της ανάλωσης της πρώτης περιόδου της διακυβέρνησης του κ. Τσίπρα στις διαπραγματεύσεις με τους δανειστές της χώρας. Εφόσον όλα κρίνονται από το αποτέλεσμα, θα μπορούσαμε θεωρητικά να ελπίζουμε ότι η Κυβέρνηση Τσίπρα θα μπορούσε να προσφέρει στη χώρα, σταδιακά έστω, μια επιστροφή στη σταθερότητα, sine qua non για την προσέλκυση διεθνών επενδύσεων και την προστασία των υφισταμένων.

Ο κ. Τσίπρας έχει επικρατήσει των αντιπάλων του κατά κράτος στο παιχνίδι της εικόνας. Οφείλει να αξιοποιήσει το πλεονέκτημά του ως πολιτικός, την πειθώ του, υπό την θεσμική ιδιότητα που σήμερα τον περιβάλλει, σε μια προσπάθεια προσέλκυσης ξένων επενδύσεων, μέχρι τελικής πτώσης.

Για να καταστεί αυτό δυνατόν, η Κυβέρνηση όφειλε - και οφείλει - να αποδοθεί σε έναν αγώνα δρόμου, ο οποίος, παράλληλα προς την προσπάθεια για εκπλήρωση των μνημονιακών υποχρεώσεων, θα συνέθετε ένα νέο επενδυτικό περιβάλλον, ελκυστικό για τους ξένους επενδυτές. Αυτή η συζήτηση είναι ανεξάρτητη από την οποιαδήποτε υφεσιογενή συνέπεια των μνημονίων, για να μην αδικήσουμε την άποψη αυτή. Ούτε λαμβάνει υπόψη την τραγελαφικά υψηλή φορολογία που τόσο πρόθυμα αποδέχεται ο κ. Τσίπρας ένεκα και της ιδεολογικής διαπαιδαγώγησής του, αλλά αποτελεί και την εύκολη λύση για τους δανειστές.

Πώς δύναται να προσελκύσει ξένες επενδύσεις μια χώρα σε καθεστώς μνημονίου; Μα η αστάθεια στην Ελλάδα δεν προκλήθηκε μόνο από τα μνημόνια, αλλά κυρίως από το πολιτικό προσωπικό της (με εξέχουσα περίπτωση τον ίδιο τον κ. Τσίπρα). Πλέον όμως, η Κυβέρνηση του κ. Τσίπρα καθίσταται εκ των ων ουκ άνευ ως μεταρρυθμιστική. Παρά την καταπελτική τους επίδραση στην κοινωνία και ιδίως τα αδύναμα στρώματα της, τα μνημόνια - και εν γένει η υπαγωγή στην εν είδει «εποπτεία» που επιφέρουν - ενέχουν εκ φύσεως χροιές σταθερότητας, προβλεψιμότητας και κανονιστικής και φορολογικής «ασφάλειας», αυτά δηλαδή που αναζητούν οι διεθνείς επενδύσεις για να διοχετευτούν.

Αυτή την «περιστροφή» - ή το "spin", αν προτιμάτε - στην εικόνα της εν μνημονίω Ελλάδος ανέμενε κανείς πως ο ιδανικός για να την επιφέρει θα ήταν ο ίδιος ο κ. Τσίπρας. Άλλωστε, αν ο Πρωθυπουργός έχει αποδείξει κάτι, είναι πως είναι χαρισματικός στο να σαγηνεύει το κοινό του και να αλλοιώνει την πραγματικότητα προς αποκόμιση πολιτικού οφέλους.

Χαρακτηριστικά, ο Πρωθυπουργός πέτυχε να προσωποποιήσει την ελπίδα, παρά το γεγονός ότι απέτυχε παταγωδώς να την μετουσιώσει σε πολιτικό αποτέλεσμα. Κατόρθωσε να εμφανίζεται ως εγγύτερος στα λαϊκά στρώματα και τους εργαζόμενους, ενώ ο ίδιος είναι γνήσιο προϊόν του κομματικού σωλήνα και σχεδόν άεργος εκτός πολιτικής. Πέτυχε να καταστεί σχεδόν μοναδικός εκπρόσωπος του «νέου», το οποίο ευαγγελιζόταν ολόκληρη η εκστρατεία του ΣΥΡΙΖΑ, ενώ κυβερνά με τους τελευταίους τροχούς της αμάξης του προηγούμενου δικομματισμού. Περιέβαλε εαυτόν με έναν μανδύα σοβαροφάνειας και εξωτερίκευσε την εντύπωση ύπαρξης στρατηγικού σχεδιασμού, ενώ όπως φάνηκε με την συμπόρευση του με τον άκρατο λαϊκισμό, την επιλογή διορισμού του κ. Βαρουφάκη και τους χειρισμούς στις διαπραγματεύσεις με τους εταίρους και με τη διαχείριση του μεταναστευτικού, ανάμεσα σε άλλα, πόρρω απείχε η Κυβέρνηση του από την έννοια του στρατηγικού σχεδιασμού και της σοβαρότητας.

Δυστυχώς για την χώρα, τεκμαίρεται πλέον πως η επικοινωνιακή μαεστρία του Πρωθυπουργού εξαντλείται εντός των ελληνικών συνόρων. Παρακολουθώντας τον Πρωθυπουργό να κάνει ό,τι είναι δυνατόν για να αποφύγει τις «πάσες» του Πρόεδρου Κλίντον κατά την μεταξύ τους συνομιλία στο πλαίσιο εκδήλωσης του Clinton Global Initiative, μπορούμε πλέον να έχουμε βασίμως την υποψία οτι ο κ. Τσίπρας τελεί όχι απλά υπο μια καταστροφική πλάνη περί του πως λειτουργούν τα πράγματα στη διεθνή πραγματικότητα, αλλά επιπρόσθετα βρίσκεται υπό την επίρροια της μέθης της εξουσίας.

Ο Πρωθυπουργός εμφανίστηκε παντελώς ανεπαρκής για την συζήτηση με τον Βill Clinton, στο πλαίσιο της οποίας θα έπρεπε, με αναφορά σε συγκεκριμένες πολιτικές πρωτοβουλίες και τροχιοδρομούμενες μεταρρυθμίσεις, να πείσει το κοινό του πως η Ελλάς προσφέρει - ή τουλάχιστον θα προσφέρει άμεσα - το σταθερό ρυθμιστικό και επιχειρηματικό περιβάλλον που αναζητούν οι διεθνείς επενδυτές. Η φαινομενική απουσία αντίληψης εκ μέρους του κ. Τσίπρα για το γεγονός ότι ο ίδιος προσωποποιεί την Ελλάδα ενώπιον ενός διεθνούς κοινού με δυνητικούς επενδυτές δεν μπορεί παρά να μας οδηγήσει στο συμπέρασμα πως η Κυβέρνηση κινδυνεύει να καταστήσει την Ελλάδα μια δικαιοδοσία προς αποφυγή για επένδυση.

Αν δεν μπορεί η Κυβέρνηση να προβεί σε προσέλκυση ξένων επενδύσεων, τον κατεξοχήν τρόπο για Ανάπτυξη και μείωση της ανεργίας, πάση θυσία, είτε αυτή η αδυναμία απορρέει από ιδεολογικές αγκυλώσεις είτε από την απειρία της, θα έχει ήδη καταδικάσει τη χώρα στην περαιτέρω οικονομική συρρίκνωση. Κάτι τέτοιο, το οποίο ανατριχιαστικά έδειξε την όψη του στη συζήτηση Τσίπρα-Clinton, θα σημαίνει ότι η Ελλάδα παραδόθηκε πλήρως στην υφεσιακή πορεία της, αδυνατεί να αντιστρέψει την φθίνουσα πορεία της και η μόνη διέξοδος που αντιλαμβάνεται ο κ. Τσίπρας πως έχει είναι η περιβόητη αναδιάρθρωση του χρέους, ως εάν να επρόκειτο περί πανάκειας για ολόκληρη την κρίση.

Το γεγονός πως έχουμε εισέλθει σε μια περίοδο «αμερικανοποίησης» της πολιτικής, δηλαδή μια περίοδο στην οποία η εικόνα διαδραματίζει εξίσου σημαντικό ρόλο με την ουσία, είναι πασιφανές. Ο κ. Τσίπρας δε, έχει επικρατήσει των αντιπάλων του κατά κράτος στο παιχνίδι της εικόνας. Οφείλει να αξιοποιήσει το πλεονέκτημά του ως πολιτικός, την πειθώ του, υπό την θεσμική ιδιότητα που σήμερα τον περιβάλλει, σε μια προσπάθεια προσέλκυσης ξένων επενδύσεων, μέχρι τελικής πτώσης. Το ίδιο το Μνημόνιο μπορεί να αποτελέσει το μεγαλύτερο όπλο του σε μια τέτοια προσπάθεια.