ΧΟΡΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΠ'ΤΟ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟ ΓΡΑΦΕΙΟ TSIMIKALIS KALONAROU

Φάρμακα για την καταπολέμηση του SARS 2-Covid-19 και τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας (πατέντες): τι ισχύει

Φάρμακα για την καταπολέμηση του SARS 2-Covid-19 και τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας (πατέντες): τι ισχύει
Open Image Modal

Με τη πανδημία του κορωνοϊού SARS 2-Covid-19 να παραμένει σε έξαρση και τον κόσμο να αναμένει εναγωνίως την έλευση αποτελεσματικότερων φαρμάκων κι εμβολίων, (σύμφωνα με τον ΠΟΥ, αυτήν την στιγμή αναπτύσσονται περίπου 70 εμβόλια παγκοσμίως, με 3 εξ αυτών να έχουν ήδη περάσει σε κλινικές δοκιμές σε ανθρώπους), η συζήτηση γύρω από τον αγώνα δρόμου στον οποίο έχουν επιδοθεί οι φαρμακευτικές εταιρείες, για το ποιος θα κόψει πρώτος το νήμα, θερμαίνεται. Παράλληλα, πυκνώνουν και τα δημοσιεύματα που αγγίζουν το θέμα της ιδιοκτησίας τυχόν φαρμάκων ή εμβολίων που θα δημιουργηθούν.

Ένα ερώτημα, που βρίσκεται στο επίκεντρο, είναι κατά πόσο είναι ορθό ή ακόμα και σκόπιμο να απονέμονται διπλώματα ευρεσιτεχνίας (πατέντες) στους εφευρέτες των φαρμάκων κι εμβολίων, από τη στιγμή που αυτά είναι απαραίτητα για τη προστασία της δημόσιας υγείας.

Από την πλευρά τους, οι φαρμακοβιομηχανίες δίνουν κατά κανόνα ιδιαίτερη έμφαση στην προστασία των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας, που καλύπτουν τα πλέον επιτυχημένα, από εμπορικής άποψης, φαρμακευτικά σκευάσματά τους. Αποβλέπουν δε, τόσο στην απόσβεση των σημαντικών επενδύσεων τους όσο και στην αποκόμιση κέρδους, κατά τη διάρκειας ζωής των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας, η οποία κατά κανόνα είναι 20 έτη (κατ’ εξαίρεση και ειδικά για τα φάρμακα η διάρκεια προστασίας μπορεί να φτάσει έως και τα 25 έτη λόγω των χρονοβόρων διαδικασιών αδειοδότησης των φαρμακευτικών σκευασμάτων).

Το χάσμα είναι υπαρκτό και έχει και δικαιοπολιτικές ρίζες. Όσοι επικρίνουν το θεσμό των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας υποστηρίζουν, ότι το σχετικό νομικό πλέγμα προστασίας οδηγεί σε μονοπώλια που περιορίζουν τον ανταγωνισμό, οδηγούν σε ασφυξία την επιστημονική πρόοδο κι εν τέλει σε μια παράλογη αποκλειστική ατομική ιδιοκτησία άυλων αγαθών, τα οποία θα έπρεπε, αντιθέτως, να αποτελούν κοινό κτήμα. Ένα ακόμη επιχείρημα, ειδικά σε σχέση με τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας που αφορούν φάρμακα, είναι ότι αυτά επιτρέπουν στους δικαιούχους τους να χρεώνουν υψηλές τιμές, γεγονός που τα καθιστά δυσπρόσιτα σε μεγάλη μερίδα ανθρώπων που τα έχουν ανάγκη, θέμα που τελικά γεννά και ζητήματα ηθικής φύσεως.

Στον αντίποδα, επικρατεί η αντίληψη, ότι το νομικό πλαίσιο προστασίας των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας δρα ως η απαραίτητη ενθάρρυνση της δημιουργικής πνευματικής προσπάθειας που προαπαιτείται για να επέλθει επιστημονική πρόοδος, ενώ ενισχύει την παραγωγή και διάδοση γνώσης υπέρ του δημοσίου συμφέροντος (μέσω της αποκάλυψης της εφεύρεσης), εξασφαλίζοντας παράλληλα μέσω της αποκλειστικότητας της εκμετάλλευσης των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας μια δίκαιη, υλική αμοιβή στον εφευρέτη ή το δικαιούχο του διπλώματος ευρεσιτεχνίας για τους κόπους του. Τέλος επιτρέπει και την απόσβεση των, κατά κανόνα, σημαντικών επενδύσεων που απαιτούνται σε έρευνα κι ανάπτυξη.

Ένα πλήρες κι αποτελεσματικό νομικό πλαίσιο προστασίας της βιομηχανικής ιδιοκτησίας, οφείλει αφενός να προάγει και να ανταμείβει την καινοτομία και αφετέρου να αποφεύγει τις κοινωνικές στρεβλώσεις διασφαλίζοντας την όσο το δυνατόν ταχύτερη διάχυσή της καινοτομίας στη κοινωνία. Σε αυτό το σημείο, ίσως είναι χρήσιμη μια θεώρηση του νομικού πλαισίου που διέπει τη χορήγηση και χρήση των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας, όπως αυτό υφίσταται επί του παρόντος.

Το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας αποτελεί δικαίωμα που απονέμεται εκ του νόμου μόνον εφόσον πληροί σωρευτικά ορισμένες προϋποθέσεις (το επινόημα θα πρέπει να είναι νέο, να εμπεριέχει εφευρετική δραστηριότητα και να είναι επιδεκτικό βιομηχανικής εφαρμογής) κι εφόσον τηρηθεί συγκεκριμένη διαδικασία. Αποσκοπεί στην προστασία τεχνικών επινοημάτων της ανθρώπινης διάνοιας που απορρέουν από τη δημιουργικότητα και εφευρετικότητα και προσθέτουν αξία στη στάθμη της τεχνικής, καθώς επιλύουν ένα συγκεκριμένο τεχνικό πρόβλημα (π.χ. συσκευές, υλικά, φάρμακα, χημικές ενώσεις, κλπ.). Με την απονομή του, το δικαίωμα παρέχει στον δικαιούχο του αποκλειστικό δικαίωμα χρήσης του, ενώ τον εξοπλίζει με το δικαίωμα να απαγορεύει σε τρίτους την εμπορική αξιοποίηση του, δρώντας εν είδει νομικού μονοπωλίου. Σε αντάλλαγμα αυτού του δικαιώματος, ο εφευρέτης προβαίνει σε αποκάλυψη της εφεύρεσης του, η οποία στο εξής είναι διαθέσιμη προς μελέτη από τρίτους.

Κι ενώ είναι σαφές, ότι το σχετικό νομικό πλαίσιο αποσκοπεί στην κατ’ αρχήν διασφάλιση της αποκλειστικής χρήσης του διπλώματος ευρεσιτεχνίας από τον δικαιούχο του, προβλέπει ωστόσο και ορισμένες αποκλίσεις από αυτό τον κανόνα. Η σημαντικότερη εξ αυτών, η οποία είναι εξόχως σχετική στα πλαίσια της παρούσας κρίσιμης κατάστασης, είναι αναμφίβολα η δυνατότητα χορήγησης αναγκαστικών αδειών (compulsory licenses) σε τρίτους, η οποία υπό ειδικές προϋποθέσεις επιτρέπει σε κυβερνήσεις κρατών να παρακάμπτουν τα δικαιώματα που προστατεύουν συγκεκριμένες εφευρέσεις. Η δυνατότητα αυτή, η οποία σπανίως έχει χρησιμοποιηθεί στον ευρωπαϊκό χώρο, ενώ ενδέχεται να φαντάζει εξόχως περιοριστική για τον δικαιούχο του διπλώματος ευρεσιτεχνίας, μπορεί εν τέλει να αποτελεί μονόδρομο σε περιπτώσεις που το διακύβευμα είναι ανθρώπινες ζωές.

Σχετική πρόβλεψη περιέχει και το ισχύον νομικό πλαίσιο της χώρας μας. Η σχετική διάταξη του νόμου επιτρέπει πράγματι, τη χορήγηση άδειας εκμετάλλευσης μιας εφεύρεσης, σε φορείς του δημοσίου τομέα, για επιτακτικούς λόγους εξυπηρέτησης της δημόσιας υγείας, εφόσον η παραγωγή των καλυπτόμενων από αυτό προϊόντων δεν αρκεί για την κάλυψη της εγχώριας ζήτησης. Η άδεια αυτή παρέχεται με απόφαση των αρμόδιων Υπουργών, έναντι καταβολής εύλογης αποζημίωσης στο δικαιούχο του διπλώματος ευρεσιτεχνίας. Συναφής ρύθμιση απαντάται και στις νομοθεσίες άλλων κρατών-μελών της Ε.Ε., όπως η Γαλλία και η Ισπανία.

Ωστόσο, χρήζει προσοχής και πρέπει να τονιστεί, ότι η πρόβλεψη αυτή χορηγεί απλά τη δυνατότητα στο Δημόσιο να προβεί στην παραγωγή των καλυπτόμενων από το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας προϊόντων κατόπιν λήψεως της απαιτούμενης αναγκαστικής αδείας. Δεν το απαλλάσσει από την υποχρέωση καταβολής ανταλλάγματος και σε καμία περίπτωση δεν οδηγεί σε απαλλοτρίωση του δικαιώματος επί του συγκεκριμένου διπλώματος ευρεσιτεχνίας, το οποίο συνεχίζει να αποτελεί περιουσία του δικαιούχου.

Ίσως, αυτή η εξαιρετική δυνατότητα που προβλέπεται στο νόμο, για τη παράκαμψη των δικαιωμάτων βιομηχανικής ιδιοκτησίας επί τυχόν φαρμάκων που θα δημιουργηθούν, να είναι αυτή που έχει δώσει το έναυσμα για συζητήσεις περί «εξαγοράς πατεντών», που έχει απασχολήσει μεταξύ άλλων και την ελληνική επικαιρότητα.

Υπό την πίεση της πανδημίας, πληθαίνουν διεθνώς, οι φωνές όσων υποστηρίζουν, πως τυχόν φάρμακα ή εμβόλια που θα δημιουργηθούν, θα πρέπει να είναι αμέσως, δημοσίως διαθέσιμα. Σε άρθρο τους, που δημοσιεύτηκε την 31.03.2020, οι Financial Times αναφέρουν, ότι η Κόστα Ρίκα έχει υποβάλλει πρόταση στον ΠΟΥ για να κληθούν οι φαρμακοβιομηχανίες να παραχωρήσουν οικειοθελώς τη βιομηχανική τους ιδιοκτησία (στην οποία συμπεριλαμβάνονται τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας), προκειμένου κυβερνήσεις ή άλλες επιχειρήσεις παραγωγής φαρμάκων να έχουν τη δυνατότητα να προχωρήσουν άμεσα στη παραγωγή τους, αφού θα έχει εκλείψει η αποκλειστικότητα, σε χαμηλότερο κόστος.

Σε άρθρο της στις 06.04.2020, η γερμανική εφημερίδα Frankfurter Allgemeine αναφέρει ότι ο Έλληνας πρωθυπουργός προκρίνει ως ενδεδειγμένη λύση, την, από κοινού με τους λοιπούς Ευρωπαίους Εταίρους, εξαγορά των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας (που θα απονεμηθούν για την προστασία των εν λόγω φαρμάκων), ώστε να εξασφαλιστεί η ορθολογική παροχή στο Κοινό των μέσων αμύνης έναντι του ιού. Αναφέρεται δε, ότι το σχετικό οικονομικό δέλεαρ εκτιμάται ότι μπορεί να δράσει ως αντιστάθμισμα έναντι της στήριξης (οικονομικής και οργανωτικής) που προσφέρουν η αμερικανική και η βρετανική κυβέρνηση στις φαρμακευτικές εταιρείες που ασχολούνται με το έργο αυτό.

Είναι μάλλον προφανές, ότι ο φόβος που υφέρπει είναι ότι τα φάρμακα και τα εμβόλια που θα δημιουργηθούν, θα διοχετευθούν, στην αρχή τουλάχιστον, αποκλειστικά για την κάλυψη των αναγκών των κρατών που έχουν υποστηρίξει το ερευνητικό έργο των φαρμακοβιομηχανιών δυσχεραίνοντας, τη πρόσβαση σε αυτά, σε άλλα κράτη που τα έχουν επίσης ανάγκη. Ως ασφαλιστική δικλείδα εναντίον μιας τέτοιας «κατάστασης ανάγκης», ο Νομοθέτης προνόησε, προβλέποντας την «αναγκαστική άδεια χρήσης», που αναφέρθηκε πιο πάνω.

Ευχαριστούμε πολύ το δικηγόρο Στέφανο Τσιμικάλη, εταίρο της δικηγορικής εταιρείας ΤΣΙΜΙΚΑΛΗΣ ΚΑΛΟΝΑΡΟΥ, για όλες τις παραπάνω πληροφορίες που μας παρείχε.