Οι ανακοινώσεις για τη μετατροπή της Ελλάδας σε «πύλη εισόδου» για το αμερικανικό LNG στη Νοτιοανατολική Ευρώπη μέσω του «κάθετου διαδρόμου», καθώς εκείνες για την έναρξη ερευνών για υδρογονάνθρακες στο «Βυθοτεμάχιο 2» βορειοδυτικά της Κέρκυρας μετά από μια πολυετή αμφισβήτηση της δυνατότητας της χώρας μας να διεκδικήσει ρόλο παραγωγού, αποτελούν αναμφίβολα εξαιρετικές ειδήσεις. Με τη συγκεκριμένη αφορμή και πέραν των κερδών για την εθνική οικονομία και τις δυνατότητες ενεργειακής αναβάθμισης της Ελλάδας, είναι ενδιαφέρον να επισημανθούν τρία ευρύτερα ζητήματα σχετικά με την Τουρκία και την εν γένει αμερικανική γεωστρατηγική.

Πρώτον, πώς είναι δυνατόν η Ουάσιγκτον να συμπεριελάμβανε την Άγκυρα στους ενεργειακούς σχεδιασμούς της όσον αφορά τον «κάθετο διάδρομο»; Παρά τις αμερικανικές εκκλήσεις, που κατά καιρούς γίνονταν μέχρι και απειλές, η Τουρκία προώθησε στο μέγιστο βαθμό την ενεργειακή συνεργασία της με τη Ρωσία μέσω κυρίως των υποθαλάσσιων αγωγών Blue Stream I και II. Για την ακρίβεια, η Μόσχα κάλυψε περίπου το 41% των τουρκικών αναγκών σε φυσικό αέριο και το 66% σε πετρέλαιο για το 2024, γεγονός που επισημάνθηκε από τον Πρόεδρο των Η.Π.Α. κατά τη συνάντησή του με τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.

Advertisement
Advertisement

Μάλιστα, η εν λόγω μακροχρόνια ενεργειακή συνεργασία Τουρκίας-Ρωσίας συνεχίστηκε ανεξαρτήτων των κυρώσεων εις βάρος της Μόσχας μετά την εισβολή στην Ουκρανία, ενώ ιδιαίτερα σημαντικό είναι ότι η αδιάλειπτη ροή του φθηνού ρωσικού φυσικού αερίου στηρίζει τη βιομηχανική ανάπτυξη της Τουρκίας. Δεν αφορά, δηλαδή, τις ανάγκες νοικοκυριών όπως συμβαίνει στην ελληνική περίπτωση, αλλά τα μακροχρόνια συμβόλαια αφορούν τον πυρήνα της τουρκικής οικονομίας, με ό,τι αυτό σημαίνει για τα επίπεδα μονομερούς εξάρτησης της Άγκυρας από τη Μόσχα. Κατά συνέπεια, μια χώρα, όπως η Τουρκία, με ενεργειακό μείγμα στο οποίο κυριαρχεί η Ρωσία, δε θα μπορούσε να εισέλθει – τουλάχιστον επί της παρούσης – σε ένα αμερικανικό ενεργειακό project σημαντικών γεωπολιτικών προεκτάσεων.

Δεύτερον, η πεποίθηση της Τουρκίας ότι διαθέτει απεριόριστα περιθώρια ελιγμών λόγω του Βοσπόρου και των Δαρδανελλίων αποτελεί φενάκη. Το προκείμενο σημείο ασφυξίας στη γεωπολιτική κατεύθυνση βορρά-νότου προφανώς είναι κομβικής σημασίας, αλλά δε θα ανατρέψει τη γεωστρατηγική των Μεγάλων Δυνάμεων, από τη στιγμή που πρόκειται για ένα υψηλό διακύβευμα όπως η ενεργειακή ασφάλεια της Νοτιοανατολικής Ευρώπης και των νατοϊκών κρατών της περιοχής. Ο ορισμός της Ρεβυθούσας και της Αλεξανδρούπολης ως σημεία εκκίνησης και η χερσαία διαδρομή προς τη βαλκανική ενδοχώρα αντικατοπτρίζουν τη βούληση των Η.Π.Α. να μην πέσουν θύματα τουρκικών παλινωδιών και παζαριών.

Η Άγκυρα το έπραξε αυτό, προκειμένου να πιέσει για την υλοποίηση του πετρελαιαγωγού Μπακού-Τιφλίδα-Τσεϊχάν (BTC) και η Ρωσία, που ήταν τότε το θύμα των ανατολίτικών παζαριών, αντέταξε τον αγωγό «Μπουργκάς-Αλεξανδρούπολη». Εν τέλει, η σολομώντεια λύση της συμπερίληψης της Μόσχας στην κοινοπραξία του BTC οδήγησε στην άρση του αδιεξόδου. Η Τουρκία έπαιξε παρόμοια παιχνίδια και στην περίπτωση του Nabucco, με τότε ορίζοντα την ένταξή της στην Ε.Ε.. Οι εν λόγω περιπτώσεις συνέστησαν μαθήματα για όσους επιθυμούν να συνεργαστούν με την Τουρκία στον ενεργειακό τομέα και προφανώς οι Η.Π.Α. έθεσαν εκτός κάδρου την Άγκυρα, εστιάζοντας σε σταθερές δομές που θα υλοποιηθούν με βάση του νόμους της οικονομίας της αγοράς και όχι τις λογικές των τουρκικών ηγεμονικών αξιώσεων.

Τρίτον, ο Ντόναλντ Τραμπ δεν ήταν «φιλορώσος» για μια σειρά δυτικών Μ.Μ.Ε.; Πώς έχει βρεθεί τώρα να πραγματώνει μια ενεργειακή στρατηγική η οποία αποκόπτει τις ευρωπαϊκές αγορές από τους ρωσικούς υδρογονάνθρακες; Πώς είναι δυνατόν να πιέζει τον «φίλο» του Ερντογάν ώστε να περιορίσει έως και να διακόψει τις εισαγωγές ρωσικών υδρογονανθράκων; Για μια ακόμη φορά, επαληθεύεται η διαχρονική ρήση του Λόρδου Πάλμερστον: «Τα έθνη δεν έχουν σταθερούς φίλους ή εχθρούς. Έχουν μόνο σταθερά συμφέροντα». Η ευκολία, με την οποία αρκετές εκ των δυτικών ελίτ σύρθηκαν πίσω από μια συγκεκριμένη προεκλογικού χαρακτήρα ρητορική, υπήρξε μνημειώδης.

Ο Τραμπ, όπως έχει καταστεί σαφές, είχε και έχει μια συγκεκριμένη άποψη για τη σκοπιμότητα των αμερικανικών πρωτοβουλιών με άξονα την Ουκρανία, η οποία δε συνάδει με την όλη αντιρωσική οπτική. Ωστόσο, αυτό δε σημαίνει η εν γένει γεωστρατηγική προσέγγισή του θέτει στο επίκεντρο το αμερικανικό εθνικό συμφέρον και ως εκ τούτου, οι συγκρούσεις – πραγματικές και δυνητικές – με τη ρωσική γεωστρατηγική είναι πολλές, με πρώτη και κύρια την παγίωση δομών και διαύλων επιρροής της Μόσχας στη νατοϊκή Τουρκία. Άλλωστε, δεν είναι τυχαίο ότι, πέραν του διατακτικού περί αποδέσμευσης της Άγκυρας από το ρωσικό πετρέλαιο και φυσικό αέριο, έχει ανακοινωθεί η προμήθεια αμερικανικών μικρών πυρηνικών αντιδραστήρων, που σκοπεύουν στην απομείωση της εξάρτησης της Τουρκίας από τη ρωσική πυρηνική τεχνολογία και τεχνογνωσία.