Η Ευρώπη βιώνει ένα από τα πιο δραματικά και θερμά καλοκαίρια της σύγχρονης ιστορίας της. Από τη Γαλλία και την Ισπανία μέχρι την Αλβανία, την Πορτογαλία και την Ελλάδα, χιλιάδες πύρινα μέτωπα κατακαίνε ολόκληρες περιοχές, ενώ η θερμοκρασία αγγίζει και ξεπερνά συστηματικά τους 38 βαθμούς Κελσίου.

Πολλοί θα πουν πως η Ευρώπη πάντα καιγόταν, κάθε καλοκαίρι. Ωστόσο, αυτό που αλλάζει -και μάλιστα επικίνδυνα- είναι η ένταση, η έκταση και η συχνότητα των πυρκαγιών. Κι αυτό δεν είναι σύμπτωση. Είναι το αποτέλεσμα της επιταχυνόμενης κλιματικής κρίσης και της ταυτόχρονης δικής μας αδράνειας και αναντιστοιχίας  για ανάλογες πολιτικές και μέτρα.

Advertisement
Advertisement

Σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό Σύστημα Πληροφοριών για τις Δασικές Πυρκαγιές (EFFIS), το 2025 βαδίζει ολοταχώς για να καταγραφεί ως η χειρότερη χρονιά των τελευταίων 20 ετών λόγω των πυρκαγιών. Μέχρι τις αρχές Αυγούστου στην Ένωση, έχουν ήδη καεί σχεδόν 2,4 εκατομμύρια στρέμματα, αριθμός υπερδιπλάσιος του μέσου όρου.

Σε έναν χρόνο,  δηλαδή, καίγεται περίπου μια έκταση διπλάσια από το Λουξεμβούργο(!), προκαλώντας ανθρώπινες απώλειες, καταστροφές σε σπίτια και στην άγρια ζωή, στη χλωρίδα, στην πανίδα εκλύοντας μεγατόνους εκπομπών που επιβαρύνουν ακόμη περισσότερο το κλίμα.

Στην Ελλάδα αντίστοιχα, μόνο τις τελευταίες εβδομάδες, 24.700 στρέμματα καίγονται σε Χίο, Αχαΐα, Ζάκυνθο και Πρέβεζα. Το 2023 ήταν η τέταρτη χειρότερη χρονιά για την Ε.Ε., με 180.000 εκτάρια καμένης γης στην Ελλάδα, 28 νεκρούς και οικονομική ζημιά που ξεπέρασε τα 600 εκατομμύρια ευρώ. Από το 2017 έως σήμερα, η χώρα καίγεται συστηματικά. Μόλις το 4% των πυρκαγιών προκαλεί το 75% της συνολικής καταστροφής. Το πρόβλημα δεν είναι  απλώς ο αριθμός των πυρκαγιών αλλά η ένταση και η ανεξέλεγκτη εξάπλωση τους.

Μέσα σε αυτό το τραγικό τοπίο, η φράση που ακούγεται όλο και πιο συχνά είναι αποκαλυπτική και σοκαριστική: «Αφού όλοι καίγονται στην Ευρώπη, θα καούμε κι εμείς. Η νέα κανονικότητα». Είναι η παραδοχή μιας ήττας πριν καν δοθεί η μάχη. Είναι η παραίτηση από κάθε έννοια πολιτικής και συλλογικής ευθύνης.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει, πράγματι, επενδύσει στην αντιμετώπιση των πυρκαγιών. Με το σύστημα Copernicus, την ενίσχυση του rescEU και τον Μηχανισμό Πολιτικής Προστασίας, τα κράτη-μέλη έχουν πλέον πρόσβαση σε κοινά μέσα πρόγνωσης και άμεσης ανταπόκρισης. Η Δασική Στρατηγική για το 2030 προωθεί τη βιώσιμη διαχείριση και τα προγράμματα Horizon χρηματοδοτούν τεχνολογικές καινοτομίες πρόληψης. Ωστόσο, παρά την πρόοδο, η πραγματικότητα είναι συχνά πιο δύσκαμπτη και γραφειοκρατική.

Με αυτόν τον τρόπο, η απορρόφηση των κονδυλίων γίνεται βιαστικά, χωρίς συμμετοχή των τοπικών φορέων και χωρίς  μεσο-μακροπροθεσμο στρατηγικό σχεδιασμό. Το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, που χρηματοδοτεί τις περισσότερες δράσεις, δέχεται διαρκή κριτική για έλλειψη διαφάνειας, λογοδοσίας και μετρήσιμων αποτελεσμάτων. Επομένως, οι πόροι δεν κατευθύνονται πάντα εκεί που πρέπει ενώ ακολουθούν παλιά και ξεπερασμένα δεδομένα και εργαλεία.

Advertisement

Η Ελλάδα, για παράδειγμα, χρησιμοποιεί -σε πολλές περιπτώσεις- χάρτες κινδύνου του 1980, ενώ οι χρηματοδοτήσεις δίνονται σε περιοχές χωρίς στοχευμένες δράσεις, χωρίς ουσιαστικό έλεγχο, και αξιολόγηση αποτελεσμάτων. Υπενθυμίζεται ότι η χώρα μας προβλέπεται να λάβει το ποσό των 837 εκατομμύρια ευρώ (για την περίοδο 2020–2026) για την αντιμετώπιση των πυρκαγιών.

Το δάσος δεν είναι άπειρο, ούτε αθάνατο. Όταν καίγεται ξανά και ξανά, χάνεται για πάντα. Και μαζί του χάνονται ανθρώπινες ζωές, περιουσίες. αναμνήσεις, επιβαρύνεται  η υγεία μας (σωματική και ψυχική υγεία), χάνεται έδαφος, βιοποικιλότητα, χάνονται ζώα, φυτά, που εξαφανίζονται και είναι και δικός τους ο κόσμος μας.

Δεν φτάνει να μετράμε στρέμματα, καμένες στέγες ή δηλώσεις εκκένωσης και αξιοποίησης των μέσων ειδοποίησης (112). Πρέπει να μετράμε κάτι βαθύτερο: τη συλλογική μας αντοχή και ανοχή… Γιατί κάθε καλοκαίρι σιωπηλά καταστρέφεται το παρόν και το μέλλον μας.

Advertisement