Στα 50 ξεκίνησα από την αρχή και ήταν η καλύτερη απόφασή μου
Δεν είχα ποτέ ταλέντο στις βαρύγδουπες δηλώσεις.
Ξέρεις, αυτά τα : “η ζωή αρχίζει στα …” ή “ποτέ δεν είναι αργά”.
Η ζωή δεν έρχεται με σλόγκαν. Έρχεται με στιγμές που σε κοιτούν στα μάτια, σιωπηλά και σου ζητούν να πάρεις θέση. Κι αν δεν πάρεις, απλώς συνεχίζει. Όχι για να σε τιμωρήσει, αλλά γιατί έτσι κάνει η ζωή. Ρέει.
Η δική μου στιγμή δεν είχε χολυγουντιανή λάμψη. Δεν έπεσε κανένας προβολέας από τον ουρανό. Δεν άκουσα κανένα “ώρα για αλλαγή”.
Ήταν ένα απλό απόγευμα, σχεδόν αδιάφορο για τον υπόλοιπο κόσμο. Μπήκα στο σπίτι. Το φως ήταν απαλό και …ήταν ήσυχα. Όχι από αυτή την ησυχία που γεμίζει το σπίτι με παιδικές ανάσες που κοιμούνται. Μιλάω για την άλλη. Την ησυχία που αφήνει πίσω της η εφηβεία, όταν αρχίζει να ανοίγει φτερά.
Οι κόρες μου μεγάλωναν. Όμορφα, δυνατά, όπως ευχήθηκα πάντα. Και ξαφνικά, μέσα σε αυτή τη γλυκιά σιωπή, έπεσα πάνω σε μια αλήθεια που δεν είχα υπολογίσει: εγώ που είχα πάει; Πέρασαν τόσα πολλά χρόνια που ήμουν ο άξονας του σπιτιού, η ζεστή αγκαλιά, ο σταθμός. Και μέσα σε όλη αυτη την αγάπη, κάπου έχασα την άλλη μου ιδιότητα. Εκείνη της γυναίκας που είχε φιλοδοξίες, περιέργεια, ταυτότητα.
Δεν το κατάλαβα απότομα. Δεν ήταν χαστούκι. Ήταν ψίθυρος. Εκείνος ο εσωτερικός που λέει : “Θυμάσαι ποιά ήσουν; Θέλεις να τη συναντήσεις ξανά;”
Και θέλησα.
Στα 50 πήρα μια απόφαση που έκανε μερικούς να χαμογελάσουν με κατανόηση, άλλους με απορία και κάποιους, ας το πούμε ευγενικά, να σηκώσουν το φρύδι ψηλά. Ξεκίνησα να σπουδάζω Life Coaching στο Ε.Κ.ΠΑ. Όταν το ανακοίνωσα, οι αντιδράσεις ήταν χαρακτηριστικές.
“Μπράβο! Να κάνεις κάτι για εσένα!”
“Α! ωραία. Για να περνάει η ώρα;”
Και το διαχρονικά αγαπημένο :
“Τώρα το θυμήθηκες;”
Ναι. Τώρα. Τώρα που έχω εμπειρία, τώρα που ξέρω τι σημαίνει ζωή, τώρα που δεν έχω να αποδείξω τίποτα. Μόνο να υπάρξω αληθινά. Τώρα που έχω το θάρρος, όχι την παρόρμηση. Η νεότητα έχει φλόγα, η ωριμότητα προσανατολισμό.
Και βρέθηκα ξανά “φοιτήτρια”. Στα πρώτα μαθήματα ένιωθα σαν να φοράω ρούχα που δεν είχα φορέσει για χρόνια. Ήταν άβολο στην αρχή, σχεδόν αστείο. Κι όμως, μέσα μου κάτι ανασάλευε. Κάτι ζωντάνευε. Όσο περνούσαν οι εβδομάδες, όσο άκουγα, μελετούσα, γελούσα, δυσκολευόμουν, κάτι γινόταν πιο σταθερό.
Άνθιζα.
Είχα την τύχη να έχω έναν καθηγητή που δεν είδε ηλικία, αλλά ψυχή. Δεν είδε “μια κυρία που επέστρεψε στα θρανία”, αλλά μια γυναίκα που ήταν εκεί, παρούσα, αφοσιωμένη, αποφασισμένη. Κι όταν κάποιος σε βλέπει έτσι, αρχίζεις κι εσύ να σε βλέπεις έτσι. Μέρα με τη μέρα, ένιωθα πιο δυνατή, πιο ολόκληρη. Η αυτοπεποίθηση δεν ήρθε από μια “μεγάλη στιγμή”. Ήρθε σιγά-σιγά, με επιμονή. Και ναι, με εκείνη την εσωτερική αυστηρότητα που έχουν οι άνθρωποι που γυρίζουν στη ζωή τους συνειδητά.
Υπήρξαν στιγμές αμφιβολίας; Φυσικά. Αν δεν υπήρχαν, θα ανησυχούσα. Η αμφιβολία, είναι σημάδι ότι αλλάζεις κάτι πραγματικό. Το πιο δύσκολο δεν ήταν τα μαθήματα. Ήταν η σιωπηλή μάχη με εκείνες τις μικρές φωνές που ψιθυρίζουν “και τώρα τι; Θα τα καταφέρεις;” Κι εγώ απαντούσα, όχι με βεβαιότητα αλλά με επιμονή : “Θα προσπαθήσω”.
Και προσπάθησα. Και συνέχισα. Και τελείωσα. Και τότε κατάλαβα πως δεν είχα επιστρέψει απλώς στην αγορά εργασίας. Είχα επιστρέψει στη ζωή μου. Εκείνη που πάγωσε για λίγο για να μεγαλώσουν δύο άνθρωποι που αγαπώ πιο πολύ απ’οτιδήποτε. Μου έκαναν το μεγαλύτερο δώρο: χρειάστηκαν λιγότερο εμένα, για να μπορέσω εγώ να χρειαστώ ξανά τον εαυτό μου.
Σήμερα εργάζομαι ξανά. Από την αρχή. Με σεμνότητα, με πείσμα, με βαθιά ευγνωμοσύνη και με μια σιωπηλή φλόγα. Δεν κυνηγάω πια επιβεβαίωση. Δεν ανταγωνίζομαι το χρόνο. Δεν προσποιούμαι ότι δεν υπάρχουν δυσκολίες. Υπάρχουν. Αλλά υπάρχουν και δύναμη, αυτογνωσία, καθαρότητα, εμπειρία. Και υπάρχει μια φράση που κρατάω μέσα μου σαν φυλαχτό:
Δεν είναι αργά. Είναι η ώρα σου.
Σε κάθε γυναίκα που σκέφτεται πως “πέρασε η εποχή μου” θα πω τούτο: Η εποχή σου είναι όποια στιγμή αποφασίσεις να σταθείς ξανά όρθια για εσένα. Η ηλικία δεν σε μικραίνει, σε καθαρίζει, σε σμιλεύει, σου δίνει την πιο γνήσια αλήθεια: Ότι η ζωή σου ανήκει. Η δεύτερη αρχή δεν έχει ηλικιακό όριο. Έχει μόνο ένα κριτήριο : να το λες δυνατά, σταθερά μέσα σου. “Τώρα”.
Κι όταν το πεις ο κόσμος ανοίγει. Όχι με φωνές. Με χώρο.
Κι εκεί, μέσα σε αυτόν το χώρο, συναντάς ξανά τον εαυτό σου.
Κάπως πιο ώριμη. Κάπως πιο σοφή.
Και, πως να το πω…πολύ πιο αληθινή.