Η απώλεια της ζωής είναι με βεβαιότητα το μέγιστο κακό. Εξ αιτίας του πένθους και του φόβου της βεντέτας στην κλειστή κοινωνία των Βοριζίων κρίθηκε αναγκαίο και το κλείσιμο των σχολείων.  Αναμφίβολα, οι αρετές και οι αξίες (το «ευ ζειν» ) σχετίζονται με το ήθος και την cultura που καλλιεργείται στο σχολείο. Στην προκειμένη περίπτωση φαίνεται ότι η καλλιέργεια αυτή δεν έδωσε καρπούς και το κλείσιμο του σχολείου έμοιαζε φυσικό επακόλουθο αντί να προκαλεί θλίψη.

Στη σύγχρονη εποχή της τεχνολογίας και της τεχνητής νοημοσύνης, η διαρκής υποτίμηση της ανθρωπιστικής παιδείας αποδυναμώνει και αφοπλίζει την εκπαιδευτική διαδικασία. Ο λόγος του δασκάλου στην τάξη δείχνει πενιχρός και ανίσχυρος μπροστά στην «αταξία» μικρών και μεγάλων που «παίζουν» με τα κουμπούρια.

Advertisement
Advertisement

Εξάλλου, η δημόσια και δωρεάν εκπαίδευση δεν συγκαταλέγεται στον «βαρύ οπλισμό» της χώρας, γεγονός που αποδεικνύεται από τις χαμηλές δαπάνες για την παιδεία, σε αντίθεση με την ενίσχυση των αμυντικών δαπανών.  Στο πλαίσιο αυτό το Υπουργείο Παιδείας και  στον πόλεμο της βεντέτας χρησιμοποίησε το υπερόπλο  «σύγχρονη και εξ αποστάσεως εκπαίδευση» (εξΑΕ). Ο εξαποδώ, που κρύβεται στις λεπτομέρειες εμφανίζεται κατά διαστήματα, «δια πάσαν νόσον» και φυσική ή κοινωνική καταστροφή.  Στη συγκεκριμένη περίπτωση, η τηλεκπαίδευση καθησυχάζει και απομονώνει περισσότερο την ήδη κλειστή κοινωνία χωρίς να λύνει το πρόβλημα της επικοινωνίας.

«Μα, τηλεκπαίδευση και για βεντέτα;» αναρωτήθηκε ο δύσμοιρος δάσκαλος της δυσπρόσιτης περιοχής που θα έβλεπε τους μαθητές του να «παίζουν» με τα κινητά ξαπλωμένοι στο σπίτι τους, μιας και δεν μπορούσαν να «παίζουν» με τα κουμπούρια που τους είχαν μάθει οι μεγάλοι. Στο άκουσμα της είδησης ότι στα Βορίζια θα εφαρμοστεί τηλεκπαίδευση λόγω βεντέτας η ελληνική κοινωνία δεν ήξερε αν θα έπρεπε να γελάσει ή να κλάψει.

Αν και η περίπτωση της βεντέτας δεν προβλέπεται για την εφαρμογή της εξΑΕ κατά τη σχετική Υπουργική Απόφαση ( ΦΕΚ 1859/Β/15-5-2020), ωστόσο «μια χαρά» εφαρμόστηκε. Η εξΑΕ  ή αλλιώς «μακριά κι αγαπημένοι» αποκάλυπτε την αδυναμία της δια ζώσης εκπαίδευσης να αλληλεπιδράσει κοινωνικά στο φυσικό χώρο του σχολείου. Για να μην ανάψουν τα αίματα το Υπουργείο Παιδείας επέλεξε για μια ακόμα φορά το live streaming education και επέτεινε τον εγκλεισμό και τη σιωπή. Με τον τρόπο αυτό  έκανε το χρέος του καθησυχάζοντας τους γονείς ότι τα παιδιά δεν θα έμεναν πίσω στα μαθήματα την ώρα που η κοινωνία φλεγόταν…

Με την εκδίκηση να σιγοβράζει και μισοανοιγμένα σχολεία, σ` έναν τόπο ζωσμένο από όπλα νόμιμα και παράνομα κατέφτασαν και τα συμπαρομαρτούντα της εκπαίδευσης. Σχολικοί σύμβουλοι, επιτροπές παιδοψυχολόγων και κοινωνικών λειτουργών για να σώσουν μέσα στον πανικό οτιδήποτε σώζεται. Σε λίγες μέρες εμφανίστηκαν ως δια μαγείας όλοι μαζί οι «ειδικοί» ενώ τον υπόλοιπο χρόνο  ένας ψυχολόγος σε πέντε σχολεία και αυτό να θεωρείται κατόρθωμα!

Οι Μάγοι με τα χριστουγεννιάτικα δώρα της ψυχοκοινωνικής υποστήριξης ήρθαν αλλά θα φύγουν, αργά ή γρήγορα. Το ερώτημα όμως «ποιος φταίει;»  για τη διαιώνιση της «παράδοσης» μικρών και μεγάλων παιδιών να «παίζουν» (πυροβολούν, όπως λένε στην Κρήτη) παραμένει αναπάντητο από την Πολιτεία. Το παλιό αλλά καλό σύνθημα «η ανοχή είναι συνενοχή» λέει πολλά για την ενοχή της Πολιτείας στην οπλοκατοχή.

Ενδεικτικό παράδειγμα αποτελούν οι «προσωπικές» δηλώσεις του Υπουργού Υγείας Αδώνιδος Γεωργιάδη για τη δικαιολόγηση της «νόμιμης» οπλοκατοχής (όπως στην Αμερική) αλλά και της υπεράσπισης των αγέρωχων κρητικών εναντίον των Γερμανών κατακτητών. Ομολογουμένως, το αντάρτικο πνεύμα της Κρήτης εκφράζεται λυρικά με τη φωνή του αείμνηστου Νίκου Ξυλούρη στο ριζίτικο «Αγρίμια κι αγριμάκια μου». Ωστόσο, οι Κρητικοί, αυτά τ` «αγρίμια» με το αγέρωχο και υπερήφανο φρόνημα, ουδόλως συγχέονται με τους νταήδες και τις βεντέτες της εποχής.

Advertisement

Ως επίλογος των γεγονότων αναφέρεται η ακόλουθη ιστορία που είναι πέρα για πέρα αληθινή. Την ώρα που έπεφταν  βολές κατά ριπάς η οικογένεια ήταν ταμπουρωμένη πίσω από τα κλειστά παράθυρα. Η μικρότερη κόρη απηυδισμένη από την ατελείωτη έχθρα μιλούσε στο κινητό με μια φίλη της και της έλεγε ότι φτάνει πια, το χωριό κουράστηκε, πρέπει να γίνει σασμός. Η μάνα στο άκουσμα της λέξης πετάχτηκε αρπαγμένη. Σκασμός, της είπε, μην ανακατεύεσαι. Υπάρχουν πράματα που εσύ δεν μπορείς να καταλάβεις.

Καθώς σκασμός και σασμός δεν ανταμώνουν η κοπελιά τρομαγμένη  κλείστηκε στο δωμάτιό της περιμένοντας την τηλεκπαίδευση…

Advertisement