Η ανάλυση που ακολουθεί γράφεται με αφορμή ένα πολύ σημαντικό συνέδριο που διοργανώθηκε στην Λευκωσία από το Πανεπιστήμιο Κύπρου και άλλους οργανισμούς και ιδρύματα και που αφορούσε τόσο τον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα των Ελλήνων της Κύπρου όσο και τις Μεταπολεμικές στρατηγικές της Βρετανίας, της Τουρκίας, των ΗΠΑ, της Ελληνικής πλευράς και άλλων κρατών. Τον ρόλο επίσης των διεθνών θεσμών και μεταπολεμικών γεωπολιτικών προσεγγίσεων των εμπλεκομένων κρατών. Μελετώντας την μεθοδευμένη στρατηγική παγίδευση της Ελληνικής πλευράς από το Λονδίνο όταν παρά την Συνθήκη της Λοζάνης κάλεσε τριμερή καθιστώντας την Τουρκία ενδιαφερόμενο κράτος των διαπραγματεύσεων —γεγονός που μεταγενέστερα επιβεβαιώθηκε στα απομνημονεύματα του Μακμίλλαν—, και επειδή τότε παρά τις έντονες επιφυλάξεις της Λευκωσίας καμιά αντίρρηση δεν υπήρξε εκ μέρους της Αθήνας, φωτίζεται ο Τουρκικός αναθεωρητισμός που υιοθετήθηκε τότε και που έκτοτε με το ίδιο πάντα σκεπτικό συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Ως προς αυτό στην συνέχεια θα γίνει αναφορά την κωδικοποίηση αυτής της διαχρονικής Τουρκικής στρατηγικής από τον Νιχάτ Ερίμ και θα φωτιστεί το γεγονός ότι η Τουρκία σταδιακά αλλά σταθερά εκπληρώνει τους αναθεωρητικούς της σκοπούς.

Εάν έτσι έχουν τα πράγματα και εν μέσω συγκαιρινών καταιγιστικών στρατηγικών ανακατατάξεων, αυτονόητα έστω και αργά η Ελλάδα απαιτείται να αναθεωρήσει την στρατηγική και να απέχει από κάθε κατευναστική στάση με ανάπτυξη «σιδερένιας» αποτρεπτικής στρατηγικής αντίκρουσης των Τουρκικών απειλών στο Αιγαίο, στην Κύπρο και στην Θράκη.

Advertisement
Advertisement

Αναθεώρηση της καταμαρτυρούμενα κατευναστικής Ελληνικής πολιτικής (ιδιαίτερα όσον αφορά την Αιγιαλίτιδα ζώνη, την τουρκική «γαλάζια πατρίδα» και την επί μισό αιώνα μη εξισορρόπηση της παράνομης Τουρκικής εισβολής στην Κύπρο). Ορίζοντας τους σκοπούς και τις στρατηγικές προσεγγίσεις εκπλήρωσής τους είναι κρίσιμο να συνεκτιμώνται επαρκώς, μεταξύ άλλων 5 πράγματα τα οποία καθώς το διεθνές σύστημα μεταλλάσσεται με καταιγιστικούς ρυθμούς καθίστανται ολοένα και πιο σημαντικά.

Πρώτον, κάθε κράτος ορίζει σκοπούς και στρατηγικές προσεγγίσεις σύμφωνα με δικά του κριτήρια και κανενός άλλου.

Δεύτερον, το που βρίσκονται τα σύνορα των κρατών εντός του σύγχρονου διεθνούς συστήματος ορίζεται από τις Συνθήκες μετά τον τελευταίο πόλεμο και συνήθως εις βάρος του ηττημένου. Αυτά τα σύνορα προσδιορίζουν την διεθνή τάξη των Συνθηκών και του εν γένει διεθνούς δικαίου.

Τρίτον, όταν εγείρονται αναθεωρητικές αξιώσεις που αμφισβητούν αυτή την τάξη και πολλά κράτη συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας και της Κύπρου έχουν πικρή πείρα αυτού του γεγονότος, τα άλλα κράτη και ιδιαίτερα τα ηγεμονικά υιοθετούν θέσεις σύμφωνα με τα δικά τους συμφέροντα και ορατές ή αθέατες διακρατικές συναλλαγές.

Τέταρτο, επειδή αυτή είναι η πραγματικότητα και παρά το γεγονός ότι οι συμμετοχές σε συμμαχίες και σε διεθνούς θεσμούς είναι σημαντικό ζήτημα η ασφάλεια κάθε κράτους εξαρτάται από την δική τού ισχύ και την αξιοπιστία / αποτελεσματικότητα της δικής του εθνικής στρατηγικής.

Πέμπτο, οι διεθνείς θεσμοί είναι θεσμοί διεθνούς τάξης και ο ρόλος τους αποδυναμώνεται ή εκμηδενίζεται α) εάν μεταξύ των Συνθηκών και τους διεθνούς δικαίου παρεμβάλλονται αίτια πολέμου (βλ. πίνακα στο τέλος), β) εάν στο Συμβούλιο Ασφαλείας όπως κατά κανόνα ισχύει ένα ή περισσότερα μόνιμα μέλη προτάξουν βέτο και γ) εάν το ίδιο αμυνόμενο κράτος με υποχωρητικότητα και κατευνασμούς δημιουργεί παραστάσεις πως η Επικράτειά του είναι αναλώσιμη οπότε εξ ορισμού οδηγείται πάνω στην Κλίνη του Προκρούστη των στρατηγικών παιγνίων και συναλλαγών.

Advertisement

Παρενθετικά και συντομογραφικά σημειώνεται ότι στην στρατηγική ανάλυση έχουμε “απέραντη” απειλή όταν δηλώσεις, αποφάσεις και πράξεις όχι μόνο οδηγούν σε αναθεώρηση του ισχύοντος κυριαρχικού καθεστώτος που ορίζουν οι πρόνοιες του διεθνούς δικαίου αλλά επιπλέον η έκταση των αναθεωρητικών αξιώσεων δεν είναι σαφής. Χαρακτηριστικά αναφέρονται οι δηλώσεις των Τούρκων ηγετών την δεκαετία του 1950 στις οποίες θα επανέλθουμε πιο κάτω, της Τσιλέρ το 1995, του μέντορα των σημερινών Τούρκων ηγετών Αχμέτ Νταβούτογλο και οι αναρίθμητες δηλώσεις των τελευταίων ετών του κ. Ερντογάν και πλήθους άλλων πολιτικών και στρατιωτικών ηγετών όλου του πολιτικού φάσματος.

Η “Γαλάζια Πατρίδα” μπορεί να αφορά έλεγχο ενός μέρους του Αιγαίου, στην Κύπρο επιδιώκεται κατάργηση του κράτους και έλεγχο ή και πλήρη κατάληψη του νυν μη κατεχόμενου με κυριαρχική ισότητα σε εθνική βάση και στην Θράκη τα γραφόμενα του Αχμέτ Νταβούτογλου στο «Στρατηγικό βάθος» ρητά στοχεύει στην δημιουργία νομικών ερεισμάτων για να επαναληφθεί η κυπριακή περίπτωση στην Βόρεια Ελλάδα.

Η διακρατική εμπειρία καταμαρτυρεί διαχρονικά ότι όταν οι αναθεωρητικές αξιώσεις είναι θολές και ασαφείς εάν και όταν αρχίσει μια μεγάλη πολεμική σύρραξη ή εάν μετά από μια εμπλοκή “χαμηλής έντασης” αρχίσει κλιμάκωση της σύρραξης, τα νέα σύνορα θα είναι εκεί που θα σταματήσουν τα στρατεύματα όταν θα τερματιστεί ο πόλεμος. Η επικύρωση με Συνθήκη –αυτό πάει να γίνει στην Κύπρο και εμμέσως στο Αιγαίο με την μη εφαρμογή των προνοιών της Συνθήκης του 1982– είναι αργά ή γρήγορα η δημιουργία μιας νέας διεθνούς τάξη εις βάρος του αδυνάμου.

Advertisement

Ο Τουρκικός αναθεωρητισμός σε όλη του την έκταση προσδιορίστηκε ήδη μέσα της δεκαετίας του 1950 μετά την τριμερή του Λονδίνου όταν η Βρετανία βασικά και ουσιαστικά και παρά την Συνθήκη της Λοζάνης μεθόδευσε την συμμετοχή της Τουρκίας στο Κυπριακό ανοίγοντας έτσι παράθυρα ευκαιρίας στην ηγεσία της Άγκυρας για να επιχειρεί επιδέξια και εξεζητημένα να αναθεωρήσει την Συνθήκη της Λοζάνης (Συνθήκη με την οποία ο Βενιζέλος το 1922-23 παρά τις εσωτερικές εμφύλιες διαιρέσεις και αδυναμίες κατόρθωσε να θεμελιώσει με πρόνοιες βασισμένες στις περιφερειακές γεωγραφικές, γεωπολιτικές και εν γένει στρατηγικές ισορροπίες).

Ταχύτατα μετά την τριμερή του Λονδίνου το 1955 η τότε Τουρκική κυβέρνηση Τουρκία ανέθεσε στον ΝΙχάτ Ερίμ, Συνταγματολόγο και βουλευτή του κόμματος της αντιπολίτευσης!, να αναπτύξει το σκεπτικό. Ο Ερίμ «κωδικοποίησε» τους μακροχρόνιους αναθεωρητικούς Τουρκικούς σκοπούς που ισχύουν μέχρι τις μέρες μας. Όρισε τους προσανατολισμούς, τις μεθοδεύσεις και τις στρατηγικές προσεγγίσεις της Τουρκικής πλευράς. Με εξ αντικειμένου επιδέξιο τρόπο αφού συνεκτίμησε ορθά τα στρατηγικά συμφέροντα άλλων κρατών συμπεριλαμβανομένων των ΗΠΑ, σύμπλεξε πολιτικά, στρατηγικά, γεωγραφικά και γεωπολιτικά επιχειρήματα, ταυτόχρονα κάνοντας αλματώδεις παραπλανητικές αναφορές στον Χάρτη του ΟΗΕ, συνδέοντάς τες με ιστορικά ζητήματα, με το ιστορικό γίγνεσθαι όπως οι Τούρκοι το αντιλαμβάνονται και με συμφέροντα των μεγάλων δυνάμεων εντός του εξελισσόμενους Μεταπολεμικού διεθνούς συστήματος.

Όσον μας αφορά, συνιστάται σε όλους και ιδιαίτερα στους πολιτικούς και στους διπλωμάτες να διαβάσουν την έκθεση αυτή και να συνάγουν συμπεράσματα για το τι έγινε έκτοτε και για το τι γίνεται στις μέρες μας. Ακολουθεί παράθεση μερικών ενδεικτικών αποσπασμάτων εντός εισαγωγικών τα οποία δείχνουν την εξεζητημένη παράκαμψη ή θόλωμα των προνοιών του διεθνούς δικαίου και των Συνθηκών και των προνοιών του ΟΗΕ επί ενός ξεκάθαρου ζητήματος, δηλαδή την αυτοδιάθεση μιας υπόδουλης κοινωνίας και την κυρίαρχη τότε θέση να τερματιστεί η αποικιοκρατία. Νιχάτ Ερίμ:   

Advertisement

Η εμπλοκή της Τουρκίας από την Βρετανία και η απουσία Ελληνικής άρνησης ως προς αυτό εκκόλαψε αναθεωρητισμό σε όλο το φάσμα:

«Η Βρετανία μπορεί να παραχωρήσει µόνο σε µας την Κύπρο. Την άποψη αυτή θα πρέπει να υποστηρίζει από την αρχή η τουρκική κυβέρνησή. Τα γεωγραφικά, ιστορικά και κυρίως στρατηγικά αίτια είναι λογικά. Η σημασία της νήσου για τις ένοπλες δυνάμεις της ξηράς, του ναυτικού και της αεροπορίας απεδείχθη κυρίως και ενεργώς κατά την διάρκεια της κρίσης του Σουέζ. Η ασφάλεια της Τουρκίας, η λειτουργία του Συµφώνου της Βαγδάτης (CENTO) και του ΝΑΤΟ σχετίζονται στενά µε το ποιος κατέχει τη Κύπρο. … Την άποψη αυτή θα πρέπει να υποστηρίζει από την αρχή η τουρκική κυβέρνησή. Τα γεωγραφικά, ιστορικά και κυρίως στρατηγικά αίτια είναι λογικά. … Η ασφάλεια της Τουρκίας, η λειτουργία του Συµφώνου της Βαγδάτης (CENTO) και του ΝΑΤΟ σχετίζονται στενά µε το ποιος κατέχει »… Είναι πολύ ισχυρή, από απόψεως πολιτικής σκοπιμότητας, η θέση κατά την οποία η πολιτική και στρατηγική ισορροπία την οποία εγκαθιστά η Συνθήκη της Λοζάνης θα διασαλευτεί πλήρως εις βάρος της χώρας μας».

Διαπραγματεύσεις με τρόπο που αρχίζει ένας νέος προσανατολισμός προς ένα ολοένα πιο εκτεταμένο αναθεωρητισμό:

Advertisement

«… Όπως είπαμε στους Άγγλους εφόσον ζητείται η διασάλευση της ισορροπίας η οποία έχει δημιουργηθεί με την Συνθήκη της Λοζάνης θα πρέπει να λάβουν χώρα διμερείς διαπραγματεύσεις με την Ελλάδα προς συζήτηση όλων των θεμάτων που αφορούν τις Ελληνοτουρκικές θέσεις … Το αίτημά μας αυτό στην συνέχεια έχει αναπτυχθεί στους Άγγλους και στους Αμερικανούς κατά τρόπο ευκρινή: Έχοντας δηλαδή καταστήσει ενήμερους τους Άγγλους ότι πρόκειται να ληφθούν ανά χείρας τα θέματα της Δυτικής Θράκης, του Πατριαρχείου, των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης και ορισμένων νησιών του Αιγαίου. Το καλύτερο όπλο µας κατέναντι των Ελλήνων είναι αυτά τα θέματα …»

Advertisement

Οι αναθεωρητικές αξιώσεις δεν θα στηρίζονται σε νομικά αλλά πολιτικά και στρατηγικά επιχειρήματα:

«… Η απόδοση της Κύπρου στην Τουρκία δεν στηρίζεται σε νομικά αίτια αλλά σε πολιτικά, δηλαδή δεν θα προκληθούν νομικά αλλά πολιτικά αποτελέσματα. Η Τουρκία πρέπει μέχρι τέλους να διατηρήσει [και να αυξάνει] τις αξιώσεις της. …»

Αλματώδεις ιστορικές εκλογικεύσεις για να ακυρωθεί το αναφαίρετο δικαίωμα μιας κοινωνίας να απαλλαγεί από την αποικιοκρατία με δημοψήφισμα το μέλλον της:

Advertisement

«… Ο Βενιζέλος στην διάσκεψη της Λοζάνης έχει απορρίψει πρόταση της Τουρκίας περί διενέργειας δημοψηφίσματος στην Δυτική Θράκη, με το πρόσχημα ότι εν η εν λόγω περιοχή δεν είναι ομοιογενής αλλά ετερογενής, δηλαδή ο πληθυσμός της είναι μικρός. … Η εφαρμογή της θέσεως την οποία υποστήριξε ο Βενιζέλος στην Λοζάνη θα οδηγήσει στην άνευ δημοψηφίσματος προσάρτηση της Κύπρου στην Τουρκία. …»

Στο κείμενο αυτό περιέχονται πολλά άλλα που καταμαρτυρούν ότι ο συγκαιρινός Τουρκικός αναθεωρητισμός που καθίσταται ολοένα εντονότερος εν μέσω μεγάλων στρατηγικών ανακατατάξεων καθώς κινούμαστε βαθύτερα στον 21 αιώνα, η τότε Ελληνική πολιτική ηγεσία λειτούργησε κατευναστικά και υποχωρητικά. Είναι σε όλους γνωστές δηλώσεις και στάσεις ανώτατων πολιτικών προσώπων όταν δήλωναν πως «Η Κύπρος δεν αποτελεί διεκδίκηση της Ελλάδας» (1946) και πως «η Ελλάς αναπνέει σήμερον με δύο πνεύμονας, τον μεν Αγγλικό, τον δε Αμερικανικό, και δι’ αυτό δεν ημπορεί, λόγω του Κυπριακού, να διακινδυνέψει να πάθη ασφυξία» (οι Έλληνες της Κύπρου προσκόμισαν στην Αθήνα το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος όταν 97% ψήφισαν αυτοδιάθεση). Μετά την προαναφερθείσα χωρίς αντίρρηση εμπλοκή της Τουρκίας με μεθοδεύσεις του Λονδίνου η παράσταση στο ανώτατο πολιτικό επίπεδο ήταν ότι «το Κυπριακό έχει μεταβληθεί σε γάγγραινα και αποτελεί εθνική περιπέτεια στην οποία σύρεται η Ελλάς και η μόνη λύση που απομένει είναι μια απευθείας συνεννόηση με του Τούρκους» (δηλώσεις στην Ελληνική βουλή στις 14.12.1958).

Παρά τις αντιρρήσεις πολλών ηγετών της Κύπρου ακολούθησε η παγίδευση των Ελλήνων με στην Ζυρίχη με μια προβληματική «ανεξαρτησία» που ενσαρκώνει μέχρι και τις μέρες μας το Βρετανικό διαίρει και βασίλευε. Το χουντικό πραξικόπημα του 1967 στην Ελλάδα και στην Κύπρο το 1974 ευνόησε και εν πολλοίς εκπλήρωσε τους περισσότερους Τουρκικούς σκοπούς. Αφού σημειώσουμε ότι οι μεθοδευμένες (ξανά από το Λονδίνο) προτάσεις για διευθέτηση του Κυπριακού με «διζωνική δικοινοτική ομοσπονδία» με όρους διαιρέσεων σε εθνική βάση του τύπου «πολιτική ισότητα» του 82% με το 18% (προσαυξημένο με τους εποίκους που με όρους διεθνών συμβάσεων είναι εγκληματική ενέργεια) οι οποίες de facto εντάσσουν την Μεγαλόνησο στα πεδία της Τουρκικής επικυριαρχίας, καλό είναι να θυμηθούμε ξανά τον Ερίμ, μεταξύ άλλων, για α) τις μεθοδεύσεις εκδίωξης των Ελλήνων από την Τουρκία, β) για την ολοένα μεγαλύτερη και εντονότερη Τουρκική αναθεωρητική πολιτική στο Αιγαίο, γ) μεθοδεύσεις στην Θράκη που ενισχύουν πιο ριζικές μελλοντικές αναθεωρητικές αξιώσεις και δ) δηλώσεις όπως του Ερντογάν που πρόσφατα κατηγόρησε τον Ετσεβίτ ότι το 1974 μπορούσε να καταλάβει όλη την Κύπρο αλλά παρέλειψε να το πράξει. 

Είναι πάντως εκπληκτικό το γεγονός ότι στην Ελλάδα και Κύπρο αμφισβητείται ο Τουρκικός αναθεωρητισμός και να δηλώνεται ετοιμότητα που όχι μόνο εκπληρώνει δεδηλωμένους τουρκικούς σκοπούς αλλά διανοίγει τις δυνατότητες της Τουρκίας να διευρύνει αυτό τον αναθεωρητισμό ενόψει μεγάλων στρατηγικών ανακατατάξεων του Μεταπολεμικού διεθνούς συστήματος. Ενδέχεται να είναι πλέον αργά, αλλά για κάθε κράτος συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας υπό αυτές τις αδιαμφισβήτητες περιστάσεις είναι αυτονόητη η ανάγκη πολιτικής συναίνεσης για το πως θα διασφαλιστεί η Εθνική Επικράτεια και ειδικά ως προς την Αιγιαλίτιδα ζώνη και τις άλλα προβλεπόμενα από το διεθνές δίκαιο της θάλασσας θα εφαρμοστούν οι πρόνοιες των Συνθηκών.

Όπως εξάλλου έχει υποστηριχθεί επανειλημμένα απαιτείται η Ελληνική πλευρά να καταστήσει σαφές ότι η μόνη βάση διαπραγμάτευσης στο Κυπριακό είναι τα ψηφίσματα του ΣΑ για την διεθνή τάξη του 1974, 1975 και 1983 που καλούσαν τον τερματισμό της παράνομης κατοχής εδαφών, γεγονός που ρητά ορίστηκε πως δεν θα προδικάσουν την ειρηνική διευθέτηση του Κυπριακού ζητήματος. Τουλάχιστον μετά το 1974 και εάν τα παθήματα γίνονται μαθήματα μια ορθολογιστική Ελληνική Εθνική Στρατηγική απαιτείται να προνοεί τα εξής:

Πρώτον, σιδερένια αποτρεπτική στρατηγική στην Θράκη, το Αιγαίο και την Κύπρο. Πλήρης εφαρμογή των προνοιών του διεθνούς δικαίου της θάλασσας συμπεριλαμβανομένης της Αιγιαλίτιδας ζώνης

Δεύτερον, πλήρης εξισορρόπηση της παράνομης τουρκικής παρουσίας στην Κύπρο και πλήρης εφαρμογή του Ενιαίου Αμυντικού Χώρου που παραμερίστηκε επί δεκαετίες και αδιαπραγμάτευτη επιμονή στην εφαρμογή της διεθνούς και ευρωπαϊκής νομιμότητας.

Τρίτον, καμιά διαπραγμάτευση δεν μπορεί να γίνεται με την Άγκυρα εάν εγείρονται αναθεωρητικές αξιώσεις και αυτονόητα καμιά διαπραγμάτευση εάν δεν αποσυρθεί άμεσα η ακραία παράνομη απειλή του casus belli.

Τέταρτον, καμιά παράσταση ότι η Ελληνική πλευρά στο Αιγαίο, την Θράκη και την Κύπρο θεωρεί αναλώσιμη την Επικράτεια που προβλέπουν οι Συνθήκες. Τέτοιες παραστάσεις έστω και εάν στο μυαλό κάποιοι ενδέχεται να αποσκοπούν σε κατευνασμό με μερικές μόνο υποχωρήσεις (σε κάθε περίπτωση κανείς δεν έχει πολιτικό και νομικό δικαίωμα να παραχωρήσει Επικράτεια που προβλέπουν οι Συνθήκες και το διεθνές δίκαιο) δημιουργούν σε όλα τα άλλα κράτη παραστάσεις ότι η Ελλάδα είναι αναλώσιμη.

Πέμπτο, ταυτόχρονα με μια αξιόπιστη αποτρεπτική στρατηγική απαιτούνται συναλλαγές με άλλα κράτη όπου η κόκκινη γραμμή είναι πάντα τα ιεραρχημένα εθνικά συμφέροντα.