Ζωγράφος, σκηνογράφος, ενδυματολόγος -τον περασμένο Ιούνιο συνεργάστηκε με την Χλόη Ομπολένσκυ στα σκηνικά για την όπερα «Τουραντότ» της Εθνικής Λυρικής Σκηνής στο Ηρώδειο-, όπως και μέλος της καλλιτεχνικής ομάδας της Μικρής Άρκτου, ο Ανδρέας Γεωργιάδης ομολογεί την «ιδιαιτερότητα» όπως τη χαρακτηρίζει, που είχε από παιδί: «Όποτε διάβαζα ένα βιβλίο, ποίημα ή μυθιστόρημα, είχα την ανάγκη να πλάθω στο μυαλό μου τις εικόνες που περιγράφονται, τη σκηνογραφία δηλαδή, μέσα στην οποία εκτυλίσσεται η ιστορία».
Επιστρέφοντας σταθερά στον Καβάφη, «άλλωστε, οι διανοητικοί μηχανισμοί του ποιητή και του ζωγράφου συγγενεύουν», όπως εύστοχα επισημαίνει η Ιστορικός τέχνης Φανή-Μαρία Τσιγκάκου, η οποία υπογράφει την επιμέλεια της νέας έκθεσης του, ο πολυσχιδής εικαστικός καλλιτέχνης μιλά στη HuffPost με αφορμή το εξαιρετικά ενδιαφέρον δίπτυχο αφιέρωμα με τίτλο «Αναφορά στον Κ. Π. Καβάφη / Δήλος», που παρουσιάζει στη Δημοτική Πινακοθήκη Μυκόνου, αλλά και όσα ετοιμάζει στο Λονδίνο τους επόμενους μήνες.
-Κύριε Γεωργιάδη, ο τίτλος του δίπτυχου αφιερώματος γεννάει συνειρμικά μια διπλή απορία: Καβάφης και Κυκλάδες; Το σύμπαν του Καβάφη είναι η Αλεξάνδρεια (και η Κωνσταντινούπολη, για δύο-τρία χρόνια στην πρώτη νιότη του). Κι επίσης, η Δήλος είναι φως εκτυφλωτικό. Ο Καβάφης είναι φως αμυδρό -«ένα κερί αρκεί».
Στην έκθεση αυτή επιχειρώ να προσεγγίσω το καβαφικό σύμπαν με ένα προσωπικό και άρα βαθιά υποκειμενικό τρόπο.
Υπάρχει μια πολύ όμορφη σύμπτωση: Ο Κωνσταντίνος Καβάφης, αναφέρει στο ημερολόγιο που κράτησε από το πρώτο του ταξίδι στην Ελλάδα, το 1901, την αναγκαστική παραμονή του στη Δήλο, στο λοιμοκαθαρτήριο.
Του έκανε μεγάλη εντύπωση ο χρυσός ήλιος και το καθαρό τοπίο. 124 χρόνια μετά, εγώ παρουσιάζω στην Μύκονο τόσο το καβαφικό σύμπαν, όσο και την δική μου ανάμνηση από τις επισκέψεις μου στο ιερό νησί.

-Πόσα έργα περιλαμβάνει η νέα έκθεση σας; Πόσα εξ αυτών είναι εμπνευσμένα από τη Δήλο;
Η νέα έκθεση αποτελείται από 32 έργα, και φιλοξενείται σε ένα πανέμορφο χώρο, το σπίτι της πρώτης γυναίκας ζωγράφου από τη Μύκονο, της Μαρίας Ιγγλέση.
Το σπίτι αυτό, που στεγάζει πλέον την Δημοτική Πινακοθήκη Μυκόνου, είναι η αιτία του εικαστικού αυτού ταξιδιού μου.
Η ολοκαίνουργια ενότητα «Δήλος» αποτελείται από 5 έργα που δημιουργήθηκαν αποκλειστικά με αυτή την αφορμή.
-Στην ενότητα που είναι αφιερωμένη στον Καβάφη παρουσιάζονται και νέα έργα;
Η ενότητα «Αναφορά στον Κ.Π. Καβάφη» πρωτοπαρουσιάστηκε πριν από τρία χρόνια στην Αθήνα στη Γεννάδειο, και στη συνέχεια ταξίδεψε στην Κωνσταντινούπολη. Όμως εγώ δεν σταμάτησα ποτέ ουσιαστικά να ζωγραφίζω με αφορμή το ποιητικό του σύμπαν. Στην Μύκονο, υπάρχουν λοιπόν κάποια νέα έργα για τον Καβάφη.
Ο Καβάφης παραμένει κυρίαρχη πηγή έμπνευσης στην ζωγραφική μου περιπέτεια.

-Θυμάστε την πρώτη φορά που διαβάσατε Καβάφη; Θυμάστε πώς έφτασε στα χέρια σας η ποίηση του;
Πρωτοήρθα σε επαφή με την ποίησή του στην πρώτη εφηβεία μου. Επανερχόμουν κατά καιρούς στην ποίησή του. Ο Καβάφης συμβόλιζε πάντα για μένα μια σταθερή πηγή έμπνευσης και αναφοράς, στη ζωή και στο έργο μου. Κάποια στιγμή στα τριάντα ζωγράφισα το πρώτο μου έργο εμπνευσμένο από το ποίημα “Απολείπειν ο Θεός Αντώνιον”. Πριν λίγα χρόνια αποφάσισα να αφιερώσω μια ενότητα έργων αποκλειστικά και μόνο στο μεγάλο Αλεξανδρινό. Εργάστηκα πάνω στην πρόθεση μου αυτή, ζωγραφίζοντας και μελετώντας τέσσερα χρόνια. Βοήθησε βέβαια με τον τρόπο της η πανδημία και ο εγκλεισμός γιατί με συγκέντρωσαν, μου έδωσαν την ευκαιρία να αφιερωθώ απερίσπαστος στα έργα που ετοίμαζα. Στο διάστημα αυτό, όταν άνοιξαν τα σύνορα, επέστρεψα στην Αλεξάνδρεια, αυτή τη φορά με τα μάτια του ζωγράφου που είχε ανάγκη να ξαναδεί την πόλη στο πλαίσιο αυτής της ενότητας.
Η εικαστική αφήγηση σκηνογραφημένη έξοχα από τη Βιβή Γερολυμάτου, συμπληρώνεται από ένα θαυμάσιο ηχητικό ντοκουμέντο με απαγγελία ποιημάτων από τον Παρασκευά Καρασούλο.
Η ενότητα αυτή λοιπόν, είναι μια προσωπική εκδοχή καταγραφής της καβαφικής ποίησης, πολύ συναισθηματική και προφανώς έντονα βιωματική, μέσα από 20 έργα: τοπία, εσωτερικά και πορτρέτα που εναλλάσσονται, προτείνοντας μια υποκειμενική ανάγνωση του κόσμου του.

Η εργασία πάνω στον Καβάφη μου φέρνει και δύο νέα στοιχεία αναφορικά με την ζωγραφική μου. Αφενός δούλεψα και παρουσιάζω μια σειρά από πορτρέτα, στην πλειοψηφία τους φανταστικών ανθρώπων, πρωταγωνιστών στα ερωτικά του ποιήματα. Αφετέρου πήρα το θάρρος να ξεδιπλώσω τις εικόνες σε μεγάλο μέγεθος, γεγονός που μου έδωσε μια χειρονομιακή ελευθερία.
-Έχετε αναρωτηθεί ποτέ τι θα σας έλεγε ο Αλεξανδρινός εάν έβλεπε τα έργα σας;
Πολλές φορές το έχω αναρωτηθεί, παραμένει πάντα υποθετικό όμως σενάριο μέσα μου.

-Μετά τη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη, την Κωνσταντινούπολη και τώρα την Μύκονο, η «Αναφορά στον Κ.Π. Καβάφη» θα ταξιδέψει το 2026 στο Λονδίνο. Σε ποια γκαλερί θα παρουσιαστεί;
Θα παρουσιαστεί σε ένα θαυμάσιο εκθεσιακό χώρο στο Soho, με την φροντίδα και οργάνωση της Isik Gencoglu, που με πιστεύει, και με υποστηρίζει με τόσο τρυφερό και αποτελεσματικό τρόπο, χρόνια τώρα.
–Mοιράζετε τον βίο σας μεταξύ σκηνογραφίας και ζωγραφικής (… και Μικρής Άρκτου, σχεδιασμού εκθέσεων κλπ); Πόσο εύκολα είναι τα περάσματα από τον έναν κόσμο στον άλλον;
Για μένα είναι όχι απλώς εύκολα, αλλά και συχνά απαραίτητα.
Μου προσφέρουν την αναγκαία εκείνη απόσταση για να δω καθαρότερα τα λάθη και τα προβλήματα.

-Τι είναι οι λέξεις για έναν εικαστικό καλλιτέχνη ο οποίος μεταγράφει τον κόσμο σε εικόνες;
Οι λέξεις είναι για μένα σπίθες που ενεργοποιούν εντός μου μια ολόκληρη δημιουργική διεργασία.
Από μικρός θυμάμαι να έχω την εξής ιδιαιτερότητα: όποτε διάβαζα ένα βιβλίο, ποίημα ή μυθιστόρημα, είχα την ανάγκη να πλάθω στο μυαλό μου τις εικόνες που περιγράφονται, τη σκηνογραφία δηλαδή, μέσα στην οποία εκτυλίσσεται η ιστορία. Αυτές οι εικόνες υπήρξαν πολύτιμοι σύμμαχοι στη ζωγραφική διαδικασία αργότερα. Όταν πρωτογνώρισα το έργο του Καβάφη, από τα σχολικά κιόλας χρόνια, είχαν γεννηθεί οι πρώτες εικόνες στο μυαλό μου που με βοήθησαν να καταλάβω πού τοποθετεί τους ήρωές του, τις σκέψεις του, τις αντιλήψεις του. Αυτές τις εικόνες ανέσυρα από την μνήμη μου με τον καιρό. Ζωγραφίζοντάς τες δείχνω πως αντιλαμβάνομαι τον ποιητικό κόσμο του Καβάφη. Διάβαζα και ξαναδιάβαζα τα ποιήματά του για να καταλάβω, όχι μόνο απ’ αυτά που λέει, αλλά από αυτά που βρίσκονται στα κενά ανάμεσα στις λέξεις, ή στην στίξη του. Να φωτίσω λίγο τον ποιητικό του σύμπαν, γιατί είχα ανάγκη να το μεταπλάσω σε μια συναισθηματική εικονοποιία, βαθιά υποκειμενική, άκρως προσωπική. Εκεί ήταν και το μεγάλο στοίχημα, αν θα κατάφερνα να συγκινήσω με τα έργα μου τους ανθρώπους με τον ίδιο τρόπο που συγκίνησε εμένα η ποίησή του.