Ενα έργο που επιχειρεί να αναμετρηθεί με τη σκοτεινή ρίζα της βίας, αναζητώντας την καταγωγή της στον μυθολογικό πυρήνα της Ευρώπης και πραγματεύεται θέματα όπως ο διχασμός, η οικογενειακή ιστορία, ο ξεριζωμός και η αναζήτηση κάθαρσης είναι «Ο Όρκος της Ευρώπης» του διεθνώς καταξιωμένου Λιβανοκαναδού συγγραφέα, ηθοποιού και σκηνοθέτη Ουαζντί Μουαουάντ, με πρωταγωνίστρια την Ζιλιέτ Μπινός που κάνει την παγκόσμια πρεμιέρα της, την Παρασκευή 1η και το Σάββατο 2 Αυγούστου, στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου.
Ο λόγος για μία από τις πλέν φιλόδοξες και πολυαναμενόμενες παραστάσεις του φετινού Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου αντλώντας έμπνευση από την αρχαία τραγωδία. Με την Ζιλιέτ Μπινός συμπράττουν οι ηθοποιοί Violette Chauveau, Δανάη Επιθυμιάδη, Daria Pisareva, Leora Rivlin και Emmanuel Schwartz.
Σε ηλικία οκτώ ετών, ένα μικρό κορίτσι γίνεται, άθελα του, μάρτυρας της σφαγής ενός πληθυσμού. Το έγκλημα διαπράττεται από τους δικούς της ανθρώπους και –εν αγνοία της και πέρα από την κατανόησή της– στέκεται συνένοχη. Σχεδόν ογδόντα χρόνια αργότερα, μια έρευνα ξανανοίγει τα τραύματα του παρελθόντος. Αναζητούνται μάρτυρες και οι όποιες σιωπές αμφισβητούνται. Τώρα, καλείται πλέον να μιλήσει. Πώς όμως κάποιος αντικρίζει αυτό που έχει θαφτεί βαθιά μέσα του; Πώς κάποιος αντιμετωπίζει εκείνο που ποτέ δεν κατονομάστηκε;

«Η αρπαγή της Ευρώπης αποτελεί την πρώτη μεγάλη σφαγή, την αρχική βία»
Ο Ουαζντί Μουαουάντ σημειώνει σχετικά με την παράσταση: «Αυτό που θα ήθελα να πω είναι πως, είτε το δούμε ως μύθο είτε ως παραμορφωμένο είδωλο μιας αληθινής ιστορίας, η αρπαγή της Ευρώπης αποτελεί την πρώτη μεγάλη σφαγή, την αρχική βία. Μια γυναίκα αρπάζεται και μεταφέρεται αλλού, και πάνω σ’ αυτήν την αρπαγή θεμελιώνεται ένας ολόκληρος πολιτισμός. Από αυτή την πράξη ξετυλίγεται ένα νήμα βίας — ένα νήμα που διαχρονικά απλώνεται πάνω στα σώματα των γυναικών. Κι αυτό το νήμα ήθελα να αγγίξω και να μιλήσω γι’ αυτό· όχι μέσα από τη λογική της εξιστόρησης, αλλά μέσω της μετάδοσης μιας εμπειρίας. Γιατί, από γενιά σε γενιά, δεν φτάνει πάντα η αφήγηση — πολλές φορές το μόνο που περνά είναι το τραύμα, η σιωπή του, το άρρητο. Ένα βάρος που κληροδοτείται όχι με λέξεις, αλλά με βλέμματα, σκιές και σώματα που κουβαλούν μνήμη χωρίς να την εκφέρουν.
Αυτή την αίσθηση προσπάθησα να αποτυπώσω στο έργο, και την κουβαλώ μέσα στη διαδικασία της παράστασης. Δεν υπάρχει παραδοσιακή δομή — δεν υπάρχει αρχή, μέση και τέλος — αλλά ένα παζλ, ένα σύνολο εικόνων, φωνών, σιωπών και σπασμένων κομματιών, που μπορούν να κλειδώσουν αναπάντεχα μεταξύ τους. Κάθε σκηνή μπορεί να σταθεί αυτόνομα ή να αναζητήσει τη θέση της μέσα στην αφήγηση, αν τελικά υπάρξει αφήγηση».