Αν ο πλανήτης έχει μια ελπίδα για το μέλλον, ίσως αυτή αραχνοφαίνεται μέσα στο 2025 για πρώτη φορά. Νέα στοιχεία του παγκόσμιου think tank ενέργειας Ember έδειξαν, ότι για πρώτη φορά οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (ΑΠΕ) ξεπέρασαν τον άνθρακα ως η κορυφαία πηγή ηλεκτρικής ενέργειας στον κόσμο το πρώτο εξάμηνο του 2025.
Η ιστορική πρωτιά, έρχεται σε μ ια εποχή με αυξημένη ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας σε όλο τον κόσμο, κάτι που ωστόσο κατάφερε να καλύψει κατά 100% η ηλιακή και αιολική ενέργεια συμβάλλοντας σε μια μικρή μείωση της χρήσης άνθρακα και φυσικού αερίου στον πλανήτη.
Και παρότι μεγάλες αναπτυσσόμενες οικονομίες και κυρίως η Κίνα, ηγήθηκαν της ζήτησης για καθαρή ενέργεια, ΗΠΑ και ΕΕ, βασίστηκαν περισσότερο στα ορυκτά καύσιμα για να καλύψουν τις ενεργειακές τους ανάγκες, συμβάλλοντας στην υπερθέρμανση του πλανήτη, παρά το φιλόδοξο σχέδιο των Βρυξελλών για μείωση των εκπομπών αερίου έως το 2030.
Ο άνθρακας, ένας σημαντικός παράγοντας που συμβάλλει στην υπερθέρμανση του πλανήτη, ήταν και το 2024 η μεγαλύτερη μεμονωμένη πηγή παραγωγής ενέργειας στον κόσμο, μια θέση που κατέχει για περισσότερα από 50 χρόνια, σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Ενέργειας.
Πρωτοπόρος η Κίνα, ακολουθεί η Ινδία
Η Κίνα αντίθετα, πρωτοστατεί και ηγείται μιας τεράστιας προσπάθειας για την ανάπτυξη της καθαρής ενέργειας, προσθέτοντας περισσότερη ηλιακή και αιολική ισχύ από ό,τι ο υπόλοιπος κόσμος μαζί. Αυτό επέτρεψε στο Πεκίνο, να καλύψει και με το παραπάνω τις ανάγκε της για ηλεκτρική ενέργεια μέσω των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και να μειώσει ταυτόχρονα τη μείωση της παραγωγής ορυκτών καυσίμων κατά 2%.
Η Ινδία παρουσίασε βραδύτερη αύξηση της ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας και αύξησε σημαντικά τις ΑΠΕ μειώνοντας την παραγωγή άνθρακα και φυσικού αερίου, σε αντίθεση με τις ΗΠΑ, την ΕΕ κι άλλες πλούσιες ανεπτυγμένες χώρες.
Η Malgorzata Wiatros-Motyka, αναλύτρια της Ember, υποστηρίζει ωστόσο ότι το 2025 «σηματοδότησε την αρχή μιας μετατόπισης όπου η καθαρή ενέργεια συμβαδίζει με την αύξηση της ζήτησης».
Η ηλιακή ενέργεια κατέχει «τη μερίδα του λέοντος» στην ανάπτυξη των ΑΠΕ, καλύπτοντας το 83% της αύξησης της ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας και αποτελεί τη μεγαλύτερη πηγή νέας ηλεκτρικής ενέργειας παγκοσμίως τα τελευταία 3 χρόνια.
Οι τιμές της ενέργειες χαμηλότερες από το 1975
Το μεγαλύτερο μέρος της ηλιακής παραγωγής (58%) βρίσκεται πλέον σε χώρες με χαμηλότερα εισοδήματα, βάζοντας δυναμικά χώρες της Αφρικής στον χάρτη της ενέργειας, με πολλές από αυτές να βασίζουν την ανάπτυξη της οικονομίας τους στην παραγωγή και πώληση ενέργειας.
Παράλληλα, η ενέργεια γίνεται πιο προσιτή και φτηνή, με τις τιμές της ηλιακής ενέργειας να είναι κατά 99,9% χαμηλότερες από το 1975.
Το Πακιστάν, εισήγαγε ηλιακούς συλλέκτες ικανούς να παράγουν 17 γιγαβάτ (GW) ηλιακής ενέργειας το 2024, διπλάσια από το προηγούμενο έτος, που ισοδυναμεί με περίπου το ένα τρίτο της τρέχουσας ικανότητας παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας της χώρας.
Η Αφρική, βρίσκεται στο επίκεντρο της ηλιακής ενέργειας, με τις εισαγωγές πάνελ να αυξάνονται κατά 60% σε ετήσια βάση, με την Νότια Αφρική να ηγείται, ενώ η Νιγηρία ξεπέρασε την Αίγυπτο και κατέλαβε την δεύτερη θέση με 1,7 GW ικανότητας παραγωγής ηλιακής ενέργειας ποσοστό ικανό να καλύψει τη ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας σε περίπου 1,8 εκατ. κατοικίες στην Ευρώπη.
Ορισμένα μικρότερα αφρικανικά έθνη έχουν δει ακόμη πιο γρήγορη ανάπτυξη, με την Αλγερία να αυξάνει τις εισαγωγές της κατά 33 φορές, τη Ζάμπια κατά 8 φορές και την Μποτσουάνα κατά επτά φορές.
Ποια μέρη του πλανήτη ευνοούνται
Όσο ευεργετική κι αν είναι για τον πλανήτη η μετάβαση στην πράσινη ενέργεια, υπάρχουν σε ορισμένες χώρες αρνητικές προκλήσεις εξαιτίας της ραγδαίας ανάπτυξης της ηλιακής ενέργειας.
Στο Αφγανιστάν, η ευρεία χρήση ηλιακών αντλιών νερού μειώνει τη στάθμη του υδροφόρου ορίζοντα, απειλώντας τη μακροπρόθεσμη πρόσβαση στα υπόγεια ύδατα. Μια μελέτη του Δρ. Ντέιβιντ Μάνσφιλντ και της εταιρείας δορυφορικών δεδομένων Alcis προειδοποιεί ότι ορισμένες περιοχές θα μπορούσαν να στερέψουν μέσα σε πέντε έως δέκα χρόνια, θέτοντας σε κίνδυνο εκατομμύρια μέσα διαβίωσης.
Ο Αντάιρ Τέρνερ, πρόεδρος της Επιτροπής Ενεργειακών Μεταβάσεων του Ηνωμένου Βασιλείου, υποστηρίζει ότι οι χώρες στην παγκόσμια «ζώνη του ήλιου» και στη «ζώνη του ανέμου» όπως αποκαλούνται αντιμετωπίζουν πολύ διαφορετικές ενεργειακές προκλήσεις.
Στη «ζώνη του ήλιου» είναι χώρες της Ασίας (Κίνα), της Αφρικής και της Λατινικής Αμερικής που χρειάζονται μεγάλες ποσότητες ηλεκτρικής ενέργειας για κλιματισμό στη διάρκεια της ημέρας. Αυτές οι χώρες μπορούν να μειώσουν σημαντικά το κόστος ενέργειας σχεδόν αμέσως, υιοθετώντας συστήματα ηλιακής ενέργειας, υποστηριζόμενα από ολοένα και πιο προσιτές μπαταρίες που αποθηκεύουν ενέργεια την μέρα για να τη χρησιμοποιήσουν τη νύχτα.
Αντίθετα, χώρες στη «ζώνη του ανέμου» όπως το Ηνωμένο Βασίλειο, αντιμετωπίζουν δυσκολότερα εμπόδια. Το κόστος των ανεμογεννητριών παραμένει ιδιίατερα υψηλό σε σχέση με αυτό των ηλιακών συλλεκτών που έχει μειωθεί στο 1/3 την τελευταία δεκαετία. Η εγκατάσταση και συντήρηση των αιολικών πάρκων παραμένει μια κοστοβόρα επένδυση η οποία συνοδεύεται και με το οικολογικό κόστος τψν πάρκων όταν δεν θα είναι πλέον λετουργικά.
Η εξισορρόπηση της προσφοράς είναι επίσης πιο δύσκολη σε αυτές τος δύο ζώνες: οι χειμερινές διακοπές ρεύματος λόγω της έλλειψης ανέμου -που μπορούν να διαρκέσουν εβδομάδες απαιτώντας εφεδρικές πηγές ενέργειας- καθιστούν την ενέργεια πιο ακριβή.
Τον Αύγουστο του 2025, οι εξαγωγές καθαρής τεχνολογίας έφτασαν στο ρεκόρ των 20 δισεκατομμυρίων δολαρίων, λόγω της αύξησης 23% των πωλήσεων ηλεκτρικών οχημάτων και μπαταριών. Τα περισσότερα από αυτά τα ηλεκτρικά οχήματα και οι μπαταρίες κατασκευάστηκαν στην Κίνα και αξίζουν πλέον περισσότερο από το διπλάσιο της αξίας των εξαγωγών ηλιακών πάνελ.
Με λίγα λόγια, η Κίνα πρόκειται στα επόμενα χρόνια όχι μόνο να κυριαρχήσει στον χώρο της ενέργειας και των ΑΠΕ αλλά και να ελέγχει την προσφορά και ζήτηση παγκοσμίως χρησιμοποιώντας αυτή τη δύναμη για στρατηγικούς σκοπούς.